Μιας και τις τελευταίες μέρες το ασφαλιστικό βρίσκεται στην επικαιρότητα, κάθε ιστολόγιο που σέβεται τον εαυτό του επιβάλλεται να συνεισφέρει με τον τρόπο του στις σχετικές συζητήσεις.
Το ίδιο θα κάνουμε κι εμείς εδώ. Μόνο που επειδή εμείς αρεσκόμαστε στην ιστορία, θα μεταφέρουμε τον αναγνώστη στο παρελθόν. Όχι πολύ μακρυά αλλά όχι και τόσο κοντά. Ας πούμε, κάπου εκεί γύρω στην αλλαγή τής χιλιετίας. Τότε, δηλαδή, που ετοιμαζόμασταν να μπούμε στο ευρώ ή, όπως το λένε οι πιο μορφωμένοι, τότε που, μεσ’ στην τρελή χαρά, ετοιμαζόμασταν να ενταχθούμε στην ΟΝΕ (Οικονομική & Νομισματική Ένωση).
Εκείνη την εποχή, λοιπόν, τα αποθεματικά κεφάλαια των ασφαλιστικών ταμείων τής χώρας ήσαν κατατεθειμένα στην Τράπεζα της Ελλάδος και ανέρχονταν σε μεγάλα ύψη. Μετά το καζίκι που είχαν πάθει οι διοικητές τους (και μαζί μ’ αυτούς και οι διοικητές πολλών δημόσιων οργανισμών και εταιρειών) μια δεκαετία πρωτύτερα με την Τράπεζα Κρήτης (τότε που έτρεχαν για να ξεμπλέξουν με την δικαιοσύνη, κατηγορούμενοι ότι έκαναν αβάντες στον Κοσκωτά), οι διοικήσεις των ταμείων είχαν γίνει εξαιρετικά επιφυλακτικές και προτιμούσαν την ασφαλή επιλογή τής Τράπεζας της Ελλάδος αντί για άλλες, υψηλότερης απόδοσης αλλά και υψηλότερου ρίσκου τοποθετήσεις. Βέβαια, το επιτόκιο που απολάμβαναν ήταν ιδιαίτερα χαμηλό, όμως είχαν το κεφάλι τους ήσυχο.
Τότε ήταν που η κυβέρνηση Σημίτη έβαλε στο παιχνίδι την -γνωστή μας και μη εξαιρετέα- επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs. Ήταν το 1999 όταν η κυβέρνηση ανέθεσε με σύμβαση έργου στην Goldman Sachs να ετοιμάσει το οικονομικό και νομοθετικό πλαίσιο για την προσαρμογή τής αγοράς ομολόγων και την εναρμόνισή της προς τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι που ήταν προαπαιτούμενο για την εισδοχή τής χώρας στην ΟΝΕ. Στα πλαίσια της «δουλειάς» της, η τράπεζα πούλησε αρκετές φορές στο ελληνικό δημόσιο κάποια χρηματοπιστωτικά προϊόντα, που είχαν ως στόχο να κρύψουν ελλείμματα και χρέη ώστε η χώρα να πιάσει τα όρια που προβλέπονταν από τις συμφωνίες του Μάαστριχτ και της Λισαβόνας. Το πιο χοντρό παιχνίδι που έκανε τότε η κυβέρνηση Σημίτη με την Goldman Sachs ήταν ένα swap 2,8 δισ., για το οποίο ίσως μιλήσουμε αναλυτικώτερα κάποια στιγμή στο μέλλον.
Παρένθεση.
Στην «Ανατομία του νεοφιλελευθερισμού (80. Η «δημιουργική λογιστική») είχαμε εξηγήσει με απλά λόγια πώς εξαφανίζεται λογιστικά ένα τμήμα χρέους για κάμποσα χρόνια. Εκτός απ’ αυτά τα τερτίπια, όμως, τόσο η Goldman Sachs όσο και άλλες μεγάλες επενδυτικές τράπεζες (JPMorgan, Citibank κλπ) εφάρμοζαν ευρέως ένα άλλο κόλπο (με το αζημίωτο, φυσικά): λίγες ώρες πριν την πρωτοχρονιά, δάνειζαν για μια μέρα τεράστια ποσά στις κυβερνήσεις σχεδόν όλων των ευρωπαϊκών χωρών. Έτσι, οι εν λόγω χώρες κατέγραφαν πολύ μικρότερο έλλειμμα στο τέλος της χρονιάς. Το ξαναλέω και το υπογραμμίζω: αυτά τα έκαναν όλες οι χώρες της Ευρώπης για να πιάσουν τα κριτήρια ελλειμμάτων και χρεών κι όχι μόνο η Ελλάδα. Κατανοητό; Κλείνει η παρένθεση.
Το πρόβλημα είναι ότι η Goldman Sachs γνώριζε τις πραγματικές δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας. Θα ήταν βλακώδες, λοιπόν, αν δεν φρόντιζε να μετατρέψει σε κέρδος αυτή την γνώση (*). Για να τα καταφέρει, εισηγήθηκε δυο πράγματα, τα οποία έγιναν δεκτά και κυρώθηκαν με νόμο. Πρώτον, στο εξής οι ελληνικές κυβερνήσεις θα έπρεπε να επιλέγουν δανειστή επιλέγοντας αποκλειστικά από μια συγκεκριμένη λίστα 22 χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ή από το ΔΝΤ. Δεύτερον, αποσυνδεόταν η σύναψη ασφάλισης ομολόγων από την κατοχή τους.
Να εξηγήσουμε λίγο καλύτερα αυτό το τελευταίο. Μέχρι τότε, οι κάτοχοι των ομολόγων σύναπταν ασφαλιστήρια συμβόλαια, ώστε να μη χάσουν αβγά και πασχάλια σε περίπτωση που τα ομόλογα που είχαν αγοράσει έπαιρναν τον κατήφορο. Αυτά τα συμβόλαια, δηλαδή, εξασφάλιζαν τον επενδυτή των ομολόγων. Με την νέα ρύθμιση, θα μπορούσαν ακόμη κι αυτοί που δεν είχαν αγοράσει ομόλογα, να συνάψουν ασφαλιστήρια συμβόλαια, ποντάροντας στην πιθανότητα ότι ο εκδότης των ομολόγων θα δηλώσει αδυναμία πληρωμής στην λήξη τους. Φυσικά, σ’ αυτή την περίπτωση δεν μιλάμε για εξαασφάλιση αλλά για τζόγο. Αυτά τα συμβόλαια είναι τα γνωστά μας CDS (Credit Default Swaps).
Από δω και πέρα τα πράγματα ήσαν απλά για τους κερδοσκόπους τής Goldman Sachs. Πρώτα-πρώτα, φρόντισαν να εκδοθούν ομόλογα επί ομολόγων, κατά κύριο λόγο με την κάλυψη των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων. Πρωτεργάτης σ’ αυτή την διαδικασία ήταν η Τράπεζα της Ελλάδος, της οποίας -εντελώς συμπτωματικά- η Goldman Sachs αποτελεί βασικό μέτοχο. Κι όταν όλο αυτό το χρήμα βγήκε στον αέρα, οι κερδοσκόποι άρχισαν να «σορτάρουν» αυτά τα ομόλογα, δηλαδή άρχισαν να στοιχηματίζουν ότι στο μέλλον η αξία τους θα έπεφτε.
Το ίδιο θα κάνουμε κι εμείς εδώ. Μόνο που επειδή εμείς αρεσκόμαστε στην ιστορία, θα μεταφέρουμε τον αναγνώστη στο παρελθόν. Όχι πολύ μακρυά αλλά όχι και τόσο κοντά. Ας πούμε, κάπου εκεί γύρω στην αλλαγή τής χιλιετίας. Τότε, δηλαδή, που ετοιμαζόμασταν να μπούμε στο ευρώ ή, όπως το λένε οι πιο μορφωμένοι, τότε που, μεσ’ στην τρελή χαρά, ετοιμαζόμασταν να ενταχθούμε στην ΟΝΕ (Οικονομική & Νομισματική Ένωση).
Εκείνη την εποχή, λοιπόν, τα αποθεματικά κεφάλαια των ασφαλιστικών ταμείων τής χώρας ήσαν κατατεθειμένα στην Τράπεζα της Ελλάδος και ανέρχονταν σε μεγάλα ύψη. Μετά το καζίκι που είχαν πάθει οι διοικητές τους (και μαζί μ’ αυτούς και οι διοικητές πολλών δημόσιων οργανισμών και εταιρειών) μια δεκαετία πρωτύτερα με την Τράπεζα Κρήτης (τότε που έτρεχαν για να ξεμπλέξουν με την δικαιοσύνη, κατηγορούμενοι ότι έκαναν αβάντες στον Κοσκωτά), οι διοικήσεις των ταμείων είχαν γίνει εξαιρετικά επιφυλακτικές και προτιμούσαν την ασφαλή επιλογή τής Τράπεζας της Ελλάδος αντί για άλλες, υψηλότερης απόδοσης αλλά και υψηλότερου ρίσκου τοποθετήσεις. Βέβαια, το επιτόκιο που απολάμβαναν ήταν ιδιαίτερα χαμηλό, όμως είχαν το κεφάλι τους ήσυχο.
Τότε ήταν που η κυβέρνηση Σημίτη έβαλε στο παιχνίδι την -γνωστή μας και μη εξαιρετέα- επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs. Ήταν το 1999 όταν η κυβέρνηση ανέθεσε με σύμβαση έργου στην Goldman Sachs να ετοιμάσει το οικονομικό και νομοθετικό πλαίσιο για την προσαρμογή τής αγοράς ομολόγων και την εναρμόνισή της προς τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι που ήταν προαπαιτούμενο για την εισδοχή τής χώρας στην ΟΝΕ. Στα πλαίσια της «δουλειάς» της, η τράπεζα πούλησε αρκετές φορές στο ελληνικό δημόσιο κάποια χρηματοπιστωτικά προϊόντα, που είχαν ως στόχο να κρύψουν ελλείμματα και χρέη ώστε η χώρα να πιάσει τα όρια που προβλέπονταν από τις συμφωνίες του Μάαστριχτ και της Λισαβόνας. Το πιο χοντρό παιχνίδι που έκανε τότε η κυβέρνηση Σημίτη με την Goldman Sachs ήταν ένα swap 2,8 δισ., για το οποίο ίσως μιλήσουμε αναλυτικώτερα κάποια στιγμή στο μέλλον.
Παρένθεση.
Στην «Ανατομία του νεοφιλελευθερισμού (80. Η «δημιουργική λογιστική») είχαμε εξηγήσει με απλά λόγια πώς εξαφανίζεται λογιστικά ένα τμήμα χρέους για κάμποσα χρόνια. Εκτός απ’ αυτά τα τερτίπια, όμως, τόσο η Goldman Sachs όσο και άλλες μεγάλες επενδυτικές τράπεζες (JPMorgan, Citibank κλπ) εφάρμοζαν ευρέως ένα άλλο κόλπο (με το αζημίωτο, φυσικά): λίγες ώρες πριν την πρωτοχρονιά, δάνειζαν για μια μέρα τεράστια ποσά στις κυβερνήσεις σχεδόν όλων των ευρωπαϊκών χωρών. Έτσι, οι εν λόγω χώρες κατέγραφαν πολύ μικρότερο έλλειμμα στο τέλος της χρονιάς. Το ξαναλέω και το υπογραμμίζω: αυτά τα έκαναν όλες οι χώρες της Ευρώπης για να πιάσουν τα κριτήρια ελλειμμάτων και χρεών κι όχι μόνο η Ελλάδα. Κατανοητό; Κλείνει η παρένθεση.
Το πρόβλημα είναι ότι η Goldman Sachs γνώριζε τις πραγματικές δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας. Θα ήταν βλακώδες, λοιπόν, αν δεν φρόντιζε να μετατρέψει σε κέρδος αυτή την γνώση (*). Για να τα καταφέρει, εισηγήθηκε δυο πράγματα, τα οποία έγιναν δεκτά και κυρώθηκαν με νόμο. Πρώτον, στο εξής οι ελληνικές κυβερνήσεις θα έπρεπε να επιλέγουν δανειστή επιλέγοντας αποκλειστικά από μια συγκεκριμένη λίστα 22 χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ή από το ΔΝΤ. Δεύτερον, αποσυνδεόταν η σύναψη ασφάλισης ομολόγων από την κατοχή τους.
Να εξηγήσουμε λίγο καλύτερα αυτό το τελευταίο. Μέχρι τότε, οι κάτοχοι των ομολόγων σύναπταν ασφαλιστήρια συμβόλαια, ώστε να μη χάσουν αβγά και πασχάλια σε περίπτωση που τα ομόλογα που είχαν αγοράσει έπαιρναν τον κατήφορο. Αυτά τα συμβόλαια, δηλαδή, εξασφάλιζαν τον επενδυτή των ομολόγων. Με την νέα ρύθμιση, θα μπορούσαν ακόμη κι αυτοί που δεν είχαν αγοράσει ομόλογα, να συνάψουν ασφαλιστήρια συμβόλαια, ποντάροντας στην πιθανότητα ότι ο εκδότης των ομολόγων θα δηλώσει αδυναμία πληρωμής στην λήξη τους. Φυσικά, σ’ αυτή την περίπτωση δεν μιλάμε για εξαασφάλιση αλλά για τζόγο. Αυτά τα συμβόλαια είναι τα γνωστά μας CDS (Credit Default Swaps).
Από δω και πέρα τα πράγματα ήσαν απλά για τους κερδοσκόπους τής Goldman Sachs. Πρώτα-πρώτα, φρόντισαν να εκδοθούν ομόλογα επί ομολόγων, κατά κύριο λόγο με την κάλυψη των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων. Πρωτεργάτης σ’ αυτή την διαδικασία ήταν η Τράπεζα της Ελλάδος, της οποίας -εντελώς συμπτωματικά- η Goldman Sachs αποτελεί βασικό μέτοχο. Κι όταν όλο αυτό το χρήμα βγήκε στον αέρα, οι κερδοσκόποι άρχισαν να «σορτάρουν» αυτά τα ομόλογα, δηλαδή άρχισαν να στοιχηματίζουν ότι στο μέλλον η αξία τους θα έπεφτε.
Τα στοιχήματα παίζονταν στην αγορά παραγώγων τού Λονδίνου σε δυο ταμπλώ: στην εκτίναξη των επιτοκίων (τα γνωστά μας spread) και στην αύξηση της αξίας των CDS. Το παιχνίδι με τα ελληνικά ομόλογα κράτησε σχεδόν τρία χρόνια (2005-2007). Μόλις τελείωσε, άφησε πίσω του όχι μόνο τα σχεδόν κατεστραμμένα ασφαλιστικά ταμεία αλλά και μια εθνική οικονομία να τρίζει συθέμελα. Όταν λίγο αργότερα θα ξεσπούσε η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, αυτή η οικονομία θα σωριαζόταν σε συντρίμμια.
——————————
(*) Για την δράση της Goldman Sachs στην χώρα μας, διαβάστε και το αποκαλυπτικό άρθρο τού Ρόμπερτ Ράιχ «How Goldman Sachs Profited from the Greek Debt Crisis«, όπου θα δείτε και μερικά ενδιαφέροντα ονόματα. Δείτε, επίσης, το άρθρο των Άρμιταζ & Τσου στον Independent «Greek debt crisis: Goldman Sachs could be sued for helping hide debts when it joined euro» (και τα δυο κείμενα στα αγγλικά).
——————————
(*) Για την δράση της Goldman Sachs στην χώρα μας, διαβάστε και το αποκαλυπτικό άρθρο τού Ρόμπερτ Ράιχ «How Goldman Sachs Profited from the Greek Debt Crisis«, όπου θα δείτε και μερικά ενδιαφέροντα ονόματα. Δείτε, επίσης, το άρθρο των Άρμιταζ & Τσου στον Independent «Greek debt crisis: Goldman Sachs could be sued for helping hide debts when it joined euro» (και τα δυο κείμενα στα αγγλικά).
Πηγή : cogito ergo sum
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου