Κάποτε ο Περικλής, βαδίζοντας προς το σπίτι του, συνάντησε στον δρόμο του έναν πολίτη. Ο πολίτης αυτός, εμφανώς μεθυσμένος, άρχισε να ακολουθεί τον Περικλή, κατηγορώντας τον και εξυβρίζοντάς τον. Φτάνοντας στο σπίτι του κι αφού είχε πλέον νυχτώσει, ο Περικλής ζήτησε από έναν υπηρέτη του να πάρει έναν δαυλό και να συνοδεύσει τον πολίτη σπίτι του, δίνοντάς του την εντολή να τον προσέχει στον δρόμο, διότι ήταν μεθυσμένος!
Η στάση του Περικλή ήταν απόλυτα συνυφασμένη με τον γενικότερο σεβασμό που έτρεφε η Αθηναϊκή δημοκρατία στην ελευθερία έκφρασης. Ο μεγάλος Αθηναίος ηγέτης δεν επιχείρησε να πατάξει τον πολίτη καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Δεν του είπε, δεν θα του έλεγε ποτέ, «σου απαγορεύω να μιλάς». Η εντολή προς τον υπηρέτη του να συνοδέψει τον πολίτη στο σπίτι του ξαφνιάζει, ίσως, ως στάση. Δεν επρόκειτο, όμως μόνο για μια πράξη αβρότητας. Επρόκειτο για μια αμιγώς πολιτική πράξη: η δημοκρατία επιτρέπει στον καθένα να πει αυτό που επιθυμεί, ακόμα κι αν αυτό δεν είναι αρεστό, ακόμα κι αν φτάνει ίσως στα όρια του πολιτικά αποδεκτού.
Η στάση του Περικλή ήταν απόλυτα συνυφασμένη με τον γενικότερο σεβασμό που έτρεφε η Αθηναϊκή δημοκρατία στην ελευθερία έκφρασης. Ο μεγάλος Αθηναίος ηγέτης δεν επιχείρησε να πατάξει τον πολίτη καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Δεν του είπε, δεν θα του έλεγε ποτέ, «σου απαγορεύω να μιλάς». Η εντολή προς τον υπηρέτη του να συνοδέψει τον πολίτη στο σπίτι του ξαφνιάζει, ίσως, ως στάση. Δεν επρόκειτο, όμως μόνο για μια πράξη αβρότητας. Επρόκειτο για μια αμιγώς πολιτική πράξη: η δημοκρατία επιτρέπει στον καθένα να πει αυτό που επιθυμεί, ακόμα κι αν αυτό δεν είναι αρεστό, ακόμα κι αν φτάνει ίσως στα όρια του πολιτικά αποδεκτού.