Οι απαγορεύσεις της συμμετοχής κομμάτων στην εκλογική
διαδικασία είναι το αποκορύφωμα μίας σειράς αντιδημοκρατικών μεθοδεύσεων
την τελευταία τετραετία σε πολλά επίπεδα που γεννούν το ερώτημα για το
αν η Ελλάδα έχει ήδη μετεξελιχθεί σε “αντιφιλελεύθερη ή αυταρχική δημοκρατία“, όπως εξετάζουν στο κλασικό, πλέον, “Πως πεθαίνουν οι δημοκρατίες” οι Στίβεν Λεβίτσκι και Ντάνιελ Ζιμπλάτ.
Πρώτα ήταν η απαγόρευση
του κόμματος Κασιδιάρη, στην συνέχεια ήλθε η απαγόρευση του κόμματων
των Εμφιετζόγλου και Μπογδάνου και ακολούθησε η απαγόρευση του κόμματος
της Λατινοπούλου και του Νικολόπουλου. Είναι σαφές ότι οι απαγορεύσεις
συμμετοχής στις εκλογές με μία αμφιλεγόμενη διαδικασία προκαλούν
μεγαλύτερη ζημιά στην δημοκρατία από ότι θα προκαλούσε η ενδεχόμενη
κάθοδος όλων αυτών μαζί. Το αποφασιστικό δημοκρατικό κριτήριο επαφίεται
στην κρίση της χειραγωγούμενης και πιεζόμενης δικαστικής εξουσίας.
Τα πράγματα γίνονται χειρότερα μετά τη νομοθετική παρέμβαση της
κυβέρνησης κυριολεκτικά στο παρά 5 των εκλογών για την αλλαγή του τρόπου
που εγκρίνεται η συμμετοχή κομμάτων στις εκλογές. Το κλίμα επιβάρυνε
και η αποκάλυψη από τον αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου Τζανερίκο ότι ο
υπουργός Επικρατείας Γεραπετρίτης επιχείρησε να τον επηρεάσει
προκειμένου να αποφασίσει αρνητικά για το κόμμα Κασιδιάρη. Το επιχείρημα
της κυβέρνησης ότι «όποιος δεν συμφωνεί με την παραβίαση του δημοκρατικού πλαισίου στηρίζει την νεοναζιστική δεξιά», είναι απλώς αστείο και δεν αντέχει σε κριτική.
Εάν η διαδικασία των εκλογών είναι το τελευταίο καταφύγιο των
αυταρχικών και αντιφιλελεύθερων δημοκρατιών (μην μας κατηγορείται για
μειωμένη δημοκρατικότητα, είμαστε εκλεγμένοι ενίοτε με μεγάλες
πλειοψηφίες είναι το επιχείρημα των Ερντογάν, Πούτιν, Μαδούρο,
Μπολσονάρο, Ορμπάν) με τις κυβερνητικές παρεμβάσεις και αποκλεισμούς
κομμάτων κλονίζεται ακόμη και αυτή η ίδια η θεμελιώδης και νομιμοποιός
διαδικασία.
Υποκλοπές ως άσκηση διακυβέρνησης
Η κορύφωση όμως της παραβίασης του δημοκρατικού πλαισίου από την
πλευρά της κυβέρνησης είχε γίνει νωρίτερα με την παρακολούθηση των
πολιτικών αντιπάλων και άγνωστου ακόμη αριθμού δημοσιογράφων και πολιτών
από έναν κύκλο προσώπων που αναφέρονταν στον πρωθυπουργό Κυριάκο
Μητσοτάκη. Δεν ήταν παρέκκλιση ήταν τρόπος άσκησης της διακυβέρνησης.
Σε συνέχεια της νόθευσης της δημοκρατικής διακυβέρνησης, ήλθε και η
παρέμβαση του διορισμένου από τον πρωθυπουργό εισαγγελέα για την
παρεμπόδιση του ελέγχου των υποκλοπών από την αρμόδια Ανεξάρτητη Αρχή,
στέλνοντας το μήνυμα ότι οι Ανεξάρτητες Αρχές είναι ανεκτές από την
εκτελεστική εξουσία μόνο αν δεν είναι ανεξάρτητες αλλά προέκτασή της.
Ένα ακόμη κορυφαίο δείγμα ήταν η παρέμβαση του πρωθυπουργού στο
δυστύχημα των Τεμπών, όπου όχι μόνο όρισε μόνος του την επιτροπή
διερεύνησης των αιτιών του δυστυχήματος, αλλά υπέδειξε στην Δικαιοσύνη
ότι θα πρέπει στην δική της έρευνα να συμπεριλάβει το πόρισμα της
επιτροπής που διόρισε ο ίδιος.
Πανδημία το μεγάλο πείραμα
Το μεγαλύτερο πείραμα έγινε με τον υποχρεωτικό εγκλεισμό των πολιτών
με την επίκληση της πανδημίας που στην Ελλάδα έφθασε στο ταπεινωτικό
επίπεδο της αποστολής sms που όπως είπε ο Γιώργος Γεραπετρίτης
εξυπηρετούσε παιδαγωγικούς σκοπούς. Παρομοίως η επίκληση από την
κυβέρνηση της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης για να καθιερώσει μία σειρά
διαδικασίες που καθόλου δεν ήταν επείγουσες ή εκτάκτου ανάγκης, όπως οι
απευθείας αναθέσεις και οι κλειστοί διαγωνισμοί που απέφεραν 10 δισ σε
φίλους και πελάτες. Η συνεχής επίκληση από την κυβέρνηση των εξωτερικών
λόγων για τις κυβερνητικές αποφάσεις θα μπορούσε να υπαχθεί στην
αντίληψη του Καρλ Σμιτ για την κυριαρχία ως μονιμοποίηση της κατάστασης
εκτάκτου ανάγκης.
Στο
ίδιο πλαίσιο εντάσσεται η συνολική αντίληψη της κυβέρνησης για μία
κατηγορία δικαιωμάτων, όπως έδειξε η νομοθετικής πρωτοβουλία για τους
περιορισμούς στον συνδικαλισμό και στο δικαίωμα στην απεργία. Αντίθετα
ευνοείται η νέα γενιά των νεοφιλελεύθερων δικαιωμάτων που εντάσσονται
στην περαιτέρω “ατομικοποίηση” και αποδόμηση της κοινωνίας, με την
συμμετοχή εδώ και της αντιπολίτευσης.
Απειλητική για την δημοκρατία είναι η διείσδυση του οργανωμένου
εγκλήματος στους μηχανισμούς ασφαλείας, στο κράτος και στα ΜΜΕ και η
όσμωσή του πάλι με έναν κύκλο προσώπων πέριξ του πρωθυπουργού. Συνολικά,
είναι αποκαλυπτικές για την ποιότητα και το επίπεδο της δημοκρατίας
στην Ελλάδα είναι οι εκθέσεις των διεθνών οργανισμών που χτυπούν
καμπανάκι.
Λείπουν τα θεσμικά αντίβαρα
Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και πολλές ακόμη μικρές και αδιόρατες
τακτικές είτε από την κεντρική εξουσία είτε από τους μηχανισμούς της.
Στο βιβλίο τους “Πώς πεθαίνουν οι δημοκρατίες”, οι Λεβίτσκι και Ζιμπλάτ
περιγράφουν ακριβώς την αργή και αδιόρατη, αλλά πολύ αληθινή διάβρωση της δημοκρατίας
από τους αξιωματούχους οι οποίοι σταδιακά ανατρέπουν την διαδικασία που
τους έφερε στην εξουσία. Δεν είναι το κλασικό πραξικόπημα. Είναι ένας
λιγότερο θεαματικός, αλλά εξίσου αποτελεσματικός τρόπος για να
καταστραφεί η δημοκρατία. Δεν κυκλοφορούν τανκς στους δρόμους, το
Σύνταγμα τυπικά παραμένει σε ισχύ και οι άνθρωποι εξακολουθούν να
ψηφίζουν, έστω με τον τρόπο που τους χειραγωγούν τα μέσα προπαγάνδας.
Οι ίδιοι επισημαίνουν ότι πολλά από τα μέτρα που λαμβάνονται (π.χ.
στα καθ’ ημάς η απαγόρευση καθόδου κομμάτων στις εκλογές και η συγκάλυψη
των υποκλοπών) με στόχο την κένωση της δημοκρατίας από το περιεχόμενό
της είναι νόμιμα, εγκρίνονται από το Κοινοβούλιο ή και από δικαστήρια.
Όσοι καταγγέλλουν καταχρήσεις μοιάζουν υπερβολικοί ή συνομωσιολόγοι. Μια
σειρά κινήσεις της κυβέρνησης ΝΔ μοιάζουν να είναι βγαλμένες από το
manual του “Πως πεθαίνουν οι δημοκρατίες”.
Για να επιτευχθεί η σταδιακή διάβρωση της δημοκρατίας δεν αρκεί η
θέληση μίας κυβέρνησης. Θα πρέπει να έχουν αποδυναμωθεί και απαξιωθεί τα
δημοκρατικά θεσμικά αντίβαρα. Στην Ελλάδα, πάντως, στη διάβρωση
πρωτοστατεί διορισμένος υπουργός Επικρατείας που στις περισσότερες
περιπτώσεις τείνει να καταστεί ο σκοτεινός άνθρωπος του καθεστώτος.
Στην μεγαλύτερη φιλελεύθερη δημοκρατία, στις ΗΠΑ –αναφέρουν οι
Λεβίτσκι και Ζιμπλάτ– τόσο επί Τραμπ όσο και παλαιότερα, προσπάθειες
παραβίασης απέτυχαν γιατί λειτούργησαν τα δημοκρατικά αντανακλαστικά των
εκλεγμένων βουλευτών (και των Ρεπουμπλικάνων και των Δημοκρατικών)
ακόμη και απέναντι στον πρόεδρο του κόμματός τους. Κάτι που δεν είδαμε
να συμβαίνει στην Ελλάδα στο κορυφαίο παράδειγμα των υποκλοπών, όπου
μόνο ένας, ο πρώην πρόεδρος της ΝΔ Κώστας Καραμανλής πήρε καθαρές
αποστάσεις.
Ως δημοκρατικό αντίβαρο θεωρούν και την θεσμική λειτουργία της
δημοκρατίας που βασίζεται στην εναλλαγή κομμάτων στην εξουσία. Η
δαιμονοποίηση του ενός κόμματος (στα καθ΄ ημάς του ΣΥΡΙΖΑ) καθιερώνει
μόνο ένα κόμμα εξουσίας κατά παράβαση τόσο της εναλλαγής όσο και του
ελέγχου της κυβέρνησης. Το πραξικόπημα του Πινοσέτ είχε προετοιμάσει η
δαιμονοποίηση του κόμματος του Αλιέντε μετά από μία πολυετή και
παρατεταμένη εκστρατεία εχθροπάθειας των συντηρητικών δυνάμεων και του
συστημικού Τύπου της Χιλής.
Ο ρόλος των ΜΜΕ
Ίσως η πιο τρανταχτή απόδειξη της έλλειψης δημοκρατίας είναι η
στράτευση του συνόλου των ΜΜΕ, τα οποία αποτελούν πλέον τμήμα του
προπαγανδιστικού μηχανισμού της κυβέρνησης. Όχι απλώς γιατί παίρνουν
γραμμή από το κυβερνητικό κέντρο, αλλά την συγκαθορίζουν και πολλές
φορές προσφέρουν την εμπειρία και την γνώση τους για να καλύπτουν τα
κενά του επίσημου μηχανισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι όταν
“έγκυροι” δημοσιογράφοι βγήκαν από την πρώτη μέρα για να πουν ότι οι 57
νεκροί των Τεμπών είναι ευκαιρία για να φτιάξουμε ένα υπέροχο δίκτυο
σιδηροδρόμων!
Πρόκειται για θεσμική εκτροπή του συνόλου των ΜΜΕ που κινούνται
ενάντια στον σκοπό ύπαρξής τους, ο οποίος είναι αδιαχώριστος από τον
έλεγχο της εξουσίας. Μελαγχολία προκαλεί ο έλεγχος των ΜΜΕ από έναν
αριθμό ολιγαρχών και η αντίστοιχη χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Στα
καθ’ ημάς είναι ανησυχητική και η στάση της αντιπολίτευσης, ειδικά στο
θέμα της Δικαιοσύνης και της λειτουργίας των ΜΜΕ. Η αντιπολίτευση
καταγγέλλει την μονομέρεια και την προβολή των κυβερνητικών θέσεων,
ζητώντας βελτίωση της ποσόστωσης όσον αφορά την δική της προβολή!
Με άλλα λόγια, αποδέχεται και αναπαράγει την ίδια δομή, είτε κάνοντας
και εκείνη αποκλεισμούς μη “δικών της”, είτε προωθώντας ταυτισμένους
και φυσικά κάθε άλλο παρά ανεξάρτητους δημοσιογράφους, είτε
δημιουργώντας δικά της ΜΜΕ προπαγάνδας. Η αντίληψή της για την
Δικαιοσύνη είχε φανεί στην προσπάθεια επηρεασμού με αφορμή την υπόθεση
Novartis – το ότι ήταν υπαρκτό σκάνδαλο είναι άλλης τάξης θέμα. Φυσικά
όταν ήταν κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργούσαν όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες
ελέγχου με κορυφαίο τα ΜΜΕ και έθεταν ουσιαστικούς περιορισμούς στις
προσπάθειες κατάχρησης.
ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ
Δεν θεωρούμε συγκρίσιμες τις περιπτώσεις των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ και
ΝΔ. Στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν αντισώματα στο εσωτερικό, ενώ λειτουργούσαν και
τα δημοκρατικά αντίβαρα στην λειτουργία του συστήματος. Αυτά έχουν
εκλείψει στην διακυβέρνηση από την μητσοτακική ΝΔ που συμπεριφέρεται
καθαρά σαν καθεστώς με την ανοχή όλων των εσωκομματικών παραγόντων και
χωρίς αντίβαρα. Παρεμβάσεις ανθρώπων όπως ο Ευάγγελος Βενιζέλος ή ο
Νίκος Αλιβιζάτος απευθύνονται σε ώτα μη ακουόντων.
Το μέλλον, εφόσον εκλεγεί η ΝΔ, με δεδομένο ότι θα αντιμετωπίσει
αυξημένα προβλήματα και αντιστάσεις από κοινωνικές ομάδες, μπορεί εύκολα
να προβλεφθεί. Θα είναι περισσότερο αυταρχική με παράλληλη κατάργηση
των μηχανισμών ελέγχου ή ότι έχει απομείνει από αυτούς. Για τον ΣΥΡΙΖΑ
είναι ερωτηματικό που θα εξαρτηθεί σε σημαντικό βαθμό –όχι από τις καλές
προθέσεις– αλλά από τον συσχετισμό δυνάμεων, ειδικά αν δεν είναι μόνος
του στην κυβέρνηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου