Του Δάνη Παπαβασιλείου
«Αν ήθελα να βάλω έναν τίτλο στη φορολογική ιστορία της χώρας, θα ήταν: τέλειωσαν τα άσχημα- έρχονται τα χειρότερα»! Αυτή η εύστοχη δήλωση έγινε πριν από δέκα περίπου μέρες (18 Μαρτίου) από τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών, Τρύφωνα Αλεξιάδη, στη Βουλή. Όπως ήταν φυσικό αυτή η διαπίστωση έστρεψε τα φώτα των μέσων ενημέρωσης στο πρόσωπο του υφυπουργού, όχι γιατί είπε ψέματα, αλλά γιατί προσδιόρισε και το τι μας περιμένει…
Από το κακό στο.. χειρότερο
Ο κ. Αλεξιάδης, ο οποίος κατά τη συνήθη πρακτική προέβη σε διορθωτικές δηλώσεις, θα μπορούσε να διεκδικήσει το βραβείο ειλικρίνειας, και μάλιστα ως μέλος μιας κυβέρνησης, η οποία δεν διακρίνεται καθόλου γι αυτή την αρετή. Το θέμα όμως είναι ότι ο κ. Αλεξιάδης δεν έγινε υπουργός για να κάνει διαπιστώσεις, αλλά για να αλλάζει τα κακώς κείμενα που εντοπίζει. Το ίδιο φυσικά ισχύει και για όλα τα μέλη της κυβέρνησης.
Πράγματι, αν ανατρέξει κανείς στην πρόσφατη (την μετά το πρώτο μνημόνιο) φορολογική ιστορία της χώρας, θα καταλήξει στη διαπίστωση ότι το «κάθε χρόνος και χειρότερα» ισχύει απολύτως για τη συντριπτική πλειοψηφία των φορολογουμένων.
Επιστροφή στο 2003!
Για να δούμε τι ακριβώς συνέβη αυτά τα χρόνια των μνημονίων στον τομέα της φορολογίας, αρχίζουμε με τον προσδιορισμό του μέσου ετήσιου εισοδήματος σήμερα, για να υπολογίσουμε κατόπιν τι υπέστη ο μέσος φορολογούμενος πολίτης.
Έτσι λοιπόν το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα, με όρους Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) το 2015 ήταν περίπου 16.000 ευρώ. Δηλαδή, όσο ήταν το 2003!(1)
Αξίζει, όμως, να δούμε την «περιπέτεια» του μέσου εισοδήματος αυτά τα τελευταία, μνημονιακά, χρόνια, για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης για τις συνέπειες από την εφαρμογή των μνημονίων. Έτσι, αν το 2003 είμασταν στα 16.000 ευρώ, το 2008 φθάσαμε στα 21.845 ευρώ (αύξηση κατά 36%). Από το 2009 ως το 20015, με τη εφαρμογή των μνημονίων, πέσαμε στα 16.000 ευρώ, εκεί που είμασταν, δηλαδή, πριν δώδεκα χρόνια…
Θα πρέπει, όμως να διευκρινίσουμε ότι οι 16.000 ευρώ του 2015 έχουν πολύ μικρότερη αξία από τις 16.000 ευρώ του 2003, αφού οι τιμές παραμένουν κατά 25% υψηλότερες σε σχέση με τις προ δωδεκαετίας, ενώ οι φορολογικοί συντελεστές έχουν αυξηθεί από 15% ως 400%!
Ο μισθωτός στην πρέσσα
Ας πάρουμε λοιπόν το τυπικό δείγμα του φορολογούμενου. Του μισθωτού οικογενειάρχη με δυο παιδιά και ετήσιο εισόδημα 16.000 ευρώ (δηλαδή το μέσο κατά κεφαλήν).
Το 2003 ένας μισθωτός με αυτά τα χαρακτηριστικά είχε φόρο εισοδήματος 1.530 ευρώ. Τότε, το αφορολόγητο για την περίπτωση του ήταν 8.400 ευρώ (σήμερα είναι 9.550). Τότε, ακόμη, αυτός ο μισθωτός είχε έκπτωση φόρου, για τα δυο παιδιά, 210 ευρώ. Έτσι, τελικά πλήρωνε 1.320 ευρώ.(2)
Το 2015 ένας μισθωτός με τα ίδια χαρακτηριστικά (δυο παιδιά και 16.000 ευρώ εισόδημα) πλήρωσε 1.532 ευρώ. Φυσικά στο υπολογισμό δεν περιλαμβάνεται το επίδομα τέκνων, που καταργήθηκε, ενώ προστέθηκε η εισφορά αλληλεγγύης. Βεβαίως, αν υλοποιηθεί το σενάριο μείωσης του αφορολόγητου, ο φόρος θα εκτοξευθεί σε πάνω από 2.000 ευρώ. Δηλαδή αύξηση του φόρου, από το 2003 ως το 2015, κατά 16% (στην καλύτερη περίπτωση), με προοπτική να ανέβει πάνω από το 50% αν μειωθεί το αφορολόγητο… Ο ελεύθερος επαγγελματίας στο απόσπασμα…
Για να έχουμε μια πληρέστερη εικόνα της φορολογικής λεηλασίας που υπέστησαν τα λαϊκά στρώματα κατά τη μνημονιακή περίοδο προσθέτουμε τα στοιχεία που αφορούν στους ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι αποτελούν μια μεγάλη μερίδα του συνόλου των φορολογουμένων. Και στην περίπτωση αυτή παίρνουμε το τυπικό δείγμα, δηλαδή τον ελεύθερο επαγγελματία, με δυο παιδιά και ετήσιο εισόδημα 16.000 ευρώ (δηλαδή το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα των φορολογουμένων το 2015).
Το 2003 ο επαγγελματίας αυτής της κατηγορίας πλήρωσε φόρο 1.370 ευρώ. Τώρα πληρώνει 4.160 ευρώ ως φόρο εισοδήματος, συν 650 ευρώ ως τέλος επιτηδεύματος, σύνολο 4.810 ευρώ. Στην περίπτωση του δηλαδή ο φόρος υπερδιπλασιάστηκε και συγκεκριμένα η ποσοστιαία αύξηση το 2015 σε σχέση με το 2003 έφτασε το 250%! Ομως ο φορολογικός Γολγοθάς για μισθωτούς, συνταξιούχους, μικρομεσαίους επιχειρηματίες δεν τελειώνει εδώ, αφού στα δυσβάστακτα βάρη που προαναφέραμε πρέπει να προσθέσουμε και τους έμμεσους φόρους, την κατά γενική ομολογία πιο άδικη φορολογία.
Η… εκτόξευση του ΦΠΑ
Πριν 12 χρόνια, ο ΦΠΑ υπολογιζόταν με 18% και όχι 23%, όπως σήμερα. Κατά μέσο όρο, ο ΦΠΑ αυξήθηκε στα περισσότερα προϊόντα κατά 27%, ενώ σε σειρά προϊόντων και υπηρεσιών (τρόφιμα, είδη πρώτης ανάγκης), όπου ο συντελεστής αυξήθηκε από το 8% στο 23%, η αύξηση ήταν 187,5%. Ακόμη, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης τετραπλασιάστηκε, ενώ μεγάλες αυξήσεις σημειώθηκαν σε τσιγάρα, ποτά, βενζίνη και τέλη κυκλοφορίας.
Μια από τις σημαντικότερες πηγές άντλησης φορολογικών εσόδων από το κράτος και ταυτόχρονα μια από τις μεγαλύτερες πληγές αφαίμαξης του εισοδήματος των λαϊκών νοικοκυριών αυτή την δωδεκαετία ήταν τα τεκμήρια διαβίωσης, τα οποία αυξήθηκαν και σε αριθμό και σε τιμές. Φυσικά, το μεγαλύτερο πλήγμα, στον τομέα αυτό, ήταν ο φόρος ακίνητης περιουσίας, με τη μορφή του ΕΝΦΙΑ.
Το 2003, λοιπόν, ο μόνος φόρος για ακίνητη περιουσία ήταν ο Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ΦΜΑΠ), τον οποίο πλήρωναν περίπου 200.000 φορολογούμενοι, με ακίνητη περιουσία αξίας άνω των 400.000 ευρώ.
Εννοείται ότι οι αντικειμενικές αξίες, επί των οποίων υπολογιζόταν η φορολογητέα αξία των ακινήτων, ήταν πολύ μικρότερες σε σχέση με σήμερα αφού μεσολάβησαν οι αυξήσεις του 2005 και του 2007.
Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος της φορολογικής καταιγίδας, που έπληξε την ακίνητη περιουσία, αξίζει να πούμε ότι ο αριθμός των ιδιοκτητών που πληρώνουν αυξήθηκε από τις 200.000 σε 6.000.000! Υπολογίστε τώρα ότι στον προϋπολογισμό του 2016, υπάρχουν σαφείς προβλέψεις εσόδων από τις αλλαγές στη φορολογία εισοδήματος και από την αύξηση του φόρου εισοδήματος στους αγρότες και στα ενοίκια, συνολικού ύψους περίπου 330 εκατ. Ευρώ. Μάλιστα θεωρείται πιθανότερο ότι το ποσό αυτό θα είναι αρκετά μεγαλύτερο, εξ αιτίας των αντιρρήσεων του «κουαρτέτου». Με δυο λόγια, και πάλι, τα χειρότερα έρχονται…
(1) «Οι τιμές παραμένουν αισθητά υψηλότερες», «Καθημερινή» 21/3/2016
(2) Στοιχεία Τραπέζης της Ελλάδος.
Πηγή: Ημεροδρόμος, σκίτσο του Πέτρου Ζερβού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου