MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2019

Οι λαϊκιστές και οι ελίτ

Η μεσαία τάξη έχει τις εξής τρεις επιλογές: (α) είτε να συνεχίσει να αγωνίζεται για ένα μερίδιο στον πλούτο που συρρικνώνεται συνεχώς, σε ένα διεφθαρμένο σύστημα, (β) είτε να αποχωρήσει (μεταναστεύσει), αναζητώντας αλλού την τύχη της, (γ) είτε να διολισθήσει στην κατώτερη τάξη που έχει τις προϋποθέσεις για τα πλήρη κοινωνικά επιδόματα του κράτους προνοίας. Η μείωση τώρα του ποσοστού της μεσαίας τάξης είναι η πηγή της αδυναμίας ανάπτυξης, καθώς επίσης της μεγάλης πολιτικής αστάθειας που διαπιστώνεται στη Δύση – σε πλήρη αντίθεση με τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπως στο παράδειγμα της Κίνας, στην οποία η άνοδος της μεσαίας τάξης έχει αυξήσει την πολιτική σταθερότητα, με μακροπρόθεσμα θετικά αποτελέσματα για την οικονομία της παρά τα χρέη της.

«Η βία δεν είναι το ίδιο με τη δύναμη και την εξουσία. Εάν η βία αποτύχει να πείσει, τότε η εξουσία «εξατμίζεται»…… Νομίζαμε ανόητα πως αποτελούσαμε τη μεσαία τάξη, έως ότου ανακαλύψαμε πως δεν είμαστε τίποτα άλλο, από θλιβερά φορολογικά υποζύγια και σκλάβοι χρέους – έχοντας μετατραπεί σε τέτοιους μέσω της κρατικής βίας, την οποία μας επέβαλλαν οι ελίτ και οι αγορές. Τότε, επειδή δεν είχαμε τίποτα άλλο πλέον να χάσουμε, εξεγερθήκαμε – αποδεικνύοντας πως πράγματι η βία που αποτυχαίνει λειτουργεί εις βάρος της εξουσίας» (C.Hugh-Smith).
Ανάλυση
Σε παγκόσμιο επίπεδο φαίνεται πως έχουν δημιουργηθεί δύο αντιμαχόμενες πολιτικές ομάδες: οι λαϊκιστές και οι ελίτ, οι οποίες χρησιμοποιούν το όνομα «λαϊκιστές» για την πρώτη ομάδα τόσο συχνά, όσο οι «λαϊκιστές» χαρακτηρίζουν τους δεύτερους ως «ελίτ».

Στη Δύση τώρα υπάρχουν μόνο οι ακροδεξιοί «λαϊκιστές», όπως θεωρείται ο κ. Trump, οι υποστηρικτές του BREXIT, η κυρία Le Pen ή ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας – οι οποίοι ανέρχονται στην εξουσία μόνο εάν υποστηριχθούν από τα δεξιά κόμματα (στη Γαλλία η δεξιά στήριξε το Macron). Θεωρούνται δε εθνικιστές, ενώ τάσσονται υπέρ των φτωχών εισοδηματικών τάξεων και του προστατευτισμούαλλά εναντίον του ακραίου νεοφιλελευθερισμού, της πολιτικής λιτότητας, της παγκοσμιοποίησης και της μετανάστευσης, υπέρ των οποίων είναι οι «ελίτ».

Αριστεροί «λαϊκιστές» ουσιαστικά δεν υπάρχουν, όπως χαρακτηρίσθηκε η προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση με κριτήριο τις προεκλογικές δηλώσεις της προτού ανέλθει στην εξουσία ή οι Podemos στην Ισπανία – επειδή έχουν υποταχθεί/συμβιβασθεί με τις ελίτ. Εν προκειμένω εφαρμόζουν πιστά τη νεοφιλελεύθερη πολιτική καλύτερα από τα δεξιά κόμματα, παρά το ότι δημόσια δηλώνουν την έντονη αποστροφή τους – με την έννοια πως καταφέρνουν να διατηρούν πολύ πιο καλά υπό έλεγχο τις μάζες, ληστεύοντας τες χωρίς να εξεγείρονται. Εκτός αυτού τάσσονται υπέρ των μεταναστευτικών ροών, στραγγαλίζουν τη μεσαία τάξη, ενώ διαπλέκονται και διαφθείρονται με τις ελίτ που τους υποστηρίζουν – οπότε αποτελούν την καλύτερη σημερινή επιλογή για το «σύστημα».

Περαιτέρω, η μείωση του πλούτου και των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης δεν αποτελεί μόνο μία οικονομική τάση – αφού μεταφράζεται απ’ ευθείας στον περιορισμό της πολιτικής της δύναμης. Υπενθυμίζουμε εδώ πως ο πρόεδρος Μάο είχε πει μεν ότι, «η πολιτική εξουσία πηγάζει από την κάνη του όπλου», αλλά αυτό ισχύει μόνο υπό ορισμένες προϋποθέσεις – αφού υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ της βίας και της δύναμης/εξουσίας, ενώ μόνο η βία που στηρίζει την εξουσία πηγάζει από την κάνη του όπλου, εάν έχει βέβαια τη δυνατότητα να εξαναγκάζει τους ανθρώπους να υπακούουν σε εντολές υπό το φόβο του θανάτου.

Η πραγματική δύναμη όμως σήμερα δεν πηγάζει από την άμεση βία της εποχής του Μάο, αλλά από την έμμεση – από την πεποίθηση των ανθρώπων ότι, το κράτος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει βία, εάν δεν συμμορφωθούν με τους κανόνες που τους επιβάλλει. Για παράδειγμα πως εάν δεν καταθέσουν τις φορολογικές τους δηλώσεις, εάν δεν δηλώσουν σωστά τα εισοδήματα τους ή εάν δεν πληρώνουν, θα διωχθούν ποινικά – με αποτέλεσμα οι περισσότεροι να συμμορφώνονται.

Σε τελική ανάλυση λοιπόν η δύναμη και η εξουσία σήμερα στηρίζονται επίσης στη βία: στην πίστη πως το κράτος (η Τρόικα ή η Γερμανία στην περίπτωση της Ελλάδας) θα μπορούσε να ασκήσει συντριπτική βία, εάν χρειαστεί – εφόσον οι άνθρωποι αντιδράσουν βγαίνοντας στους δρόμους ή πάψουν να πληρώνουν τα χαράτσια» που τους επιβάλλονται στα περιουσιακά τους στοιχεία, παρά το ότι τα απέκτησαν με φορολογημένα χρήματα.

Ουσιαστικά εδώ ο λαός υπολογίζει το κόστος της μη συμμόρφωσης του οπότε, όταν θεωρεί πως είναι δυσανάλογο με αυτά που θα κέρδιζε ή με αυτά που έχει, επιλέγει να το αποφύγει – υπακούοντας στις εντολές του κράτους.

Εάν τώρα η Ελλάδα εγκατέλειπε την Ευρωζώνη χωρίς να υποστεί σοβαρές συνέπειες ή η Βρετανία την ΕΕ χωρίς να τιμωρηθεί αυστηρά, τότε οι άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί με σχετικά αντίστοιχα προβλήματα θα πίστευαν πως το κόστος της μη συμμόρφωσης τους είναι χαμηλότερο από αυτά που θα κέρδιζαν – οπότε θα ακολουθούσαν τον ίδιο δρόμο. Επομένως, η αυστηρή τιμωρία της Βρετανίας είναι δεδομένη – όπως επίσης της Ελλάδας, εάν αποφάσιζε να αποχωρήσει από την Ευρωζώνη.

Από την άλλη πλευρά, όσο πιο πολλά χάνουν οι Έλληνες από την πολιτική της Γερμανίας, τόσο πιο λίγα έχουν να χάσουν ακόμη, οπότε τόσο μεγαλύτερα είναι τα ποσοστά αυτών που τάσσονται εναντίον του ευρώ – το οποίο θεωρούν ως υπεύθυνο των δεινών τους, επειδή φοβούνται να αντικρίσουν την ψυχρή πραγματικότητα, η οποία θα τους υποχρέωνε να εξεγερθούν (το ότι δηλαδή θα ληστευθούν ανεξάρτητα από το νόμισμα, έχοντας πέσει στην παγίδα του χρέους).

Το κλειδί της έμμεσης βίας

Συνεχίζοντας, το κλειδί για την εκούσια συμμόρφωση είναι το μέγεθος του κινδύνου. Για παράδειγμα, αυτοί που κατέχουν σημαντικά περιουσιακά στοιχεία, με κριτήριο αυτά που οι ίδιοι θεωρούν ως σημαντικά, έχουν διαφορετικό μέγεθος κινδύνου, συγκριτικά με αυτούς που έχουν λιγότερα ή δεν έχουν καθόλου.

Επομένως τα κράτη, ακολουθώντας τις συμβουλές των ελίτ, στηρίζουν κυρίως αυτούς που δεν έχουν καθόλου – που δεν μπορούν δηλαδή να χάσουν τίποτα. Επομένως στηρίζουν τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα όχι από σοσιαλιστική καλοσύνη, αλλά επειδή γνωρίζουν πολύ καλά ότι, δεν μπορούν να ασκήσουν έμμεση βία σε αυτούς που δεν έχουν να χάσουν τίποτα – ούτε φυσικά να τους αναγκάσουν να συμμορφωθούν εκούσια. Ως εκ τούτου, τα συμφέροντα των ελίτ συμπίπτουν σήμερα παραδόξως με τις «αριστερίζουσες» πολιτικές – οι οποίες άλλωστε μπορούν να τα επιβάλλουν καλύτερα.

Εν τούτοις, οι ελίτ δεν στηρίζουν τις κατώτερες εισοδηματικές τάξεις με δικά τους χρήματα, αφού είναι άπληστες και αχόρταγες – αλλά με τα χρήματα της μεσαίας τάξης, η οποία εξακολουθεί να συμμορφώνεται «εκούσια», επειδή έχει ακόμη κάποια πράγματα να χάσει. Παράλληλα, με τη βοήθεια των κεντρικών τραπεζών, οι ελίτ ληστεύουν επίσης τη μεσαία τάξη σε ολόκληρη τη Δύση – ενώ σε κράτη που έχουν υπερχρεωθεί, όπως η Ελλάδα, ληστεύουν τη δημόσια περιουσία και την εγχώρια ελίτ, επί πλέον της μεσαίας τάξης, την οποία κυριολεκτικά στραγγαλίζουν (περιορισμός του κοινωνικού κράτους, υπερβολική φορολόγηση, κατασχέσεις, πλειστηριασμοί κοκ).

Περαιτέρω, ως αποτέλεσμα των παραπάνω, το μερίδιο της μεσαίας τάξης στον πλούτο μειώνεται συνεχώς – γεγονός που σημαίνει ότι, η εξουσία του κράτους στη μεσαία τάξη περιορίζεται ανάλογα και χαλαρώνει επικίνδυνα. Έτσι το κίνητρο της να αγωνισθεί για να προστατευθεί, εν πρώτοις για πολιτική επιρροή, αυξάνεται.

Αντίθετα το μερίδιο της κατώτερης εισοδηματικής τάξης, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το κράτος προνοίας, παραμένει ουσιαστικά αναλλοίωτο, οπότε αυξάνεται σε σχέση με τη μεσαία – με αποτέλεσμα να μην έχει καμία σχεδόν διάθεση να αγωνιστεί. Ως εκ τούτου η ανώτατη, πιο οργανωμένη και ισχυρή, κυριαρχεί – έχοντας το μέγιστο των κινήτρων να αγωνιστεί.

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, η μεσαία τάξη έχει τις εξής τρεις επιλογές: (α) είτε να συνεχίσει να αγωνίζεται για ένα μερίδιο στον πλούτο που συρρικνώνεται συνεχώς, σε ένα διεφθαρμένο σύστημα, (β) είτε να αποχωρήσει (μεταναστεύσει), αναζητώντας αλλού την τύχη της, (γ) είτε να διολισθήσει στην κατώτερη τάξη που έχει τις προϋποθέσεις για τα πλήρη κοινωνικά επιδόματα του κράτους προνοίας.

Η μείωση τώρα του ποσοστού της μεσαίας τάξης είναι η πηγή της αδυναμίας ανάπτυξης, καθώς επίσης της μεγάλης πολιτικής αστάθειας που διαπιστώνεται στη Δύση – σε πλήρη αντίθεση με τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπως στο παράδειγμα της Κίνας, στην οποία η άνοδος της μεσαίας τάξης έχει αυξήσει την πολιτική σταθερότητα, με μακροπρόθεσμα θετικά αποτελέσματα για την οικονομία της παρά τα χρέη της.



Πηγή : https://analyst.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου