Αυτό που απομένει εκτός από τη φύλαξη των συνόρων, την κατάργηση των ΜΚΟ και τις αυστηρότατες ποινές για τους διακινητές, δεν είναι άλλο από την εκπόνηση και πιστή τήρηση ενός μεταναστευτικού νόμου, προσαρμοσμένου στις ιδιαίτερες συνθήκες της εκάστοτε χώρας – ο οποίος να λαμβάνει φυσικά υπ’ όψιν το εγκριθέν σχέδιο για τη μετανάστευση που υπέγραψαν όλα τα κράτη του ΟΗΕ εκτός των Η.Π.Α. Ειδικά όσον αφορά τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, οι οποίες είναι πύλες των μεταναστευτικών εισροών, θα πρέπει να ενισχύονται με κάθε τρόπο, οικονομικά και διοικητικά, από όλες τις υπόλοιπες – ενώ οι συνθήκες του Δουβλίνου θα πρέπει να διαμορφωθούν εντελώς, έτσι ώστε να είναι δίκαιες για όλα τα ευρωπαϊκά κράτη.
«Υπάρχει ένα δίλημμα μεταξύ της μαζικής μετανάστευσης και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ειδικότερα, εάν επιτρέψει ένα κράτος τη μαζική μετανάστευση, τότε προστατεύει μεν τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά αλλοιώνονται η κουλτούρα και η κοινωνία του, ενώ χάνει την εθνική του κυριαρχία – δηλαδή, την αυτοδιάθεση του» (H. Arendt με προσθήκες, 1943).