Μελέτης Η. Μελετόπουλος
Διδάκτωρ Οικονομικών και Κοινωνικών
Επιστημών Πανεπιστημίου Γενεύης
Το 1990 η επιστημονική επιθεώρηση ΝΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ εξέδωσε ένα τεύχος-αφιέρωμα στα ελληνοτουρκικά, με θέμα: «Οι τουρκικές προθέσεις και οι ελληνικές αυταπάτες». Σε αυτό διαπρεπείς διπλωμάτες και επιστήμονες υποστήριζαν ότι η Τουρκία είναι ένα επεκτατικό και αναθεωρητικό κράτος, επιδιώκει την μετατροπή της σε περιφερειακή δύναμη και αποδίδει σημασία μόνον στους συσχετισμούς ισχύος και όχι στο διεθνές δίκαιο. Οπότε η Ελλάδα θα πρέπει να οργανώσει στην εξωτερική και αμυντική πολιτική της σε ρεαλιστική βάση, αντί να θεωρεί ότι η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας ή το διεθνές δίκαιο θα «εξημερώσουν» και θα αναχαιτίσουν από μόνα τους την γειτονική χώρα.
Το τεύχος αυτό έκανε ρεκόρ πωλήσεων (την μακρυνή εκείνη εποχή δεν υπήρχε διαδίκτυο). Αλλά το διπλωματικό και πολιτικό κατεστημένο, δηλαδή το σύνολο των ανθρώπων που διαμορφώνουν την εξωτερική πολιτική, λοιδώρησε την έκδοση ως «ακραία» και «εθνικιστική». Διότι οι εφησυχαστικές αυταπάτες είναι πιό εύπεπτες από τον δυσάρεστο ρεαλισμό. Το πρόβλημα είναι ότι ο αυταπάτες γαλούχησαν δύο γενιές σε λάθος κατεύθυνση, με αποτέλεσμα σήμερα το πολιτικό σύστημα να δυσκολεύεται να αναλύσει σωστά την ωμή τουρκική απειλή.
Ποιές είναι οι πραγματικές προθέσεις του Ερντογάν;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν είναι εύκολη. Υπάρχουν τρία δυνατά σενάρια:
1. Η συνεκμετάλλευση των φυσικών πόρων του Αιγαίου. Η Τουρκία επιδιώκει να οδηγήσει, υπό την απειλή στρατιωτικής σύγκρουσης, την Ελλάδα σε μία συνολική συμφωνία, βάσει της οποίας τουρκικές εταιρείες θα συμμετάσχουν στην διαδικασία εξόρυξης και εμπορίας του φυσικού αερίου. Το πρόβλημα σε αυτό το σενάριο είναι ότι η Τουρκία δεν θα αρκείτο σε μία οικονομική συνεργασία, αλλά θα απαιτούσε κυριαρχία και επί των πόρων, δηλαδή εκχώρηση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
2. Η συνολική διαρρύθμιση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ, δηλαδή μια συμφωνία, και πάλι υπό την απειλή στρατιωτικής σύγκρουσης, που θα όριζε την συνοριογραμμή ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία σύμφωνα ή σχεδόν σύμφωνα με την τουρκική αντίληψη. Το πρόβλημα σε αυτήν την περίπτωση είναι ότι η Τουρκία δεν αναγνωρίζει το διεθνές δίκαιο, οπότε δεν υπάρχει η νομική βάση για μία σχετική διαπραγμάτευση ή προσφυγή σε διεθνές όργανο, που εισηγούνται διάφοροι παράγοντες της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης στην Ελλάδα.
3. Το τρίτο σενάριο είναι «ακραίο» για την οπτική του μέσου Έλληνα πολιτικού, διπλωμάτη ή αναλυτή. Και όμως είναι το περισσότερο συμβατό με την τουρκική αντίληψη, ιστορία και ψυχοσύνθεση. Είναι η περίπτωση η Τουρκία να επιδιώκει όχι κάποια συγκεκριμένα ενεργειακά ή εδαφικά οφέλη υπό την εκβιαστική απειλή σύγκρουσης. Αλλά να επιδιώκει την ίδια την στρατιωτική σύγκρουση.
Μελετώντας την τουρκική ιστορία, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς το μέγεθος του συλλογικού τραύματος που υπέστησαν οι Τούρκοι από την συντριβή τους στις διάφορες μάχες της Ελληνικής Επανάστασης, στους Βαλκανικούς Πολέμους το 1912-2 και την προέλαση του Ελληνικού στρατού μέχρι τις παρυφές της Άγκυρας το 1921. Αν και λαός κατακτητών, νομάδων και εισβολέων, οι Τούρκοι ηττήθηκαν κατ΄επανάληψη και η αυτοκρατορία τους αποδομήθηκε από το ολιγάνθρωπο ελληνικό έθνος. Ας μην υποτιμά κανείς την βούληση των Τούρκων να υπεραναπληρώσουν το ιστορικό τους σύνδρομο, προκαλώντας σύγκρουση με την Ελλάδα σε μία συγκυρία την οποία οι ίδιοι θεωρούν ευνοϊκή γιά τους ίδιους. Και μάλιστα στην ιστορική επέτειο των διακοσίων χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση, από την οποία άρχισε η κατάρρευση του οθωμανικού γίγαντα στα λαγκάδια του Μοριά και της Ρούμελης.
ΤΑ ΝΕΑ Έντυπη ΄Εκδοση 17/12/19
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου