MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2025

Γιατί δεν είναι κανένας γύρω μας χαρούμενος;

Σπάνια βλέπουμε και συναναστρεφόμαστε ανθρώπους χαρούμενους. Σαν να μας έχει καταπλακώσει μια καταχνιά, ένα πέπλο κατήφειας που μας εμποδίζει να χαρούμε, να απολαύσουμε μια – δυο στιγμές μέσα στην ημέρα μας, που δικαιούμαστε αλλά και χρειαζόμαστε 
 
Του Αλέξανδρου Παπουτσή*
 
Ίσως θα το έχετε παρατηρήσει και εσείς γύρω σας. Και πρώτα πρώτα αξιολογώντας τον ίδιο σας τον εαυτό, τους οικείους σας. Σπάνια βλέπουμε και συναναστρεφόμαστε ανθρώπους χαρούμενους. Σαν να μας έχει καταπλακώσει μια καταχνιά, ένα πέπλο κατήφειας που μας εμποδίζει να χαρούμε, να απολαύσουμε μια – δυο στιγμές μέσα στην ημέρα μας, που το δικαιούμαστε αλλά και το χρειαζόμαστε. 
 
Σίγουρα υπάρχουν στατιστικές και έρευνες και μελέτες που αποτυπώνουν σε δείκτες μια τέτοια εμπειρική διαπίστωση – δεν θέλω να τους χρησιμοποιήσω στο παρόν σημείωμα. Δεν θέλω γιατί στο τέλος της ημέρας, ίσως και αυτοί επιτείνουν το διαπιστωμένο πρόβλημα. Ναι, είναι χρήσιμοι και αντικειμενικοί καθώς τυποποιούν αιτίες, συμπεριφορές και συγκεντρώνουν τα δεδομένα – εγώ θέλω να συζητήσω δημόσια, μέσα από αυτές τις γραμμές μια εμπειρική παρατήρηση. 
 
Πρόσφατα ταξίδεψα σε χώρα του πρώην ανατολικού μπλοκ. Και εκεί, όχι στα όμορφα τουριστικά μέρη, αλλά στην κανονική πόλη, εκεί όπου συναντάς τον κόσμο της καθημερινότητας — όχι των προστατευμένων ελίτ, αλλά των ανθρώπων που παίρνουν το λεωφορείο, πάνε στη δουλειά, στο σούπερ μάρκετ, στο σχολείο, η κατήφεια ήταν παντού. Έβλεπες πρόσωπα που κουβαλούσαν κάτι πιο βαθύ από μια κακή μέρα. Μου έκανε αρνητική εντύπωση και αστραπιαία άρχισα να σκέφτομαι το γιατί. Λίγο οι σπουδές, λίγο τα ενδιαφέροντα, λίγο η επαγγελματική ιδιότητα και η γνώση μιας κάποιας ιστορίας με οδήγησαν σε ορισμένες σκέψεις. Στην επιστροφή μου όμως στην Ελλάδα και στη Θεσσαλονίκη, σκέφτηκα ότι το ίδιο μοτίβο υπάρχει κι εδώ. Λίγοι χαρούμενοι, πολλοί προβληματισμένοι, ακόμη περισσότεροι πιεσμένοι. Και αυτή η πίεση έχει γίνει τόσο συνηθισμένη, ώστε κάπως την έχουμε δεχτεί ως φυσική. 
 
Ιστορικά αλλά και πολιτισμικά να το δεις, εμείς οι Έλληνες, ως γνήσια τέκνα των αρχαίων κλασικών πολιτισμών της μεσογείου – πολιτισμών που ήταν της χαράς και της απόλαυσης, εν αντιθέσει με τους πολιτισμούς του βορρά που ήταν σκληροί και τραχείς – θα έπρεπε να είμαστε διαφορετικά. Και όμως νιώθω ότι είμαστε σε μια δυστοπία στεναχώριας. Δικαίως ή αδίκως το νιώθουμε. Και αφού το βλέπουμε και το νιώθουμε, πρέπει να συζητήσουμε λίγο για αυτό. 
 
Προσπάθησα να οργανώσω τη σκέψη μου και να ψηλαφίσω τις αιτίες. Κατέληξα σε μερικά συμπεράσματα τσαλαβουτώντας στα μεγάλα ποτάμια της Ιστορίας αλλά και στις καθημερινές συνήθειες που δομούν το ημερήσιο πρόγραμμά μας.
 
1. Συσσωρευμένη κόπωση 15 ετών κρίσης 
 
Οικονομική κρίση, απώλεια ΑΕΠ, καταβύθιση βιοτικού επιπέδου, μνημόνια, αγωνία, πάλη για τον επιούσιο άρτο, ανασφάλεια, σύγκρουση, κοινωνικός αναβρασμός. Όλα αυτά είχαν και έχουν επίπτωση. Μετά πανδημία, εγκλεισμός, ψυχική φθορά. Και τώρα ακρίβεια, κόστος ζωής, τιμές που δεν ευθυγραμμίζονται με τη ζωή των ανθρώπων. Ο οργανισμός μας ξέρει να διαχειρίζεται ένα σοκ. Δεν ξέρει να διαχειρίζεται δεκαπέντε συνεχόμενα χρόνια μικρών σοκ. Δεν είναι (μόνο) κατάθλιψη αυτό που βλέπουμε γύρω μας. Είναι κόπωση. Βαθιά, αθόρυβη, συσσωρευμένη.
 
2. Η καθημερινότητα ως άθροισμα μικρών δυσκολιών
 
Κανείς δεν χάνει τη χαρά του επειδή περίμενε 25 λεπτά για έναν υπάλληλο. Τη χάνει όταν το παθαίνει κάθε εβδομάδα. Κανείς δεν αγανακτεί επειδή έμεινε 40 λεπτά στο λεωφορείο. Αγανακτεί όταν η διαδρομή της ζωή του είναι πάντα 40 λεπτά καθυστέρηση. Κανείς δεν χαλάει την ψυχολογία του επειδή έτρεξε για μια προθεσμία. Τη χαλάει όταν όλη του η ζωή γίνεται μια αλυσίδα από προθεσμίες που κάποιος άλλος καθορίζει. Η ελληνική καθημερινότητα είναι μια συλλογή από μικρές δοκιμασίες. Καμία δεν είναι τραγική. Όλες μαζί όμως καταναλώνουν τη χαρά σαν μπαταρία που αδειάζει καθημερινά, λίγο λίγο. Όλα γίνονται δύσκολα. Για όλα χρειάζεσαι μια «ελληνική πατέντα», μια υπέρβαση. Δεν υπάρχει αυτόματος πιλότος – δεν δουλεύει κάτι καλά και στρωτά παρά μόνο με αυτοσχεδιασμό. Από το πού και πώς θα παρκάρεις μέχρι το πώς θα συνεννοηθείς με τον διπλανό σου.
 
3. Εργασία και χαρά; Εξαρτάται από την αγοραστική δύναμη
 
Η χαρά συνδέεται με την αίσθηση ότι ο κόπος σου πιάνει τόπο. Πόσοι άνθρωποι στην Ελλάδα νιώθουν αυτό σήμερα; Πόσοι νιώθουν ότι τους αρκεί ο μισθός, ότι αμείβονται για την αξία τους, ότι μπορούν να κάνουν ένα πλάνο ζωής; Οι περισσότεροι δουλεύουν πολύ και πληρώνονται λίγο. Ή αισθάνονται έτσι. Για τους οικονομολόγους έχει σημασία. Για τους ανθρώπους είναι ένα και το αυτό. Ζουν αυτό που αισθάνονται. Ζουν μια ζωή που μπορεί να φαίνεται ανεκτή αλλά την αισθάνονται ασφυκτική. Δεν μπορείς να είσαι χαρούμενος όταν περισσεύει μήνας ενώ τελείωσαν τα λεφτά. Και αυτό πρέπει να το δούνε τα κόμματα πιο σοβαρά. Δεν είναι δευτερεύον ζήτημα – είναι το πρώτιστο – είναι το παν. Και αν δεν μπορούμε να δώσουμε λεφτά – αυξήσεις – εισοδήματα ας δώσουμε κάτι άλλο. Ας οργανώσουμε κοινωνικό κράτος, προνοιακά πλέγματα, «κοινωνικό μισθό» που λέγανε παλιά κάποιοι κάπου κάποτε.
 
4. Οι πόλεις που εξαντλούν αντί να στηρίζουν
 
Σε σαφή συνάρτηση με το προηγούμενο πρέπει να παραδεχτούμε το εξής. Οι πόλεις μας -και ειδικά η Θεσσαλονίκη- παίζουν τεράστιο ρόλο στη συνολική μας ψυχολογία. Έργα που δεν τελειώνουν. Μετακινήσεις που δεν διευκολύνουν. Περιοχές που δεν αναπνέουν. Γειτονιές χωρίς πράσινο. Κυκλοφοριακό που μοιάζει με καθημερινή πρόβα αντοχής. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να χαρεί τη ζωή του αν η πόλη του τον κουράζει πριν καν ξεκινήσει η ημέρα. Η χαρά χρειάζεται χώρο -και σήμερα, οι πόλεις μας δεν δίνουν χώρο. Αναζητούμε θύλακες αστικής ευφορίας σε μια έρημο δυσφορίας. Πρέπει να το κάνουμε αλλιώς - να πάμε να δούμε άλλους που τα καταφέρνουν και να μάθουμε πώς το κάνουν. Πάρκα; Πεζόδρομοι; Παραλιακά μέτωπα; Πουλιά να κελαηδούν και αυτοκίνητα να σωπαίνουν; Δεν ξέρω, κάτι όμως πρέπει να κάνουμε; Ακόμη ακόμη και η ηχορύπανση είναι παράγοντας επιβαρυντικός. Έχουμε που έχουμε όλοι ΙΧ, είναι και συνήθως παλιό, βγάζει καυσαέρια αλλά βγάζει και θόρυβο. Νισάφι.
 
5. Η κοινωνική σύγκριση που φθείρει – social media παραμορφωτικός καθρέπτης
 
Πήγα το ταξιδάκι μου, ανέβασα τις φωτογραφίες και τα βίντεό μου. Αν πας και δεν το ανεβάσεις είναι σα να μην πήγες. Αν φας κάπου ωραία και δεν το ποστάρεις, είναι σαν να μην απόλαυσες. Αποτέλεσμα όμως αυτού, να διαμορφώνουμε ηθελημένα ή άθελά μας έναν ψηφιακό κόσμο ταξιδιών, εστιατορίων, διακοπών, εμπειριών και ένα τεχνητό timeline απολαύσεων την ίδια στιγμή που κάτι τέτοιο είναι ψευδές. Και είναι μάλιστα τόσο ψεύτικο που καταντά διαβρωτικό, μας φθείρει. Θέλοντας όλοι οι χρήστες να παρουσιάσουμε τις ψευδεπίγραφα ιδανικές ζωές μας, καταλήγουμε να ζούμε σε ένα Τρούμαν Σόου – αν ξύσεις το γκαζόν θα δεις από κάτω το μπετόν. Και άντε, αν έχεις κάποια ηλικία ή κάποιο γνωστικό ή εμπειρικό υπόστρωμα μπορείς λίγο να το εκλογικεύσεις. Επηρεάζεσαι αλλά δεν χάνεις το μυαλό σου. Αν δεν έχεις όμως, αν είσαι λίγο πιο ευάλωτος, λίγο πιο τρωτός στο «φαίνεσθαι» μπορεί να πέσεις σε βαθιά κατάθλιψη. «Γιατί αυτός και αυτή είναι εκεί και κάνουν αυτό και εγώ δεν μπορώ»; «Τι παραπάνω κάνουν»; Πού να ήξερες όμως ότι και αυτοί που ίσως θαυμάζεις ζούνε τον μύθο τους μέσα από το προσωπικό τους προφίλ.
 
6. Ανισότητες που διευρύνονται — και ο θυμός που παράγουν
 
Στον αντίποδα του προηγούμενου σημείου, υπάρχει και το ακριβώς αντίστροφο. Και εξηγούμαι. Διαμορφώνεται και στην Ελλάδα αυτό που στη Δύση μάλλον προηγήθηκε, μια αίσθηση διευρυμένης ανισότητας. Δηλαδή πράγματι κάποιοι ξεφεύγουν εισοδηματικά και οι περισσότεροι μένουν πίσω. Έχει που έχει χαλάσει το ασανσέρ της ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας, αν βλέπεις τον άλλο να ανεβαίνει με ελικόπτερο, κάπου τρελαίνεσαι. Στις αρχές τις δεκαετίας του 1990 που πήγαινα δημοτικό σχολείο, τότε όλοι οι φίλοι – γείτονες- γνωστοί κ.ο.κ πηγαίναμε στο δημόσιο σχολείο, φορούσαμε χοντρικά τις ίδιες φόρμες, διακοπές κάναμε στα ίδια μέρη και πάνω κάτω και οι μπαμπάδες μας είχαν παρόμοια αυτοκίνητα. Σήμερα κανείς δεν μπορεί να πει το ίδιο. Τότε ένιωθες μέρος μιας πολύ μεγάλης κοινωνικής τάξης των μικρομεσαίων – που κουτσά στραβά έκανε βήματα προς τα μπροστά. Σήμερα το πεδίο είναι μάχη μέχρις εσχάτων, μάχη για τα βασικά αλλά και για τα καλύτερα. Και επισφάλεια – αν δεν βγω νικητής από τη μάχη θα χάσω έδαφος. Αλλά ας μην το κουράζουμε – όταν νιώθεις ότι αδικείσαι ( δικαίως ή αδίκως) και αγανακτείς αλλά και στενοχωριέσαι. Στην πρώιμη Μεταπολίτευση αλλά και στην ώριμη, όπως μου το είχε πει ένας καθηγητής στο Α.Π.Θ, ο οικοδόμος και ο Βαρδινογιάννης μπορούσαν και άλλοτε πήγαιναν στα ίδια μπουζούκια, σε διπλανό τραπέζι. Ήταν και αυτή μια ψευδαίσθηση ισότητας – σήμερα δεν μπορούν ούτε κατά διάνοια. 
 
7. Πολιτική χωρίς αφήγημα — χώρα χωρίς ορίζοντα
 
Ο πολίτης μπορεί να αντέξει δυσκολίες, αρκεί να βλέπει πού πηγαίνει το πράγμα. Αυτό που λείπει σήμερα είναι ο ορίζοντας. Λείπει μια αφήγηση που να καταλήγει στο «και ζήσαμε εμείς καλά και αυτοί καλύτερα». Τι είδους χώρα θέλουμε να είμαστε; Πώς θα είναι η ζωή μας σε δέκα χρόνια; Πώς θα είναι οι πόλεις, η οικονομία, η καθημερινότητα; Όταν δεν βλέπεις μπροστά σου τίποτα πέρα από τις επόμενες δύο εβδομάδες, η χαρά στεγνώνει. Η προοπτική είναι το οξυγόνο της χαράς — και εμείς ζούμε με λίγο. Προφανώς και δεν είμαστε στο βαθύ σκοτάδι της οικονομικής κρίσης. Θα ήταν άδικο να πει κανείς αυτό. Επίσης προφανώς έχουν γίνει βήματα. Όμως εδώ χρειαζόμαστε ένα άλμα μεγαλύτερο από τη φθορά – σε ό,τι αφορά εμάς και το εσωτερικό υπόστρωμα της ψυχής μας. Άλμα όμως χρειαζόμαστε και στη σύγκρισή μας με τους άλλους, τους εκτός Ελλάδας. Γιατί αν εμείς από εκεί που βουλιάζαμε, τώρα επιπλέουμε ή από εκεί που ήμαστε ακίνητοι και τώρα περπατάμε – υπάρχουν και διπλανοί που περπατούν και τρέχουν. Και μας ξεπερνάνε. Και αυτή η σύγκριση γεννά κατήφεια και απογοήτευση. 
 
Καταληκτικά
 
Η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα θλιμμένων ανθρώπων. Είναι μια χώρα μάλλον εξαντλημένων ανθρώπων. Η χαρά δεν λείπει από τον χαρακτήρα μας – το αντίθετο. Τα στερεότυπα των άλλων για εμάς είναι Zorba the Greek, ώπα, geia sou, χοροί και πανηγύρια κλπ. Η χαρά μάλλον λείπει από τις συνθήκες της ζωής μας. Αν θέλουμε να ξαναδούμε χαμόγελα γύρω μας, πρέπει να χτίσουμε μια χώρα που να μην εξαντλεί τους ανθρώπους της.
 
Λειτουργικές πόλεις, σταθερή οικονομία, προοπτική, αξιοπρέπεια, δικαιοσύνη, ρυθμό ζωής που να αφήνει χώρο στην ανάσα. Η χαρά δεν είναι πολυτέλεια. Είναι δείκτης υγείας μιας κοινωνίας.
 
*Ο Αλέξανδρος Παπουτσής είναι Πολιτικός Επιστήμονας - Σύμβουλος Επικοινωνίας
 
 
Thanks to Theo_k 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου