Η
Pfizer μετα την περίοδο του κορωνοϊού όπου είχε μετατραπεί σε ένα είδος
παγκόσμιου καθεστώτος ανακοίνωσε μείωση του κόστους και περιστολή
δαπανών, με το «ψαλίδι» να συμπεριλαμβάνει περικοπές άνω των 3,5
δισεκατομμυρίων δολαρίων και φυσικά μαζικές απολύσεις.
Την Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου, οι μετοχές της Pfizer έκλεισαν στα 26,13 δολάρια, ήτοι στο χαμηλότερο επίπεδο από τις 5 Ιουνίου 2013.
Συνολικά η μετοχή της Pfizer γράφει απώλειες το 2023 περίπου 49%.
Η
πτώση της κεφαλαιοποίησης της είναι η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί,
ξεπερνώντας την προηγούμενη ετήσια απώλεια ρεκόρ των 67 δισεκατομμυρίων
δολαρίων (το 2004).
Όπως φαίνεται, η Pfizer
μάλλον είχε υπερεκτιμήσει τις δυνατότητές της, αλλά και τη μελλοντική
ζήτηση για τα αμφιλεγόμενα αντι-Covid προϊόντα της, τα οποία τις ημέρες
της πανδημικής κρίσης, ελέω και των περισσότερων δυτικών κυβερνήσεων
παγκοσμίως, επέτρεψαν την εκτόξευση των καθαρών κερδών της.
Μετά
την υποχώρηση της Covid-19, οι πωλήσεις έπιασαν πάτο, και μάλιστα πιο
γρήγορα από ό,τι περίμενε η εταιρεία, σε αντίθεση με τους αναλυτές της
Wall Street…
Στο μεταξύ, άλλα προϊόντα της Pfizer, όσο ελπιδοφόρα κι αν ήταν, δεν μπόρεσαν να καλύψουν το χάσμα.
«Η
Pfizer έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια να ευθυγραμμίσει εκ νέου τη βάση
κόστους της σε ολόκληρη την επιχείρηση για να διασφαλίσει την ανάπτυξη
και την κερδοφορία της στο μέλλον», δήλωσε εκπρόσωπος της εταιρείας.
«Δυστυχώς,
οι υπάλληλοί μας θα επηρεαστούν, κάτι που δεν το παίρνουμε ελαφρά τη
καρδία. Επικεντρωνόμαστε στο να παρέχουμε στους συναδέλφους μας τους
πόρους και τη συμπόνια που τους αξίζει».
Η εταιρεία
είπε ότι λανσάρει νέα προϊόντα που θα ενισχύσουν τις πωλήσεις,
συμπεριλαμβανομένων εννέα νέων φαρμάκων και εμβολίων φέτος.
Επίσης διαθέτει μια ισχυρή σειρά φαρμάκων που θα μπορούσαν να αυξήσουν τα έσοδα.
Είπε
επίσης ότι η σύναψη συμφωνίας με τη Seagen για ένα φάρμακο κατά του
καρκίνου, που έκλεισε την Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου, θα μπορούσε να αποφέρει
έσοδα 25 δισεκατομμυρίων δολαρίων έως το 2030.
Η εταιρεία βρέθηκε στην κορυφή του κόσμου, όταν το εμβόλιό της «άνοιξε» τα σχολεία και τις επιχειρήσεις.
Γιόρτασε
δε «τον επιστημονικό θρίαμβο» μοιράζοντας αναμνηστικά μπουφάν σε
επιστήμονες που είχαν εργαστεί στο πρόγραμμα, αναγνωρίζοντάς τους ως
μέλη της ερευνητικής ομάδας Covid-19.
Το 2021 και στη
συνέχεια το 2022, οι ετήσιες πωλήσεις του εμβολίου ξεπέρασαν τα 36
δισεκατομμύρια δολάρια, περισσότερες από ό,τι οποιοδήποτε
συνταγογραφούμενο φάρμακο είχε ποτέ σε έναν χρόνο.
Πέρυσι,
το εμβόλιο, καθώς και το φάρμακο κατά της Covid-19 Paxlovid, έφεραν
στην Pfizer πωλήσεις άνω των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η αποτίμηση της εταιρείας αυξήθηκε.
Το μέλλον φάνταζε λαμπρό.
Η Pfizer επικεντρώθηκε στα εμβόλια κατά της Covid ελπίζοντας πως θα υπάρχει σε αυτά μια ετήσια και προβλέψιμη πηγή πωλήσεων.
Έτσι ξεκίνησε πολλά προγράμματα που θα μπορούσαν να παράγουν μελλοντικά προϊόντα Covid-19.
Για
το 2023, έθεσε ψηλά τον πήχη, λέγοντας στη Wall Street να περιμένει
πωλήσεις 8 δισ. δολ. από το Paxlovid και 13,5 δισ. δολ. από το εμβόλιο.
Είχε βασίσει τις εκτιμήσεις της στα ποσοστά μολύνσεων από Covid, γρίπη
και άλλες αναπνευστικές ασθένειες.
Ωστόσο, οι προβλέψεις της ήταν υψηλότερες από ό,τι περίμεναν οι περισσότεροι αναλυτές.
Στη συνέχεια, αποδείχθηκε ότι η εταιρεία είχε εκτιμήσει εσφαλμένα το ύψος της ζήτησης μετά τη μείωση της απειλής του Covid-19.
Πολλοί
άνθρωποι που εμβολιάστηκαν στο παρελθόν δεν μπορούσαν να αντιληφθούν
πώς θα τους προστάτευε ένα απλό booster και μάλλον δικαίως.
Την
ίδια στιγμή, οι εμβολιασμοί είχαν γίνει πολιτικό ζήτημα λόγω και της
απαράδεκτης υποχρεωτικότητας από την οποία συνοδεύονταν.
Σύμφωνα
με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων στις ΗΠΑ, μόλις το 17% των
ανθρώπων στις Η.Π.Α., ηλικίας 18 ετών και άνω, έχουν λάβει ένα από τα
πιο πρόσφατα ενισχυτικά.
Η χρήση του Paxlovid μειώθηκε
τόσο πολύ που η αμερικανική κυβέρνηση αλλά και άλλες παγκοσμίως
επέστρεψαν εκατομμύρια χάπια στην Pfizer.
Η εταιρεία πλέον
υπολογίζει πως το 2023 οι πωλήσεις εμβολίων και φαρμάκων κατά της Covid
θα ανέλθουν περίπου στα 12,5 δισεκατομμύρια δολάρια ενώ το 2024 ο
αριθμός αυτός θα υποχωρήσει στα 8 δισεκατομμύρια δολάρια.
Πηγή : https://www.pronews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου