Οι σημερινές πολιτικές και οικονομικές ελίτ δεν βλέπουν καμία απειλή από τα αριστερά – την οποία θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν με ακροδεξιές, φασιστικές ομάδες. Αντίθετα θεωρούν πως ο πατριωτικός δημοκρατικός χώρος, ως ένα κίνημα που εκφράζει τη δυσαρέσκεια των χαμένων της παγκοσμιοποίησης και της πολιτικής λιτότητας, κυρίως των μεσαίων και κατώτερων εισοδηματικών τάξεων, αποτελεί τον πραγματικό κίνδυνο αποσταθεροποίησης του δικού τους συστήματος – ο οποίος θα μπορούσε να ανοίξει το «κουτί της Πανδώρας», προκαλώντας τεράστιες ρωγμές στο οικοδόμημα τους με ανυπολόγιστα επακόλουθα.
Χωρίς καμία αμφιβολία, το χρηματοπιστωτικό κραχ του 2008 επιτάχυνε την κρίση της παγκοσμιοποίησης – ενώ η διαχείριση του υφιστάμενης κατάστασης (status quo) από τα παραδοσιακά, ελιτίστικα ουσιαστικά κόμματα των φιλελευθέρων, συντηρητικών και σοσιαλδημοκρατών, είναι πλέον επισφαλής και αβέβαιη, όπως διαπιστώνεται από τις φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό τους. Αμφισβητούνται δε κυρίως από τα «πατριωτικά, λαϊκά κόμματα», τα οποία αφενός μεν προσεγγίζουν θετικά τόσο τον κ. Trump, όσο και τον κ. Putin, αφετέρου σε πάρα πολλές χώρες έχουν καταφέρει να αναδειχθούν στη θέση της σημαντικότερης αντιπολίτευσης – με ρεαλιστικές πιθανότητες να διεκδικήσουν την κυβέρνηση. Στην Ανατολική Ευρώπη το έχουν ήδη επιτύχει στην Ουγγαρία και στην Πολωνία, ενώ στη Δύση η νέα κυβέρνηση της Ιταλίας ελέγχεται πλήρως από το «πατριωτικό» της σκέλος – με την Αυστρία να αποτελεί μία ιδιάζουσα περίπτωση (ανάλυση), όταν στη Γαλλία η κυρία Le Pen κέρδισε τις Ευρωεκλογές.
Σε πλήρη αντίθεση, η αριστερά έχει μικρές μόνο επιτυχίες στη Βρετανία, στην Ισπανία, στην Πορτογαλία ή στη Γαλλία – ενώ στην Ελλάδα χάθηκε η μεγαλύτερη ευκαιρία της να παρουσιαστεί ως μία εναλλακτική λύση στα ελιτίστικα κόμματα. Η πλήρης αποτυχία της κάποτε αριστερής ελληνικής κυβέρνησης, κυρίως η άνευ όρων υποταγή της στην πολιτική της υποτέλειας, των υποκλίσεων, της διεθνούς επαιτείας και των νεοφιλελεύθερων μνημονίων των προκατόχων της, σε συνδυασμό με την παροιμιώδη ανικανότητα της, ζημίωσε σε μεγάλο βαθμό τα αντίστοιχα κόμματα στην Ευρώπη – αρκετά από τα οποία έχασαν την αξιοπιστία τους, όσον αφορά τον «εναλλακτικό» τους λόγο.
Στα πλαίσια αυτά (των προσπαθειών/στόχων δηλαδή των ελίτ, των κοινωνικών αναταραχών, της ανόδου του πατριωτικού λαϊκού χώρου και της ελληνικής «προδοσίας»), το αριστερό στρατόπεδο προσπαθεί να συσπειρωθεί και να οργανωθεί, πίσω από την κήρυξη ενός αντιφασιστικού αγώνα – με την επιστροφή του δηλαδή στο παρελθόν, χωρίς να γνωρίζει πως έτσι παίζει το παιχνίδι των ελίτ, όσον αφορά τη «ρεζέρβα» τους όπως θα δούμε παρακάτω.
Συνεχίζοντας, ασφαλώς υπάρχουν φαινομενολογικές ομοιότητες μεταξύ του ιστορικού φασισμού και των σημερινών πατριωτικών, λαϊκών κομμάτων – όπως (α) οι σε κάποιο βαθμό ρατσιστικές τοποθετήσεις τους εναντίον των μεταναστών και ιδιαίτερα των μουσουλμάνων/ισλαμιστών, στη θέση των Εβραίων του παρελθόντος, (β) η έμφαση στις εθνικές ταυτότητες, (γ) οι λεκτικές επιθέσεις κατά του διεθνούς κυρίως κεφαλαίου (τράπεζες, κερδοσκόποι), το οποίο ενοχοποιείται για τη χρεοκοπία κρατών ή/και κοινωνικών ομάδων (δ) η θετική στάση απέναντι στο αστυνομικό, στρατιωτικό, αυταρχικό κράτος για λόγους ασφαλείας των Πολιτών κοκ.
Εν τούτοις, οι διαφορές με το παρελθόν είναι μεγάλες όπως το γεγονός ότι, ένα από τα πλέον βασικά χαρακτηριστικά του φασισμού ήταν ο «προληπτικός» εμφύλιος πόλεμος κατά του κομμουνισμού – ο οποίος έδωσε ένα βίαιο τέλος στις κοινωνικές επαναστάσεις που συγκλόνισαν ολόκληρη την Ευρώπη, μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Ως εκ τούτου, ο φασισμός είχε από το ξεκίνημα του τη στήριξη των ελίτ, οι οποίες θεωρούσαν μεγάλη απειλή την αριστερά – κάτι που δεν συμβαίνει σήμερα, αφού τα πατριωτικά λαϊκά κινήματα θεωρούνται πλέον εχθροί των ελίτ (παράδειγμα ο πρόεδρος Trump – άρθρο).
Σε πλήρη αντίθεση λοιπόν με τότε, οι σημερινές πολιτικές και οικονομικές ελίτ δεν βλέπουν καμία απειλή από τα αριστερά – την οποία θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν με ακροδεξιές, φασιστικές ομάδες. Αντίθετα θεωρούν πως ο πατριωτικός λαϊκός χώρος, ως ένα κίνημα που εκφράζει τη δυσαρέσκεια των χαμένων της παγκοσμιοποίησης και της πολιτικής λιτότητας, κυρίως των μεσαίων και κατώτερων εισοδηματικών τάξεων, αποτελεί τον πραγματικό κίνδυνο αποσταθεροποίησης του δικού τους συστήματος – ο οποίος θα μπορούσε να ανοίξει το «κουτί της Πανδώρας», προκαλώντας τεράστιες ρωγμές στο σύστημα με ανυπολόγιστα επακόλουθα.
Στην περίπτωση τώρα που η αντιμετώπιση του προβλήματος δεν είναι εφικτή με πολιτικές συμμαχίες, όπως στην Αυστρία της πατριωτικής, λαϊκής παράταξης με την κεντροδεξιά, τότε οι ελίτ χρησιμοποιούν άλλα «επιθετικά όπλα»: στην Ιταλία τον πρόεδρο της και στην Ελλάδα την «αριστερή προδοσία» κάθε είδους, η οποία αποδείχθηκε πολύ πιο ωφέλιμη, από οποιαδήποτε άλλη ενέργεια.
Το γεγονός άλλωστε ότι, στην Ελλάδα κατηγορούνται ως ακροδεξιοί όσοι τάσσονται εναντίον της πολιτικής της κυβέρνησης (μνημόνια), ή εκείνοι που τοποθετούνται κατά των μεταναστευτικών εισροών, όχι όμως για φυλετικούς/εθνικιστικούς λόγους αλλά για καθαρά οικονομικούς (ανεργία, μειώσεις μισθών, συντάξεων κοκ.), τεκμηριώνει τη χρησιμότητα της κατ’ επίφαση αριστεράς και των μεθόδων της για τις ελίτ – εχθρός των οποίων είναι πλέον ο πατριωτικός δημοκρατικός χώρος, τον οποίο προσπαθούν να αντιμετωπίσουν ακόμη και με τη βοήθεια λέξεων που επηρεάζουν αρνητικά τα πλήθη (για παράδειγμα, με τη λέξη «λαϊκισμός» που της έχουν προσδώσει μία αρνητική χροιά, παρά το ότι στην ουσία περιγράφει αυτόν που στηρίζει τα συμφέροντα της πλειοψηφίας του λαού).
Ειδικά όσον αφορά το μεταναστευτικό, το οποίο αποτελεί το λεκτικό κέντρο βάρους των επιθέσεων εναντίον του πατριωτικού δημοκρατικού χώρου, με τη χρήση κυρίως του χαρακτηρισμού «ακροδεξιός ρατσισμός», έχουμε αναφερθεί ήδη με τα εξής δύο άρθρα μας: (α) «Πρόσφυγες και Μετανάστες», καθώς επίσης «Η μαζική εισβολή στην Ευρώπη», τα οποία δίνουν την πραγματική του διάσταση και όχι αυτήν που χρησιμοποιείται ως «επιθετικό όπλο» ή με στόχο τη χειραγώγηση.
Οι εκφραστές όμως του συγκεκριμένου χώρου, πολλοί από τους οποίους προέρχονται από λαϊκά στρώματα και δεν συνειδητοποιούν τα τεχνάσματα των ελίτ, πέφτουν συνεχώς στην παγίδα – με την έννοια ότι χρησιμοποιούν λεκτικές εκφράσεις που τους κατηγοριοποιούν αυτόματα ως ακροδεξιούς και φασίστες, ρατσιστές και εθνικιστές, ενώ στην ουσία δεν είναι τίποτα από όλα αυτά.
Ο σκοπός της μαζικής μετανάστευσης
Περαιτέρω, είναι φανερό πως οι ελίτ τάσσονται υπέρ της μαζικής μετανάστευσης – αφενός μεν για να αντιμετωπίσουν το δημογραφικό πρόβλημα ειδικά στην Ευρώπη, αφετέρου για να διατηρούν χαμηλούς τους μισθούς των εργαζομένων, έτσι ώστε να είναι οι επιχειρήσεις ανταγωνιστικές με τον υπόλοιπο πλανήτη. Ο τρόπος τώρα, με τον οποίο την προωθούν, είναι οι ΜΚΟ – κάτι που έχει ήδη τεκμηριωθεί στην περίπτωση της μεταφοράς ανθρώπων από τη Λιβύη στην Ιταλία (πηγή), όταν δυστυχώς οι Πολίτες νομίζουν πως οι ΜΚΟ έχουν σκοπό μόνοι τη διάσωση/περίθαλψη των μεταναστών. Εν προκειμένω έχουν διαπιστωθεί τα εξής:
«Για δύο μήνες, χρησιμοποιώντας το marinetraffic.com, παρακολουθήσαμε τις κινήσεις πλοίων που ανήκουν σε ορισμένες ΜΚΟ. Χρησιμοποιώντας δεδομένα από το data.unhcr.org., παρακολουθήσαμε τις καθημερινές αφίξεις Αφρικανών μεταναστών στην Ιταλία. Αποδείχθηκε ότι βρισκόμαστε μάρτυρες μιας μεγάλης απάτης και μιας παράνομης επιχείρησης διακίνησης ανθρώπων (Humantraffic operation).Οι μη κυβερνητικές οργανώσεις (MKO), οι λαθρέμποροι και η μαφία που έρχονται σε επαφή με την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουν αποστείλει χιλιάδες παράνομους μετανάστες στην Ευρώπη, με το πρόσχημα της διάσωσης των ανθρώπων – με τη βοήθεια της ιταλικής ακτοφυλακής που συντονίζει τις δραστηριότητές τους.Οι διακινητές επικοινωνούν με την ιταλική ακτοφυλακή εκ των προτέρων, για να λάβουν υποστήριξη και να πάρουν το ανθρώπινο φορτίο τους. Τα πλοία των ΜΚΟ κατευθύνονται προς το «σημείο διάσωσης», ακόμη και αν τα προς διασφάλιση πρόσωπα βρίσκονται ακόμα στη Λιβύη. Τα 15 πλοία που παρατηρήσαμε ότι ανήκουν ή εκμισθώνονται από ΜΚΟ, έχει διαπιστωθεί συχνά ότι εγκαταλείπουν τα ιταλικά τους λιμάνια, κατευθύνονται προς τα νότια, φτάνουν στις ακτές της Λιβύης, επιβιβάζουν το ανθρώπινο φορτίο τους και επιστρέφουν στην Ιταλία» (πηγή).
Συνεχίζοντας, υπενθυμίζουμε πως δημιουργείται με τη συμβολή της παγκοσμιοποίησης, ένα νέο σύστημα δύο τάξεων (ανάλυση) – όπου στην εισοδηματικά κατώτερη θα ανήκει πλέον το 80% του πληθυσμού, το οποίο θα είναι πολύ δύσκολο να ελεγχθεί εάν δεν δημιουργηθούν πολυπολιτισμικές, μη συνεκτικές κοινωνίες με τη βοήθεια της μαζικής μετανάστευσης.
Με δεδομένο δε το ότι, έτσι θα επιλυθεί ταυτόχρονα και το δημογραφικό πρόβλημα της Ευρώπης, το οποίο είναι τεράστιο, μαζί με τη διατήρηση των μισθών σε ανταγωνιστικά επίπεδα με τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, ειδικά με την Κίνα, είναι ξεκάθαρες οι αιτίες, για τις οποίες οι ελίτ προωθούν τη μετανάστευση – καθώς επίσης τι επιδιώκουν, όταν χαρακτηρίζουν τα πατριωτικά λαϊκά κινήματα λαϊκιστικά, εθνικιστικά, ακροδεξιά, φασιστικά κοκ.
Ειδικά όσον αφορά το δημογραφικό πρόβλημα, δεν υπάρχει μόνο στην Ελλάδα ή στην ακόμη χειρότερη Βουλγαρία. Για παράδειγμα, ο γηγενής πληθυσμός στη Σουηδία που θεωρείται ως το πειραματόζωο της δημιουργίας πολυπολιτισμικών κοινωνιών αυξανόταν έως το 1995, ενώ έκτοτε περιορίζεται – με αποτέλεσμα να προβλέπεται πως έως το 2066 θα αποτελεί τη μειονότητα στη χώρα του (το 1995 ο γηγενής πληθυσμός ήταν στο 93,87% του συνόλου και οι μετανάστες στο 6,13% – το 2015 στο 83,54% και 16,46% αντίστοιχα, με το 2060 να προβλέπεται στα 52,08% έναντι 47,92%). Κάτι ανάλογο συμβαίνει στη Γερμανία, στην οποία προβλέπεται πως ο πληθυσμός της θα μειωθεί έως το 2060 στα 60 εκ. από 81 εκ. σήμερα, εάν δεν αυξηθούν οι μεταναστευτικές ροές – ενώ αντιμετωπίζει μεγάλο πρόβλημα λόγω της γήρανσης του πληθυσμού της.
Όσον αφορά δε την Ιταλία, ο αριθμός των αυτοχθόνων πολιτών συρρικνώνεται με εκπληκτικό ρυθμό: κάθε χρόνο κατά περίπου 250.000, ενώ αυτή η πτώση θα επιταχυνθεί. Αυτό σημαίνει ότι, η προβλεπόμενη δημογραφική ανάπτυξη μπορεί να επιτευχθεί μόνο με μαζική μετανάστευση από την Αφρική και την κεντρική Ασία. Επί του παρόντος, οι περισσότεροι μετανάστες στην Ιταλία προέρχονται από τη Ρουμανία, αλλά ο αριθμός αυτός μειώνεται ραγδαία. Θα υπάρξει δε όλο και λιγότερη μετανάστευση από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, επειδή όλα τα ευρωπαϊκά έθνη βρίσκονται σε δραματική δημογραφική κάμψη – ενώ, λόγω της παρατεταμένης ιταλικής οικονομικής κρίσης, η χώρα δεν αποτελεί πρωταρχικό προορισμό για ανθρώπους από άλλα ευρωπαϊκά κράτη.
Η οικονομική πλευρά
Από οικονομικής πλευράς τώρα έχουμε αναλύσει ήδη τον πατριωτικό, δημοκρατικό χώρο, με το κείμενο μας «Οικονομικός εθνικισμός», χρησιμοποιώντας κυρίως το παράδειγμα των Η.Π.Α. μετά την εκλογή του προέδρου Trump – οπότε δεν υπάρχει λόγος να επαναλαμβανόμαστε, αφού μπορεί να διαβάσει κανείς το συγκεκριμένο κείμενο (πηγή). Εν προκειμένω πάντως έχουν ενδιαφέρον τα λόγια του κ. Κίσινγκερ, σύμφωνα με τον οποίο τα εξής:
«Πιστεύω ότι ο κ. Trump μπορεί να είναι μια από αυτές τις προσωπικότητες της ιστορίας που εμφανίζονται από καιρό σε καιρό για να σηματοδοτήσουν το τέλος μιας εποχής και να την αναγκάσουν να εγκαταλείψει τα παλιά προσχήματα. Δεν σημαίνει απαραίτητα ότι το γνωρίζει αυτό ή ότι έχει εξετάσει κάποια σπουδαία εναλλακτική. Μπορεί απλά να είναι ένα ατύχημα…. Για την Ευρώπη, δεν μπορώ ακόμα να πω ότι είναι αποτελεσματικός ο κ. Macron, γιατί μόλις ξεκίνησε, αλλά μου αρέσει το στυλ του. Από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους ηγέτες, η κυρία Merkel έχει υπερβολικά τοπική απήχηση. Τη συμπαθώ προσωπικά και τη σέβομαι, αλλά δεν είναι μια οικουμενική προσωπικότητα» (πηγή).
Από την τοποθέτηση του κ. Κίσινγκερ συμπεραίνει κανείς πως πιθανότατα βιώνουμε μία αλλαγή παραδείγματος, όπως είχε ήδη προβλεφθεί (ανάλυση) – το τέλος δηλαδή μίας εποχής και την αρχή μίας εντελώς καινούργιας, όπου από την πλευρά της πολιτικής τα παραδοσιακά ελιτίστικα κόμματα των φιλελευθέρων, των συντηρητικών και των σοσιαλδημοκρατών δεν το έχουν συνειδητοποιήσει ακόμη, ενώ τα αριστερά, καθώς επίσης τα ακροδεξιά έχουν χάσει ήδη σε κάποιο βαθμό το παιχνίδι, με τη βοήθεια της σημερινής ελληνικής κυβέρνησης (η ναζιστική ακροδεξιά από την προηγούμενη).
Ως εκ τούτου αυξάνεται η δυναμικότητα των πατριωτικών λαϊκών παρατάξεων, παρά το ότι βάλλονται από τις ελίτ μέσω των παραδοσιακών υφισταμένων, ελιτίστικων κομμάτων και του πελατειακού κράτους τους, καθώς επίσης της προπαγάνδας – ενώ δεν αποκλείεται στο τέλος να χρησιμοποιηθούν εναντίον τους οι γνωστές φασιστικές ομάδες από το παρελθόν, όταν και εάν οι ελίτ διαπιστώσουν πως δεν μπορούν να τα αντιμετωπίσουν με άλλο τρόπο (εφόσον βέβαια καταφέρουν να εκπροσωπήσουν το 80% των λαϊκών μαζών που είναι ή θα είναι οι μεγάλοι χαμένοι της παγκοσμιοποίησης).
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας ο πατριωτικός δημοκρατικός χώρος αποτελεί σήμερα το νούμερο ένα εχθρό των ελίτ, επειδή αντιτάσσεται στα δυσμενή αποτελέσματα της ασύμμετρης παγκοσμιοποίησης για τη συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων – τα οποία εξαθλιώνουν μεν τις μάζες, αλλά ωφελούν όμως το χρηματοπιστωτικό σύστημα του χρέους, τις θηριώδεις πολυεθνικές, τη λεηλασία των αστικών μεσαίων και των κατώτερων εισοδηματικών τάξεων, την υφαρπαγή πλούτου και τη μετατροπή των αδύναμων χωρών σε προτεκτοράτα, την αλλοίωση των εθνικών πληθυσμών με σκοπό τη μη συνεκτικότητα, τον έλεγχο και την εκμετάλλευση τους κοκ.
Τα όπλα εναντίον του είναι η εφαρμογή από τις παραδοσιακές παρατάξεις, εν μέρει και από τις αριστερές, της ακραίας νεοφιλελεύθερης πολιτικής λιτότητας, ο χαρακτηρισμός των κινημάτων του ως ακροδεξιά, ρατσιστικά ή φυλετικά, η μαζική μετανάστευση από τις υποανάπτυκτες χώρες, οι κατηγορίες εναντίον του ότι αντιστέκεται στη μετανάστευση για ρατσιστικούς λόγους κλπ. – ενώ το γεγονός ότι, ακόμη στελεχώνεται από ανθρώπους που δεν είναι σε θέση να εκφράσουν έναν συνεπή, σοβαρό, αντικειμενικό και καθαρό πολιτικό λόγο, λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό εις βάρος του.
Το ίδιο συμβαίνει επίσης με τους οπαδούς του, αφού ο χώρος είναι έτσι δομημένος που δεν προσελκύει την καλλιεργημένη μεσαία τάξη, ενώ «σταμπάρεται» σκόπιμα με τη σφραγίδα του λαϊκιστή, ακροδεξιού και ρατσιστή – με την οποία είναι εύλογο ότι δεν θέλει να συνδέσει το «όνομα» της η πλειοψηφία. Όσον αφορά δε τους εκπροσώπους του που ήδη κατάφεραν να εκλεγούν, όπως στις Η.Π.Α., στην Ουγγαρία ή στη Ρωσία, κατηγορούνται συλλήβδην ως λαϊκιστές, αυταρχικοί, δικτάτορες, εθνικιστές, εχθροί της Δύσης (Putin), ψυχοπαθείς (Trump) κοκ. – με αποτέλεσμα να αποφεύγουν τη σύνδεση μαζί τους πολλοί, ιδίως αυτοί που είναι σε θέση να ενισχύσουν ανάλογες παρατάξεις στις χώρες τους.
Ως εκ τούτου, κανένας δεν γνωρίζει εάν τελικά καταφέρει να επιβιώσει ο συγκεκριμένος χώρος και οι εκφραστές του – αφού ανέκαθεν η ιστορία γραφόταν από τις ελίτ, οι οποίες έχουν τα μέσα, τη δύναμη και τον τρόπο να επιβάλλουν τα δικά τους συμφέροντα. Εν τούτοις, είναι η πρώτη φορά που έχουν απέναντι τους τη συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων, ακόμη και όταν δεν είναι καθόλου οργανωμένη – ενώ τους έχουν ξεφύγει κάποια σημαντικά «πάζλ», όπως στην περίπτωση του κ. Trump και του κ. Putin, τα οποία ίσως αποδειχθούν μοιραία.
Πηγή : https://analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου