Εάν δεν ανακτηθεί η εμπιστοσύνη των Πολιτών προς την πολιτική, με τη συμμετοχή των χιλιάδων Ελλήνων που είναι σε θέση να προσφέρουν πραγματικά στη χώρα τους, τότε η Ελλάδα θα πάψει να υφίσταται ως ανεξάρτητο Έθνος – καταλήγοντας στα σκουπίδια της ιστορίας, όπως τόσες άλλες χώρες προηγουμένως.
“Αυτό που λείπει σήμερα από τη χώρα μας, αυτό δηλαδή που αδυνατεί να μας προσφέρει η Πολιτική στο σύνολο της, είναι ένα λογικό πλαίσιο προσανατολισμού μας – χωρίς το οποίο είναι αδύνατον να χειρισθούμε τα προβλήματα μας με επιτυχία.Εάν λοιπόν η Πολιτική έλεγε στους Έλληνες Πολίτες την αλήθεια, η οποία θα ήταν το προϊόν της αντικειμενικής ανάλυσης των σημερινών, εθνικών και διεθνών συνθηκών με τη βοήθεια της απλής λογικής, χαράσσοντας μία συγκεκριμένη πορεία, η χώρα μας θα μπορούσε πολύ εύκολα να διαχειριστεί όλα της τα προβλήματα με απόλυτη επιτυχία – αφού σε αυτήν την περίπτωση οι Έλληνες θα αποκτούσαν ένα πλαίσιο προσανατολισμού, το οποίο σήμερα δεν διαθέτουν.Εάν όμως η Ελληνική Πολιτική συνεχίσει να υποκρίνεται, να διασπείρει ψεύτικές ελπίδες ή να κινδυνολογεί, να αναφέρεται διαρκώς σε επώδυνα μέτρα και να ενδιαφέρεται μόνο για την νομή της εξουσίας, ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες, τους εκβιασμούς καλύτερα της Γερμανίας, η Ελλάδα θα καταστραφεί – χωρίς να υπάρχει κανένας αντικειμενικός λόγος, αφού πρόκειται αναμφίβολα για μία πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη χώρα, η οποία όμως δεν έχει κατανοήσει ακόμη ότι, οφείλει να προστατεύει συνεχώς τα «υπάρχοντα» της”.
Ανάλυση
Όπως έχουμε ήδη αναφέρει η «πολιτική δύναμη», η πρωτοκαθεδρία της πολιτικής στο δημόσιο βίο δηλαδή, αποτελεί το «κλειδί» της προστασίας μας, απέναντι στις προσπάθειες της οικονομικής μας υποδούλωσης. Επομένως, η λύση των προβλημάτων μας είναι η πολιτική δύναμη και ο έλεγχος της – αφού κανένας δεν επιθυμεί την κυριαρχία της οικονομικής δύναμης. Εάν λοιπόν χρειασθεί, η οικονομική δύναμη οφείλει να καταπολεμηθεί, έτσι ώστε να τεθεί κάτω από τον απόλυτο έλεγχο της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας.
Κατ’ επέκταση, το κεντρικό πρόβλημα των ανθρωπίνων κοινωνιών είναι ο έλεγχος της πολιτικής εξουσίας – η οποία είναι η μόνη που μπορεί να ελέγξει την οικονομική δύναμη. Από τη στιγμή λοιπόν που θα καταφέρουμε να βρούμε τις μεθόδους ελέγχου της πολιτικής δύναμης, όλα τα υπόλοιπα προβλήματα της κοινωνικής ζωής είναι πολύ πιο εύκολο να επιλυθούν. Τότε, δεν θα υπάρχει πλέον λόγος να κατηγορούμε κανέναν άλλο – ούτε να «κραυγάζουμε» εναντίον των κακών οικονομικών διαβόλων, οι οποίοι δρουν στο «παραπέτασμα».
Περαιτέρω, είναι ίσως σκόπιμο να αναφέρουμε ξανά πως, παρά το ότι η κύρια ευθύνη της κάθε πολιτικής ηγεσίας δεν είναι άλλη από τη σωστή διαχείριση των δημοσίων οικονομικών, οι κυβερνήσεις φαίνεται να λειτουργούν διαχρονικά, με έναν εντελώς παράδοξο τρόπο. Ειδικότερα, αφού έχουν στη διάθεση τους ένα ορισμένο «budget», έτσι όπως εμφανίζεται στον εκάστοτε ετήσιο προϋπολογισμό (προερχόμενο από φόρους, από τα κέρδη των κοινωφελών επιχειρήσεων, από τα ενοίκια της δημόσιας περιουσίας κλπ.), δεν ξοδεύουν, όπως ο κάθε συνετός «εισοδηματίας», το ποσόν που ευρίσκεται στη διάθεση τους, αλλά δανείζονται πολύ περισσότερα – χωρίς καν να ρωτούν τους Πολίτες που εκπροσωπούν.
Μετονομάζοντας λοιπόν τις ζημίες σε ελλείμματα, συσσωρεύουν κακοδιαχείριση ετών, δημιουργώντας εκ του μηδενός τεράστια δημόσια χρέη – τα οποία τοκιζόμενα, απειλούν να πτωχεύσουν πολλά κράτη. Ακόμη περισσότερο οι κυβερνήσεις, αντί να μειώνουν τα έξοδα τους (ενδεχομένως απολύοντας πλεονάζων προσωπικό, εξοικονομώντας από περιττές δαπάνες, περιορίζοντας αμοιβές, λειτουργώντας με κέρδος τις δημόσιες εταιρείες κλπ.), ρίχνουν το βάρος των χρεών και των «ελλειμμάτων», των ζημιών δηλαδή, στους Πολίτες τους – κατηγορώντας τους επί πλέον για ελλιπή φορολογική συνείδηση, για μειωμένη παραγωγικότητα, για οκνηρία, για σπατάλη και για τόσα πολλά άλλα.
Από τη μία πλευρά δηλαδή σπαταλούν ατιμώρητοι τη δημόσια περιουσία (πουλούν ακόμη και τις επιχειρήσεις που ανήκουν στους Πολίτες τους), ενώ από την άλλη οργανώνουν «αστυνομικές ομάδες ελέγχου» εναντίον εκείνων των δύστυχων Πολιτών, οι οποίοι ουσιαστικά συντηρούν τόσο τους ίδιους, όσο και το υπόλοιπο Κράτος. Την ίδια στιγμή, προσπαθούν έμμεσα να πείσουν τους Πολίτες τους ότι, η δημόσια περιουσία ανήκει στους κυβερνώντες – ότι δεν είναι δηλαδή ιδιοκτησία των κυβερνωμένων!
Τέλος, οικοδομούν επάνω στα συναισθήματα ενοχής των «υπηκόων» τους – επιβάλλοντας τους ουσιαστικά έναν κυριολεκτικά καταστροφικό αυτοσαρκασμό, στη θέση της δημιουργικής αυτοκριτικής. Προωθούν δε επί πλέον τη ζηλόφθονη, εχθρική, ανταγωνιστική συμπεριφορά του ενός για τον άλλο – στα πλαίσια «διαίρει και βασίλευε».
Περαιτέρω, για να αποφευχθούν τα παραπάνω, οφείλουν να δρομολογηθούν μεταξύ άλλων τα εξής:
(α) Η δια νόμου απαγόρευση της πώλησης της κοινωφελούς δημόσιας περιουσίας, καθώς επίσης η απαγόρευση του δανεισμού των κρατών – με εξαίρεση μόνο το δανεισμό για εκείνες τις επενδύσεις, μέσω των κερδών των οποίων εξασφαλίζεται η εξόφληση των δανείων. Εάν η εκάστοτε κυβέρνηση αδυνατεί να ανταπεξέλθει με τα έξοδα του κράτους, είναι απόλυτα υποχρεωμένη να τα περιορίσει, καθώς επίσης να αυξήσει τα έσοδα – σεβόμενη τουλάχιστον την αλληλεγγύη των γενεών.
Ο δανεισμός επιβαρύνει ουσιαστικά τις μελλοντικές γενιές, με τις παρούσες τότε να ζουν εις βάρος τους – μία τεράστια κοινωνική αδικία, η οποία οφείλει άμεσα να καταπολεμηθεί. Άλλωστε είμαστε σίγουροι ότι, εάν οι σημερινοί Έλληνες γνώριζαν ότι ζουν εις βάρος των παιδιών τους (μία τεράστια ευθύνη όλων αυτών που δεν μας έχουν ενημερώσει σωστά), θα έπαυαν αμέσως να το κάνουν – επιτυγχάνοντας πραγματικά θαύματα.
(β) Η διαφάνεια στη διαχείριση των δημοσίων οικονομικών, όπως επίσης στη στελέχωση των κρατικών υπηρεσιών. Η μακροπρόθεσμη καταπολέμηση της αδιαφάνειας, αυτή δηλαδή που δεν στηρίζεται στις «διαθέσεις» των εκάστοτε κυβερνώντων, είναι η δια νόμου υποχρέωση όλων ανεξαιρέτως των δημοσίων οργανισμών (υπουργεία, επιτροπές, κόμματα, δήμοι, κοινότητες, επιχειρήσεις κλπ) να τηρούν το υποχρεωτικό για τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα διπλογραφικό λογιστικό σύστημα – καθώς επίσης να συντάσσουν ετησίους Ισολογισμούς, με περιουσιακά στοιχεία (ενεργητικό), με υποχρεώσεις (παθητικό), με αριθμό προσωπικού, με μισθούς, με παραγωγικότητα και με αποτελέσματα χρήσεως (τζίρος, κέρδη, ζημίες κλπ).
Όλοι αυτοί οι Ισολογισμοί, καθώς επίσης ο κεντρικός του κράτους, ο οποίος οφείλει να συμπεριλαμβάνει όλα τα επί μέρους «μεγέθη» του, πρέπει να δημοσιεύονται με διαφάνεια στο διαδίκτυο έτσι ώστε, αφενός μεν να έχουν τη δυνατότητα να ενημερώνονται οι Πολίτες, αφετέρου να μην έχουν καμία «δικαιολογία» οι νέες κυβερνήσεις – να μην ισχυρίζονται κάθε φορά δηλαδή «κοινότυπα» ότι, δεν γνωρίζουν τι ακριβώς παραλαμβάνουν από τις προηγούμενες.
Ειδικά όσον αφορά τα πολιτικά κόμματα, τόσο το διπλογραφικό λογιστικό σύστημα, όσο και οι ετήσιοι Ισολογισμοί στο διαδίκτυο, θα πρέπει να υιοθετηθούν άμεσα – εάν θεωρούμε ότι οφείλουν να εφαρμόζονται οι ελάχιστα απαιτούμενες δημοκρατικές διαδικασίες, τουλάχιστον από αυτούς που θέλουν να μας διοικούν.
(γ) Η εφαρμογή των προεκλογικών προγραμμάτων διακυβέρνησης, από τα κόμματα που αναλαμβάνουν την ηγεσία. Η πιστή εφαρμογή των προγραμμάτων αυτών θα πρέπει να είναι υποχρεωτική από το Νόμο – ο οποίος οφείλει να προβλέπει ποινικές συνέπειες, σε σχέση με την ενδεχόμενη μη τήρηση του.
(δ) Το γραφειοκρατικό πλαίσιο (απρόσκοπτο άνοιγμα ή κλείσιμο εταιρειών, θεσμική προστασία από τη διαφθορά των Δ.Υ. κλπ)., καθώς επίσης η βασική φορολογική αντιμετώπιση των ιδιωτικών επιχειρήσεων (ελεύθερων επαγγελματιών κλπ), στην οποία στηρίζεται κυρίως η ανάπτυξη μίας Οικονομίας, πρέπει επίσης να θεσμοθετείται μακροπρόθεσμα – έτσι ώστε να μην υπόκειται σε βραχυπρόθεσμες διαφοροποιήσεις οι οποίες, αφού είναι μη προβλεπόμενες, δεν προγραμματίζονται, καθιστώντας ασύμφορες τις πάσης φύσεως επενδύσεις. Κατά την άποψη μας δε, η ανάπτυξη μίας Οικονομίας θα ήταν κατά πολύ πιο δυναμική, εάν οι φόροι στα αδιανέμητα κέρδη των επιχειρήσεων μηδενιζόταν – με τη φορολόγηση των διανεμομένων (μερισμάτων) να «ακολουθεί» μία προοδευτική κλίμακα.
(ε) Απαραίτητα θεσμοθετημένη οφείλει να είναι επίσης η λειτουργία της εκάστοτε κεντρικής τράπεζας – η ανεξαρτησία της οποίας αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της «δυτικής οικονομικής σκέψης».
Η κεντρική τράπεζα είναι κατά κάποιον τρόπο η δικαστική εξουσία της Οικονομίας, αφού μόνο αυτή έχει τη δυνατότητα να ελέγχει την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, καθώς επίσης να επιβλέπει τη λειτουργία των εμπορικών τραπεζών. Επειδή λοιπόν είναι ουσιαστικά η «καρδιά» του χρηματοπιστωτικού συστήματος, το οποίο με τη σειρά του εξασφαλίζει τη σωστή λειτουργία του κράτους, οφείλει να δίνεται μεγάλη σημασία στη «δημοκρατική» στελέχωση της (εκλογή του προέδρου της από το Κοινοβούλιο, με απόλυτη πλειοψηφία άνω του 60%, έτσι ώστε να μην είναι «υποχείριο» του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος κλπ).
Ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, εάν η πρώτη προτεραιότητα του ΔΝΤ, σε σχέση με την κατάκτηση μίας χώρας, είναι η ενδοτική σύμπραξη της κυβέρνησης της (η «συνενοχή» της ηγεσίας εξασφαλίζεται εκ των προτέρων), η επόμενη αφορά τη λεηλασία των τραπεζών της – αφού διαφορετικά είναι πολύ δύσκολο να την «υποδουλώσει» μακροπρόθεσμα. Στην υποθετική αυτή περίπτωση όμως, είναι μάλλον απαραίτητη η συνεργασία της εκάστοτε κεντρικής τράπεζας, η οποία διαθέτει όχι μόνο όλες τις πληροφορίες, σε σχέση με το χρηματοπιστωτικό και λοιπό οικονομικό σύστημα του κράτους, αλλά και τα διάφορα μέσα, για να τις χρησιμοποιήσει με τον κατάλληλο τρόπο.
Επίλογος
Κατά την πάγια άποψη μας, είναι απαραίτητη η συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, με στόχο τη μακροπρόθεσμη επίλυση των προβλημάτων τους. Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, εάν καταφέρουμε να εξελίξουμε ορθολογικά το πολιτικό μας σύστημα, καθώς επίσης να επικεντρωθούμε σε εκείνους τους τομείς της Οικονομίας που μπορούμε πραγματικά να αποδώσουμε, αυξάνοντας το ΑΕΠ μας παραγωγικά και όχι καταναλωτικά, τότε πραγματικά θα μεγαλουργήσουμε – επειδή η πατρίδα μας είναι αναμφίβολα μία πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη χώρα.
Ίσως λοιπόν να έχει έλθει ο καιρός που πρέπει να πάψουμε να περιμένουμε τα πάντα από τους πολιτικούς και τα κόμματα. Ίσως να πρέπει εμείς, αντιστρέφοντας τους όρους, να θέσουμε νέους προβληματισμούς και να αναζητήσουμε, με τη δική μας συμμετοχή, τις λύσεις στα προβλήματα μας.
Οδηγός μας οφείλει να είναι το κοινό συμφέρον, καθώς επίσης η πρόθεση μας όχι μόνο να διώξουμε τους εισβολείς ή/και να ξεφύγουμε από την κρίση, αλλά να γίνουμε «πάση θυσία» η ωραιότερη, η πλουσιότερη και η πιο πολιτισμένη χώρα της ΕΕ. –με τη βοήθεια της απελευθέρωσης των τεράστιων αποθεμάτων ενέργειας όχι μόνο των 5 εκ. εργαζομένων μας, αλλά ολόκληρου του Έθνους μας.
Πηγή : https://analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου