Γράφει ο δρ Δημήτρης Γκίκας
Στους
Πλατωνικούς διαλόγους αναπτύσσεται μια φιλοσοφική στάση ζωής που σήμερα
ξενίζει. Ο λόγος; Στη Σωκρατική και πλατωνική φιλοσοφία δεν
ακολουθείται καμία πολιτική ορθότητα. Η ίδια η δημοκρατία εγκαλείται,
διότι θεωρείται πως πολλές φορές καταντά οχλοκρατία. Τα πλούτη
θεωρούνται άχρηστα, όταν δεν παίζουν κανένα ρόλο στην πνευματική
ανάπτυξη. Ακόμα και η πιο εντυπωσιακή τέχνη, όταν καταντά επίδειξη
πολιτικής δύναμης ή δεν υπηρετεί την ηθική, αποκαλείται ανούσια (ο
Πλάτων τα έβαλε ακόμα και με τον Όμηρο). Ο δάσκαλός του, ο Σωκράτης,
εναντιώθηκε στους πολιτικούς «μαϊντανούς» της εποχής του που νόμιζαν
τους εαυτούς τους για σπουδαίους, τα’ βαλε με τους «διανοούμενους»
Σοφιστές που δεν δίδασκαν παρά την απόλυτη αμφισβήτηση και μάλιστα με το
αζημίωτο. Ο Πλάτων ταξίδεψε ακόμα και στη Σικελία για να διδάξει στον
αμαθή τύραννο των Συρακουσών Διονύσιο πώς να αντιμετωπίσει τους
Καρχηδόνιους, τον εθνικό κίνδυνο της εποχής εκείνης.
Η
πολιτική ορθότητα, άρα δεν είναι «φρούτο» της εποχής μας. Από την
αρχαιότητα κάνει την εμφάνισή της, ως μια «φιλελεύθερη» δήθεν στάση
ζωής, ως «προοδευτικό» βήμα του ανθρώπου. Συνήθως οδηγεί ακριβώς στο
αντίθετο αποτέλεσμα: στην παρακμή (ηθική και πνευματική), στην
οπισθοδρόμηση και στην αποεξέλιξη της ανθρώπινης σκέψης. Κοινό σημείο
κάθε πολιτικής ορθότητας, άσχετα με την εποχή στην οποία εμφανίστηκε,
είναι η καλλιέργεια μιας ιδεολογικής μονομέρειας που βασίζεται στην
εκάστοτε πολιτική ισχύ. Κάθε αντίθετη γνώμη είτε τιμωρείται, είτε
αποκρύβεται επιμελώς. Η πολιτική ορθότητα οδηγεί σε μαζική υστερία:
βρίσκει πάντα αιρετικούς κι είναι πάντα έτοιμη να τους υποχρεώσει να
πιουν το κώνειο, να τους κάψει, να τους σταυρώσει, να τους σπιλώσει –
αυτούς και τις ιδέες τους.
Κατά
τη δεκαετία του ’50, στην Ιντιάνα των Η.Π.Α., μια ομάδα συντηρητικών
κατηγόρησε ανοιχτά το βιβλίο «Ρομπέν των Δασών», ισχυριζόμενη ότι η
ιστορία του περνούσε σοσιαλιστικά μηνύματα, καθώς ο ήρωας δημιουργεί την
εντύπωση ότι ο καθένας θα είχε το δικαίωμα να στερήσει από τους
πλούσιους και να τα δίνει στους φτωχούς. Αυτό ανάγκασε τους
βιβλιοθηκονόμους να αποσύρουν το βιβλίο από τα ράφια! Επρόκειτο για
δείγμα μιας πολιτικής υστερίας, μιας μαζικής ιδεολογίας που χαρακτήριζε
ένα ολόκληρο κοινωνικό σώμα.
Απέχουμε
70 χρόνια από την εποχή εκείνη, αλλά δεν απέχουμε καθόλου από την
υστερία που τη χαρακτήριζε. Μπορεί η πολιτική ορθότητα κάθε εποχής να
αλλάζει τα δεδομένα και τους στόχους, αλλά η καταπίεση που την
χαρακτηρίζει, η διάθεση να καταπνιγεί κάθε αντίθετη φωνή και η
προσπάθεια σπίλωσης αυτών που δεν την ασπάζονται είναι κοινός τόπος.
Έτσι,
η δολοφονία ενός ανθρώπου συνιστά ειδεχθή πράξη μόνο αν το θύμα έχει
συγκεκριμένη φυλετική ταυτότητα/χρώμα, η δουλεία είναι μια πράξη που
γνώρισαν μόνο οι αφροαμερικανοί, δικαιώματα για τα οποία αξίζει κανείς
να πολεμήσει έχει μόνο η κοινότητα ΛΟΑΤΚΙ, η μόνη σημαία που πρέπει να
σεβόμαστε είναι αυτή στα χρώματα του ουράνιου τόξου και η μόνη ιδεολογία
στην οποία πρέπει να στρατευόμαστε είναι αυτή της διεθνιστικής προόδου.
Στο
μεταξύ, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι δολοφονούνται καθημερινά, ασχέτως
φυλετικής ταυτότητας και για εντελώς ασήμαντους λόγους. Οι Έλληνες
επίσης γνώρισαν μια από τις φρικτότερες δουλείες στην ιστορία της
ανθρωπότητας, η οποία κράτησε 4 ολόκληρους αιώνες. Τα πολιτικά
δικαιώματα ολόκληρων λαών ποδοπατούνται από ένα ανάλγητο
παγκοσμιοποιημένο πολιτικοοικονομικό σύστημα. Αλλά η πολιτική ορθότητα
σήμερα έχει καινούργιους «αποδιοπομπαίους τράγους»: στη θέση των
κομμουνιστών σήμερα βρίσκονται οι λευκοί οι οποίοι συλλήβδην
αποκαλούνται ρατσιστές, οι ετεροφυλόφιλοι που αποκαλούνται ομοφοβικοί,
οι πατριώτες οι οποίοι αποκαλούνται φασίστες. Η ίδια πολιτική υστερία,
το ίδιο κοινωνικοπαθολογικό κλίμα, ο ίδιος αρρωστημένος μη φιλοσοφημένος
διαχωρισμός σε «ανθρώπους» (όσοι είναι μαζί μας) και «υπανθρώπους»
(όσοι είναι εναντίον μας).
Η
δύναμη της φιλοσοφίας, από την αρχαιότητα ήδη, εντοπίστηκε στο ότι
πάντοτε μισούσε κάθε μορφή πολιτικής ορθότητας, απεχθανόταν την
ιδεολογική υστεροβουλία, τη χρήση του λόγου και της σκέψης για απόκτηση
φήμης ή πλούτου. Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν ότι όταν ένας «διάσημος
φιλόσοφος», όπως ο Μπερνάρ-Ανρί Λεβί, αποκαλεί τους κατοίκους ενός
νησιού «φασίστες», επειδή διαφωνούν με την ανεξέλεγκτη είσοδο των
λαθρομεταναστών στον τόπο τους, την ίδια στιγμή αυτός ο διάσημος
«φιλόσοφος» παύει να κατέχει αυτή την – κανονικά ακριβοθώρητη – ιδιότητα
και γίνεται απλώς ένα όργανο της σημερινής πολιτικής ορθότητας, ένα
όργανο που υιοθετεί στο ακέραιο την ορολογία της για να εξασφαλίσει τη
φήμη και/ή τον πλούτο που εκπορεύεται από την ιδιότητά του ως φερέφωνου
και μόνο – πάντως όχι ως ελεύθερα σκεπτόμενου ανθρώπου ή φιλοσόφου…
(Εικόνα:
το κεντρικό μέρος της περίφημης τοιχογραφίας του Ραφαέλο «Σχολή των
Αθηνών» που απεικονίζει ως δύο κεντρικές μορφές τον Πλάτωνα και τον
Αριστοτέλη)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου