Γράφει ο Πέτρος Κράνιας
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επικαλείται συχνά-πυκνά ότι η Τουρκία έχει την πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρώπη, μετά τη Γερμανία, τη Βρετανία, τη Γαλλία και την Ιταλία, με ΑΕΠ ύψους 2,3 τρισ. δολαρίων, όσον αφορά την ισοτιμία αγοραστικής δύναμης. Αλλά αυτά τα στοιχεία είναι παραπλανητικά – το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Τουρκίας είναι πολύ χαμηλότερο και προσφέρει μία σαφώς πιο αληθινή εκτίμηση του πλούτου που κατέχουν οι Τούρκοι πολίτες.
Το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών της Τουρκίας, το οποίο διευθύνει ο γαμπρός του πρόεδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, δήλωσε σε μια παρουσίαση, την περασμένη εβδομάδα, ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Τουρκία ήταν 9.632 δολάρια, ελαφρώς χαμηλότερο από το 2007 και λιγότερο από ό,τι στις ευρωπαϊκές χώρες, πλην εκείνες των Βαλκανίων.
Το υπουργείο δήλωσε ότι το ποσοστό του πληθυσμού 82 εκατ. ανθρώπων της χώρας, που είναι ηλικίας κάτω των 14 ετών, ήταν υψηλότερο στην Τουρκία από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη και το ποσοστό του πληθυσμού άνω των 60 ετών ήταν το χαμηλότερο.
Οι Τούρκοι πολιτικοί επανειλημμένα μιλάνε για τα πλεονεκτήματα ενός νεαρού πληθυσμού, ενώ άλλες χώρες στην Ευρώπη, όπως και η Ελλάδα, αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα με τη γήρανση του πληθυσμού τους. Αλλά αυτό το πλεονέκτημα γίνεται μειονέκτημα όταν στην εξίσωση μπει και το εκπαιδευτικό σύστημα. Δηλαδή η Τουρκία μπορεί να έχει νέους, αλλά το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας είναι φτωχό, όπως δείχνουν πολλές μελέτες. Μελέτες επίσης δείχνουν ότι τα πλεονεκτήματα που μπορεί να έχει η Τουρκία από έναν νεαρό πληθυσμό είναι πιθανό να μην διαρκέσουν πολύ, καθώς, μέχρι το 2050, η κατανομή του πληθυσμού θα είναι παρόμοια με άλλες χώρες της Ευρώπης.
Αυτός θα μπορούσε να είναι ο λόγος που ο Ερντογάν παροτρύνει συχνά τους Τούρκους να κάνουν περισσότερα παιδιά, όπως είχε κάνει κατά κόρον πριν δύο χρόνια με τους Τούρκους σε Ολλανδία, Γερμανία, Αυστρία και Βαλκάνια, αλλά τα δημογραφικά στοιχεία συνήθως δεν δίνουν και πολλή σημασία στις εκκλήσεις των πολιτικών.
Η ανεργία έφθασε το 12,8% τον Μάιο, το υψηλότερο επίπεδο από τότε που ανέλαβε την εξουσία το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), το 2002, εκτός από μια απότομη αύξηση κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008. Η μη γεωργική ανεργία, ένας πιο αξιόπιστος αριθμός, είναι στο 15%.
Η συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό μειώθηκε ελαφρά από 52,9% τον Μάιο του 2019 από 53,3% τον αντίστοιχο μήνα πέρυσι, δηλαδή σχεδόν το ήμισυ του τουρκικού πληθυσμού βρίσκεται τώρα εκτός της αγοράς εργασίας.
Το δεύτερο μεγάλο ζήτημα είναι ότι σχεδόν το 23% των απασχολούμενων στη μη γεωργική απασχόληση και το 88% των γεωργών εργάζονται σε μη δηλωμένες θέσεις εργασίας. Συνολικά, το 33% των εργαζομένων στην Τουρκία απασχολούνται στην άτυπη οικονομία, γεγονός που δυσχεραίνει την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων της κυβέρνησης. Ενώ οι υπουργοί έχουν επανειλημμένα υποσχεθεί να αντιμετωπίσουν το θέμα, δεν είναι απλό έργο, ιδιαίτερα με την παρουσία τόσων μεταναστών και ακόμα πιο συγκεκριμένα, τα τελευταία χρόνια με όλη αυτή την εισροή Σύρων και Αφγανών.
Ο ρυθμός πληθωρισμού της Τουρκίας, εν τω μεταξύ, αποκλίνει σημαντικά από τον μέσο όρο στις αναπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες. Η Τουρκία έχει πλέον τον έκτο υψηλότερο πληθωρισμό στον κόσμο, την ίδια θέση που είχε το 1999. Κατά την οικονομική κρίση του 2001, είχε τον τρίτο υψηλότερο πληθωρισμό στον κόσμο, αλλά μειώθηκε σε 64% το 2007, μετά την εφαρμογή του προγράμματος αναδιάρθρωσης του ΔΝΤ από το ΑΚΡ.
Τα στοιχεία του εξωτερικού εμπορίου είναι επίσης διαφωτιστικά. Οι εισαγωγές μηχανημάτων και εξοπλισμού της Τουρκίας έχουν συρρικνωθεί στα επίπεδα του 2008, γεγονός που δείχνει προβλήματα στον μεταποιητικό τομέα. Ενώ οι υπουργοί επισημαίνουν ένα εμπορικό πλεόνασμα, αυτό είναι αποτέλεσμα της μείωσης των εισαγωγών ενέργειας και ενδιάμεσων αγαθών λόγω της πτώσης της αξίας της λίρας και όχι αποτέλεσμα της αύξησης των εξαγωγών.
Η πτώση των ξένων άμεσων επενδύσεων είναι ένας άλλος τομέας ανησυχίας. Ανερχόμενες σε 22 δισ. δολάρια το 2007, οι άμεσες ξένες επενδύσεις υποχώρησαν στα 13 δισ. δολ. Ένα μεγάλο μέρος των επενδύσεων προέρχεται τώρα από τη Μέση Ανατολή, τη Ρωσία και άλλες μη δυτικές χώρες, σε αντίθεση με την προηγούμενη δεκαετία.
Τα στοιχεία για τα δημόσια οικονομικά είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά. Η προηγούμενη οικονομική επιτυχία του AKP βασίστηκε στη δημοσιονομική πειθαρχία. Ο προϋπολογισμός του 2019 προβλέπει συνολική δημόσια δαπάνη στα 178 δισ. δολάρια και έσοδα στα 163 δισ. δολάρια, επομένως το δημόσιο ταμείο πρέπει να δανειστεί περίπου 15 δισ. δολάρια φέτος. Το πρόβλημα είναι ότι είχε ήδη δανειστεί το συγκεκριμένο ποσό μέχρι τον Ιούνιο.
Το υφιστάμενο ακαθάριστο εξωτερικό χρέος, παραμένει βασικός κίνδυνος. Το 2002, όταν το AKP ήρθε στην εξουσία, το ακαθάριστο εξωτερικό δημόσιο χρέος ήταν 130 δισεκατομμύρια δολάρια. Φέτος έφθασε τα 453 δισ. δολάρια, εκ των οποίων τα 119 δισ. δολάρια είναι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις. Περίπου 334 δισ. δολάρια του ανεξόφλητου εξωτερικού χρέους ανήκουν στον ιδιωτικό τομέα και 90 δισ. δολάρια των ανεξόφλητων οφειλών του ιδιωτικού τομέα είναι βραχυπρόθεσμα δάνεια. Εν τω μεταξύ, το συνολικό βραχυπρόθεσμο χρέος του δημοσίου είναι 24 δισ. δολάρια.
Ο τρόπος με τον οποίο η Τουρκία θα εξοφλήσει αυτό το εξωτερικό χρέος έχει αμφισβητηθεί από διεθνείς οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Η αύξηση της ανεργίας είναι κάτι που κάνει το πρόβλημα της αποπληρωμής δυσεπίλυτο.
Το υπουργείο δήλωσε ότι το ποσοστό του πληθυσμού 82 εκατ. ανθρώπων της χώρας, που είναι ηλικίας κάτω των 14 ετών, ήταν υψηλότερο στην Τουρκία από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη και το ποσοστό του πληθυσμού άνω των 60 ετών ήταν το χαμηλότερο.
Οι Τούρκοι πολιτικοί επανειλημμένα μιλάνε για τα πλεονεκτήματα ενός νεαρού πληθυσμού, ενώ άλλες χώρες στην Ευρώπη, όπως και η Ελλάδα, αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα με τη γήρανση του πληθυσμού τους. Αλλά αυτό το πλεονέκτημα γίνεται μειονέκτημα όταν στην εξίσωση μπει και το εκπαιδευτικό σύστημα. Δηλαδή η Τουρκία μπορεί να έχει νέους, αλλά το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας είναι φτωχό, όπως δείχνουν πολλές μελέτες. Μελέτες επίσης δείχνουν ότι τα πλεονεκτήματα που μπορεί να έχει η Τουρκία από έναν νεαρό πληθυσμό είναι πιθανό να μην διαρκέσουν πολύ, καθώς, μέχρι το 2050, η κατανομή του πληθυσμού θα είναι παρόμοια με άλλες χώρες της Ευρώπης.
Αυτός θα μπορούσε να είναι ο λόγος που ο Ερντογάν παροτρύνει συχνά τους Τούρκους να κάνουν περισσότερα παιδιά, όπως είχε κάνει κατά κόρον πριν δύο χρόνια με τους Τούρκους σε Ολλανδία, Γερμανία, Αυστρία και Βαλκάνια, αλλά τα δημογραφικά στοιχεία συνήθως δεν δίνουν και πολλή σημασία στις εκκλήσεις των πολιτικών.
Η ανεργία έφθασε το 12,8% τον Μάιο, το υψηλότερο επίπεδο από τότε που ανέλαβε την εξουσία το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), το 2002, εκτός από μια απότομη αύξηση κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008. Η μη γεωργική ανεργία, ένας πιο αξιόπιστος αριθμός, είναι στο 15%.
Η συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό μειώθηκε ελαφρά από 52,9% τον Μάιο του 2019 από 53,3% τον αντίστοιχο μήνα πέρυσι, δηλαδή σχεδόν το ήμισυ του τουρκικού πληθυσμού βρίσκεται τώρα εκτός της αγοράς εργασίας.
Το δεύτερο μεγάλο ζήτημα είναι ότι σχεδόν το 23% των απασχολούμενων στη μη γεωργική απασχόληση και το 88% των γεωργών εργάζονται σε μη δηλωμένες θέσεις εργασίας. Συνολικά, το 33% των εργαζομένων στην Τουρκία απασχολούνται στην άτυπη οικονομία, γεγονός που δυσχεραίνει την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων της κυβέρνησης. Ενώ οι υπουργοί έχουν επανειλημμένα υποσχεθεί να αντιμετωπίσουν το θέμα, δεν είναι απλό έργο, ιδιαίτερα με την παρουσία τόσων μεταναστών και ακόμα πιο συγκεκριμένα, τα τελευταία χρόνια με όλη αυτή την εισροή Σύρων και Αφγανών.
Ο ρυθμός πληθωρισμού της Τουρκίας, εν τω μεταξύ, αποκλίνει σημαντικά από τον μέσο όρο στις αναπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες. Η Τουρκία έχει πλέον τον έκτο υψηλότερο πληθωρισμό στον κόσμο, την ίδια θέση που είχε το 1999. Κατά την οικονομική κρίση του 2001, είχε τον τρίτο υψηλότερο πληθωρισμό στον κόσμο, αλλά μειώθηκε σε 64% το 2007, μετά την εφαρμογή του προγράμματος αναδιάρθρωσης του ΔΝΤ από το ΑΚΡ.
Τα στοιχεία του εξωτερικού εμπορίου είναι επίσης διαφωτιστικά. Οι εισαγωγές μηχανημάτων και εξοπλισμού της Τουρκίας έχουν συρρικνωθεί στα επίπεδα του 2008, γεγονός που δείχνει προβλήματα στον μεταποιητικό τομέα. Ενώ οι υπουργοί επισημαίνουν ένα εμπορικό πλεόνασμα, αυτό είναι αποτέλεσμα της μείωσης των εισαγωγών ενέργειας και ενδιάμεσων αγαθών λόγω της πτώσης της αξίας της λίρας και όχι αποτέλεσμα της αύξησης των εξαγωγών.
Η πτώση των ξένων άμεσων επενδύσεων είναι ένας άλλος τομέας ανησυχίας. Ανερχόμενες σε 22 δισ. δολάρια το 2007, οι άμεσες ξένες επενδύσεις υποχώρησαν στα 13 δισ. δολ. Ένα μεγάλο μέρος των επενδύσεων προέρχεται τώρα από τη Μέση Ανατολή, τη Ρωσία και άλλες μη δυτικές χώρες, σε αντίθεση με την προηγούμενη δεκαετία.
Τα στοιχεία για τα δημόσια οικονομικά είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά. Η προηγούμενη οικονομική επιτυχία του AKP βασίστηκε στη δημοσιονομική πειθαρχία. Ο προϋπολογισμός του 2019 προβλέπει συνολική δημόσια δαπάνη στα 178 δισ. δολάρια και έσοδα στα 163 δισ. δολάρια, επομένως το δημόσιο ταμείο πρέπει να δανειστεί περίπου 15 δισ. δολάρια φέτος. Το πρόβλημα είναι ότι είχε ήδη δανειστεί το συγκεκριμένο ποσό μέχρι τον Ιούνιο.
Το υφιστάμενο ακαθάριστο εξωτερικό χρέος, παραμένει βασικός κίνδυνος. Το 2002, όταν το AKP ήρθε στην εξουσία, το ακαθάριστο εξωτερικό δημόσιο χρέος ήταν 130 δισεκατομμύρια δολάρια. Φέτος έφθασε τα 453 δισ. δολάρια, εκ των οποίων τα 119 δισ. δολάρια είναι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις. Περίπου 334 δισ. δολάρια του ανεξόφλητου εξωτερικού χρέους ανήκουν στον ιδιωτικό τομέα και 90 δισ. δολάρια των ανεξόφλητων οφειλών του ιδιωτικού τομέα είναι βραχυπρόθεσμα δάνεια. Εν τω μεταξύ, το συνολικό βραχυπρόθεσμο χρέος του δημοσίου είναι 24 δισ. δολάρια.
Ο τρόπος με τον οποίο η Τουρκία θα εξοφλήσει αυτό το εξωτερικό χρέος έχει αμφισβητηθεί από διεθνείς οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Η αύξηση της ανεργίας είναι κάτι που κάνει το πρόβλημα της αποπληρωμής δυσεπίλυτο.
Πηγή : Capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου