Σύμφωνα με έρευνα κοινής γνώμης, για τη διαχείριση του δεύτερου lockdown,που διεξήγαγε (10-11 Νοεμβρίου 2020) το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ σε συνεργασία με την εταιρεία Prorata, η πλειοψηφία (51%) των πολιτών πλέον κρίνει αρνητικά και την υγειονομική διαχείριση της πανδημίας, αλλά και τα οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης για επιχειρήσεις και εργαζόμενους.
Στην αντίστοιχη έρευνα του Ιουλίου είχε διαπιστωθεί υψηλά θετική αποτίμηση της υγειονομικής διαχείρισης της πανδημίας (76%) και σχετικά θετική αποτίμηση των οικονομικών μέτρων που είχαν ληφθεί (56%), με την εικόνα πλέον να φαίνεται ότι μεταβάλλεται. Στην έρευνα του Νοεμβρίου μόνο το 48% αξιολογεί θετικά την υγειονομική διαχείριση της κυβέρνησης και το 46% την οικονομική, ενώ το 51% των ερωτώμενων έχει αρνητική άποψη και για τις δύο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η δημοσκόπηση διεξήχθη πριν τη δραματική αύξηση θανάτων στη χώρα μας από τον κορονοϊό και γενικά την επιδείνωση της υγειονομικής κρίσης.
Οι ισχυρότερες αρνητικές αξιολογήσεις της υγειονομικής διαχείρισης προέρχονται από τους νέους (69%), τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ (87%), τους «αριστερούς» (90%) και τους «αδιάφορους» (90%).
Οι ισχυρότερες θετικές αξιολογήσεις προέρχονται από την ηλικιακή κατηγορία 55+ (58%), τους ψηφοφόρους της ΝΔ (80%) και τους «δεξιούς» (77%). Κατ’ αντιστοιχία, οι ισχυρότερες αρνητικές αξιολογήσεις της οικονομικής διαχείρισης προέρχονται από τις γυναίκες (56%), τους νέους (66%), τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ (90%), τους «αριστερούς» (87%) και τους «αδιάφορους» (74%).
Φαίνεται, επομένως, ότι σιγά-σιγά χάνεται το βασικό πλεονέκτημα της κυβέρνησης στο πρώτο κύμα του lockdown - η αποτιμώμενη ως επιτυχής υγειονομική διαχείριση - και πλέον έχει να αντιμετωπίσει μια διπλή εστία δυσαρέσκειας. Η επιδείνωση της υγειονομικής κρίσης επιβαρύνει την οικονομική κατάσταση και η οικονομική πίεση παράγει αρνητικές αποτιμήσεις της διαχείρισης στο υγειονομικό πεδίο, οπότε και η αποτίμηση της διαχειριστικής επάρκειας ή ανεπάρκειας συνολικά αποκτά πλέον δύο σχεδόν ισοβαρή φορτία.
Στην αντίστοιχη έρευνα του Ιουλίου είχε διαπιστωθεί υψηλά θετική αποτίμηση της υγειονομικής διαχείρισης της πανδημίας (76%) και σχετικά θετική αποτίμηση των οικονομικών μέτρων που είχαν ληφθεί (56%), με την εικόνα πλέον να φαίνεται ότι μεταβάλλεται. Στην έρευνα του Νοεμβρίου μόνο το 48% αξιολογεί θετικά την υγειονομική διαχείριση της κυβέρνησης και το 46% την οικονομική, ενώ το 51% των ερωτώμενων έχει αρνητική άποψη και για τις δύο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η δημοσκόπηση διεξήχθη πριν τη δραματική αύξηση θανάτων στη χώρα μας από τον κορονοϊό και γενικά την επιδείνωση της υγειονομικής κρίσης.
Οι ισχυρότερες αρνητικές αξιολογήσεις της υγειονομικής διαχείρισης προέρχονται από τους νέους (69%), τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ (87%), τους «αριστερούς» (90%) και τους «αδιάφορους» (90%).
Οι ισχυρότερες θετικές αξιολογήσεις προέρχονται από την ηλικιακή κατηγορία 55+ (58%), τους ψηφοφόρους της ΝΔ (80%) και τους «δεξιούς» (77%). Κατ’ αντιστοιχία, οι ισχυρότερες αρνητικές αξιολογήσεις της οικονομικής διαχείρισης προέρχονται από τις γυναίκες (56%), τους νέους (66%), τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ (90%), τους «αριστερούς» (87%) και τους «αδιάφορους» (74%).
Φαίνεται, επομένως, ότι σιγά-σιγά χάνεται το βασικό πλεονέκτημα της κυβέρνησης στο πρώτο κύμα του lockdown - η αποτιμώμενη ως επιτυχής υγειονομική διαχείριση - και πλέον έχει να αντιμετωπίσει μια διπλή εστία δυσαρέσκειας. Η επιδείνωση της υγειονομικής κρίσης επιβαρύνει την οικονομική κατάσταση και η οικονομική πίεση παράγει αρνητικές αποτιμήσεις της διαχείρισης στο υγειονομικό πεδίο, οπότε και η αποτίμηση της διαχειριστικής επάρκειας ή ανεπάρκειας συνολικά αποκτά πλέον δύο σχεδόν ισοβαρή φορτία.
Ποιός ευθύνεται για το νέο lockdown
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει πού οι πολίτες εντοπίζουν την κύρια ευθύνη για τη νέα έξαρση της πανδημίας. Από τη μία, λοιπόν, το 36% θεωρεί ως κύρια αιτία την έλλειψη ατομικής ευθύνης. Φαίνεται, έτσι, πως το κεντρικό αφήγημα της κυβερνητικής επικοινωνίας σημειώνει υψηλή διείσδυση στην κοινή γνώμη, ιδίως στους άνδρες (37%), την ηλικιακή κατηγορία 55+ (44%), τους ψηφοφόρους της ΝΔ και του ΚΙΝΑΛ (62% και 55%), καθώς και στους «κεντρώους» και τους «δεξιούς» (40% και 60% αντίστοιχα).
Από την άλλη, όμως, το 31% θεωρεί ως κύρια αιτία τη διαχείριση της κρίσης από την Πολιτεία και το 19% το «άνοιγμα» του τουρισμού. Έτσι, οι μισοί ερωτώμενοι αναγνωρίζουν διαχειριστική ανεπάρκεια, συνολική ή επιμέρους οπότε και εδώ η δυσαρέσκεια για τους κυβερνητικούς χειρισμούς δείχνει να είναι οριακά υψηλότερη από την υποστήριξη (βλ. έλλειψη ατομικής ευθύνης) και την ανοχή (βλ. το 11% που θεωρεί αναπόφευκτη την έξαρση της πανδημίας). Ενώ λοιπόν ο επίσημος κυβερνητικός λόγος εξακολουθεί να αποδίδει τη δριμύτητα του δεύτερου κύματος της πανδημίας κατά βάση στη μειωμένη υπευθυνότητα μερίδας πολιτών, αυξάνεται παράλληλα το ποσοστό εκείνων που θεωρούν, αντίθετα, την κυβερνητική διαχείριση υπεύθυνη για την επιδείνωση, αποσύροντας την εμπιστοσύνη τους προς την κυβέρνηση.
Ευθύνη στη γενική διαχείριση της Πολιτείας αποδίδει το 37% των νέων (17-34), το 56% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και το 62% των «αριστερών», ενώ στο «άνοιγμα» του τουρισμού το 22% των γυναικών, το 23% των νέων, το 25% της ηλικιακής κατηγορίας 35-54, το 29% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, το 24% των «αριστερών» και το 25% των «αδιάφορων».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει πού οι πολίτες εντοπίζουν την κύρια ευθύνη για τη νέα έξαρση της πανδημίας. Από τη μία, λοιπόν, το 36% θεωρεί ως κύρια αιτία την έλλειψη ατομικής ευθύνης. Φαίνεται, έτσι, πως το κεντρικό αφήγημα της κυβερνητικής επικοινωνίας σημειώνει υψηλή διείσδυση στην κοινή γνώμη, ιδίως στους άνδρες (37%), την ηλικιακή κατηγορία 55+ (44%), τους ψηφοφόρους της ΝΔ και του ΚΙΝΑΛ (62% και 55%), καθώς και στους «κεντρώους» και τους «δεξιούς» (40% και 60% αντίστοιχα).
Από την άλλη, όμως, το 31% θεωρεί ως κύρια αιτία τη διαχείριση της κρίσης από την Πολιτεία και το 19% το «άνοιγμα» του τουρισμού. Έτσι, οι μισοί ερωτώμενοι αναγνωρίζουν διαχειριστική ανεπάρκεια, συνολική ή επιμέρους οπότε και εδώ η δυσαρέσκεια για τους κυβερνητικούς χειρισμούς δείχνει να είναι οριακά υψηλότερη από την υποστήριξη (βλ. έλλειψη ατομικής ευθύνης) και την ανοχή (βλ. το 11% που θεωρεί αναπόφευκτη την έξαρση της πανδημίας). Ενώ λοιπόν ο επίσημος κυβερνητικός λόγος εξακολουθεί να αποδίδει τη δριμύτητα του δεύτερου κύματος της πανδημίας κατά βάση στη μειωμένη υπευθυνότητα μερίδας πολιτών, αυξάνεται παράλληλα το ποσοστό εκείνων που θεωρούν, αντίθετα, την κυβερνητική διαχείριση υπεύθυνη για την επιδείνωση, αποσύροντας την εμπιστοσύνη τους προς την κυβέρνηση.
Ευθύνη στη γενική διαχείριση της Πολιτείας αποδίδει το 37% των νέων (17-34), το 56% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και το 62% των «αριστερών», ενώ στο «άνοιγμα» του τουρισμού το 22% των γυναικών, το 23% των νέων, το 25% της ηλικιακής κατηγορίας 35-54, το 29% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, το 24% των «αριστερών» και το 25% των «αδιάφορων».
Όξυνση της συναισθηματικής έντασης και πιο «επιθετική» δυσαρέσκεια
Σε ό,τι αφορά την ατομική ψυχολογία, στην έρευνα του Ιουλίου του ΕΝΑ διαπιστωνόταν η επικράτηση συναισθημάτων «αβεβαιότητας» (39%), «ανασφάλειας» (26%), «άγχους» (24%), «φόβου» (15%) αλλά και «ηρεμίας» (29%). Πλέον, κυριαρχούν η «αβεβαιότητα» (31%), η «οργή» (26%), η «ανασφάλεια» (23%), το «άγχος» (20%), αλλά και η «ελπίδα» (19%). Παρότι εξακολουθούν να κυριαρχούν τα αρνητικά συναισθήματα, τη θέση της «ηρεμίας» - δεύτερο πιο έντονο συναίσθημα τον Ιούλιο - παίρνει η «οργή», η οποία το καλοκαίρι βρισκόταν στην έκτη θέση (13%), δείγμα διαμόρφωσης μιας περισσότερο «επιθετικής» δυσαρέσκειας, που υποσκάπτει τις συνθήκες πλειοψηφικής υποστήριξης που είχε επιτύχει η κυβέρνηση. Η «οργή», μάλιστα, είναι κυρίαρχο συναίσθημα στις γυναίκες (31%), στους νέους (33%, μαζί με την αβεβαιότητα), στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ (40%) και στους «αριστερούς»(45%).
Σε ό,τι αφορά την ατομική ψυχολογία, στην έρευνα του Ιουλίου του ΕΝΑ διαπιστωνόταν η επικράτηση συναισθημάτων «αβεβαιότητας» (39%), «ανασφάλειας» (26%), «άγχους» (24%), «φόβου» (15%) αλλά και «ηρεμίας» (29%). Πλέον, κυριαρχούν η «αβεβαιότητα» (31%), η «οργή» (26%), η «ανασφάλεια» (23%), το «άγχος» (20%), αλλά και η «ελπίδα» (19%). Παρότι εξακολουθούν να κυριαρχούν τα αρνητικά συναισθήματα, τη θέση της «ηρεμίας» - δεύτερο πιο έντονο συναίσθημα τον Ιούλιο - παίρνει η «οργή», η οποία το καλοκαίρι βρισκόταν στην έκτη θέση (13%), δείγμα διαμόρφωσης μιας περισσότερο «επιθετικής» δυσαρέσκειας, που υποσκάπτει τις συνθήκες πλειοψηφικής υποστήριξης που είχε επιτύχει η κυβέρνηση. Η «οργή», μάλιστα, είναι κυρίαρχο συναίσθημα στις γυναίκες (31%), στους νέους (33%, μαζί με την αβεβαιότητα), στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ (40%) και στους «αριστερούς»(45%).
Συμφωνία με το lockdown
Στην έρευνα η απόφαση για το δεύτερο lockdown διαθέτει υψηλή αποδοχή στο 62% των ερωτώμενων, με τη διαφωνία να κινείται στο 37%. Υπενθυμίζεται ότι στην έρευνα του Ιουλίου, το 56% υποστήριζε ένα δυνητικό lockdown σε περίπτωση νέας έξαρσης της πανδημίας, κάτι που υποδηλώνει αφενός την αίσθηση της απειλής που φαίνεται να βιώνει ένα σημαντικο τμήμα της κοινωνίας αφετέρου την υποστήριξη σε μια πρακτική που κατανοήθηκε πλειονοντικά ως επιτυχής στο πρώτο κύμα. Εκείνο που εμφανίζει ενδιαφέρον είναι οι έμφυλες, ηλικιακές και πολιτικές διαστάσεις των συσχετισμών που διαμορφώνονται.
Ειδικότερα, με την εν λόγω απόφαση συμφωνεί το 65% των ανδρών και το 57% των γυναικών, ενώ στις ηλικίες 17-34 οι στάσεις είναι μοιρασμένες (49% και 50% αντίστοιχα) σε αντίθεση με τις άλλες δύο ηλικιακές κατηγορίες (35-54, 55+), που οι θετικές γνώμες είναι υψηλότερες. Σε ό,τι αφορά την προηγούμενη ψήφο, διαφωνία εκφράζουν οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ (54%) και ισχυρή συμφωνία οι ψηφοφόροι της ΝΔ και του ΚΙΝΑΛ (81% και 86%).
Υψηλή συμφωνία αποτυπώνεται σε «κεντρώους» και «δεξιούς» και ελαφρά διαφωνία σε «αριστερούς» και «απολιτικούς». Όπως φαίνεται η συμφωνία με το lockdown συνιστά μια βασική συνέχεια σε σχέση με το καλοκαίρι, παρόλο που παρουσιαζόταν από την κυβέρνηση ως μια λύση τελευταίας ανάγκης. Οι ψηφοφόροι της ΝΔ είναι πιο ένθερμοι υποστηρικτές, σε σχέση με το καλοκαίρι, ενώ οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ μεταπίπτουν σε στάση διαφωνίας.
Στην έρευνα η απόφαση για το δεύτερο lockdown διαθέτει υψηλή αποδοχή στο 62% των ερωτώμενων, με τη διαφωνία να κινείται στο 37%. Υπενθυμίζεται ότι στην έρευνα του Ιουλίου, το 56% υποστήριζε ένα δυνητικό lockdown σε περίπτωση νέας έξαρσης της πανδημίας, κάτι που υποδηλώνει αφενός την αίσθηση της απειλής που φαίνεται να βιώνει ένα σημαντικο τμήμα της κοινωνίας αφετέρου την υποστήριξη σε μια πρακτική που κατανοήθηκε πλειονοντικά ως επιτυχής στο πρώτο κύμα. Εκείνο που εμφανίζει ενδιαφέρον είναι οι έμφυλες, ηλικιακές και πολιτικές διαστάσεις των συσχετισμών που διαμορφώνονται.
Ειδικότερα, με την εν λόγω απόφαση συμφωνεί το 65% των ανδρών και το 57% των γυναικών, ενώ στις ηλικίες 17-34 οι στάσεις είναι μοιρασμένες (49% και 50% αντίστοιχα) σε αντίθεση με τις άλλες δύο ηλικιακές κατηγορίες (35-54, 55+), που οι θετικές γνώμες είναι υψηλότερες. Σε ό,τι αφορά την προηγούμενη ψήφο, διαφωνία εκφράζουν οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ (54%) και ισχυρή συμφωνία οι ψηφοφόροι της ΝΔ και του ΚΙΝΑΛ (81% και 86%).
Υψηλή συμφωνία αποτυπώνεται σε «κεντρώους» και «δεξιούς» και ελαφρά διαφωνία σε «αριστερούς» και «απολιτικούς». Όπως φαίνεται η συμφωνία με το lockdown συνιστά μια βασική συνέχεια σε σχέση με το καλοκαίρι, παρόλο που παρουσιαζόταν από την κυβέρνηση ως μια λύση τελευταίας ανάγκης. Οι ψηφοφόροι της ΝΔ είναι πιο ένθερμοι υποστηρικτές, σε σχέση με το καλοκαίρι, ενώ οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ μεταπίπτουν σε στάση διαφωνίας.
Το ΕΣΥ ως καταφύγιο προστασίας
Σε ό,τι αφορά το ποιος μπορεί να αντιμετωπίσει το δεύτερο κύμα στης πανδημίας, το 80% τοποθετείται υπέρ του δημόσιου συστήματος υγείας και μόλις το 11% υπέρ του ιδιωτικού τομέα. Είναι ενδεικτικό ότι τα αντίστοιχα ποσοστά το καλοκαίρι κινούνταν στο 88% και 7% αντίστοιχα. Η ελαφριά μείωση στο ποσοστό υπέρ του δημόσιου συστήματος ίσως συνδέεται με την υγειονομική επιδείνωση, παραταύτα πέρα από κάθε αμφιβολία, το τελευταίο λογίζεται ως η βασική γραμμή άμυνας απέναντι στην έξαρση της πανδημίας, συνιστώντας τη δεύτερη σημαντική συνέχεια ανάμεσα στις δύο έρευνες.
Σε ό,τι αφορά το ποιος μπορεί να αντιμετωπίσει το δεύτερο κύμα στης πανδημίας, το 80% τοποθετείται υπέρ του δημόσιου συστήματος υγείας και μόλις το 11% υπέρ του ιδιωτικού τομέα. Είναι ενδεικτικό ότι τα αντίστοιχα ποσοστά το καλοκαίρι κινούνταν στο 88% και 7% αντίστοιχα. Η ελαφριά μείωση στο ποσοστό υπέρ του δημόσιου συστήματος ίσως συνδέεται με την υγειονομική επιδείνωση, παραταύτα πέρα από κάθε αμφιβολία, το τελευταίο λογίζεται ως η βασική γραμμή άμυνας απέναντι στην έξαρση της πανδημίας, συνιστώντας τη δεύτερη σημαντική συνέχεια ανάμεσα στις δύο έρευνες.
Ενδείξεις κοινωνικής αποσταθεροποίησης
Σε γενικές γραμμές, το δεύτερο lockdown συνοδεύεται από την αργή αλλά σταθερή ένταση της κοινωνικής δυσαρέσκειας, απόρροια της αρνητικής εξέλιξης της πανδημίας. Ειδικότερα, η καταγραφόμενη τάση διόγκωσης της δυσαρέσκειας από τους νέους και τις γυναίκες, φαίνεται να υποδηλώνει στην πρώτη περίπτωση μία αντίδραση στην επικοινωνιακή «δαιμονοποίηση» των νέων και στη δεύτερη περίπτωση το δεδομένο του υψηλού φορτίου που επωμίζονται οι γυναίκες στο πλαίσιο του lockdown.
Το εάν η κοινή γνώμη εισέλθει σε μια σπειροειδή τροχιά έντασης της δυσαρέσκειας προς στην κυβέρνηση, θα κριθεί από την τροπή και τη χρονικότητα της κρίσης, τόσο στο επίπεδο της διάρκειάς της όσο και σε αυτό του τροπισμού της διαχείρισής της (αν θα γίνονται διακεκομμένα lockdown κοκ)
Σημειώνεται ότι οι εν λόγω τάσεις καταγράφηκαν σε μια χρονική συγκυρία, που δεν είχε ακόμη διακοπεί η λειτουργία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και των νηπιαγωγείων και παιδικών σταθμών (το οποίο επιβάρυνε έτι περαιτέρω τις εργαζόμενες μητέρες), ούτε είχαν προκύψει οι αντιπαραθέσεις γύρω από τον εορτασμό του Πολυτεχνείου (το οποίο σχετίζεται εν γένει με τα κινήματα της νεολαίας).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου