Οι σχέσεις με την Τουρκία αποτελούν βασική προτεραιότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Το άρθρο του πρώην πρωθυπουργού κ. Σημίτη υπό τον τίτλο «Αιγιαλίτιδα ζώνη – ΑΟΖ -Υφαλοκρηπίδα: Προσοχή τώρα» που δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» (9 Ιουνίου 2019) προκάλεσε εκ των πραγμάτων μείζον ενδιαφέρον. Το άρθρο, όμως, βασίζεται σε παραδοχές που άλλοτε είναι επισφαλείς ή άλλοτε αβάσιμες.
Επί παραδείγματι, ο κ. Σημίτης αναφέρει ότι σε περίπτωση αυξήσεως των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, τα πλοία που βρίσκονται στο Αιγαίο «θα οφείλουν πλέον να υπακούουν στις οδηγίες των ελληνικών αρχών». Στα «διεθνή στενά» που θα δημιουργηθούν σε μία τέτοια περίπτωση, ισχύει το δικαίωμα της «διελεύσεως τράνζιτ» (πλους διελεύσεως – άρθρα 37-44 της Συμβάσεως για το Δίκαιο της Θάλασσας). Η συγκεκριμένη διέλευση όχι μόνον δεν υπόκειται στις οδηγίες του παράκτιου κράτους, αλλά δεν μπορεί να παρεμποδιστεί ή διακοπεί από το παράκτιο κράτος ούτε για λόγους ασφαλείας.
Ο κ. Σημίτης τάσσεται κατηγορηματικά κατά της καταθέσεως συντεταγμένων που θα ορίζουν τα όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο. Επισείει ως απειλή ότι «κατάθεση συντεταγμένων, με τις οποίες διαφωνεί η Τουρκία, θα είχε ως άμεση συνέπεια κατάθεση συντεταγμένων εκ μέρους της, που θα ήταν ασυμβίβαστες με τις ελληνικές». Η Τουρκία, όμως, δεν περίμενε την Ελλάδα για να καταθέσει τις δικές της συντεταγμένες. Με δύο ρηματικές διακοινώσεις της προς τον ΟΗΕ έχει ορίσει τις συντεταγμένες της περιοχής που θεωρεί δική της υφαλοκρηπίδα (βλ. 2004/Turkuno DT/4739, 2 Μαρτίου 2004 και 2013/14136816/22273, 12 Μαρτίου 2013). Επίσης, με δημοσιεύσεις στην τουρκική εφημερίδα της κυβερνήσεως (16 Ιουλίου 2009 και 27 Απριλίου 2012), το περιεχόμενο των οποίων κοινοποίησε και στον ΟΗΕ, παραχώρησε στην τουρκική κρατική εταιρεία πετρελαίου, ΤΡΑΟ μεγάλες περιοχές ελληνικής υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο. Συνεπώς, δεν κινδυνεύουμε από κάτι που έχουμε ήδη πάθει.
Ο πρώην πρωθυπουργός βλέπει ως κίνδυνο «η Τουρκία να στείλει πλοίο σε τμήμα της υφαλοκρηπίδας, που η Ελλάδα θεωρεί ελληνική αλλά η Τουρκία τουρκική». Είναι ένας υπαρκτός και σοβαρός κίνδυνος. Η μη κατάθεση συντεταγμένων, όμως, τον φέρνει εγγύτερα. Επιτρέπει στην Τουρκία να προχωρήσει νομιμοποιημένα σε γεωτρήσεις εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, τα όρια της οποίας στην Ανατολική Μεσόγειο είναι άγνωστα. Μόνον εάν δηλώσουμε διεθνώς (και με τον πλέον ήπιο και πολιτισμένο τρόπο, δηλαδή στον γραμματέα του ΟΗΕ) τα ακριβή όρια της υφαλοκρηπίδας μας στην περιοχή, μπορούμε να ισχυριστούμε στη συνέχεια ότι τυχόν τουρκική γεώτρηση είναι παράνομη. Η δε κατάθεση συντεταγμένων συνιστά νομική μας υποχρέωση κατ’ εφαρμογήν της Συμβάσεως για το Δίκαιο της Θάλασσας (άρθρο 84.2) και όχι «μονομερή οριοθέτηση», όπως αναφέρεται στο επίμαχο άρθρο.
Η ίδια αντίληψη ότι καλό είναι να μην ασκούμε γενικότερα τα δικαιώματά μας κυριαρχεί σε όλο το άρθρο. Αναφέρεται επί λέξει «ότι ακολουθήσαμε και ακολουθούμε μέχρι τώρα συνειδητά μια πολιτική στην οποία κυριαρχεί η επίκληση των δικαιωμάτων μας, αλλά αποφεύγουμε να τα κατοχυρώσουμε για να μην προκαλέσουμε αμφισβητήσεις» – «αναγνωρίζουμε τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, αλλά εν γνώσει μας δεν επιδιώξαμε την εφαρμογή τους, γιατί θεωρούμε πιθανό να προκύψουν αρνητικές επιπτώσεις για τη χώρα». Οι συγκεκριμένες κυνικές ομολογίες εμπεριέχουν και το πιο σημαντικό σημείο του άρθρου του πρώην πρωθυπουργού. Είναι πολύ πιο ουσιαστικές από τη διαχρονική υπόμνηση περί επιθετικότητας της Τουρκίας ή την καταληκτική διαπίστωση περί ανάγκης ευρέσεως μη ευχάριστων λύσεων.
Κατ’ αρχάς, επισημαίνεται ότι η μακροχρόνια αποφυγή ασκήσεως νομίμων δικαιωμάτων κατά το διεθνές δίκαιο πιθανόν να καταλήξει στην απίσχνασή τους. Αυτό ισχύει πρωτίστως στις περιπτώσεις όπου ένα άλλο κράτος αμφισβητεί ή διεκδικεί το ίδιο δικαίωμα. Η διεθνής νομολογία, στην οποία αναφέρεται εκτενώς ο κ. Σημίτης, αναζητεί πράξεις κρατικής κυριαρχίας οποιασδήποτε μορφής για να επιβεβαιώσει τα δικαιώματα ενός κράτους. Επιπλέον, η άποψη να μην ενοχλούμε γενικώς τη γείτονα χώρα, υπερβαίνει και τις τουρκικές αντιλήψεις. Η Αγκυρα έχει απειλήσει με casus belli μόνον σε περίπτωση επεκτάσεως των ελληνικών χωρικών υδάτων και όχι σε περίπτωση ασκήσεως άλλων δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στο διεθνές δίκαιο.
Τέλος, έχει αποδειχθεί στην πράξη ότι η πολιτική του απόλυτου κατευνασμού δεν οδήγησε την Αγκυρα να σταματήσει ή να περιορίσει τις διεκδικήσεις της. Αντιθέτως, κατά παραβίαση κάθε κανόνα διεθνούς δικαίου αλλά και της απλής λογικής έφτασε να διεκδικεί την τελευταία δεκαετία ακόμη και θαλάσσιες περιοχές νοτίως της Κύπρου και της Κρήτης με τις οποίες δεν έχει ούτε γεωγραφική συνέχεια. «Η τακτοποίηση των εκκρεμοτήτων» στην οποία αναφέρεται ο πρώην πρωθυπουργός είναι προφανώς ευκταία. Δεν μπορεί, όμως, να γίνει βάσει του παραλογισμού των τουρκικών αντιλήψεων αλλά βάσει του διεθνούς δικαίου με σύνεση, προσοχή αλλά και τις σωστές διεθνείς συμμαχίες. Διότι η αποφασιστική διαφορά μεταξύ των προηγούμενων δεκαετιών και του σήμερα δεν είναι η ανακάλυψη υδρογονανθράκων στην κυπριακή ΑΟΖ. Είναι η απομόνωση της Τουρκίας από τους παραδοσιακούς της συμμάχους.
* Ο κ. Αγγελος Μ. Συρίγος είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου & Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, υποψήφιος βουλευτής Α΄ Αθηνών με τη Νέα Δημοκρατία.
Πηγη: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Πηγή : http://www.bankwars.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου