Του Νίκου Ιγγλέση
Οι εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019 οδήγησαν στην αλλαγή του «εγχώριου επιστάτη» της ελληνικής αποικίας χρέους. Η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη, ελλείψει αξιόπιστης εναλλακτικής πρότασης, έγινε το κύριο «πολιτικό όχημα» για να εκφραστεί η απογοήτευση, η αγανάκτηση, ο θυμός και η οργή σημαντικής μερίδας των πολιτών για τα συμβαίνοντα διαχρονικά. Το διακύβευμα των εκλογών, με τον τρόπο που τέθηκε από το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα και τα μέσα ενημέρωσης που το υπηρετούν, ήταν αν θα φύγει ή θα παραμείνει η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα.
Στη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ χρεώθηκαν η αύξηση των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών, η φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, η ασφυξία στην αγορά, οι πλειστηριασμοί κατοικιών και επιχειρήσεων, τα μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα του 3,5% ετησίως, η Συμφωνία των Πρεσπών και πολλά άλλα. Κανείς όμως δεν είπε ότι όλα αυτά, που ξεκίνησαν από το 2010, έγιναν κατ’ απαίτηση των δανειστών που αποτελούν, μέσω του Eurogroup, την ουσιαστική κυβέρνηση της Ελλάδας. Οι δανειστές πρέπει να μείνουν στο απυρόβλητο για να μην αντιλαμβάνονται οι πολίτες την πραγματική αιτία των δεινών τους. Η ξένη εξάρτηση δεν πρέπει να αμφισβητείται και να εμπεδωθεί ως κανονικότητα.
Στη βάση αυτή, η ΝΔ πέτυχε να κερδίσει το 39,85% των εγκύρων ψηφοδελτίων. Δεν υπολογίζονται, δηλαδή, η αποχή (42,1%) και τα λευκά – άκυρα (2.1%). Μετά, εφαρμόστηκε η «δημοκρατική αρχή» του bonus των 50 εδρών για το πρώτο κόμμα. Έτσι, η σχετική πλειοψηφία στο εκλογικό σώμα μετατράπηκε σε απόλυτηπλειοψηφία (158 έδρες) στη Βουλή. Το bonus των 50 εδρών αντιπροσωπεύει ποσοστό 16,7% των εγκύρων ψηφοδελτίων. Χαρακτηριστικό είναι ότι κάθε βουλευτής της ΝΔ χρειάστηκε μόνο 14.249 ψήφους για να εκλεγεί, ενώ για κάθε βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ απαιτήθηκαν 20.711 ψήφοι. Παραπλήσιοι είναι οι ψήφοι που χρειάστηκαν οι βουλευτές και των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης: ΜέΡΑ 25 (21.581), Ελληνική Λύση (20.880), ΚΙΝΑΛ (20.796), ΚΚΕ (19.972).
Είναι φανερό ότι, στη σημερινή αντιπροσωπευτική δημοκρατία μας, η ψήφος μιας μερίδας πολιτών έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από την ψήφο μιας άλλης πολυπληθέστερης αλλά διασπασμένης μερίδας. Μάλλον έχουμε ένα ολιγαρχικό παρά δημοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης. Υπενθυμίζουμε ότι το ίδιο σύστημα έδωσε κοινοβουλευτική πλειοψηφία και στις τρείς μνημονιακές κυβερνήσεις των Γ. Παπανδρέου, Α. Σαμαρά και Α. Τσίπρα.
Μεταξύ των ευρωεκλογών (26-5-19) και των εθνικών εκλογών (7-7-19), μέσα σε λιγότερο από ενάμιση μήνα, η ΝΔ αύξησε το ποσοστό της κατά 6,73 μονάδες και από το 33,12% έφτασε στο 39,85%. Η αύξηση αυτή προήλθε από ψηφοφόρους που στις ευρωεκλογές είχαν στηρίξει μικρότερα κόμματα τα οποία όμως δεν είχαν πιάσει το όριο του 3%. Ορισμένα απ’ αυτά τα κόμματα δεν έλαβαν μέρος στις εθνικές εκλογές (ΠΟΤΑΜΙ, ΑΝΕΛ, Ελλάδα ο Άλλος Δρόμος, ΛΑΟΣ κλπ), αλλά και όσα έλαβαν μέρος είδαν το ποσοστό τους να συρρικνώνεται. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Χρυσής Αυγής που ενώ στις ευρωεκλογές είχε πάρει 4,88% (εξέλεξε 2 ευρωβουλευτές) στις εθνικές εκλογές, χάνοντας 1,95 μονάδες, έλαβε 2,93%, και έμεινε εκτός Βουλής. Αλλά και η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου παρ’ όλο που μπήκε στη Βουλή, μεταξύ των δύο εκλογικών αναμετρήσεων έχασε 0,48 της μονάδας και από το 4,18% υποχώρησε στο 3,70%. Με την τεχνητή πόλωση που δημιουργήθηκε η ΝΔ συσπείρωσε όλες τις αντι-ΣΥΡΙΖΑ δυνάμεις.
Αντίστοιχα ο ΣΥΡΙΖΑ, μέσα σε ενάμιση μήνα, συσπείρωσε όλες τις λεγόμενες «αντι-Δεξιές» δυνάμεις και αύξησε το ποσοστό του κατά 7,77 μονάδες – περισσότερο απ’ ότι η ΝΔ – και από το 23,53% των ευρωεκλογών έφτασε στο 31,53%. Η αύξηση αυτή προήλθε επίσης από τη λεηλασία των ψήφων μικρότερων κομμάτων της ευρύτερης αντι-μνημονιακής Αριστεράς. Μόνο δύο κόμματα αύξησαν κατά ένα μικρό ποσοστό την επιρροή τους το ΜέΡΑ 25 κατά 0,45 και το ΚΙΝΑΛ κατά 0,38 της μονάδας.
Σημειώνουμε ότι τα μικρά κόμματα – κάτω του 3% – στις ευρωεκλογές έλαβαν ένα συνολικό ποσοστό 21% ενώ στις εθνικές εκλογές το ποσοστό τους συρρικνώθηκε στο 8%. Η διαφορά που ανέρχεται σε 13% απορροφήθηκε κυρίως από τα δύο μεγάλα κόμματα.
Παρά τα όσα λέγονται, είναι φανερό ότι δεν πρόκειται για την αναβίωση του παλιού δικομματικού συστήματος αλλά για περιστασιακές συσπειρώσεις που οφείλονται στην απουσία αξιόπιστης εναλλακτικής πρότασης. Οι ψηφοφόροι της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, εκτός του στενού πυρήνα, δεν ταυτίζονται ιδεολογικά και πολιτικά με τα δύο αυτά κόμματα. Παρά την προσπάθεια να εμφανιστούν ότι εκπροσωπούν διαφορετικούς κόσμους και τα δύο κόμματα έχουν κοινές βασικές πολιτικές επιλογές, ενώ για επικοινωνιακούς και μόνο λόγους διαφοροποιούνται σε επουσιώδη θέματα. Αμφότεροι αυτοί οι πολιτικοί σχηματισμοί, μαζί με το ΚΙΝΑΛ και παλαιότερα το ΠΟΤΑΜΙ, τους ΑΝΕΛ και την Ένωση Κεντρώων, επιχειρούν να πείσουν τους πολίτες ότι όσα συμβαίνουν, τουλάχιστον από το 2010, είναι αναπόφευκτα – μοιραία.
Όλα τα κόμματα που, κατά διαστήματα, ψήφισαν τα Μνημόνια τάσσονται υπέρ της παραμονής, πάση θυσία, στην Ευρωζώνη, ακόμα κι αν αυτό έχει ως συνέπεια την ολοκληρωτική καταστροφή της χώρας, αναγνωρίζουν ως βασική προτεραιότητα την εξυπηρέτηση του δυσθεώρητου συναλλαγματικού χρέους που δημιουργήθηκε από το ευρώ και γενικώς δεν αμφισβητούν τις πολιτικές της παγκοσμιοποίησης (ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων, αγαθών και ανθρώπων) που επιβάλλονται από την ΕΕ.
Η απώλεια της εθνικής κυριαρχίας, η εκχώρηση της νομισματικής και οικονομικής ανεξαρτησίας, η δημογραφική συρρίκνωση, η αλλοίωση της σύνθεσης του πληθυσμού, η υποβάθμιση των ενόπλων δυνάμεων και η γεωπολιτική αποδυνάμωση της Ελλάδας, αποτελούν τις συνέπειες των κοινών στρατηγικών επιλογών όλων των συστημικών κομμάτων. Για το λόγο αυτό πολλά στελέχη τους, χωρίς καμιά ιδεολογική δυσκολία, μετακινούνται από το ένα κόμμα στο άλλο, προκειμένου να υπηρετήσουν τις ίδιες πολιτικές από «καλύτερες» θέσεις.
Η προπαγάνδα που εκπορεύεται από τα κόμματα αυτά και απ’ όλα τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης, η σύγχυση και ο φόβος που καλλιεργείται δεν επιτρέπουν στους περισσότερους πολίτες να αντιληφθούν την αφανή κατοχή της χώρας. Να αντιληφθούν, γιατί η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν μπορεί να εφαρμόσει μια ουσιαστικά διαφορετική πολιτική απ’ αυτήν που εφαρμόστηκε την περίοδο 2012-2014. Να αντιληφθούν, γιατί οι σημερινοί υπουργοί δε θα κάνουν κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που οι ίδιοι έκαναν στη συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου.
Από την άλλη πλευρά, οι πατριωτικές δυνάμεις της Αντίστασης υπέστησαν στις εκλογές συντριπτική ήττα. Ανίκανες να κατανοήσουν τι συμβαίνει και γιατί συμβαίνει, εγκλωβισμένες σε ιδεολογήματα της εποχής του Μεσοπολέμου, αδυνατώντας να αναλύσουν το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης και αδιαφορώντας για την ουσιαστική υπεράσπιση του έθνους-κράτους, ουσιαστικά εξαφανίστηκαν ως πολιτικά υποκείμενα, ικανά να επηρεάσουν την πορεία της χώρας.
Όσο διάστημα οι πατριωτικές δυνάμεις δεν παρουσιάζουν στον ελληνικό λαό ένα νέο όραμα, ρεαλιστικό και αξιόπιστο, τόσο η πολιτική παρακμή θα βαθαίνει, η ξενοκρατία θα εδραιώνεται, οι δωσιλογικές κυβερνήσεις θα εναλλάσσονται, η νεολαία θα μεταναστεύει, ο πληθυσμός θα μειώνεται, η παραγωγική βάση θα συρρικνώνεται, η Ελλάδα θα ξεπουλιέται και θα καταστεί, λόγω αδυναμίας, γεωπολιτικά αναλώσιμη για την Τουρκία και τις Μεγάλες Δυνάμεις.
Πριν να είναι πολύ αργά, απαιτείται να παρουσιαστεί στους Έλληνες ένα συγκεκριμένο σχέδιο απελευθέρωσης της χώρας από τα δεσμά των δανειστών που θα εγγυάται ότι η επόμενη μέρα θα είναι καλύτερη από τη σημερινή. Τότε και μόνο τότε θα είναι δυνατή η συσπείρωση της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών πάνω από τις τεχνητές διαχωριστικές γραμμές – στην εποχή της παγκοσμιοποίησης δεν έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο – μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, αλλά χρησιμοποιούνται για να διασπούν τους Έλληνες και να διαιωνίζεται η ξένη επικυριαρχία.
Ο Νίκος Ιγγλέσης είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου
«Στρατηγικές Επιλογές Επιβίωσης του Ελληνισμού»
που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Στοχαστής».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου