Επειδή δεν βλέπουμε πλέον καμία δυνατότητα επιβίωσης του σημαντικότερου οικονομικού εγχειρήματος στην παγκόσμια ιστορία, της Ευρωζώνης, με ένοχο του εγκλήματος τη Γερμανία, δεν καταλαβαίνουμε γιατί δεν διαλύεται – πόσο μάλλον όταν διαφορετικά κινδυνεύει τόσο η ΕΕ, όσο και η ειρήνη.
«Το ΑΕΠ εξακολουθεί να βυθίζεται σε ολοένα και χαμηλότερα επίπεδα, αφού θα διαμορφωθεί στα 175 δις € (χάθηκαν σωρευτικά 62,4 δις €), στην ιδανική περίπτωση που η ύφεση θα κλείσει στο -0,3% «μόλις» – ενώ οι φόροι, ειδικά οι έμμεσοι, έχουν φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο αναλογικά με το ΑΕΠ της χώρας, από τότε που ξεκίνησε η περιπέτεια των μνημονίων.
Τα περιουσιακά στοιχεία των Ελλήνων (μετοχές, ακίνητα, καταθέσεις) περιορίζονται συνεχώς, ενώ οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα εξακολουθούν να υποχωρούν – φτάνοντας στα 974 € μικτά κατά μέσον όρο, από 1.267 € στο τέλος του 2009. Εάν αφαιρεθούν δε οι επί πλέον φόροι σε σχέση με το 2009, τότε οι μέσοι μισθοί έχουν μειωθεί πολύ περισσότερο – όταν την ίδια στιγμή το δημόσιο χρέος θα υπερβεί το 180% στο τέλος του έτους, διαμορφούμενο κατά 50 δις € υψηλότερο σε απόλυτα νούμερα από το 2009, παρά τις διαγραφές άνω των 120 δις € που προηγήθηκαν το 2012!
Ακόμη χειρότερα, το ιδιωτικό χρέος έχει εκτοξευθεί στα ύψη, από μηδαμινό σχεδόν το 2009, ενώ τα περιουσιακά στοιχεία των Ελλήνων που ευρίσκονται στην άλλη πλευρά του ισολογισμού κατέρρευσαν – με τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις απέναντι στο δημόσιο να έχουν φτάσει στα 90 δις € από 35 δις € το 2009, καθώς επίσης με το δείκτη των κόκκινων δανείων απέναντι στις τράπεζες να υπολογίζεται στο 45,1% ως προς το ΑΕΠ (πάνω από 108 δις €), από μόλις 7,7% το 2009.
Την ίδια στιγμή οι τράπεζες, παρά τις αλλεπάλληλες αυξήσεις κεφαλαίων που κόστισαν τεράστια ποσά στους φορολογουμένους, αυξάνοντας τα ελλείμματα και το χρέος, ευρίσκονται ξανά στα όρια της χρεοκοπίας – αδυνατώντας ως εκ τούτου να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία της χώρας, ενώ αυτή τη φορά μάλλον θα διασωθούν εκ των έσω (Bail–in).
Σε γενικές γραμμές πάντως, η υπαγωγή της Ελλάδας στην Τρόικα κόστισε μόνο στους Πολίτες της πάνω από 1 τρις € μέχρι σήμερα, έναντι δανείων του δημοσίου χαμηλότερων από 300 δις € – ενώ δεν φαίνεται κανένα φως στην άκρη του τούνελ, παρά τους αιματηρούς συμβιβασμούς του πληθυσμού που δυστυχώς δεν κατανόησε έγκαιρα ότι, επρόκειτο για ένα εκ προμελέτης έγκλημα εις βάρος του (ανάλυση).
Κλείνοντας, οι γεννήσεις περιορίσθηκαν στα 92.984 άτομα το 2015 από 117.933 το 2009, ενώ οι θάνατοι αυξήθηκαν στους 121.785 το ίδιο έτος, από 108.316 το 2009 – γεγονός που σημαίνει ότι, από 9.617 Έλληνες που γεννιόντουσαν περισσότεροι από όσους πέθαιναν το 2009, το 2015 πεθαίνουν 28.801 περισσότεροι από όσους γεννιούνται. Εάν προσθέσει κανείς εδώ αυτούς που μεταναστεύουν, ο αφελληνισμός της πατρίδας μας δεν είναι καθόλου σχήμα λόγου – αλλά μία τρομακτική πραγματικότητα.
Συμπερασματικά λοιπόν το μέλλον της αποικίας (άρθρο) δεν διαγράφεται καθόλου θετικό, όσο αισιόδοξος και αν θέλει να είναι κανείς. Αντίθετα, είναι περισσότερο σκοτεινό από ποτέ, με την έννοια πως οι προοπτικές της Ελλάδας επιδεινώνονται με γεωμετρικό ρυθμό, οπότε αυτοκτονεί – ενώ οι Πολίτες της έχουν πλέον σκύψει το κεφάλι, συνθηκολογώντας με την κατοχή της χώρας, καθώς επίσης με τη δική τους εξαθλίωση«.
Ανάλυση
Ενώ δεν υπάρχει κανένας ελληνικός ή/και διεθνής οργανισμός που να αμφισβητεί τα παραπάνω δεδομένα, σύμφωνα με τα οποία η Ελλάδα είναι καταδικασμένη να μετατραπεί σε ένα αποτυχημένο κράτος εάν δεν ληφθούν άμεσα ριζικά μέτρα (διαγραφή μεγάλου μέρους του δημοσίου και του ιδιωτικού χρέους, ευρωπαϊκό επενδυτικό σχέδιο Marshall κλπ.), η πολιτική της ηγεσία, ένθεν κακείθεν, φαίνεται πως έχει χάσει εντελώς την επαφή της με την πραγματικότητα.
Το γεγονός αυτό μας οδηγεί δυστυχώς στο να δίνουμε δίκιο σε αυτούς που θεωρούν ότι, για τους επαγγελματίες της πολιτικής στην Ελλάδα, η εξουσία αποδεικνύεται αυτοσκοπός, αυτονομημένος από κάθε κοινωνική ή/και πατριωτική επιδίωξη – αφού, μεταξύ άλλων, δεν έχουν τον παραμικρό δισταγμό ή την ντροπή να ασκούν την εντελώς αντίθετη πολιτική, από αυτήν που εκάστοτε επαγγέλλονται. Συμμαχούν δε ακόμη και με το διάβολο είτε για να κυβερνήσουν, είτε για να παραμείνουν «γαντζωμένοι» στην εξουσία – χωρίς κανένα απολύτως σχέδιο διακυβέρνησης της χώρας τους.
Ανεξάρτητα τώρα από αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα, οι εξελίξεις στην Ευρώπη επιταχύνονται – αφενός μεν λόγω της προοπτικής εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ, αφετέρου επειδή όλο και περισσότεροι οικονομολόγοι προειδοποιούν για το ενδεχόμενο διάλυσης της νομισματικής ένωσης, το οποίο έχουμε επισημάνει πολλές φορές, πρόσφατα λόγω της Ιταλίας (ανάλυση). Η εξαιρετικά προβληματική ιταλική οικονομία δεν θα είναι βέβαια η αιτία, αλλά μία από τις αφορμές της διάλυσης – αφού υπεύθυνη για τις καταστροφικές συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί είναι αναμφισβήτητα η Γερμανία, με την πολιτική της φτωχοποίησης του γείτονα που ακολουθεί. Ειδικότερα τα εξής:
Η γερμανική διαστροφή
Το δεύτερο τρίμηνο του 2016 το ΑΕΠ της Γερμανίας αυξήθηκε με μεγαλύτερο ρυθμό, από αυτόν που αναμενόταν – σε πραγματικό και εποχιακά εκκαθαρισμένο ποσοστό της τάξης του 0,4% από 0,7% το πρώτο τρίμηνο, αυξημένο όμως κατά 1,8% σε σχέση με την αντίστοιχη χρονική περίοδο του προηγουμένου έτους. Το συγκεκριμένο ποσοστό δεν είναι βέβαια εντυπωσιακό, αλλά πολύ ισχυρό, συγκρινόμενο ακόμη και με αυτό των Η.Π.Α. – όπου ήταν 0,3% και 0,2% αντιστοίχως.
Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι, ο αριθμός των νέων θέσεων εργασίας, παρά το ότι αυξανόταν συνεχώς κατά 1% την προηγούμενη περίοδο, είχε μία ακόμη πιο ανοδική πορεία – με τις τιμές καταναλωτή να κλιμακώνονται κατά 1,7%, κάτι που αποτελεί έναν σχεδόν ιδανικό συνδυασμό. Όσον αφορά δε όλους τους υπόλοιπους οικονομικούς δείκτες, εξελίσσονται επίσης πολύ θετικά – ενώ το μοναδικό μειονέκτημα της χώρας είναι το ότι, η ανάπτυξη της στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις εξαγωγές (μερκαντιλισμός).
Με δεδομένο τώρα το ότι, στις εξαγωγές οφείλεται το 0,8% της αύξησης του ΑΕΠ κατά 0,4%, η εσωτερική κατανάλωση της χώρας θα πρέπει να μειώθηκε κατά 0,4% – οπότε τα πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία (γράφημα), εις βάρος φυσικά των ελλειμμάτων των άλλων κρατών, συμπεριλαμβανομένων των εταίρων της στην Ευρωζώνη.
Επεξήγηση γραφήματος: Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας ως ποσοστό επί του ΑΕΠ της – φαίνεται καθαρά πως ήταν ελλειμματικό μεταξύ των ετών 1991 και 2000, έχοντας έκτοτε, όπου υιοθέτησε το ευρώ, μία σταθερή πλεονασματική πορεία.
Περαιτέρω, το πλεόνασμα της Γερμανίας πλησιάζει στο ασύλληπτο ποσόν των 300 δις € ή στο 10% του ΑΕΠ της – κάτι που συμβαίνει σε μερικές μόνο οικονομίες μικρών σχετικά κρατών, όπως η Ολλανδία και η Ελβετία στην Ευρώπη. Προφανώς η επιτυχία αυτή οφείλεται στη χαμηλή συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ, η οποία καθιστά τη γερμανική οικονομία εξαιρετικά ανταγωνιστική – εις βάρος φυσικά των υπολοίπων βιομηχανικών χωρών, όπως η Ιταλία, η Μ. Βρετανία και η Γαλλία στην Ευρώπη.
Στο γράφημα που ακολουθεί φαίνεται απέναντι σε ποιά κράτη έχει η Γερμανία πλεονάσματα – εξάγοντας τους φυσικά ανεργία και ύφεση, καθώς επίσης αυξάνοντας τα ελλείμματα και τα δημόσια χρέη τους.
Επεξήγηση γραφήματος:
Απέναντι σε ποιές χώρες η Γερμανία έχει πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της από τον Απρίλιο του 2015 έως το Μάρτιο του 2016, σε δις € (συνολικά 263 δις €). Η.Π.Α. Μ. Βρετανία, Γαλλία, Αυστρία, Σουηδία, Ιταλία, Δανία, Ελβετία, Λουξεμβούργο, Ισπανία, Ασία, Αυστραλία, Αφρική.
Συνεχίζοντας, το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, λόγω του οποίου η Γερμανία απομυζεί τις υπόλοιπες χώρες, είναι το υποτιμημένο ευρώ – η υποτίμηση του οποίου οφείλεται στην κρίση χρέους της Ευρωζώνης, η οποία ξέσπασε το 2010, με αφετηρία την Ελλάδα.
Εάν υπολογίσει δε κανείς πως μόνο το τελευταίο έτος η Γερμανία κέρδισε 263 δις €, θα κατανοήσει πως τα δάνεια που ενέκρινε στη χώρα μας, χωρίς να δώσει φυσικά χρήματα αλλά μόνο εγγυήσεις, ενώ είναι κάτω από το 30% των συνολικών (κάτω από 100 δις €), την ωφέλησαν στο πολλαπλάσιο – πόσο μάλλον όταν, λόγω της οικονομικής της ισχύος, έχει εξελιχτεί πλέον στο μεγαλύτερο πιστωτή της Ευρώπης.
Ένας τέτοιος κυρίαρχος πιστωτής όμως εξελίσσεται σταδιακά σε μία δύναμη οικονομικής κατοχής – ειδικά εάν απαιτεί, όπως στην περίπτωση της Πορτογαλίας και της Ελλάδας, εμπράγματες εγγυήσεις για τα δάνεια του, εξαγοράζοντας παράλληλα σε εξευτελιστικές τιμές τα υλικά περιουσιακά στοιχεία των οφειλετών του.
Ως εκ τούτου, δεν είναι παράδοξο που αυξάνονται οι αντιδράσεις εναντίον του ευρώ, από εκείνα τα μέλη της Ευρωζώνης που πολύ σωστά το θεωρούν ως το βασικό όπλο της Γερμανίας εναντίον των χωρών τους – ενώ ακόμη και οι Η.Π.Α., επειδή είναι ελλειμματικές απέναντι στη Γερμανία λόγω του συνδυασμού της υψηλής ισοτιμίας του δολαρίου με τη χαμηλή του ευρώ, αρχίζουν πλέον να βλέπουν θετικά τη διάλυση της Ευρωζώνης.
Η ενδεχόμενη αποχώρηση της Βρετανίας πάντως, η οποία έχει το δεύτερο υψηλότερο έλλειμμα απέναντι στη Γερμανία (54 δις €) μετά τις Η.Π.Α., οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην πρόθεση της να βλάψει την Ευρωζώνη μέσω της ΕΕ – εναλλακτικά να επιδιώξει τη μείωση του ελλείμματος της, μέσω της υποτίμησης της στερλίνας.
Περαιτέρω, η Γερμανία θα μπορούσε να ανατιμήσει το δικό της ευρώ, οπότε να πάψει να απομυζεί τους εταίρους της, καθώς επίσης τον υπόλοιπο πλανήτη, αυξάνοντας την εσωτερική της κατανάλωση – μέσω της αύξησης των μισθών, της διενέργειας δημοσίων επενδύσεων, της μείωσης της φορολογίας κοκ. (εσωτερική ανατίμηση, σε αντιστοιχία με την εσωτερική υποτίμηση που η ίδια απαιτεί από τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου).
Εν τούτοις, όπως διαπιστώθηκε παραπάνω (μείωση της εσωτερικής ζήτησης στο δεύτερο τρίμηνο κατά 0,4%), η κυβέρνηση της κάνει ακριβώς το αντίθετο – θέλοντας προφανώς να κερδίσει ακόμη περισσότερα, εις βάρος όλων των άλλων και αδιαφορώντας εντελώς για τη βιωσιμότητα της Ευρωζώνης. Από την άλλη πλευρά τα εξής:
Η ιδιαιτερότητα της νομισματικής ένωσης
Σε μία χώρα με ομοσπονδιακά κρατίδια που είναι δημοσιονομικά ενωμένα, όπως συμβαίνει σήμερα με την ίδια τη Γερμανία, τα πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Βαυαρίας, για παράδειγμα, απέναντι στο Βερολίνο, δεν ενδιαφέρουν κανέναν. Στην πραγματικότητα, τα ελλείμματα του Βερολίνου φαίνονται στην υπερχρέωση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων του, απέναντι στη Βαυαρία – λόγω της οποίας μεταφέρονται τα κάθε είδους περιουσιακά τους στοιχεία στη Βαυαρία.
Όταν τώρα ως αποτέλεσμα της μεταφοράς αυτής αυξάνεται η ανεργία στο Βερολίνο, τότε οι εργαζόμενοι εγκαθίστανται στη Βαυαρία – ενώ οι μισθοί αυτών που μένουν στο Βερολίνο μειώνονται και οι τιμές των ακινήτων τους επίσης. Επειδή όμως τα κοινωνικά συστήματα αφορούν ολόκληρη τη χώρα, μεταφέρονται μέσω αυτών πλεονάσματα της Βαυαρίας στο Βερολίνο – οπότε τελικά εξισορροπεί το σύστημα και δεν διαλύεται.
Σε μία νομισματική ένωση όμως όπως η Ευρωζώνη, η οποία δεν είναι ενωμένη πολιτικά, δημοσιονομικά και τραπεζικά όπως η ομοσπονδιακή Γερμανία, η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική. Αν και οι εργαζόμενοι μπορούν βέβαια να εγκαταλείψουν τις ελλειμματικές χώρες εγκαθιστάμενοι στις πλεονασματικές, για παράδειγμα οι Έλληνες στη Γερμανία, δεν είναι τόσο εύκολο – αφού υπάρχουν οι δυσκολίες της γλώσσας, οι θεσμικές διαφορές, τα πατριωτικά συναισθήματα, ο ρατσισμός των χωρών υποδοχής, η μειωμένη προθυμία κινητικότητας κοκ., λόγω των οποίων δεν ισορροπεί εύκολα η αγορά εργασίας.
Εκτός αυτού η Ευρωζώνη δεν έχει ένα ομοσπονδιακό κοινωνικό σύστημα, οπότε δεν μπορούν να μεταφερθούν τα πλεονάσματα του ενός κράτους στο άλλο – γεγονός που σημαίνει ότι, έχει ημερομηνία λήξης, αφού δεν μπορεί να δέχονται επ’ αόριστον κράτη όπως η Ιταλία, η Γαλλία και η Ελλάδα πολιτικές που αυξάνουν την ανεργία και μειώνουν τους μισθούς, καταστρέφοντας παράλληλα το βιομηχανικό τους ιστό. Τέτοιου είδους πολιτικές μοιάζουν με τη συλλογική τους αυτοκτονία – οπότε είναι αδύνατον να μην οδηγήσουν στη διάλυση της Ευρωζώνης.
Επίλογος
Λογικά όλα όσα ελληνικά πολιτικά κόμματα τάσσονται υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, θα πρέπει να πιστεύουν ακόμη ότι, θα ακολουθήσει σύντομα η πολιτική, δημοσιονομική και τραπεζική ένωση της – διαφορετικά δεν θα είχε απολύτως κανένα νόημα η επιμονή τους αυτή.
Για να συμβεί όμως κάτι τέτοιο, θα έπρεπε τόσο η Γερμανία, όσο και τα υπόλοιπα κράτη, να συμφωνούν με αυτήν τη διαδικασία – ενώ η αλλαγή πορείας της Γερμανίας, με την έννοια πως θα προωθούσε την «εσωτερική ανατίμηση» για να ισορροπήσει η νομισματική ένωση, αφενός μεν δεν διακρίνεται καθόλου στον ορίζοντα, αφετέρου δεν υπάρχει πλέον χρόνος για να έχει το προσδοκώμενο αποτέλεσμα.
Ως εκ τούτου, η Ελλάδα απλά αυτοκτονεί παραμένοντας μέλος της Ευρωζώνης – όπως επίσης πολλές άλλες χώρες, μεταξύ των οποίων η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία. Αυτό δεν σημαίνει πως είμαστε εναντίον του κοινού νομίσματος, πόσο μάλλον της ΕΕ – αλλά, αντίθετα, ότι δεν βλέπουμε καμία απολύτως δυνατότητα επιβίωσης του σημαντικότερου οικονομικού εγχειρήματος στην παγκόσμια ιστορία, με ένοχο του εγκλήματος τη Γερμανία.
Πηγή : http://www.analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου