MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2017

Η μοναδική διέξοδος από το αδιέξοδο

Η λύση που απομένει σήμερα στην Ελλάδα είναι η αναβολή της πληρωμής των χρεών της, έως ότου εξυγιανθεί η οικονομία της και αυξηθούν οι τιμές των περιουσιακών της στοιχείων, η πτώση των οποίων υπερβαίνει το 1 τρις € – διαφορετικά κινδυνεύει να μετατραπεί σε ένα αποτυχημένο κράτος, στο οποίο θα βασιλεύει η εγκληματικότητα.

«Η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να παράγει πλούτο, αντί να μοιράζει «αριστερά» τη φτώχεια με την πολιτική των μνημονίων που της έχει επιβληθεί – οπότε είναι απαραίτητη η άμεση κατάργηση τους και η διεξαγωγή δημοσίων επενδύσεων, παράλληλα με τις ορθολογικές μεταρρυθμίσεις της οικονομίας της και την αλλαγή του παραγωγικού της μοντέλου, για να καταφέρει να επιστρέψει σε πορεία ανάπτυξης«. 

Ανάλυση

Σύμφωνα με την οικονομική θεωρία, το σημαντικότερο που πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι επιπτώσεις μία κρίσης είναι το ότι, οι κρίσεις δεν καταστρέφουν τα υφιστάμενα περιουσιακά στοιχεία μίας χώρας. Με απλά λόγια τράπεζες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά μπορεί να χρεοκοπούν, αλλά όλα τα περιουσιακά στοιχεία παραμένουν τα ίδια με προηγουμένως: το ίδιο ανθρώπινο, υλικό και φυσικό κεφάλαιο. Τα ίδια σπίτια, οι ίδιες βιομηχανικές εγκαταστάσεις, οι ίδιοι εργαζόμενοι.

Φυσικά πλήττονται τόσο η εμπιστοσύνη, όσο και η πίστη – ενώ εξασθενεί ο θεσμικός ιστός της κοινωνίας όταν οι επιχειρήσεις πτωχεύουν ή αδυνατούν να ανταπεξέλθουν με τις υποχρεώσεις τους, οι άνθρωποι χάνουν τις θέσεις εργασίας τους και δεν είναι πια σαφές ποιός έχει τον έλεγχο ή την ιδιοκτησία των συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων (στο παράδειγμα της Ελλάδας, πολλά ιδιωτικά ακίνητα ανήκουν μεν ακόμη στους ιδιοκτήτες τους, αλλά την κυριότητα τους την είχαν οι τράπεζες, ενώ σήμερα τα κερδοσκοπικά κεφάλαια).

Στο δρόμο τώρα προς την κρίση γίνεται μεγάλη σπατάλη πόρων – όπως συμβαίνει για παράδειγμα με τις κατασκευές κατοικιών, όπου συχνά επενδύονται υπερβολικά πολλά χρήματα, τα οποία δεν είναι παραγωγικά. Όλα αυτά δεν διαπιστώνονται φυσικά μόνο σε χώρες όπως η Ελλάδα, στην οποία σπαταλήθηκαν μετά την υιοθέτηση του ευρώ πολλά χρήματα, επειδή ήταν τόσο εύκολος, όσο και φθηνός ο δανεισμός – αλλά σχεδόν παντού στον πλανήτη.

Στο πρόσφατο παρελθόν οι Η.Π.Α., η Ισπανία και η Ιρλανδία ήταν τα κυριότερα κράτη, στα οποία υπήρξαν μεγάλες φούσκες ακινήτων που προκάλεσαν την κατάρρευση των τραπεζών – ενώ σήμερα παρατηρείται κάτι ανάλογο σε πολλές άλλες χώρες, όπως η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Κίνα κοκ. Όσον αφορά δε την πολιτική διαφθορά, τη διαπλοκή, την αναποτελεσματικότητα του δημοσίου τομέα, την απώλεια της ανταγωνιστικότητας κοκ., η Ελλάδα δεν έχει επίσης το «μονοπώλιο» – αφού ανάλογες «διαστρεβλώσεις» υπάρχουν σε πολλά άλλα κράτη, πριν από όλα στην Ιταλία (για παράδειγμα η φοροδιαφυγή, η παραοικονομία καλύτερα σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ είναι 24% του ΑΕΠ στην Ελλάδα και 17% στη Γερμανία – στην οποία βέβαια η φοροαποφυγή μέσω των φορολογικών παραδείσων είναι απείρως μεγαλύτερη) .

Ως εκ τούτου είναι ανόητο να κατηγορούμε μόνο τη χώρα μας, σε σχέση με την υπερχρέωση της, τις εσφαλμένες επενδύσεις σε ακίνητα που ασφαλώς δεν είναι παραγωγικά, τα ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της κοκ. – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Αντίθετα, πρέπει να κατηγορούμε τη λανθασμένη πολιτική που μας επέβαλλε η Τρόικα μετά το 2010, αφού αυτή κατέστρεψε τελικά την Οικονομία μας – γνωρίζοντας πως σχεδόν νομοτελειακά οι περισσότερες ζημίες σημειώνονται μετά το ξέσπασμα της εκάστοτε κρίσης, όταν οι πόροι δεν χρησιμοποιούνται πλήρως, ούτε αποτελεσματικά, η ανεργία εκτινάσσεται στα ύψη και οι χρεοκοπίες πολλαπλασιάζονται.

Έτσι, αντί τα προβλήματα που είχαμε πριν από την κρίση οδηγώντας την Ελλάδα στην υπερχρέωση να αντιμετωπισθούν, προσαυξήθηκαν μετά το ξέσπασμα της – παρά το ότι ήταν πολύ μικρότερα, συγκριτικά με άλλες χώρες, αφού η Ελλάδα δεν είχε μεγάλη φούσκα ακινήτων, ούτε τραπεζικά προβλήματα, ενώ το ιδιωτικό της χρέος ήταν εξαιρετικά χαμηλό.

Όλα αυτά όμως αποτελούν πλέον παρελθόν, ενώ ότι συνέβη δεν αλλάζει. Αυτό που πρέπει λοιπόν να μας απασχολεί σήμερα είναι το μέλλον – το οποίο δεν πρόκειται να είναι θετικό για όλους εμάς τους Έλληνες, εάν δεν υιοθετηθούν άμεσα οι κατάλληλες πολιτικές. Στα πλαίσια αυτά υπάρχουν δύο διαφορετικές απόψεις: αυτή της Τρόικας, η οποία είχε στόχο να ισοσκελίσει τα δίδυμα ελλείμματα της χώρας μας (έχοντας τον τελικά πετύχει, αλλά καταστρέφοντας παράλληλα εντελώς την οικονομία μας), καθώς επίσης η μέθοδος του Keynes – σύμφωνα με την οποία ο μοναδικός τρόπος για να ξεφύγει μία χώρα από μία βαθιά ύφεση είναι οι δημόσιες επενδύσεις.

Εδώ οφείλουμε να σημειώσουμε πως η μεγάλη διαφορά με την πολιτική που πρότεινε ο Keynes, οπαδός της ελεύθερης οικονομίας, όσον αφορά την εφαρμογή της είναι το ότι, το κράτος πρέπει μεν να επεμβαίνει σε εποχές μεγάλων κρίσεων επενδύοντας, αφού μόνο έτσι αυξάνεται η ζήτηση (το νούμερο ένα πρόβλημα της Ελλάδας) και μειώνεται η ανεργία, αλλά αμέσως μετά, όταν η κατάσταση της οικονομίας σταθεροποιείται και ανακτάται η εμπιστοσύνη, το κράτος οφείλει να αποχωρεί – αφήνοντας πλέον τους ιδιώτες να επιχειρήσουν, στους οποίους μεταξύ άλλων πουλάει τις επενδύσεις του. Δυστυχώς το δεύτερο μέρος της πρότασης του δεν δρομολογήθηκε – με αποτέλεσμα μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο να διογκωθεί υπερβολικά το δημόσιο, διευκολύνοντας την άνοδο και την κυριαρχία του ακραίου νεοφιλελευθερισμού αργότερα (ανάλυση).

Η ορθολογική αντιμετώπιση των κρίσεων

Περαιτέρω, αυτό που χρειαζόταν η Ελλάδα σύμφωνα με τη θεωρία του Keynes, ήταν ένα πακέτο τόνωσης της οικονομίας της – παράλληλα με τις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, καθώς επίσης με την αλλαγή του λανθασμένου παραγωγικού της μοντέλου. Με βάση τώρα τον κ. Siglitz, ένα καλά σχεδιασμένο πακέτο αντιμετώπισης της κρίσης πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψιν του τις εξής επτά αρχές:

(α) Πρέπει να λειτουργεί άμεσα – με την έννοια πως κάθε οικονομική πολιτική χρειάζεται αρκετούς μήνες για να αποδώσει, οπότε είναι επιτακτική η ανάγκη διοχέτευσης χρήματος στην οικονομία γρήγορα (πόσο μάλλον πριν χρεοκοπήσουν οι πάντες, οπότε ακόμη και αν διατίθενται χρήματα, δεν υπάρχουν αξιόχρεοι δανειολήπτες). Στην Ελλάδα βέβαια έγινε ακριβώς το αντίθετο, το οποίο επιδεινώθηκε από τη μαζική εκροή κεφαλαίων στο εξωτερικό που διευκολύνθηκε από τις δανειακές συμβάσεις – κάτι που έχει συμβεί στο παρελθόν σε πολλές άλλες χώρες, προκαλώντας την ασιατική κρίση που πυροδότησε τη Ρωσική, την κρίση της Αργεντινής κοκ.

(β) Πρέπει να είναι αποτελεσματικό – γεγονός που σημαίνει ότι, κάθε ευρώ που δαπανάται οφείλει να οδηγεί σε μία μεγαλύτερη αύξηση της απασχόλησης και του ΑΕΠ. Εν προκειμένω αναφερόμαστε στον πολλαπλασιαστή, σύμφωνα με τον οποίο 1 € κρατικής δαπάνης αυξάνει το ΑΕΠ περισσότερο από 1 € – ενώ ο μακροπρόθεσμος πολλαπλασιαστής είναι συνήθως μεγαλύτερος από το βραχυπρόθεσμο, αρκεί οι δαπάνες να διενεργούνται σωστά. Σε πλήρη αντίθεση, στην Ελλάδα μειώθηκαν ακαριαία οι κρατικές δαπάνες, ενώ ταυτόχρονα αυξήθηκαν οι φόροι – με αποτέλεσμα ο αρνητικός πολλαπλασιαστής να εκτοξευθεί στα ύψη (ανάλυση), πολύ περισσότερο από ότι ανόητα υπολόγιζε η Τρόικα.

(γ) Πρέπει να αντιμετωπίζει τα μακροπρόθεσμα προβλήματα της χώρας: Εδώ πρόκειται για τα τεράστια εμπορικά ελλείμματα που είχε η Ελλάδα λόγω του λανθασμένου παραγωγικού της μοντέλου, για τις εσφαλμένες επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα στα ακίνητα αντί σε κερδοφόρους παραγωγικούς κλάδους, για το ασφαλιστικό, για το μεγάλο δείκτη εξάρτησης, για τη χαμηλή παραγωγικότητα, για τη μειωμένη ανταγωνιστικότητα της κοκ. – τα οποία θα έπρεπε να καταπολεμηθούν σταδιακά, χωρίς να καταστραφεί εντελώς η χώρα με βίαιες προσαρμογές, όπως συνέβη.

Στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, στην Ιρλανδία, στην Πορτογαλία, στην Κύπρο, στην Ισπανία και στην Ιταλία δεν εφαρμόσθηκαν βέβαια τα ίδια βίαια μέτρα – οπότε είχαν καλύτερα αποτελέσματα. Εδώ, παρά το ότι δεν είμαστε οπαδοί θεωριών συνωμοσίας, απορούμε για τη διαφορετική, τη ρατσιστική κατά κάποιον τρόπο συμπεριφορά της Τρόικας απέναντι στην Ελλάδα – η οποία θα αιτιολογούταν μόνο από το ότι, η τότε κυβέρνηση της έθεσε σε κίνδυνο με τις ανόητες ενέργειες της τόσο το ευρώ, όσο και το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

(δ) Πρέπει να επικεντρώνεται στις επενδύσεις – με την έννοια πως το πακέτο τόνωσης της οικονομίας αυξάνει μεν τα ελλείμματα, το «παθητικό» του ισολογισμού της χώρας δηλαδή, αλλά αυξάνει ανάλογα το ενεργητικό της, καθώς επίσης μακροπρόθεσμα την παραγωγικότητα της. Μπορεί λοιπόν να αυξάνεται το δημόσιο χρέος λόγω των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού σε απόλυτο μέγεθος, αλλά ταυτόχρονα αυξάνεται το ΑΕΠ – οπότε διατηρείται σταθερός ή μειώνεται ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ.

Από τότε πάντως γράφαμε πως η Ελλάδα θα έπρεπε να καταρτίσει άμεσα έναν κρατικό Ισολογισμό, έτσι ώστε να μην φαίνονται μόνο οι υποχρεώσεις της αλλά, επίσης, τα περιουσιακά της στοιχεία – τα οποία τότε αξιολογούταν από το ΔΝΤ στα 300 δις € (πηγή). Επίσης πως οι άμεσοι φόροι (περί τα 20 δις € το 2010, έναντι 51 δις € συνολικών – γράφημα) θα έπρεπε να μειωθούν ειδικά για τις παραγωγικές εξαγωγικές επιχειρήσεις, καθώς επίσης για τις επενδύσεις σε αυτές – αφού η μείωση της εγχώριας ζήτησης θα μπορούσε να αντισταθμισθεί μόνο από την εκμετάλλευση της ζήτησης των άλλων χωρών και ειδικά της Γερμανίας, οι εισαγωγές της οποίας είναι πολύ υψηλές. 

Στο σημείο αυτό ισχυρίζονται αρκετοί πως μόνο η Ελλάδα είχε υψηλά ελλείμματα, οπότε δεν υπήρχε άλλη λύση – κάτι που δεν ισχύει, αφού πολλές άλλες χώρες είχαν ανάλογα ελλείμματα, όπως οι Η.Π.Α., στις οποίες υπερέβαιναν το -10%, η Ιρλανδία με – 32% το 2010 και -12% το 2012 κλπ. (γράφημα – μπλε στήλες αριστερή κάθετος έλλειμμα Ιρλανδίας, διακεκομμένη γραμμή δεξιά κάθετος έλλειμμα Η.Π.Α.) Σε κάθε περίπτωση, όταν μία χώρα τονώνει την οικονομία της μέσω της κατανάλωσης που τροφοδοτείται με δανεικά (=με ελλείμματα), αντιμετωπίζει προβλήματα στο μέλλον, όταν θα πρέπει να καλύψει τους τόκους – ενώ όταν η οικονομία τονώνεται με επενδύσεις, τα κέρδη τους είναι υψηλότερα από τους τόκους, οπότε δεν της δημιουργείται πρόβλημα.

(ε) Πρέπει να ενισχύει κυρίως τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα – αφού τα χρήματα οδηγούνται τότε ξανά στην οικονομία, επειδή έχουν μεγαλύτερες ανάγκες, οπότε συμβάλλουν στην ανάπτυξη (ζήτηση, κατανάλωση). 

(στ) Πρέπει να αντιμετωπίζει τις βραχυπρόθεσμες έκτακτες ανάγκες που δημιουργεί η κρίση – όπως αυτές των ανέργων που μένουν χωρίς υγειονομική ασφάλιση, εκείνων που δυσκολεύονται να εξυπηρετήσουν τα στεγαστικά τους δάνεια δημιουργώντας επί πλέον προβλήματα στις τράπεζες κλπ. Στην Ελλάδα έγινε επίσης το αντίθετο, με αποτέλεσμα να κορυφωθούν τα κόκκινα δάνεια, οπότε να βρεθούν σε δύσκολη θέση οι τράπεζες – οι οποίες επί πλέον χρεοκόπησαν από το εγκληματικό PSI.

Ο στόχος δε των Γερμανών σήμερα είναι να διορθωθεί βίαια η αγορά ακινήτων, έτσι ώστε να απελευθερωθούν κεφάλαια για παραγωγικές επενδύσεις – με την έννοια της κατάσχεσης και των πλειστηριασμών των σπιτιών σε εξευτελιστικές τιμές (για να μειωθεί γρήγορα η ιδιοκατοίκηση από το 85% στο 40% που είναι στη Γερμανία), οπότε να εξυγιανθούν οι τράπεζες και να επενδυθούν χρήματα σε άλλους κλάδους.

(ζ) Τέλος, το πακέτο τόνωσης της οικονομίας πρέπει να στοχεύει τομείς, στους οποίους σημειώνονται απώλειες θέσεων εργασίας – ενώ, εάν υπολογίζεται πως οι απώλειες αυτές ενδέχεται να είναι μόνιμες, λόγω της μη ανταγωνιστικότητας των κλάδων διεθνώς, τότε πρέπει να προσανατολίζεται στην επανακατάρτιση των εργαζομένων, έτσι ώστε να αποκτήσουν τις δεξιότητες που θα τους χρειαστούν στην επόμενη δουλειά τους. Εν προκειμένω αρκετοί δεν κατανοούν πως οι νέες επενδύσεις δεν χρειάζονται μόνο κεφάλαια αλλά, επίσης, εκπαιδευμένους εργαζομένους – χωρίς τους οποίους δεν μπορεί να αποδώσει καμία επένδυση.

Με κριτήριο τα παραπάνω, κατανοούμε όλοι πως στην Ελλάδα δεν έγινε τίποτα σωστό, με αποτέλεσμα σήμερα τα προβλήματα της οικονομίας μας να είναι κατά πολύ μεγαλύτερα – ενώ η χώρα είναι αθεράπευτα υπερχρεωμένη, τόσο όσον αφορά το δημόσιο τομέα, όσο και τον ιδιωτικό, απειλούμενη κυριολεκτικά με τον αφανισμό της (άρθρο). Μπορεί δε να έχει ισοσκελισθεί ο προϋπολογισμός, αλλά μόνο επειδή απομυζούνται οι πάντες με την υπερβολική φορολόγηση, χωρίς να υπάρχουν τουλάχιστον τα αντίστοιχα έσοδα για να πληρώνονται οι φόροι – ενώ έχουν μηδενισθεί οι δημόσιες επενδύσεις. Κάτι ανάλογο ισχύει επίσης για το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο ισοσκελίσθηκε με τη βίαιη φτωχοποίηση των Ελλήνων – ενώ όταν αναπτύσσεται η οικονομία μας, έστω με μικρό ρυθμό, το ισοζύγιο γίνεται αμέσως ελλειμματικό, αφού έχει καταστραφεί εντελώς ο παραγωγικός μας ιστός (γράφημα).

Επίλογος

Είναι φανερό πως για να μπορέσει σήμερα να εξέλθει η οικονομία μας από τη μεγαλύτερη ύφεση, στην οποία έχει βυθιστεί ποτέ μία χώρα στην παγκόσμια ιστορία, απαιτούνται δημόσιες επενδύσεις – οπότε χρηματοδότηση και ελλείμματα στον προϋπολογισμό της, παράλληλα φυσικά με τις απαιτούμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (αύξηση της αποτελεσματικότητας του δημοσίου, καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, της διαφθοράς, της διαπλοκής, τη διόρθωση των θεσμικών ελλειμμάτων κοκ). Επίσης με την εκ βάθρων αλλαγή του παραγωγικού της μοντέλου – η οποία δεν μπορεί να δρομολογηθεί χωρίς να δαπανηθούν χρήματα.

Πώς όμως θα μπορούσε να δρομολογηθεί κάτι τέτοιο με υπερχρεωμένο το δημόσιο και ιδιωτικό της τομέα, καθώς επίσης με την υποχρέωση πρωτογενών πλεονασμάτων για τις επόμενες δεκαετίες; Ακόμη και αν αποκρατικοποιηθούν όλες οι δημόσιες επιχειρήσεις, είναι δυνατόν να βρεθούν τα χρήματα όταν έχουν απαξιωθεί εντελώς, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων θα οδηγείται στην εξυπηρέτηση του χρέους;

Προφανώς όχι, εάν θέλει να είναι ρεαλιστής κανείς, οπότε το μόνο που απομένει είναι η αναβολή της πληρωμής των χρεών μας, έως ότου εξυγιανθεί η οικονομία μας και αυξηθούν οι τιμές των περιουσιακών μας στοιχείων – η πτώση των οποίων υπερβαίνει σήμερα το 1 τρις € (η δημόσια περιουσία από 300 δις € σε κάτω των 50 δις €, τα ιδιωτικά ακίνητα από 1,1 τρις € σε κάτω από 500 δις €, το χρηματιστήριο από 200 δις € στα 50 δις € κοκ.). Εάν δεν συμβεί κάτι τέτοιο, η Ελλάδα θα ξεπουληθεί σταδιακά σε εξευτελιστικές τιμές, θα αλλάξει ιδιοκτησία μετατρεπόμενη σε αποικία χρέους και τελικά βέβαια θα αναπτυχθεί – χωρίς κανένα όφελος όμως για τους ιθαγενείς.

Εάν τώρα δεν συμφωνήσουν οι πιστωτές, τότε η αναβολή αυτή θα πρέπει να είναι μονομερής, με όλους όσους κινδύνους κάτι τέτοιο συνεπάγεται – αφού η Ελλάδα απειλείται πολύ σοβαρά να μετατραπεί σε ένα αποτυχημένο κράτος, το οποίο δεν θα είναι σε θέση να προσφέρει στους Πολίτες του απολύτως τίποτα. Παράλληλα η πατρίδα μας οφείλει να ζητήσει χρηματικές αποζημιώσεις από την Τρόικα για την καταστροφή που υπέστη μετά το 2010 – η οποία είναι τρομακτική (άρθρο).

Ενδεχομένως βέβαια να απαιτηθεί από τους πιστωτές η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη ως απαραίτητη προϋπόθεση για τη συμφωνία τους στην αναβολή (αναδιάρθρωση) της πληρωμής των χρεών της – κρίνοντας από τις δηλώσεις του κ. Σόιμπλε, καθώς επίσης των γερμανών φιλελευθέρων (FDP).

Σε μία τέτοια περίπτωση θα ήταν υποχρεωμένη η όποια κυβέρνηση να διαπραγματευθεί προσφεύγοντας στη συνέχεια, όταν θα είχε σαφή εικόνα των προτάσεων των δανειστών, σε δημοψήφισμα για να αποφασίσουν οι Πολίτες – όπου, εάν οι Έλληνες επέλεγαν την έξοδο τους από τη νομισματική ένωση, θα έπρεπε να υιοθετηθεί ένα καινούργιο νόμισμα, από μία 100% κρατική κεντρική τράπεζα. Εκτός αυτού οι θεσμικοί τουλάχιστον πιστωτές, στους οποίους οφείλει η χώρα μας περί τα 250 δις €, εκτός από τη μερική διαγραφή θα έπρεπε να συμφωνήσουν στη μετατροπή των υπολοίπων απαιτήσεων τους στο νέο αυτό εθνικό νόμισμα – έτσι ώστε να μπορούν να περιορισθούν τα χρέη της χώρας μας πληθωριστικά.

Ολοκληρώνοντας, τίποτα από τα παραπάνω δεν είναι εύκολο, αλλά απλώς προτιμότερο από την κυλιόμενη χρεοκοπία και τον αργό θάνατο, στον οποίο έχει καταδικαστεί η Ελλάδα – ενώ ασφαλώς πρέπει να τιμωρηθούν παραδειγματικά όλοι οι υπεύθυνοι της καταστροφής της, ιδίως αυτοί που υπέγραψαν τη θανατική της καταδίκη. Κάτι ανάλογο συνέβη στην Ισλανδία, η οποία υπέφερε μεν τα πάνδεινα τα πρώτα χρόνια, αλλά στη συνέχεια επέστρεψε σε μία βιώσιμη πορεία ανάπτυξης – οπότε πλήρωσε μεν ακριβά τα λάθη της, αλλά τουλάχιστον κατάφερε να τα διορθώσει.

Υστερόγραφο: Σε σχέση με την υιοθέτηση ενός παράλληλου στο ευρώ νέου νομίσματος, είχαμε ανέκαθεν σοβαρές επιφυλάξεις, μεταξύ άλλων λόγω του νόμου του Gresham – σύμφωνα με τον οποίο «Εάν μία κυβέρνηση υποτιμάει δια νόμου, τεχνητά δηλαδή, ένα είδος νομίσματος, σε σχέση με κάποιο άλλο, τότε το υποτιμημένο νόμισμα είτε θα εγκαταλείψει τη χώρα, είτε θα εξαφανισθεί από την κυκλοφορία, επειδή θα συσσωρεύεται (δεν θα δαπανάται) από τους κατόχους του» (πηγή). 

Εκτός αυτού δεν το επιτρέπει η ΕΚΤ, ενδεχομένως ούτε τα ηλεκτρονικά IOU έναντι φόρων – ενώ γνωρίζουμε πως η Ιταλία ερευνάει το θέμα, επειδή δεν έχει καμία δυνατότητα ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας της με το ευρώ. Καλώς ή κακώς πάντως, όλες οι χώρες είναι σήμερα εγκλωβισμένες στο ευρώ, με ελάχιστες δυνατότητες επιβίωσης τους εκτός της νομισματικής ζώνης – όπου φυσικά η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση.


Βασίλης Βιλιάρδος
Ειδικότητα: Mάκρο-οικονομικά / Πολιτική Οικονομία 





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου