Οι εκβιασμοί της ΕΚΤ δύσκολα θα εμποδίσουν τη σύγκρουση της Αραγονίας με την Καστίλη στην Ισπανία – κάτι που, σε συνδυασμό με την απογοητευτική κατάσταση της ιταλικής οικονομίας, καθώς επίσης με τα αποτελέσματα των γερμανικών εκλογών, ίσως ανοίξει τον ασκό του Αιόλου στη νομισματική ένωση.
«Όπως όλα δείχνουν, ευρισκόμαστε πράγματι προ των πυλών του χάους – αφού η Ευρωζώνη είναι σε αδιέξοδο, χρειάζεται απαραίτητα η ομοσπονδιακή ένωση της για να διορθωθούν τα προβλήματα της, ενώ οι Ευρωπαίοι δεν την υποστηρίζουν.
Εκτός αυτού, ο χρόνος που θα χρειαζόταν για να επιτευχθεί είναι τόσο μεγάλος, ώστε να θεωρείται πια ουτοπική – πόσο μάλλον μετά από τόσες καθυστερήσεις και τόσα πολλά λάθη στη διαχείριση της κρίσης της, καθώς επίσης λόγω της αλλαγής πολιτικής εκ μέρους των Η.Π.Α. και της εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ.
Φαίνεται λοιπόν πως η μερική ή ολική διάλυση της έχει ήδη σφραγισθεί, ενώ ίσως δεν υπάρχει κανένας τρόπος για να αποτραπεί – οπότε όλα τα κράτη, ειδικά η Ελλάδα, πρέπει να προετοιμασθούν άμεσα για το μοιραίο» (πηγή).
Άρθρο
Ο τρόπος χρησιμοποίησης της ΕΚΤ για τον στυγνό εκβιασμό των χωρών της Ευρωζώνης, όταν αυτές θέλουν να ακολουθήσουν μία διαφορετική πορεία, όπως στην περίπτωση της Ιρλανδίας ή της Ελλάδας κατά το δημοψήφισμα του 2015, δημιουργεί πολλά ερωτηματικά – ακόμη και σε αυτούς που είναι φανατικά υπέρ της νομισματικής ένωσης. Πόσο μάλλον όταν η ΕΚΤ αποθρασύνεται κάθε φορά ακόμη περισσότερο – κρίνοντας από τις πρόσφατες δηλώσεις της σχετικά με την Καταλονία, σύμφωνα με τις οποίες στην περίπτωση που θα ανεξαρτητοποιηθεί, θα διακόψει τη χρηματοδότηση της! (πηγή).
Περαιτέρω, το ότι η Καταλονία θέλει να αποσχισθεί από την Ισπανία δεν είναι κάτι που προξενεί έκπληξη – αφού η πολιτική και οικονομική ιστορία της Ισπανίας και της Καταλονίας, της Καστίλης δηλαδή και της Αραγονίας (χάρτης) είναι εντελώς διαφορετική, από πολλούς αιώνες τώρα.
Ειδικότερα, η άνοδος της Καταλονίας ως μία μεσογειακή δύναμη, ξεκίνησε στα τέλη ουσιαστικά του μεσαίωνα – όπου η Βαρκελώνη αναδείχθηκε σε ένα σημαντικό λιμάνι, το οποίο ναι μεν δεν ήταν συγκρίσιμο με αυτά της Γένοβας ή τη Βενετίας, αλλά είχε έναν κυρίαρχο ρόλο στα σύνορα της Μεσογείου με τον Ατλαντικό. Αντίθετα η Καστίλη ήταν μία τυπική χερσαία δύναμη, η οποία για πολλά χρόνια ήταν αποκομμένη από τη Μεσόγειο – διεξάγοντας εμπόριο με την υπόλοιπη Ευρώπη από την ξηρά, κατά μήκος της ατλαντικής ακτής (εξήγαγε μαλλί προβάτων στην Ολλανδία).
Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της κατάκτησης των μουσουλμανικών εδαφών της νοτίου Ισπανίας (Reconquista), το βασίλειο της Καστίλης απέκτησε πρόσβαση στη Μεσόγειο – ενώ όταν ολοκληρώθηκε η κατάκτηση των μουσουλμανικών εδαφών το 1492 με την κατάληψη της Γρανάδα, ξεκίνησε η «ατλαντική εποχή», με τις πρώτες αποστολές του Κολόμβου. Το σημαντικότερο λιμάνι της Καστίλης ήταν η Σεβίλλη, το οποίο τότε συνδεόταν μέσω ενός ποταμού (Γουαδαλκιβίρ) με τον Ατλαντικό – ενώ αργότερα το Cadiz ανέλαβε αυτή τη λειτουργία (χάρτης), αφού τα λιμάνια της Μεσογείου παρέμειναν ασήμαντα.
Την ίδια εποχή το βασίλειο της Αραγονίας αύξησε περαιτέρω την επιρροή του στο εμπόριο της Μεσογείου, «προσαρτώντας» το 14ο και 15ο αιώνα την Κορσική, τη Σαρδηνία, τη Σικελία και τη νότια Ιταλία. Η ένωση της Καστίλης με την Αραγονία ακολούθησε στα τέλη του 15ου αιώνα, ενώ ήταν ανέκαθεν εύθραυστη – οπότε δεν ήταν τυχαίο το ότι η Αραγονία, κατά τη διάρκεια του ισπανικού πολέμου διαδοχής (1701-1714), τάθηκε εναντίον του βασιλιά που τοποθέτησε η Γαλλία (Βουρβόνοι) στη Μαδρίτη.
Μετά το τέλος τώρα του πολέμου εφαρμόσθηκε ένα συγκεντρωτικό σύστημα, κατά το παράδειγμα της Γαλλίας – το οποίο έθεσε οριστικά τέλος στην ειδική θέση της Αραγονίας, ουσιαστικά τιμωρώντας την για τη στάση της απέναντι στη βασιλική διαδοχή. Έκτοτε υπάρχει η επιθυμία της Καταλονίας για μεγαλύτερη αυτονομία – η οποία δεν πρόκειται να υποχωρήσει ποτέ.
Περαιτέρω, η Καταλονία (Αραγονία) αύξησε σημαντικά την οικονομική της δύναμη το 19ο αιώνα, κλιμακώνοντας τις ανισορροπίες με την υπόλοιπη Ισπανία – με κέντρο βάρους τη βιομηχανία ενδυμάτων, μέσω της οποίας ανέπτυξε σύντομα μία σύγχρονη οικονομία. Σε πλήρη αντίθεση, η περιοχή της Μαδρίτης έμεινε αρκετά πίσω – με εξαίρεση την περιοχή των Βάσκων (Navarre κλπ.), στην οποία υπήρχαν τα μεγάλα ορυχεία, με αποτέλεσμα να έχει μία ανάλογη εξέλιξη με την Καταλονία.
Ως εκ τούτου αφενός μεν η οικονομική υπεροχή της Καταλονίας, αφετέρου οι τραυματικές εμπειρίες της από το καθεστώς του Φράνκο, ενίσχυσαν την τάση της για αυτονομία – ενώ η ευρωπαϊκή κρίση χρέους συνέβαλλε σε μεγάλο βαθμό στο να γίνει η παραμονή της στην Ισπανία μη ελκυστική. Εν τούτοις, σημαντικότερη αιτία είναι η ιστορικά εχθρική στάση της Βαρκελώνης με τη Μαδρίτη – κάτι που διαπιστώνεται επίσης στην Ιταλία, όπου ο βαθμός συγκέντρωσης των κυβερνητικών εξουσιών αποτελεί δηλητήριο, στη διατήρηση ενός σταθερού εθνικού κράτους.
Στα πλαίσια αυτά, τυχόν συνέχιση ή/και επιδείνωση της ευρωπαϊκής κρίσης, θα φέρει στην επιφάνεια πολλές τοπικές αντιπαραθέσεις – μεταξύ οικονομικά επιτυχημένων και μη περιοχών, εντός των εθνικών κρατών. Ο κίνδυνος είναι ιδιαίτερα μεγάλος εκτός από την Ισπανία, στην Ιταλία και στη Γερμανία – στην οποία υπάρχουν τεράστιες διαφορές, όσον αφορά την οικονομική επιτυχία των ομοσπονδιακών κρατιδίων της, ειδικά μεταξύ των Βαυαρών (Μόναχο) και των Πρώσων.
Οι επενδυτές πάντως αποσύρονται μαζικά από το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ισπανίας (ομόλογα, μετοχές – πηγή), κυρίως μετά τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος, καθώς επίσης μετά τη μεγάλη απεργία στη Βαρκελώνη – γεγονός που θα μπορούσε να πυροδοτήσει μία νέα κρίση στην Ευρωζώνη, η οποία θα προκαλούσε τεράστια προβλήματα στον ευρωπαϊκό νότο, οπότε και στην Ελλάδα.
Η Ιταλία
Συνεχίζοντας, οι πεπαλαιωμένες υποδομές, η τρομακτική γραφειοκρατία, καθώς επίσης η υψηλή φορολόγηση, δημιουργούν μεγάλα προβλήματα στις ιταλικές επιχειρήσεις – πόσο μάλλον όταν πολλές από αυτές έχουν χαμηλή παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα. Εν τούτοις, η χώρα βοηθείται όσο καμία άλλη από την ΕΚΤ, ο ρυθμός ανάπτυξης της προβλέπεται στο 1,5% για το 2017 (πηγή), η βιομηχανική της παραγωγή αυξήθηκε κατά 4,4% τον Ιούλιο, ενώ φαίνεται πως οι επενδύσεις θα είναι ανοδικές (2,3%) – με την ιδιωτική κατανάλωση να αυξάνεται σταθερά κατά 1,3% από το 2013. Η ατμομηχανή της ανάπτυξης είναι οι εξαγωγές, οι οποίες παρουσίασαν άνοδο κατά 4,9% – με τις προβλέψεις για το 2018 να αναφέρουν ότι, θα ευρίσκονται 15% υψηλότερα από το προ κρίσης επίπεδο, αποτελώντας το 32,5% του ΑΕΠ της. Εκτός αυτού υποχωρούν τα κόκκινα δάνεια στη χώρα, υπολογιζόμενα επίσημα στα 173 δις € από 200 δις € προηγουμένως.
Σύμφωνα όμως με την Fitch (πηγή), προβλέπονται περαιτέρω αυξήσεις κεφαλαίων για τις ιταλικές τράπεζες, εξαγορές, καθώς επίσης χρεοκοπίες, ενώ ο κλάδος έχει μεγάλα δομικά προβλήματα – κρίνοντας μεταξύ άλλων από το ότι, οι ιταλικές τράπεζες ήταν οι λιγότερο κερδοφόρες στην Ευρώπη (πηγή: EBA), με πολλά υποκαταστήματα, υπερβολικό προσωπικό, καθώς επίσης αναποτελεσματικές δομές. Όσον αφορά την ανάπτυξη είναι χαμηλότερη από το μέσο όρο της Ευρωζώνης (2,2%), ενώ οφείλεται κυρίως στη γενικότερη τάση, οπότε είναι εύθραυστη – σημειώνοντας πως το ΑΕΠ της Ευρωζώνης αυξήθηκε κατά 24,4% από το 2000, ενώ της Ιταλίας μόλις κατά 0,8%. Το κατά κεφαλήν δε πραγματικό ΑΕΠ της είναι κάτω από τα επίπεδα του 2000 – σε πλήρη αντίθεση με τη Γαλλία και τη Γερμανία (γράφημα).
Περαιτέρω, τα τελευταία δέκα χρόνια ο αριθμός των Ιταλών που ζουν κάτω από το επίπεδο της φτώχειας σχεδόν διπλασιάσθηκε στα 4.700.000 – ενώ διπλασιάσθηκε επίσης η ανεργία. Τα δύο τελευταία χρόνια βέβαια η ανεργία μειώθηκε στο 11,2% λόγω των εργατικών μεταρρυθμίσεων που υιοθετήθηκαν – αλλά μόνο επειδή δημιουργήθηκαν πολλές θέσεις μερικής απασχόλησης, καθώς επίσης με χαμηλούς μισθούς. Η νεανική ανεργία παραμένει δραματική στο 35,5%, ενώ η μετανάστευση των καλά εκπαιδευμένων νέων αυξάνεται συνεχώς, κοστίζοντας στη χώρα περί το 1% του ΑΕΠ της ετήσια (πηγή).
Σύμφωνα πάντως με την τελευταία έκθεση του ΔΝΤ (πηγή), οι κίνδυνοι της Ιταλίας παραμένουν πολύ υψηλοί – ειδικά εάν η ΕΚΤ σταματήσει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (QE), με αποτέλεσμα την επάνοδο των επιτοκίων δανεισμού της χώρας σε φυσιολογικά επίπεδα. Σε μία τέτοια περίπτωση, με δημόσιο χρέος στο 133% του ΑΕΠ της, η Ιταλία θα χρεοκοπούσε – πόσο μάλλον με την πολιτική αστάθεια που επικρατεί η οποία, σε συνδυασμό με τους φόβους επιλογής της εξόδου της από την Ευρωζώνη, τρομοκρατεί τόσο τις εγχώριες επιχειρήσεις, όσο και τους ξένους επενδυτές.
Επίλογος
Η συνέχιση της πολιτικής λιτότητας στην Ευρωζώνη, θα οδηγήσει όλες τις χώρες σε πολύ άσχημες περιπέτειες – ειδικά αυτές με αποσχιστικά κινήματα, τα οποία βέβαια δεν έχουμε ούτε το δικαίωμα, ούτε τη δυνατότητα να κρίνουμε, αφού δεν είναι δικό μας θέμα. Εν προκειμένω δεν εννοούμε μόνο τις ελλειμματικές αλλά, επίσης, τις πλεονασματικές – όπως τη Γερμανία, η οποία γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν είναι σε θέση να ανταπεξέλθει με τυχόν μεγάλα προβλήματα της Ισπανίας ή της Ιταλίας, τις οποίες θα ακολουθούσε αμέσως μετά η Γαλλία, οπότε και η ίδια.
Εκτός αυτού η Γερμανία έχει τα δικά της «αποσχιστικά κινήματα», ειδικά μετά τα αποτελέσματα των εκλογών – όπου τόσο οι φιλελεύθεροι, όσο και οι εναλλακτικοί, καθώς επίσης οι Βαυαροί (CSU), με συνολική εκλογική δύναμη της τάξης του 30%, είναι φανατικά εναντίον της αλληλεγγύης μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης (οι Βαυαροί δεν ανέχονται καν την αλληλεγγύη εντός της Ομοσπονδιακής Γερμανίας).
Επομένως, οι κίνδυνοι διάλυσης της Ευρωζώνης έχουν αυξηθεί σημαντικά το τελευταίο χρονικό διάστημα, ενώ θα φανούν στις αγορές ομολόγων – οι οποίες πιθανότατα θα επανεκτιμήσουν το ρίσκο της νομισματικής ένωσης. Σε κάθε περίπτωση, η κυριαρχία του ακραίου νεοφιλελευθερισμού, ο οποίος είναι κ φύσεως μη αλληλέγγυος (ανάλυση), δεν πρόκειται να βοηθήσει τη συνοχή των χωρών του ευρώ – ενώ η πορεία κατάρρευσης δεν πρόκειται να εμποδιστεί από τους εκβιασμούς της ΕΚΤ, η οποία εκπροσωπεί τα συμφέροντα της χρηματοπιστωτικής δικτατορίας που έχει επιβληθεί.
Analyst Team
Πηγή : http://www.analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου