Γράφει ο Υποπλοίαρχος Παναγιώτης Γέροντας ΠΝ, Επιτελής Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού
Η κρίση του 1929
Σαν σήμερα, 24 Οκτωβρίου του 1929, ο κόσμος βιώνει την «Μαύρη Πέμπτη», το κραχ στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης. Το 1929 θα ήταν μια εμπειρία την οποία έκτοτε οι οικονομολόγοι πάσχισαν να αποτρέψουν ώστε να μη βιώσει η παγκόσμια οικονομία ανάλογες συνθήκες. Προκειμένου να γίνει κατανοητή η προσπάθεια αυτή, ας ανατρέξουμε στη σύνδεση της παγκόσμιας ύφεσης του 1929 με την Χρηματοοικονομική Διάσκεψη στο Μπρέττον Γουντς (Bretton Woods).
30 Ιουνίου 1944
Αρχίζει η Σύνοδος του Μπρέτον Γουντς (Νιου Χαμσάιρ), υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, για τη χάραξη της μεταπολεμικής παγκόσμιας οικονομικής τάξης. Συστήνονται δύο νέοι οργανισμοί: το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα. Ας τα δούμε όμως αναλυτικότερα τα πράγματα.
Η κρίση του 1929
Η Ευρώπη μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο έχει πια χάσει την οικονομική της ευρωστία. Οι ΗΠΑ δανείζουν τις ευρωπαϊκές χώρες, ενώ οι γερμανικές τράπεζες αποτελούν τον κόμβο αυτού του δανεισμού. Η Γερμανία, λόγω της εκτεταμένης καταστροφής της κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο δέχθηκε ένα μεγάλο μέρος των αμερικανικών κεφαλαίων, τα οποία ανακατευθυνονταν σε όλη την Ευρώπη. Χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι Μ. Βρετανία και Γαλλία δεν δανείζονταν επίσης υπερβολικά. Ήδη από τα μέσα του 1928 οι αμερικανικές επενδύσεις και πιστώσεις στην Ευρώπη άρχισαν να μειώνονται με συνέπεια οι οφειλέτριες χώρες να αναγκαστούν το 1929 να καταβάλουν περισσότερα σε τόκους, ετήσιες δόσεις και κεφάλαιο από τα χρήματα που είχαν λάβει τον προηγούμενο χρόνο. Η οικονομική κρίση λοιπόν εξηχθη ταχύτατα στην Ευρώπη.
Για τις αιτίες της λεγόμενης «κρίσης του 1929» έχουν ειπωθεί πολλά. Λειτούργησε ένα βασικό οικονομικό σχήμα: μετά από κάθε πόλεμο παρατηρείται ένα boost στην παραγωγή, το οποίο όμως δεν ακολουθήθηκε από μια αντίστοιχη αύξηση στα ημερομίσθια. Αυτό οδήγησε τελικά σε μια στάση της παραγωγής. Οι χώρες που ευρίσκοντο στις άκρες του συστήματος (χώρες που παρείχαν πρώτες ύλες στις βιομηχανικές χώρες όπως για παράδειγμα οι χώρες της Λατινικής Αμερικής) δεν μπορούσαν να πουλήσουν τις πρώτες ύλες στο κέντρο του συστήματος.
Το παραπάνω, η διάλυση της προπολεμικής οικονομικής και εμπορικής ενότητας της Ευρώπης, ο εσωτερικός και εξωτερικός δανεισμός, τυχοδιωκτισμος στα χρηματιστήρια και ατυχείς ενέργειες κυβερνήσεων και τραπεζών οδήγησαν σε ένα εκρηκτικό παγκοσμιο μείγμα.
Η αντιμετώπιση της «κρίσης του 29» από τις ΗΠΑ έγινε με κρατική παρέμβαση με μια σειρά από μέτρα που αφορούσαν στην αυστηροποίηση των διαδικασιών γύρω από την ασφάλεια των χρεογράφων που διαπραγματεύονταν στις χρηματαγορές της χώρας, στην καταπολέμηση της ανεργίας, με την δημιουργία νέων δημόσιων έργων, στην στήριξη των αγροτών, στην στήριξη της βιομηχανίας ύστερα από μια μεγάλη περίοδο αποπληθωρισμού, καθώς και με πολιτικές για την απελευθέρωση του εμπορίου, το οποίο μέχρι εκείνο τον καιρό βρισκόταν υπό τον έλεγχο πιο προστατευτικών πολιτικών.
Παράλληλα ελήφθησαν μέτρα για ομάδες πληθυσμού όπως οι ηλικιωμένοι, οι οικογένειες με παιδιά και οι άνεργοι. Οι παροχές χρηματοδοτούνταν με φόρο στις μισθωτές υπηρεσίες. Ακόμη διασφαλίστηκαν τα δικαιώματα των εργαζομένων και η συμμετοχή τους σε συνδικάτα, ενώ καθορίστηκαν οι μέγιστες ώρες εργασίας και οι κατώτεροι μισθοί για τις περισσότερες κατηγορίες εργατών. Ακόμη τέθηκαν απαγορεύσεις σχετικά με την παιδική εργασία.
Τέλος νέα μεγάλα δημόσια έργα πραγματοποιήθηκαν για την καταπολέμηση της ανεργίας, όπως νοσοκομεία, σχολεία και μεγάλες οδικές αρτηρίες, στα οποία απασχολήθηκαν πάνω από 8,5 εκατομμύρια εργάτες, υπό τη εποπτεία μιας νέας μεγάλης κεντρικής υπηρεσίας, της «Works Progress Administration», ενώ επεβλήθησαν υψηλοί φόροι στα εισοδήματα των πλουσίων.
Η «κρίση του 1929» είχε δώσει ένα μεγάλο μάθημα. Ένα μάθημα που είχε ενστερνιστεί πλήρως πριν την ολοκλήρωση της καταστροφής και με αρκετά σωστές προβλέψεις ο Άγγλος οικονομολόγος John Maynard Keynes (5 Ιουνίου 1883 – 21 Απριλίου 1946). Σύμφωνα με αυτόν το κράτος έχει κεντρικό ρόλο καθώς με την παρέμβασή του μπορεί να χρηματοδοτήσει την οικονομία και τις επιχειρήσεις δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας. Παράλληλα με την αύξηση των δημοσίων δαπανών μπορεί να ανατρέψει το έλλειμμα ζήτησης και να επαναφέρει την οικονομία σε ισορροπία.
Η Σύνοδος του Bretton Woods (29 Ιουνίου – 22 Ιουλίου 1944)
Από τις αρχές του 20ου αιώνα υπήρξε η ανάγκη για την καθιέρωση ενός διεθνούς οικονομικού συστήματος. Αυτό οδήγησε στον λεγόμενο «κανόνα του χρυσού». Σύμφωνα με αυτό το σύστημα κάθε χώρα καθόρισε μια συγκεκριμένη ισοτιμία του εθνικού της νομίσματος με τον χρυσό. Κατά την διάρκεια του Μεσοπολέμου αυτό εγκαταλείφθηκε από τις περισσότερες χώρες, ενώ προς το τέλος έγινε προσπάθεια επαναφοράς του. Το «σύστημα Bretton Woods» προσπάθησε να αντιμετωπίσει την νομισματική αστάθεια που είχε πλήξει την διεθνή οικονομική κοινότητα κατά τον Μεσοπόλεμο.
Σύμφωνα με αυτό κάθε χώρα που συμμετείχε αναλάμβανε την υποχρέωση να ασκήσει τέτοια νομισματική πολιτική που να διατηρεί την συναλλαγματική της ισοτιμία σταθερή σε μια καθορισμένη τιμή, με μέγιστη απόκλιση ένα τοις εκατό, σε σχέση με τον χρυσό. Η διαφορά με τον προηγούμενο «κανόνα του χρυσού» ήταν στο ότι οι ισοτιμίες των νομισμάτων των χωρών που συμμετείχαν ήταν σταθερές μεν σε σχέση με τον χρυσό, δεν ήταν όμως τα νομίσματα τους απ’ ευθείας μετατρέψιμα σε χρυσό. Μετατρεψιμότητα σε χρυσό διατηρούσε μόνο το αμερικάνικο δολάριο στην τιμή των 35 δολαρίων ανά ουγγιά χρυσού. Οι υπόλοιπες χώρες καθόριζαν τις ισοτιμίες τους σε σχέση με τον χρυσό μόνο έμμεσα καθώς υπολόγιζαν την σχέση εθνικού νομίσματος ανά ουγγιά χρυσού που επιθυμούσαν και όριζαν αντίστοιχα την ισοτιμία τους με το δολάριο.
Οι χώρες αναλάμβαναν την υποχρέωση να διατηρούν σταθερή την ισοτιμία με το δολάριο στο +1, – 1%. Οι χώρες λοιπόν αγόραζαν και πωλούσαν χρυσό και συνάλλαγμα για να διατηρηθούν οι ισοτιμίες. Ακόμη, αν υπήρχε νομισματική αναγκαιότητα, οι χώρες μπορούσαν να προχωρήσουν σε υποτίμηση του εθνικού νομίσματος έως και 10% με την απλή επίβλεψη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Το σύστημα του Bretton Woods από την δεκαετία του 1950 άρχισε να φέρνει τα αναμενόμενα αποτελέσματα με την μορφή της μεγάλης ανάπτυξης του διεθνούς εμπορίου, της οικονομικής ανάπτυξης και των επενδύσεων. Οι Αμερικάνοι από την άλλη απέκτησαν την έκδοση του διεθνούς αποθεματικού νομίσματος καθιστώντας τους πλέον ηγεμόνες του παγκόσμιου οικονομικού παιχνιδιού.
Παρ’ όλα αυτά τα προβλήματα για τις ΗΠΑ ήρθαν. Η βάση του συστήματος ήταν ο χρυσός, ο οποίος χρησίμευε για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη στο δολάριο και να αποτραπεί μια πληθωριστική επέκταση της προσφοράς χρήματος. Το απόθεμα χρυσού των ΗΠΑ μειώθηκε, ενώ η κυκλοφορία δολαρίων αυξήθηκε.
Από την δεκαετία του 1960 οι ΗΠΑ σταμάτησαν να έχουν εμπορικά πλεονάσματα, λόγω του σκληρού ανταγωνισμού που αντιμετώπισαν οι αμερικάνικες εταιρείες από την Ευρώπη και την Ιαπωνία. Παράλληλα οι πόλεμοι στην Κορέα και το Βιετνάμ καθώς και διάφορα κοινωνικά προγράμματα στο εσωτερικό των ΗΠΑ κατέστησαν τον προϋπολογισμό του ομοσπονδιακού τους κράτους ελλειμματικό. Οι Αμερικάνοι τυπωναν δολάρια χωρίς να μπορούν να υποτιμήσουν το νόμισμά τους λόγω των ισοτιμιών του Bretton Woods. Το σύστημα κατέρρευσε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 καθώς η διεθνής εμπιστοσύνη προς το δολάριο κλονίστηκε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου