Κατά τον μεγάλο Βρετανό θεωρητικό Hedley Bull, «αφετηρία των διεθνών σχέσεων είναι η ύπαρξη κρατών ή ανεξάρτητων πολιτικών κοινοτήτων, καθεμιά από τις οποίες διαθέτει ένα σύστημα διακυβέρνησης και ασκεί κυριαρχία σε κάποιο συγκεκριμένο μέρος της επιφάνειας της γης και σε ένα συγκεκριμένο τμήμα του πληθυσμού της».
Παράλληλα, σύμφωνα με τον Παναγιώτη Ήφαιστο, «εάν θεωρήσουμε την αρχή της κρατικής κυριαρχίας και το Διεθνές Δίκαιο, που την περιβάλλει, ως τις βασικές κανονιστικές δομές του σύγχρονου διακρατικού συστήματος, η καθιέρωση αμφοτέρων σημαίνει πως ιστορικά η κανονιστική ανάπτυξη του διεθνούς χώρου προσαρμόστηκε στον κοινωνικό και πολιτειακό κατακερματισμό, δηλαδή στην ύπαρξη κυρίαρχων κρατών και διακριτών συλλογικών οντοτήτων. Αυτό σηματοδοτεί, μεταξύ άλλων, την ύπαρξη διεθνούς αναρχίας, δηλαδή την απουσία παγκόσμιας ή περιφερειακής, μη ηγεμονικής ρυθμιστικής εξουσίας».
Κάθε ανθρώπινη συλλογικότητα έχει δικαίωμα στην αυθυπαρξία της και στο αυτοδιοίκητο, ενώ αυτή ορίζεται στη βάση των ταυτόσημων προσλαμβανουσών, της γλώσσας, των κοινών ιστορικών καταβολών, του κοινού αισθητηρίου για τη ζωή και το θάνατο, και γι’ αυτό, άλλωστε, η συναντίληψη επί της μεταφυσικής είναι επίσης ένα κρίσιμο στοιχείο προσδιορισμού.
Το εν λόγω δικαίωμα στην αυτοδιάθεση προφανώς κατακτιέται διαμέσου αγώνων για την ελευθερία και την ανεξαρτησία και διασφαλίζεται μετέπειτα μέσω της συλλογικής ικανότητας, όπως αυτή αποτυπώνεται στη συγκρότηση θεσμών και στην καλλιέργεια της κοινής συνείδησης με γνώμονα το κοινό καλό.
Δεν είναι τυχαίο ότι η επιβίωση του θεσμικού μέσου (κράτος), το οποίο ιδρύεται και λειτουργεί για τη διαφύλαξη της ετερότητας της συλλογικότητας, αποτελεί το ύψιστο εθνικό συμφέρον.
Κατά συνέπεια, τα κυριαρχικά δικαιώματα συνιστούν τις προϋποθέσεις επιβίωσης του θεσμικού οργάνου και κατ’ επέκταση τα προαπαιτούμενα αυθυπαρξίας της συλλογικότητας ως διακριτική ανθρωπολογική συγκρότηση. Η προστασία τους δεν αποτελεί «στείρο μαξιμαλισμό», «εθνικιστικό παραλήρημα», «φασίζουσα νοοτροπία», «πολεμοχαρή» ή «αναθεωρητική πρακτική», αλλά υποχρέωση έναντι των προηγούμενων αλλά και των επομένων γενεών. Αποτελεί δημοκρατική διεκδίκηση με σεβασμό στους γείτονες και στον εδραιωμένο διεθνή νομικό πολιτισμό, ο οποίος εξακολουθεί να χαλυβδώνεται διά της ισχύος, αλλά έχει κωδικοποιηθεί σαφώς στον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και στις υψηλές αρχές του Διεθνούς Δικαίου περί εσωτερικής και εξωτερικής κυριαρχίας των κρατών.
Η αποτύπωση των κυριαρχικών δικαιωμάτων στα διεθνή νομικά κείμενα και ο αγώνας προστασίας τους από τα κράτη δεν είναι υπόθεση των Ναζί, και κακώς ταυτίζεται με αυτούς, λοιδορούμενη από τις δυστυχώς κυρίαρχες σήμερα κομματικές νομενκλατούρες. Τα κυριαρχικά δικαιώματα και η διαρκής μέριμνα διασφάλισής τους είναι δημοκρατική κατάκτηση, και η οποιαδήποτε υπονόμευσή τους συνιστά πλήγμα εναντίον της εξέλιξης της διεθνούς κοινωνίας. Η κρατική κυριαρχία είναι κεκτημένο, ακριβώς επειδή δεσπόζει στον αντίποδα η διεθνής αναρχία και η απουσία ρυθμιστικής αρχής των επιμέρους αυτοδιοίκητων.
Οι ως άνω επισημάνσεις είναι η ελάχιστα οφειλόμενη απάντηση προς όσους έσπευσαν, επ’ αφορμή της Συμφωνίας Ελλάδας και Αιγύπτου για την οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης, να παρομοιάσουν ως «υπερβολικούς» ή «πολεμοκάπηλους» όσους προβληματιζόμαστε για ενδεχόμενη παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, με την εξωφρενική συλλογιστική: «Και τι έγινε για λίγα ναυτικά μίλια;» ή «Είναι δυνατόν να λαμβάνει περισσότερη ΑΟΖ το Καστελόριζο εν σχέσει με την απείρως μεγαλύτερη τουρκική ακτογραμμή;». Είναι δηλώσεις «Ελλήνων» «αναλυτών», όχι του Ερντογάν…
Σαν τα κυριαρχικά δικαιώματα να αποτελούν προσωπική τους περιουσία, που την χαρίζουν αφειδώς και απερίσκεπτα. Σαν να μην αισθάνονται υποκείμενα της συλλογικότητας, αλλά τιμωροί των κακομαθημένων υπηκόων τους.
Η Συμφωνία της Ελλάδας με την Αίγυπτο έχει ήδη αναλυθεί εκτενώς και έχουν τεθεί όλες οι παράμετροι. Το δεδομένο είναι ότι αποτελεί ακόμα μία απόδειξη απουσίας στρατηγικής, καθώς όταν φθάνεις να παραχωρείς κυριαρχία προκειμένου να επιτύχεις μια συμφωνία με έναν δρώντα περισσότερο επισπεύδοντα από εσένα, ελέω Λιβύης, αυτό σημαίνει ότι η ανεπάρκειά σου σε επίπεδο μακρόπνοης πολιτικής είναι πλέον οξεία.
Όταν φθάνεις να ζηλεύεις την Κύπρο, της οποίας το «Πολεμικό Ναυτικό» είναι δύο φουσκωτά, για την επίτευξη συμφωνίας με βάση τη μέση γραμμή και εσύ δεν μπορείς να το επιτύχεις αυτό ούτε καν για την Κρήτη, τότε είναι εμφανές ότι σέρνεσαι από έξωθεν βουλήσεις. Όταν αμελείς να χαράξεις γραμμές βάσης, απεμπολείς τα δικαιώματά σου επί νησιών με οικονομική δραστηριότητα και αποδέχεσαι εμμέσως πλην σαφώς «ειδικές συνθήκες» ανατολικά του 28ου μεσημβρινού, τότε εμφανίζεσαι ως πολιτικό σύστημα του φαίνεσθαι και του κομματικού πατριωτισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου