H Ελλάδα δεν έχει πολιτικά αλλά εθνικά προβλήματα, ενώ είναι αδύνατον να αναπτυχθεί χωρίς δασμολογική προστασία στον τομέα της βιομηχανίας, όπου όμως ως μέλος της ΕΕ δεν μπορεί να το κάνει – γεγονός που σημαίνει ότι, τυχόν έξοδος της από την Ευρωζώνη δεν θα την ωφελούσε καθόλου, εάν παρέμενε ταυτόχρονα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ανάλυση
Δεν υπάρχει τίποτα πιο ανόητο, από το να ασχολούμαστε με κομματικές αντιπαραθέσεις στην Ελλάδα – η οποία δεν έχει πολιτικά προβλήματα, αφού δεν παράγει πλούτο για να υπάρχουν πολιτικοοικονομικές απόψεις που έχουν ουσιαστικά στόχο το δικαιότερο ή μη μοίρασμα του. Το θέμα της Ελλάδας είναι καθαρά εθνικό, αφού έχει χάσει την ανεξαρτησία της, μετετράπη σε μία αποικία χρέους των δανειστών της και κινδυνεύει να εξελιχθεί σε ένα αποτυχημένο κράτος – οπότε είναι καταστροφικές οι εσωτερικές κομματικές διαμάχες που διαχωρίζουν τους Έλληνες σε αντίπαλα στρατόπεδα, αντί να τους ενώνουν όλους μαζί όπως απαιτείται, όταν η χώρα είναι αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη απειλή στη μακραίωνη ιστορία της.
Αυτό δεν σημαίνει ότι, τα κομματικά σκάνδαλα δεν πρέπει να διερευνώνται, καθώς επίσης να τιμωρούνται παραδειγματικά οι ένοχοι – αλλά πως είναι καθαρά θέμα της Δικαιοσύνης, στην οποία πρέπει να δοθούν περισσότερες δυνατότητες. Μεταξύ άλλων με την κατάργηση λανθασμένων διατάξεων, όπως του άρθρου «περί μη ευθύνης των υπουργών» – όπου, παρά το ότι το Σύνταγμα θεωρεί όλους τους Πολίτες ίσους απέναντι στο νόμο, καθιερώνονται διαφορετικοί όροι και προϋποθέσεις για την ποινική ευθύνη υπουργών και υφυπουργών, σε σχέση με την αντίστοιχη των υπολοίπων Ελλήνων.
Δεν έχει νόημα ούτε η ύπαρξη των δύο άλλων αντίπαλων «στρατοπέδων», αυτών που τάσσονται υπέρ ή κατά των μνημονίων – αφού είναι πολλαπλά αποδεδειγμένη η πλήρης αποτυχία τους από όλους τους σοβαρούς οικονομολόγους και οργανισμούς, όπως είναι το ΔΝΤ. Οφείλουμε εδώ να κατανοήσουμε πως η συγκεκριμένη πολιτική είτε έχει αποτέλεσμα μέσα σε τρία χρόνια, είτε όχι – όπου το πρώτο έτος λαμβάνονται όλα τα μέτρα εξυγίανσης μίας οικονομίας μαζί, το δεύτερο ωριμάζουν και το τρίτο αποδίδουν.
Προφανώς πριν καταστραφεί η χώρα, χρεοκοπήσουν οι Πολίτες, καθώς επίσης οι επιχειρήσεις της, ή/και καταρρεύσουν όλες οι τιμές των παγίων περιουσιακών στοιχείων της – όπου στην Ελλάδα η ζημία υπολογίζεται πλέον πάνω από 1 τρις €, από την πτώση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, του χρηματιστηρίου κοκ. Εκτός αυτού πριν οι Πολίτες της απογοητευθούν εντελώς, χάνοντας την προθυμία τους να στηρίξουν τις όποιες μεταρρυθμίσεις – αφού από ένα σημείο και μετά το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η επιβίωση τους με κάθε θεμιτό ή αθέμιτο τρόπο, επειδή το ένστικτο της αυτοσυντήρησης παίρνει τα ηνία.
Ανεξάρτητα λοιπόν με το ποιός ευθύνεται για την αποτυχία, το αποτέλεσμα μετράει – το οποίο είναι ότι χειρότερο για τη χώρα μας, η οποία είναι βυθισμένη στην ύφεση για 8η συνεχή χρονιά, ενώ έχουν καταρρεύσει τα πάντα. Στα πλαίσια αυτά όσοι τάσσονται υπέρ των μνημονίων είναι καλύτερα να αποδεχθούν πως το κάνουν όχι επειδή τα βλέπουν σωστά, αλλά λόγω του ότι δεν διακρίνουν άλλον τρόπο χρηματοδότησης της χώρας, ενώ δεν έχουν κανένα δικό τους σχέδιο – με αποτέλεσμα να συμβιβάζονται με την κυλιόμενη χρεοκοπία που βιώνουμε, ευελπιστώντας πως κάποια στιγμή στο μέλλον θα τους επιβραβεύσουν οι πιστωτές, διαγράφοντας ένα μέρος του χρέους ή/και επενδύοντας στη χώρα.
Κατά την άποψη μας όμως, γνωρίζοντας τον τρόπο σκέψης της Γερμανίας, δεν πρόκειται ποτέ να συμβεί κάτι τέτοιο – οπότε οι υποστηρικτές των μνημονίων έχουν ψευδαισθήσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει πως τους κατηγορούμε, δεν τους κατανοούμε ή δεν σεβόμαστε τις απόψεις τους. Απλά πρέπει να τις εκφράσουν σωστά, παύοντας να ασχολούνται με το «κυνήγι μαγισσών» – όπως είναι για παράδειγμα ο περιορισμός του κράτους, το οποίο όμως δεν είναι διογκωμένο περισσότερο από τα υπόλοιπα στην Ευρώπη, αλλά μη αποτελεσματικό (το ίδιο συμβαίνει με τη φοροδιαφυγή που λογικά αυξάνεται σε περιόδους κρίσης, με τις επενδύσεις που δεν διενεργούνται ποτέ σε μία χρεοκοπημένη χώρα στην οποία η ζήτηση μειώνεται συνεχώς, με την παγίδα ρευστότητας που δεν οφείλεται στα προβλήματα των τραπεζών αλλά στο ότι δεν υπάρχουν αξιόχρεοι οφειλέτες, με τις ιδιωτικοποιήσεις που δεν είναι νέες επενδύσεις ενώ δεν έχουν λογική όταν οι τιμές έχουν καταρρεύσει κοκ.).
Όσον αφορά τώρα την Ευρωζώνη και την ΕΕ, η Ελλάδα δεν θα επιζητούσε καμία εναλλακτική λύση εάν δεν είχε χρεοκοπήσει – ούτε θα συγκρουόταν με τη Γερμανία σε τέτοιο βαθμό. Αντίθετα, θα συμμετείχε ενεργά στην προσπάθεια της ηπείρου μας να παραμείνει όσο πιο ανεξάρτητη, λειτουργική και ασφαλής γίνεται – ενδεχομένως συνεργαζόμενη με τη Ρωσία και χωρίς να συγκρουστεί με τις Η.Π.Α. ή με την υπόλοιπη Δύση.
Άλλωστε η καταστροφή του παραγωγικού της ιστού έως το 2009 (μετά η αιτία ήταν τα μνημόνια), οφειλόταν κυρίως στον αθέμιτο ανταγωνισμό της Κίνας, καθώς επίσης της υπόλοιπης Ασίας – εν μέρει στην Ανατολική Ευρώπη, μετά το άνοιγμα των συνόρων. Σε καμία περίπτωση όμως στην ΕΕ, απέναντι στις χώρες της οποίας δεν είχε σημαντικά ανταγωνιστικά μειονεκτήματα – με μοναδική εξαίρεση τη Γερμανία λόγω της πολιτικής της φτωχοποίησης του γείτονα που υιοθέτησε, θέλοντας να εκμεταλλευτεί τα προβλήματα του ευρώ σε συνδυασμό με την παγκοσμιοποίηση, μεταξύ άλλων για να απομυζήσει αχόρταγα τους εταίρους της.
Ανεξάρτητα όμως από αυτά η Ελλάδα, στη θλιβερή κατάσταση που ευρίσκεται σήμερα, είναι υποχρεωμένη να αναζητάει τρόπους επανεκκίνησης της οικονομίας της – όπου δεν φτάνει μόνο η ονομαστική διαγραφή ενός μεγάλου μέρους του δημοσίου και ιδιωτικού χρέους της, τα οποία οφείλονται μετά το 2010 κυρίως στην πολιτική που της επιβλήθηκε από την Τρόικα. Στα πλαίσια αυτά έχει ίσως νόημα να αναφερθούμε στη γερμανική μέθοδο και στο παράδειγμα της Κίνας, χωρίς φυσικά να τη συγκρίνουμε με τη χώρα μας – σημειώνοντας όμως πως είχε προηγηθεί η εξυγίανση του δημοσίου τομέα της και η δημιουργία λειτουργικών Θεσμών (ανάλυση).
Η γερμανική μέθοδος
Εν προκειμένω, ελάχιστοι γνωρίζουν πως η επιτυχία της Κίνας οφείλεται στην εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής του F. List – ενός επιχειρηματία και θεωρητικού της οικονομίας που το 1821, ως βουλευτής της Βυρτεμβέργης, κατέθεσε μία αναφορά (petition), στην οποία ασκούσε κριτική στην οπισθοδρομική οικονομική πολιτική του τότε βασιλιά και στην αυξανόμενη γραφειοκρατία.
Η αναφορά του όμως απαγορεύθηκε, ενώ ως αποτέλεσμα των πιέσεων του βασιλιά καταδικάστηκε σε φυλάκιση δέκα μηνών – την οποία απέφυγε εν μέρει, δραπετεύοντας στη Γαλλία και μετά στην Ελβετία, ενώ στη συνέχεια δήλωσε πρόθυμος να μεταναστεύσει στις Η.Π.Α. Χωρίς να επεκταθούμε σε περιττές λεπτομέρειες, μετά την επιτυχημένη επιχειρηματικά παραμονή του στο εξωτερικό γύρισε το 1833 πίσω στην πατρίδα του – όπου αγωνίσθηκε για τρία βασικά θέματα:
(α) Για τη γερμανική τελωνειακή ένωση – μέσω της οποίας περιόρισε τους φραγμούς στο εμπόριο μεταξύ των κατακερματισμένων δουκάτων και βασιλείων της γερμανόφωνης Ευρώπης, δημιουργώντας μία μεγάλη εγχώρια, ενιαία αγορά.
(β) Για την επιτάχυνση της κατασκευής του σιδηροδρομικού δικτύου – επειδή οι αποτελεσματικές μεταφορές ήταν για τον ίδιο το κλειδί για μία επιτυχημένη εκβιομηχάνιση της χώρας του.
(γ) Για την επιβολή δασμών – δηλαδή προστατευτικών μέτρων απέναντι στις άλλες χώρες, για να προστατεύσει τη νεαρή τότε γερμανική βιομηχανία από τις φθηνές εισαγωγές, κυρίως από την Αγγλία. Αυτό που θεωρούσε σημαντικό ήταν η υιοθέτηση τεχνολογικού «Know How» εκ μέρους της γερμανικής βιομηχανίας από το εξωτερικό, ταυτόχρονα όμως με την προστασία της από τις εισαγωγές – έτσι ώστε να μπορέσει να αναπτυχθεί.
Οφείλουμε να γνωρίζουμε εδώ πως η Αγγλία τότε ήταν σε παγκόσμιο επίπεδο η πιο ανεπτυγμένη οικονομικά και βιομηχανικά χώρα – ενώ η Γερμανία βρισκόταν πολύ πίσω. Ο List λοιπόν, όπως τρεις δεκαετίες προηγουμένως ο A. Hamilton στις Η.Π.Α., ήταν πεπεισμένος πως στην αρχική περίοδο ήταν απαραίτητοι οι προστατευτικοί δασμοί – έτσι ώστε η γερμανική βιομηχανία να μπορέσει να αναπτυχθεί φτάνοντας σε κάποιο επίπεδο, το οποίο θα της επέτρεπε να αντιμετωπίσει τον παγκόσμιο ανταγωνισμό.
Αργότερα θα ήταν σε θέση να μεταβεί σε ένα σύστημα ελευθέρου εμπορίου, όπως αυτό που πρότειναν οι μεγάλοι οικονομολόγοι της εποχής A. Smith και D. Ricardo – ευρίσκοντας μεγάλη απήχηση στην πολιτική. Αυτό ακριβώς συνέβη, με αποτέλεσμα η Γερμανία να αναπτυχθεί όπως οι Η.Π.Α., μέσω των δικών του προτάσεων – αν και ποτέ δεν εκτιμήθηκε η προσφορά του, ενώ ο ίδιος αυτοκτόνησε το 1846 από την πικρία του.
Η Κίνα
Συνεχίζοντας, αν και ο List ξεχάστηκε στην Ευρώπη, στην οποία τον 20ο αιώνα επικράτησε η αγγλοσαξονική οικονομική θεωρία, μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο οι απόψεις του βρήκαν μεγάλη απήχηση στην Ασία – σε χώρες όπως η Ταιβάν, η Ν. Κορέα και η Σιγκαπούρη. Σε κράτη που ήταν πολύ πίσω όσον αφορά τη βιομηχανική τους παραγωγή, αναζητώντας εναγωνίως τρόπους πρόσβασης στις διεθνείς αγορές – χωρίς να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό φθηνών και ποιοτικά καλύτερων προϊόντων από το εξωτερικό.
Ακολούθησαν λοιπόν το δρόμο του List, καταργώντας τα εμπορικά εμπόδια στην εσωτερική τους αγορά, κατασκευάζοντας σύγχρονες υποδομές για να διευκολύνουν τις μεταφορές (ο δρόμος του μεταξιού σήμερα εκ μέρους της Κίνας είναι στα πλαίσια αυτά – γράφημα), καθώς επίσης επιβάλλοντας προστατευτικούς δασμούς προς τα έξω – ενώ, όταν η εγχώρια βιομηχανία τους έγινε αρκετά ισχυρή για να μπορεί να ανταπεξέλθει με το διεθνή ανταγωνισμό, κατάργησαν σταδιακά τους δασμούς (πρόσφατα, εντελώς απρόοπτα η Κίνα, για τις εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων – γεγονός που τεκμηριώνει τη σημερινή της αυτοπεποίθηση και ισχύ).
Η Κίνα ακολούθησε το παράδειγμα τους τη δεκαετία του 1980, εφαρμόζοντας ακριβώς την ίδια μέθοδο – ακόμη και στη διαδικτυακή αγορά, όπου στην αρχή είχε αποκλείσει εντελώς το εξωτερικό (επίσης για πολιτικούς λόγους), επιτρέποντας στις εγχώριες εταιρίες της να αναπτυχθούν χωρίς να πιεστούν από το διεθνή ανταγωνισμό.
Το αποτέλεσμα ήταν να μεγαλώσει η Alibaba χωρίς να καταστραφεί από την Amazon, η Baidu να εξελιχθεί στη νούμερο δύο μηχανή αναζήτησης παγκοσμίως έχοντας αποφύγει τον ανταγωνισμό της Google, η πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Weibo να εξελιχθεί επειδή δεν επετράπη στην Twitter να επεκταθεί στην Κίνα, καθώς επίσης η Tencent (η μητρική της Wechat που είναι ένα είδος Whatsapp αλλά πολύ καλύτερο) να αποκτήσει χρηματιστηριακή αξία της τάξης των 500 δις $, επειδή προστατεύθηκε απέναντι σε ανταγωνιστές όπως η Facebook και η Google.
Η Ευρώπη στο συγκεκριμένο τομέα δεν κατάφερε τίποτα, επειδή δεν εφάρμοσε την ίδια πολιτική, με αποτέλεσμα να κυριαρχούν απόλυτα οι αμερικανικές εταιρείες του διαδικτύου – χωρίς να έχει καμία απολύτως δυνατότητα να τις ανταγωνισθεί. Κάτι ανάλογο θα συμβαίνει πάντοτε σε όλους εκείνους τους κλάδους που θα αναπτυχθούν πρώτοι σε άλλες περιοχές του πλανήτη – οπότε είτε πρωτοπορεί κάποια χώρα ή περιοχή, είτε επιβάλλει προστατευτικούς δασμούς στην αντίθετη περίπτωση, είτε είναι χαμένη από χέρι.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, φαίνεται καθαρά πως η Ελλάδα σήμερα είναι αδύνατον να αναπτυχθεί χωρίς δασμολογική προστασία στον τομέα της βιομηχανίας – όπου δημιουργούνται οι περισσότερες θέσεις εργασίας, ενώ εξελίσσεται πολύ καλύτερα ανταγωνιστικά μέσω των επενδύσεων σε νέα μηχανήματα ή με την υιοθέτηση σύγχρονων διαδικασιών.
Ως μέλος της ΕΕ όμως δεν μπορεί να επιβάλλει δασμούς – ενώ δεν γνωρίζει καν τους έμμεσους τρόπους, με τους οποίους εμποδίζουν τις εισαγωγές χώρες όπως η Γερμανία και η Ιαπωνία (ποιοτικός έλεγχος, επιμονή στην κατανάλωση των δικών τους προϊόντων, σιωπηλό μποϊκοτάρισμα των ξένων επιχειρήσεων που εγκαθίστανται στο εσωτερικό τους κλπ.).
Ως εκ τούτου, τυχόν έξοδος της από την Ευρωζώνη, στην οποία όμως είναι εγκλωβισμένη (ανάλυση), δεν θα την ωφελούσε καθόλου όσον αφορά την επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος – εάν δεν αποχωρούσε ταυτόχρονα από την ΕΕ όχι για πολιτικούς βέβαια λόγους, αλλά για καθαρά οικονομικούς (αν και η επιμονή της Γερμανίας να κυριαρχήσει στην ήπειρο μας, καθώς επίσης να διατηρήσει την Ελλάδα ως αποικία χρέους της, είναι εξίσου σημαντικοί λόγοι).
Υστερόγραφο: Ακούγεται βέβαια σαν κακόγουστο αστείο να μιλάμε για ανάπτυξη στην Ελλάδα, πόσο μάλλον για αναβίωση της βιομηχανίας, όταν η κατάρρευση συνεχίζεται, ενώ η κυβέρνηση κάνει ότι μπορεί για να την επιταχύνει – μέσω της υπερβολικής αύξησης των φόρων, της μείωσης των κοινωνικών δαπανών, των δημοσίων επενδύσεων, των μισθών και των συντάξεων, της αδιαφορίας της για τις πραγματικές μεταρρυθμίσεις κοκ.
Ταυτόχρονα αυξάνει το χρέος, το οποίο προβλέπεται από τον προϋπολογισμό να φτάσει στα 335 δις € το 2017 και στα 345 δις € το 2018, λόγω του δανεισμού της από τον ESM με στόχο τη δημιουργία μίας ταμειακής ρεζέρβας – για να μπορέσει η χώρα να βγει με επιτυχία στις αγορές το 2018, έτσι ώστε να μην υπογραφεί ένα επόμενο μνημόνιο, οπότε να είναι σε θέση να δημαγωγήσει η κυβέρνηση για να κερδίσει ξανά τις εκλογές.
Το γεγονός βέβαια ότι, με τη συγκεκριμένη διαδικασία καταστρέφεται μεθοδικά ότι έχει απομείνει από την ελληνική οικονομία, δεν φαίνεται να την ενοχλεί – αφού το μόνο που την ενδιαφέρει είναι η παραμονή της στην εξουσία, ανεξαρτήτως κόστους για τους Έλληνες Πολίτες. Δεν την ενδιαφέρει ούτε καν ο κίνδυνος που διατρέχουμε να εκτοξευθεί το δημόσιο χρέος πάνω από το 190% του ΑΕΠ – εάν δεν επιτευχθεί ο ρυθμός ανάπτυξης που αισιόδοξα προβλέπει, υπολογίζοντας πως θα καταφέρει να τετραγωνίσει τον κύκλο.
Βασίλης Βιλιάρδος
E-mail: viliardos@analyst.gr
Ειδικότητα: Mάκρο-οικονομικά / Πολιτική Οικονομία
Πηγή : http://www.analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου