MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2013

Δικαιοσύνη υπάρχει;


Αντί για ερώτημα, θα έπρεπε να είχε διατυπωθεί η φράση θετικά: “Δικαιοσύνη υπάρχει”.
Όμως, σε αντίθεση με τις προσδοκίες των πολιτών και τις επιταγές του Συντάγματος, των Διεθνών Συνθηκών και των νόμων, δεν απονέμεται αληθινή δικαιοσύνη. Τουλάχιστον, όπως θα έπρεπε και θα ήταν δυνατό ν’ απονέμεται το Δίκαιο, με λογική, σώφρονα και αντικειμενική εφαρμογή των νόμων και κυρίως των γενικών αρχών, που καθιστούν τους νόμους σύγχρονους, αποτελεσματικούς, λειτουργικούς, δίκαιους, σεβαστούς και χρήσιμους.
Όπως συμβαίνει σε ολόκληρο τον κρατικό μηχανισμό, η δικαστική εξουσία δεν εκπληρώνει την αποστολή της. “Δυσλειτουργεί” και προσθέτει πολλά προβλήματα σε αυτά που φαίνεται να επιλύει.
Ανώτατοι δικαστικοί επανειλημμένα επισήμαναν, ότι η δικαστική εξουσία (τα δικαστήρια και οι εισαγγελίες) δεν εφαρμόζουν τον νόμο με αντικειμενικότητα, ευθυκρισία και σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές και τις διεθνείς συνθήκες.

 
Χαρακτηριστικά, τονίζει τέως πρόεδρος του Αρείου Πάγου, ότι  “η (λεγόμενη) δικαιοσύνη, αντί της ορθής εφαρμογής του Συντάγματος κυριαρχείται από την σκοπιμότητα και καταφεύγει στην αόριστη έννοια του δημοσιονομικού δημοσίου συμφέροντος, που δεν αναγνωρίζει το Σύνταγμα” και, για τον λόγο αυτό, “πολλά δεινά σωρεύονται στην πατρίδα και τον λαό της” (δημοσίευμα της 27.07.2013).
Σε άλλο δημοσίευμα, ο ίδιος δικαστής αναγνωρίζει σωστά (με την ιδιότητα του συνταξιούχου, μη διορισμένου επί κεφαλής “ανεξάρτητης αρχής”), ότι “η εξάντληση της αυστηρότητος της Δικαιοσύνης προς αδυνάτους δεν ενισχύει τον σεβασμό των πολιτών προς αυτήν” (δημοσίευμα της 10.08.2013).
Και πάλι συγχέεται η Δικαιοσύνη με τα δικαστήρια, τους δικαστές και τους εισαγγελείς, ενώ πρόκειται για δύο τελείως διαφορετικά (ας πούμε) “αντικείμενα”. Δύο διαφορετικές έννοιες. Άλλο πράγμα είναι η Δικαιοσύνη, την οποία πρέπει να σεβόμαστε και να προσεγγίζουμε, με κάθε νόμιμο τρόπο, και άλλο πράγμα είναι τα δικαστήρια, οι εισαγγελείς και η εν γένει δικαστική εξουσία, που όταν σέβεται τη Δικαιοσύνη αποκτά κύρος και νομιμοποιείται. Διαφορετικά, παραμένει μηχανισμός αδικίας, καταπίεσης αντίπαλος των αρχών της σύγχρονης Δημοκρατίας, που απαιτεί την ύπαρξη Κράτους Δικαίου, Ηθικής και Πρόνοιας, με σεβασμό του ανθρώπου και της αξιοπρέπειάς του, που προστατεύει τον αδύνατο και αυτόν που μειονεκτεί, προάγοντας το γενικό καλό και εκπληρώνοντας συγκεκριμένους κοινωνικούς και εθνικούς σκοπούς.
Όσοι έχουν εμπλακεί σε δικαστικές αντιδικίες, καταλαβαίνουν πως πράγματι τα δικαστήρια εξοντώνουν, δηλαδή αδικούν, τους αδυνάτους και ταυτόχρονα στηρίζουν τους ισχυρούς, είτε αυτοί είναι ισχυροί του χρήματος, είτε ισχυροί της πολιτικής.
Γνωστές είναι οι απαλλαγές βαθύπλουτων που τέλεσαν σοβαρά αδικήματα και γνωστότερη η εύνοια δικαστών προς εγκληματίες – γόνους ισχυρών πολιτικών παραγόντων.
Σε άλλο σημείωμα θα γίνει συνοπτική αναφορά σε σημαντική πρόσφατη  δίκη, που τελείωσε τον Μάρτιο του 2012, στο πλαίσιο της οποίας ευνοήθηκε η θυγατέρα επιφανούς πολιτικού της λεγόμενης αξιωματικής αντιπολίτευσης, που φιλοδοξεί να μας κυβερνήσει, και ταυτόχρονα, στην ίδια δίκη, καταδικάστηκε σε άδικη και απάνθρωπη ποινή ένας άσχετος, αθώος νέος, ο οποίος είχε την ατυχία να είναι αδελφός του ερωτικού συντρόφου της θυγατέρας του πολιτικού.
Αυτή η περίπτωση δεν είναι μοναδική. Υπάρχει πλήθος παρόμοιων υποθέσεων καθώς και άδικων ποινικών διώξεων, οι οποίες δημιουργούνται από τους λεγόμενους “επίορκους” του Δημοσίου με σκοπό  να αποκαλυφτούν (με καταγγελία στις Αρχές) και, με την αποκάλυψη, να ευνοηθούν αμετανόητοι εγκληματίες, οι οποίοι ευνοούνται, επειδή εμφανίζονται σαν να αποκαλύπτουν αυτοί τις στημένες ποινικές υποθέσεις. Σε αυτές τις μεθοδευμένες και κατασκευασμένες υποθέσεις εμπλέκονται από τους επίορκους αδύναμοι, τοξικομανείς ή άλλοι πάσχοντες ή “μη προνομιούχοι”, που προσλαμβάνουν, χωρίς λόγο και αιτία, την ιδιότητα του εγκληματία βαρύτατων αδικημάτων.
Με την καταγγελία και την αποκάλυψη αυτών των μεθοδεύσεων (από συνασπισμένους πολίτες, που δεν μπορούν να παρακολουθούν αδρανείς και να υπομένουν την κατάσταση της ανηθικότητας και του εξευτελισμού κάθε έννοιας δικαιοσύνης) διατηρείται η ελπίδα πως κάτι θ’ αλλάξει για ν’ αποκτήσει η Δικαιοσύνη το κύρος που της ανήκει.
Ε. Παπαδάκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου