MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016

Η παντοδυναμία των θεσμικών τοκογλύφων

Οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες της Δύσης λειτουργούν ως ο θεματοφύλακας των συμφερόντων του χρηματοπιστωτικού κτήνους – επίσης ως ο μη εκλεγμένος δεσμοφύλακας των Πολιτών, στην υπηρεσία της διεθνούς ελίτ

«Το πρώτο στάδιο του καπιταλισμού ήταν η αποικιοκρατία, το δεύτερο η βιομηχανική επανάσταση, το τρίτο η ληστεία των φυσικών πόρων του πλανήτη, το τέταρτο η εμπορευματοποίηση, το πέμπτο οι αποκρατικοποιήσεις των πάντων και το έκτο η εγκατάσταση μίας κεντρικά κατευθυνόμενης οικονομίας των ελίτ – με την πλήρη κατάργηση των ιδιωτικοποιημένων πλέον κρατών» (Α.Ο.).

Άποψη

Τυπικά, οι κεντρικές τράπεζες αποτελούν ένα μέρος του κράτους – μία τέταρτη, ανεξάρτητη εξουσία, με βασικό αντικείμενο τη νομισματική πολιτική, παράλληλη στις υπόλοιπες τρεις (εκτελεστική, νομοθετική και δικαστική). Ιστορικά και πρακτικά όμως, χαρακτηρίζονται ως εκπρόσωποι των ενδιαφερόντων των ελίτ, καθώς επίσης ως οργανώσεις που υπηρετούν τις μεγάλες εμπορικές τράπεζες – προωθώντας τα συμφέροντα τους.

Για να μπορούν να το κάνουν, είναι πολιτικά ανεξάρτητες – γεγονός που σημαίνει ότι, δεν είναι υποχρεωμένες να λογοδοτούν, καθώς επίσης να ελέγχονται από καμία κυβέρνηση και από κανένα κοινοβούλιο. Στα πλαίσια αυτά η ΕΚΤ, για να διατηρεί την ανεξαρτησία της, απαγορεύεται από το καταστατικό της η χρηματοδότηση των κρατών – μία πρωτοβουλία που επαφίεται στις εμπορικές τράπεζες οι οποίες, δανειζόμενες από την ΕΚΤ δανείζουν τα κράτη, με υψηλότερα επιτόκια φυσικά.

Συνεχίζοντας, η «βασίλισσα» των κεντρικών τραπεζών, η οποία κινεί τα νήματα στον πλανήτη, είναι αναμφίβολα η Fed (άρθρο) – η οποία δεν ανήκει στο αμερικανικό δημόσιο, αλλά στις μεγάλες τράπεζες των Η.Π.Α., έχοντας ιδρυθεί από τις ίδιες το 1913. Παραδόξως δε έχει το αποκλειστικό προνόμιο της έκδοσης του δολαρίου – ενός νομίσματος που από το 1971 και μετά δεν έχει κανένα αντίκρισμα, έχοντας ως εκ τούτου τη δυνατότητα να εκτυπώνεται, σε φυσική ή ηλεκτρονική μορφή, σε απεριόριστες ποσότητες.

Ακριβώς για το λόγο αυτό οι Η.Π.Α. είναι αδύνατον να χρεοκοπήσουν ποτέ, αφού πληρώνουν τις δαπάνες και τις εισαγωγές τους με ένα χαρτί που οι ίδιες τυπώνουν κατά το δοκούν – με μοναδικό τους κίνδυνο την πρόκληση πληθωρισμού, κάτι που όμως είναι αρκετά δύσκολο σήμερα, αφού ένα πολύ μεγάλο μέρος των δολαρίων κυκλοφορεί στο εξωτερικό.

Περαιτέρω, η Fed είναι η κεντρική τράπεζα που ελέγχει τις μεγαλύτερες τράπεζες της Wall Street, στις οποίες όμως ανήκει – έχοντας ως βασικό αντικείμενο της τη διάσωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, όταν παρουσιάζονται προβλήματα (Bank runs κοκ.). Φυσικά δεν είναι η μοναδική, η οποία ιδρύθηκε από τις εμπορικές τράπεζες – αφού ακόμη και οι παλαιότερες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη, η σουηδική και η βρετανική, ξεκίνησαν ως τραπεζικές συνενώσεις, ενώ η βρετανική ανήκει πλέον επίσης σε ιδιώτες.

«Προικοδοτήθηκαν» πάντως από τα κράτη με το προνόμιο της έκδοσης χρημάτων από το πουθενά, τα οποία αναγνώριζαν ως επίσημο μέσον συναλλαγής οι κυβερνήσεις – χρηματοδοτούμενες στη συνέχεια με αυτά τα χρήματα. Μέχρι σήμερα δε δανείζουν είτε αυτές, είτε οι εμπορικές τράπεζες με μεγάλα κέρδη τα κράτη, «παράγοντας» λογιστικά χρήματα – τα οποία οι κυβερνήσεις υποχρεώνουν τους Πολίτες να τα αποδεχθούν για τις συναλλαγές τους (ανάλυση).

Τα κράτη έχουν κρατήσει μόνο το προνόμιο της έκδοσης μετρητών χρημάτων – η ποσότητα των οποίων όμως είναι ελάχιστη, σε σύγκριση με τα λογιστικά, ενώ οι τράπεζες προσπαθούν να τα καταργήσουν εντελώς, χρησιμοποιώντας διάφορα τεχνάσματα (απαγόρευση των συναλλαγών με μετρητά, δήθεν για τη πάταξη της φοροδιαφυγής κοκ.).

Όσον αφορά τους Πολίτες, πείθονται καλοπροαίρετα – παρά το ότι γνωρίζουν πως η μεγαλύτερη μάστιγα, όσον αφορά τα φορολογικά έσοδα των κρατών δεν είναι τόσο η φοροδιαφυγή, όσο η φοροαποφυγή των πολυεθνικών, η οποία διευκολύνεται από τα κράτη και αυξάνεται συνεχώς.

Η ΕΚΤ

Η ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα οφείλει να αντιμετωπίζεται, εάν θέλει κανείς να είναι ρεαλιστής, ως το λόμπι των ιδιωτικών τραπεζών – ενώ διακρίνεται από μία πολιτική και οικονομική «ατζέντα». Σύμφωνα με αυτήν, ενεργεί προς όφελος του ιδιωτικού τραπεζικού και λοιπού κλάδου, με τα εξής αντικείμενα:

(α) τη μείωση των κρατικών συντάξεων, έτσι ώστε να υπάρχει ανάγκη ιδιωτικής ασφάλισης εκ μέρους των Πολιτών,

(β) τον περιορισμό του κοινωνικού κράτους, για να καλύπτεται το κενό από τον ιδιωτικό τομέα (για παράδειγμα, χρεοκοπία των δημοσίων νοσοκομείων για να ιδρύονται ιδιωτικά),

(γ) τη μείωση των άμεσων φόρων που επιβαρύνουν κυρίως τους εισοδηματικά ισχυρότερους, καθώς επίσης τις κερδοφόρες επιχειρήσεις

(δ) την αύξηση των έμμεσων φόρων, τους οποίους πληρώνουν εξίσου οι εισοδηματικά ασθενέστεροι με τους υπολοίπους,

(ε) την απελευθέρωση των απολύσεων, με στόχο τη διατήρηση των μισθών των εργαζομένων σε χαμηλά επίπεδα (ανάλυση), την κατάργηση των ελάχιστων αμοιβών κοκ.

Οι παραπάνω «απαιτήσεις» διαπιστώνονται σε όλες σχεδόν τις μηνιαίες αναφορές της ΕΚΤ – ενώ, μετά το ξέσπασμα της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, η κεντρική τράπεζα συμμετείχε στην Τρόικα, έχοντας τη δυνατότητα να επιβάλλει στις αδύναμες χώρες την άκρως νεοφιλελεύθερη πολιτική των μνημονίων.

Μία πολιτική που έγινε εφικτή, επειδή οι Πολίτες δεν αντιδρούν, έχοντας πεισθεί με τη βοήθεια της χειραγώγησης τους από τα ΜΜΕ ότι, οι ίδιοι ευθύνονται για τα προβλήματα των χωρών τους – θεωρώντας ως εκ τούτου πως τιμωρούνται δίκαια!

Προφανώς δεν κατανοούν πως η ευρωπαϊκή κρίση χρέους είναι μία μονεταριστική κρίση – μία κρίση χρήματος δηλαδή την οποία, ένας Θεσμός που τυπώνει χρήματα, μπορεί να τη τελειώσει όποια στιγμή θελήσει. Το γεγονός αυτό αποδείχθηκε, όταν ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας σταμάτησε την άνοδο των επιτοκίων δανεισμού (ομόλογα), απλά και μόνο δηλώνοντας πως θα κάνει ότι χρειαστεί, το καλοκαίρι του 2012.

Η αιτία βέβαια της δήλωσης του αυτής δεν ήταν το καλό των Πολιτών, αλλά η προστασία των συμφερόντων των τραπεζών – οι οποίες είχαν περιέλθει σε δύσκολη κατάσταση από την άνοδο των επιτοκίων των κρατικών ομολόγων, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων διατηρούν οι ίδιες στους ισολογισμούς τους.

Η ΕΚΤ τεκμηρίωσε επίσης στο παράδειγμα της Ιρλανδίας πως μπορεί να κάνει τα πάντα, εάν το θελήσει – επιτρέποντας στην κεντρική τράπεζα της χώρας να προβεί σε ένα πολύπλοκο τριγωνικό εγχείρημα, τυπώνοντας χρήματα ύψους 30 δις € για να διασώσει τις ιδιωτικές ιρλανδικές τράπεζες.

Το έκανε άλλωστε αυτό, παρά το ότι επρόκειτο για μία απαγορευμένη χρηματοδότηση του δημοσίου, με χρήματα από το πουθενά – ενώ μόνο με το συγκεκριμένο τρόπο μπόρεσε να αναδειχθεί η Ιρλανδία, η οποία ευρίσκεται υπό την προστασία των αμερικανικών πολυεθνικών, σε έναν υποδειγματικό μαθητή (άρθρο). Η κυβέρνηση της δε πρέπει να εξοφλήσει τα 30 δις € μετά από πολλές δεκαετίες – πιθανότατα λοιπόν ποτέ.

Η ρευστότητα

Συνεχίζοντας, όταν η ΕΚΤ παρέχει επί πλέον ρευστότητα, όπως στο παράδειγμα της Ελλάδας (ELA), πάντοτε φυσικά με μία σκοπιμότητα που διατηρείται κρυφή, μυστική, τότε εμφανίζονται σε ορισμένα διατεταγμένα ΜΜΕ διάφοροι αυθαίρετοι ισχυρισμοί – σύμφωνα με τους οποίους οι κυβερνήσεις παύουν να επιμένουν στις απαιτούμενες διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα ελλείμματα και τα χρέη των χωρών τους.

Εάν το μεταφράσει βέβαια κανείς τότε δεν σημαίνει τίποτα άλλο, από το ότι οι εκλεγμένες κυβερνήσεις πρέπει εκβιάζονται με τη βοήθεια χρηματοπιστωτικών εργαλείων, από τα μη εκλεγμένα τραπεζικά λόμπι, έτσι ώστε να μην εφαρμόζουν αυτά που θέλουν οι Πολίτες που τις εξέλεξαν – αλλά να προωθούν πιστά τη «νεοφιλελεύθερη ανασυγκρότηση» του κοινωνικού κράτους, την οποία επιθυμούν οι χρηματαγορές, καθώς επίσης οι μεγάλες πολυεθνικές.

Το βασικότερο χρηματοπιστωτικό όπλο εκβιασμού των κυβερνήσεων είναι οι αγορές κρατικών ομολόγων – με την ΕΚΤ να έχει επιβάλλει την αντίληψη, σύμφωνα με την οποία οι κυβερνήσεις, οπότε οι χώρες τους, εξαρτώνται απόλυτα από τη «φιλανθρωπία» των επενδυτών, καθώς επίσης των μεγάλων τραπεζών.

Με απλά λόγια οι κυβερνήσεις πρέπει να πείθουν τις τράπεζες, τις οποίες οι ίδιες διέσωσαν προηγουμένως με τα χρήματα των φορολογουμένων Πολιτών τους ότι, η πολιτική που εφαρμόζουν είναι «φερέγγυα» – πως λειτουργούν πλεονασματικά, κερδοφόρα δηλαδή, οπότε θα μπορούν να εξυπηρετούν τα δάνεια που λαμβάνουν, εκδίδοντας και πουλώντας ομόλογα.

Επειδή λοιπόν οι κυβερνήσεις υπερχρεώθηκαν από τη διάσωση των τραπεζών, πρέπει πλέον να αποδεικνύουν στις τράπεζες ότι, μπορούν να μειώνουν τις κοινωνικές δαπάνες τους, να αυξάνουν τους φόρους που επιβάλλουν ή να καταπολεμούν καλύτερα τη φοροδιαφυγή – αφού, εάν τολμήσουν να εφαρμόσουν μία διαφορετική πολιτική, θα χάσουν τη φερεγγυότητα τους!

Φυσικά οι εταιρείες αξιολόγησης ανεμίζουν τη δαμόκλεια σπάθη απειλητικά επάνω από τα κεφάλια των κυβερνήσεων, συνηγορώντας στην επιβολή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής – μαζί με την υπόλοιπη «επενδυτική κοινότητα», όπως είναι τα κερδοσκοπικά κεφάλαια (hedge funds) κοκ.

Όλα όσα θα απελευθέρωναν δε τις κυβερνήσεις από τις αγορές ομολόγων, καθώς επίσης από τις τράπεζες, ανατρέπονται ή απαγορεύονται από την ΕΚΤ – η οποία ουσιαστικά λειτουργεί ως ο θεματοφύλακας των συμφερόντων του χρηματοπιστωτικού κτήνους και ως ο μη εκλεγμένος δεσμοφύλακας των Πολιτών.

Εάν τώρα η κρίση θέσει σε κίνδυνο το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τότε και μόνο τότε, η ΕΚΤ επεμβαίνει ενεργητικά – όπως συνέβη το 2010, όταν οι αγορές ομολόγων λειτουργούσαν ανεξέλεγκτα, απειλώντας τα κράτη, κυρίως βέβαια τις τράπεζες τους, με την απόλυτη καταστροφή. Όταν πρόκειται για τις τράπεζες λοιπόν, δεν υπάρχει ούτε το πρόβλημα του ηθικού κινδύνου, ούτε κανένας άλλος δισταγμός, όσον αφορά τη βοήθεια τους από την ΕΚΤ.

Στο παράδειγμα της Ιρλανδίας, οι τράπεζες της οποίας είχαν χρεοκοπήσει κερδοσκοπώντας, η ΕΚΤ όχι μόνο επέβαλλε τη διάσωση τους από τους φορολογουμένους Πολίτες (άρθρο), εκβιάζοντας επαίσχυντα τη χώρα αλλά, επίσης, κατηγόρησε με το χειρότερο δυνατό τρόπο την ιρλανδική κυβέρνηση – επειδή δυστυχώς σκέφθηκε να προστατεύσει τα συμφέροντα των Πολιτών.

Αργότερα η ΕΚΤ έθεσε στους εκλεγμένους πρωθυπουργούς της Ισπανίας (Zapatero) και της Ιταλίας (Berlusconi) συγκεκριμένες προϋποθέσεις, τους εκβίασε δηλαδή, ως προϋπόθεση της αγοράς των ομολόγων του δημοσίου τους – για τη σταθεροποίηση των επιτοκίων δανεισμού των χωρών τους. Αφού σταθεροποιήθηκαν δε τα επιτόκια, η ΕΚΤ σταμάτησε αμέσως να αγοράζει ισπανικά και ιταλικά ομόλογα – έτσι ώστε να μην «αποθρασυνθούν» οι κυβερνήσεις των δύο χωρών.

Τέλος, είναι σε όλους γνωστός ο τρόπος, με τον οποίο δολοφόνησε κυριολεκτικά την Κύπρο, όταν το κοινοβούλιο της δεν ψήφισε υπέρ της υπαγωγής του νησιού στην κυβέρνηση της Τρόικας – αλλάζοντας σε χρόνο μηδέν την απόφαση του, εκβιαζόμενο άμεσα και έμμεσα από την ΕΚΤ.

Η παντοδυναμία της ΕΚΤ

Συνεχίζοντας, εύλογα αναρωτιέται κανείς εάν οι κυβερνήσεις μπορούν να αμυνθούν απέναντι στην ΕΚΤ – με την απάντηση να είναι πολύ εύκολη, όσον αφορά αυτές των υπερχρεωμένων χωρών.

Απλούστατα, όταν μία κυβέρνηση αντιδράσει, τότε η ΕΚΤ φροντίζει να μην αγοράζονται τα ομόλογα του δημοσίου της – κάτι που δεν είναι καθόλου δύσκολο να το επιτύχει, λόγω της επιρροής που ασκεί επάνω στις τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων των κεντρικών.

Από τη στιγμή δε και μετά που η ΕΚΤ ανέλαβε την εποπτεία του τραπεζικού συστήματος της Ευρωζώνης, η επιρροή της αυξήθηκε κατακόρυφα – επειδή έχει πλέον τη δυνατότητα να δίνει απ’ ευθείας εντολές στις τράπεζες να αγοράζουν ή όχι τα ομόλογα των κρατών τους, χρησιμοποιώντας φυσικά έξυπνες τακτικές (άρθρο).

Για παράδειγμα, δεν απαγορεύει δήθεν την αγορά ομολόγων για πολιτικούς σκοπούς, επειδή δηλαδή οι κυβερνήσεις αρνούνται να εφαρμόσουν τα μέτρα που τους επιβάλλει μέσω της Τρόικας, αλλά επειδή δεν είναι αρκετά σίγουρα – με την έννοια πως η φερεγγυότητα της χώρας τους δεν επιτρέπει την αγορά των ομολόγων της, για να μην απειληθούν οι τράπεζες με χρεοκοπία. Αυξάνει δε ή μειώνει τη ρευστότητα τους με το πρόγραμμα ELA, καθώς επίσης το δανεισμό τους, κατά το δοκούν – όπως έχει διαπιστωθεί πολλές φορές.

Όλοι θυμούνται άλλωστε πόσο γρήγορα εκπαραθυρώθηκαν οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας και της Ιταλίας όταν «απείλησαν» με δημοψήφισμα, σε μία εποχή που η Ευρωζώνη δεν ήταν προετοιμασμένη για κάτι τέτοιο – ενώ, όσον αφορά τουλάχιστον την Ελλάδα σήμερα, είναι αναμφίβολη η ύπαρξη ενός σχεδίου εκδίωξης της, ενδεχομένως με τη βοήθεια του μεταναστευτικού.

Επίλογος

Ουσιαστικά, η Ελλάδα συνεχίζει να αποτελεί το πειραματόζωο της νεοφιλελεύθερης «ανακατασκευής» της Ευρωζώνης, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν κάνει η ίδια τεράστια λάθη – ενώ η ΕΚΤ θα μπορούσε να επιλύσει τα οικονομικά της προβλήματα σε χρόνο μηδέν. Αυτό ισχύει επίσης για τις υπόλοιπες χώρες του Νότου – κάτι που έχει αναλυθεί επαρκώς στο παρελθόν (άρθρο). 

Εν τούτοις, δεν πρόκειται να το κάνει, αφού ο στόχος της, την επίτευξη του οποίου επιβλέπουν οι αγορές, είναι εντελώς διαφορετικός: η μετατροπή της Ευρώπης σε μία περιοχή που θα βασιλεύει η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία, προς όφελος της παγκόσμιας ελίτ. Πιθανότατα επίσης η ίδρυση του οικονομικού ΝΑΤΟ, μέσω της προώθησης συμφωνιών όπως η ΤΤΙΡ, οι οποίες είναι καταστροφικές για τους Ευρωπαίους – κάτι που επιβεβαίωσε πρόσφατα ο κ. Stieglitz, χαρακτηρίζοντας τες περιττές και άκρως επικίνδυνες (πηγή).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου