Το δεύτερο μέρος, όπως σας την είχαμε υποσχεθεί, της ανάλυσης του Καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης και πρώην Πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου, Γιώργου Κοντογιώργη, για την ιστορική εξέλιξη του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος, τη σημερινή του κρίση και τη δυνατότητα υπέρβασής της... Το Α' Μέρος μπορεί να το βρει κανείς εδώ.
Μέρος Β': Η δυτική κρίση και η ιδιαιτερότητα της ευρωπαϊκής κρίσης
Είναι γνωστό ότι η πολιτική Ευρώπη οικοδομήθηκε στη βάση μιας «εγκάρδιας συμφωνίας» που έθετε τη συναίνεση, αν όχι την ομοφωνία, ως προϋπόθεση στη διαδικασία λήψεως των αποφάσεων. Στο ίδιο αυτό περιβάλλον δεν θεωρήθηκε, καταρχήν, ότι ο γαλλογερμανικός άξονας θα μπορούσε να ενοχλήσει τις ισορροπίες αυτές, καθώς συγκροτούσε ένα είδος «πρώτων μεταξύ ίσων» που επιπλέον ευνοούσε τη διαμόρφωση μιας ισόρροπης πολιτικής κατάστασης.
Αυτό ακριβώς το σύστημα επέτρεψε αφενός την ύφανση της πολιτικής Ευρώπης −ενός πολιτικού συστήματος χωρίς κράτος και μάλιστα χωρίς κοινωνία των πολιτών− και, αφετέρου, την ελκυστικότητά της ανάμεσα στις χώρες της γηραιάς ηπείρου και στον κόσμο. Έκτοτε, με την ελληνική κρίση, η οποία σηματοδοτεί την είσοδο της Ευρώπης σ’ αυτό που αποκαλώ δυτική κρίση, παριστάμεθα μάρτυρες σε μια σημαίνουσα ανατροπή του ευρωπαϊκού συστήματος. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί δεν λειτουργούν παρά ως μια επικυρωτική βαθμίδα της, σε τελική ανάλυση, γερμανικής πολιτικής βούλησης. Ο γαλλογερμανικός άξονας εμφανίζεται να έχει τεθεί εκτός λειτουργίας. Η Γαλλία ετοιμάζεται, καθ’ όλες τις ενδείξεις, να αναλάβει έναν ρόλο παρόμοιο με εκείνον της περιόδου πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η μετάβαση από την Ευρώπη των συνεργιών και των συναινέσεων στην Ευρώπη της γερμανικής ηγεμονίας υπήρξε το αποτέλεσμα μιας μακράς, στρατηγικά σχεδιασμένης διαδικασίας, της οποίας οι πρόσφατες φάσεις είναι: Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, η «βίαιη» διεύρυνση της Ε.Ε. προς ανατολάς, με την ενσωμάτωση της πρώην ζωτικής ενδοχώρας της Ρωσίας, και ουσιωδώς το ευρώ. Η θέληση δυνάμεως που απεργάζεται η Γερμανία εκφράσθηκε χωρίς περιστροφές με την είσοδο της Ευρώπης στην κρίση. Η ευκαιρία δόθηκε από την Ελλάδα, η οποία λειτούργησε, εν προκειμένω, ως ο ασθενής κρίκος για πολλούς λόγους.
Για να φωτίσουμε τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης από τη Γερμανία είναι σημαντικό να αποκωδικοποιήσουμε ορισμένα σημεία της στρατηγικής της σε ό,τι αφορά στην κατάληψη της ευρωπαϊκής εξουσίας:
(α) η γερμανική στρατηγική αποβλέπει πέραν της Ευρώπης, στο δυτικό και μάλιστα στο παγκόσμιο περιβάλλον. Γνωρίζει, κατά τη γνώμη μας, περισσότερο από κάθε άλλον, ότι η παγκόσμια φιλοδοξία της διέρχεται ευθέως από τον έλεγχο της πολιτικής Ευρώπης. Με τον τρόπο αυτό, αποβλέπει στον επιμερισμό της ηγεμονίας στο εσωτερικό της δυτικής συμμαχίας, με τον εξαναγκασμό των ΗΠΑ να την αποδεχθούν ως εταίρο.
(β) Με δεδομένο ότι τα όπλα δεν δύνανται να υπηρετήσουν τον στρατηγικό της στόχο και ότι η γεωπολιτική ελέγχεται από τις ΗΠΑ, επέλεξε ως επιχείρημα την οικονομία. Εξού και επιδιώκει να επιβάλει τη θεσμοθέτηση της λογικής και του συμφέροντος των αγορών ως σκοπό της πολιτικής Ευρώπης. Με τον τρόπο αυτόν, στο εσωτερικό της πολιτικής Ευρώπης εμφανίζεται να υπαγορεύει πολιτικές αντί να εγκατασταθεί η ίδια στη διοίκησή της, πράγμα που θα οδηγούσε σε αναπόφευκτες αντισυσπειρώσεις. Με μία διαφορά. Ενώ άλλοτε η φιλοδοξία της αυτή την έφερνε εξαρχής, ευθέως αντιμέτωπη με τον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης, στην παρούσα κρίση επέλεξε να αρχίσει από την περιφέρεια, περικυκλώνοντας έτσι και οδηγώντας σε αδυναμία το κέντρο της.
Είναι προφανές ότι από την προσέγγιση αυτή της ευρωπαϊκής κρίσης απουσιάζει η κοινωνία. Το ζήτημα δεν είναι να υποτιμήσει κανείς τη βαρύτητα του χρέους ή τον παγκόσμιο ανταγωνισμό, όπως αυτά τίθενται μετά την είσοδο στο διεθνές οικονομικό προσκήνιο χωρών του «Τρίτου Κόσμου». Απαιτείται προφανώς να αναδειχθεί το διακύβευμα που υποκρύπτει η πολιτική επιλογή της Γερμανίας στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, περαιτέρω, ο στρατηγικός στόχος που επιδιώκεται με επιχείρημα την έξοδο από την κρίση.
Ορισμένοι διατείνονται ότι είναι εγγενής με τη γερμανική νοοτροπία η αντίληψη της προβολής του σκοπού/συμφέροντος του κράτους υπεράνω του σκοπού/συμφέροντος της κοινωνίας. Και, δυνάμει της λογικής αυτής, η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία επέλεξε ήδη τη λεγόμενη «υποτίμηση» του επιπέδου ζωής των Γερμανών, πριν την επιβάλουν στην Ευρώπη. Εντούτοις, στην περίπτωση της Γερμανίας η πολιτική αυτή απέβλεπε στη συσσώρευση και, συνεπώς, στην περαιτέρω ενίσχυση των ισχυρών κλάδων της οικονομίας και, στο βάθος, στην ισχυροποίηση του κράτους. Στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες η «υποτίμηση» αυτή πλήττει, πέραν του επιπέδου ζωής των πολιτών και του «κράτους» πρόνοιας, την οικονομική υποδομή και την ανεξαρτησία του κράτους. Όλα δείχνουν ότι η Γερμανία επιζητεί να δημιουργήσει επάλληλους κύκλους ισχύος στο εσωτερικό της ζώνης του ευρώ, με επικεφαλής τον σκληρό πυρήνα, δηλαδή την ίδια και τους συμμάχους της. Δεν αποβλέπει, για παράδειγμα, στην έξοδο της Ελλάδας (ή της Κύπρου) από το ευρώ, διότι θα θέσει σε διακινδύνευση το σχέδιό της και θα απολέσει το όχημα της φιλοδοξίας της προς την ανατολική Μεσόγειο. Το ενδιαφέρον της επικεντρώνεται στη διαμόρφωση των όρων της πολιτικής αδυναμίας της Ελλάδας, ώστε όχι μόνο να μην αποτελεί εμπόδιο, αλλά και να γίνει αρωγός στη στρατηγική της. Επιπλέον, εάν το ελληνικό εργαστήρι αποδειχθεί επιτυχές, η συνταγή θα είναι ισχυρή και θα εφαρμοσθεί, αναντιλέκτως, στη λεγόμενη «περιφέρεια» της ζώνης του ευρώ. Υπό το πρίσμα αυτό, έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να παρακολουθήσει κανείς την προσέγγιση και τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης από τη Γερμανία και τους θύλακές της στο περιβάλλον της Ένωσης.
Εξίσου σημαντικό, σε επίπεδο σημειολογίας, είναι το πολιτικό και το πολιτισμικό επιχείρημα που διακινήθηκε από τους θιασώτες της άρχουσας (βασικά της βόρειας) Ευρώπης σε ό,τι αφορά στις χώρες σε κρίση και ιδίως της Ελλάδας. Οι Έλληνες ταξινομήθηκαν, ως φυλετική κατηγορία, στους κλέφτες, στους ψεύτες, στους τεμπέληδες, στους διεφθαρμένους κ.λπ.
Δεν προτίθεμαι να επανέλθω στο θεμελιώδες ζήτημα που αφορά στο αιτιολογικό βάθος της ελληνικής κρίσης, καθώς το έχω αναλύσει αλλού διεξοδικά. Πρόκειται για την πρωτογενή αιτία της, που ανάγεται στην ανθρωποκεντρικά «τριτοκοσμική» πολιτεία της νεοτερικότητας, και, κατ’ επέκταση, στην ασυμβατότητά της με το ανθρωποκεντρικά οικουμενικό ανάπτυγμα της ελληνικής κοινωνίας. Σε πολιτικό επίπεδο, η ασυμβατότητα αυτή φέρνει αντιμέτωπη την πολιτική ανάπτυξη της ελληνικής κοινωνίας με το πολιτικό σύστημα της εποχής μας, δημιουργώντας, ως εκ τούτου, ασύμμετρες στρεβλώσεις τόσο στις συμπεριφορές της όσο και στη λειτουργία του.
Εντούτοις, δικαιούται να αναμένει κανείς μια απάντηση στο ερώτημα γιατί η Γερμανία δεν άγγιξε τη διαφθορά και τα προνόμια της πολιτικής τάξης στην Ελλάδα και, συγχρόνως, έθεσε στο απυρόβλητο κάθε ευθύνης τις γερμανικές επιχειρήσεις και τα στελέχη της στην Ελλάδα, τη στιγμή που επιμένει να φορολογεί ασφυκτικά τον άνεργο και τον πένητα.
Η παρούσα κρίση ανέδειξε, κατά τη γνώμη μου, τη θεμελιώδη διαφοροποίηση που χωρίζει όντως την Ευρώπη μεταξύ του Bορρά και του Νότου. Η γερμανική Ευρώπη δεν συμμετείχε στο ανθρωποκεντρικό γίγνεσθαι που γέννησε ο ελληνικός κόσμος και διακίνησε επί μακρόν στη δυτική Ευρώπη η Ρώμη. Η διέλευση της δυτικής Ευρώπης στη φεουδαρχία και οι καταστροφές που προκάλεσαν οι γερμανικές ορδές στον ελληνικό κόσμο της εποχής είναι ευθέως υπόλογες της σημερινής πολιτισμικής διχοτομίας της γηραιάς ηπείρου. Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα η Γερμανία προκάλεσε δύο παγκόσμιους πολέμους που απέβλεπαν στην επιβολή της ηγεμονίας της στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Εάν η Γερμανία είχε ενσωματώσει μια διαφορετική ανθρωποκεντρική διαδρομή, θα είχε επίσης συνείδηση των ορίων της δύναμης. Και η Ευρώπη θα είχε γίνει από καιρό γερμανική.
Με άλλα λόγια, η ιστορία της Γερμανίας αποτελεί ζώσα πραγματικότητα για τους ευρωπαϊκούς λαούς, διότι πολύ απλά η Γερμανία τούς τη θυμίζει. Η Γερμανία δεν ρύθμισε ακόμη τους λογαριασμούς της με την ιστορία. Ουδέ καν με τη νεοτερικότητα. Εάν επικαλούμαι τις θλιβερές αυτές πραγματικότητες είναι γιατί συντρέχει μια σταθερά στη γερμανική κουλτούρα, η οποία επανέρχεται στον παρόν με αφορμή την κρίση. Μια νοοτροπία που οι ευρωπαϊκοί λαοί είχαν πιστέψει ότι αφέθηκε οριστικά στο παρελθόν, χάρη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ασύμμετρη βία που συνεχίζει να ασκείται επί της ελληνικής κοινωνίας, σε συνδυασμό με την ειδεχθώς ρατσιστική προπαγάνδα με πρόσημο τη νομιμοποίηση της στρατηγικής επιλογής του ηγεμόνα, επανέφερε στη μνήμη του Έλληνα και λίγο πολύ στο σύνολο των λαών του Νότου τη βαρβαρότητα της κατοχής, του ναζιστικού γερμανικού προτάγματος και, μάλιστα, την προϊστορία της χώρας αυτής. Δεν είναι χωρίς ενδιαφέρον να πούμε ότι η επιλογή της Ελλάδας, στις παρούσες περιστάσεις, ως εργαστηρίου αποκτά μια πρόσθετη συμβολική σημασία, στο μέτρο που η χώρα αυτή, με την αντίστασή της, συνέβαλε ιδιαίτερα στην αλλαγή της πορείας του πολέμου, προικίζοντας με ελπίδα τη δημοκρατική Ευρώπη. Η λεηλασία της Ελλάδας στη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και η εν συνεχεία διαχείριση του προβλήματος που γέννησε αποτελούν έναν κρίσιμο ενδείκτη για τη σταδιοδρομία στην πολιτική Ευρώπη μιας πολιτισμικής παράδοσης η οποία είναι ικανή να οδηγήσει σε νέες περιπέτειες τους λαούς της.
Σε κάθε περίπτωση, το ερώτημα που επανέρχεται είναι το ακόλουθο: Είναι εφικτό να υπερισχύσει η βούληση μιας Ευρώπης των λαών, όπου οι κοινωνίες των πολιτών θα συντρέχουν ως πολιτική κατηγορία στο επίπεδο της Ένωσης, απέναντι στην Ευρώπη των αγορών που καλείται να υπηρετήσει τις ηγεμονικές βλέψεις ορισμένων από τις χώρες της; Μια Ευρώπη ελεύθερη και ευημερούσα επί μιας Ευρώπης που θα κυριαρχείται από θεωρήσεις δύναμης; Διότι, σε τελική ανάλυση, το πρόβλημα της εμβάθυνσης της πολιτικής Ευρώπης δεν θα επιλυθεί χωρίς να απαντηθεί το ερώτημα το σχετικό με τη φύση του πολιτικού της συστήματος και του σκοπού του. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται ουσιωδώς, αφενός, από τη θέληση των ευρωπαϊκών λαών να δείξουν στη Γερμανία τα όριά της, χωρίς ή, μάλλον, πριν να οδηγηθεί στο τέλος του το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Και αφετέρου, από τις εξελίξεις στο πλαίσιο της Δύσεως και στο επίπεδο του πλανητικού κοσμοσυστήματος. Σε τελική ανάλυση, από τη μεταστέγαση της κοινωνίας των πολιτών στο θεσμικό υπόβαθρο της πολιτικής Ευρώπης.
Πηγή : http://www.logiosermis.net
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου