Μετά την καθαίρεση της αριστερής προέδρου της το 2016, εν μέσω πολυπληθών διαδηλώσεων διαμαρτυρίας, η χαρά των συντηρητικών ήταν μεγάλη – σήμερα όμως επικρατεί σιωπή στη χώρα που μετατρέπεται σε αμερικανική αποικία, ενώ η φτώχεια, η πείνα και η εξαθλίωση έχουν επιστρέψει στις φαβέλες.
«Υπάρχει κοινωνική αντίσταση, όσον αφορά την πολιτική της ακραίας νεοφιλελεύθερης και διεφθαρμένης νέας κυβέρνησης της Βραζιλίας – όπου όμως τη θέση της αριστεράς έχει πάρει η άκρα δεξιά, η οποία είναι η μοναδική που επωφελείται από την απογοήτευση που επικρατεί στη χώρα. Κάτι ανάλογο θα είχε άλλωστε συμβεί ήδη και στην Ελλάδα, εάν η άκρα δεξιά δεν είχε στιγματιστεί από τα ναζιστικά στελέχη της – τα οποία ασφαλώς δεν είναι αποδεκτά από τους Πολίτες«.
Άρθρο
Λίγο μετά τη χρεοκοπία και την άλωση της Βραζιλίας από το ΔΝΤ, το 2003, εξελέγη το αριστερό κόμμα του κ. Lula στην εξουσία – οι πρώτες δηλώσεις του οποίου ήταν το ότι, δεν έπρεπε η παράταξη του να κάνει κανένα λάθος. Επικράτησε τότε ένα πνεύμα αισιοδοξίας στη χώρα – ενώ ακολούθησε στη Λατινική Αμερική μία δεκαετία, κατά την οποία κυριάρχησαν οι σοσιαλιστικές κυβερνήσεις που σήμερα καταρρέουν.
Το κόμμα του κ. Lula έμεινε 13 χρόνια και 8 μήνες στην εξουσία έως ότου πριν από ένα έτος, την 31η Αυγούστου του 2016, πάνω από τα δύο τρίτα της Γερουσίας ψήφισαν την «καθαίρεση» της διαδόχου του κυρίας Rousseff – της πρώην «αντάρτισσας» που είχε εκλεγεί ξανά στα τέλη του 2014, αλλά δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει τις ύπουλες μηχανορραφίες των δεξιών κομμάτων, με τη συνεργασία ορισμένων μεγάλων επιχειρηματιών και των ΜΜΕ (η αλήθεια για τη Βραζιλία).
Πριν από την καθαίρεση της προέδρου εκατομμύρια «συντηρητικοί» Πολίτες, οπαδοί των δεξιών κομμάτων δηλαδή, πλημμύρισαν ντυμένοι με τα κιτρινοπράσινα εθνικά χρώματα τους δρόμους της πόλης, στους οποίους κυριαρχούσαν έως τότε οι αριστεροί, απαιτώντας την παραίτηση της – επίσης τη φυλάκιση της, μαζί με τον κ. Lula, για εγκλήματα πολιτικής διαφθοράς και «κατάχρησης», όσον αφορά τον κρατικό προϋπολογισμό.
Εν προκειμένω τεκμηριώθηκε ξανά η δύναμη των δρόμων, τους οποίους έχουν εγκαταλείψει πλέον οι Έλληνες – όχι φυσικά για να ανατρέψουν μία ακόμη δουλοπρεπή κυβέρνηση που ελέγχεται απόλυτα από την καγκελάριο, αλλά ενάντια στην εγκληματική πολιτική των μνημονίων και της λεηλασίας των περιουσιακών τους στοιχείων που έχει επιβάλλει απολυταρχικά ο κ. Σόιμπλε. Κάποια στιγμή βέβαια θα το συνειδητοποιήσουν, ενδεχομένως όταν αρχίσουν οι κατασχέσεις και οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί στη μοναδική χώρα-μέλος της Ευρωζώνης που επιτρέπονται – επειδή έχει υπαχθεί στο αγγλικό δίκαιο και εγκλωβίστηκε στο ευρώ, από το «σωτήρα» της που δρομολόγησε το PSI και παραμένει στο απυρόβλητο.
Περαιτέρω στη Βραζιλία, η αγαλλίαση των συντηρητικών, των νεοφιλελευθέρων και των δυσαρεστημένων από την πολιτική της αριστερής κυβέρνησης μετά την καθαίρεση της προέδρου, ήταν πολύ μεγάλη – αφού είχε επιτευχθεί η κυβερνητική αλλαγή που επιθυμούσαν. Χειραγωγούμενη δε από τα ΜΜΕ η μάζα πίστευε πως η μεγάλη ελπίδα ήταν ο ακραίος νεοφιλελεύθερος κ. Temer που αντικατέστησε την πρόεδρο – όπως συμβαίνει κατά κάποιον τρόπο στην Ελλάδα, όπου γίνεται προσπάθεια να δοθεί η εντύπωση ότι, η τελευταία της ευκαιρία είναι ο κ. Μητσοτάκης (πηγή)!
Δυστυχώς παρά το ότι ήταν αυτός που ανέκαθεν στήριζε την πολιτική των μνημονίων, σε αντίθεση με τον κ. Σαμαρά – ενώ έχει δηλώσει εκ των προτέρων όχι μόνο την πιστή τήρηση τους αλλά, ακόμη χειρότερα, την ανάληψη της ιδιοκτησίας τους, οπότε τη συνέχιση του καθεστώτος του γερμανικού προτεκτοράτου! Θεωρεί άραγε ηλιθίους τους Έλληνες; Εάν ναι, μήπως έχει δίκιο; Δύσκολες οι απαντήσεις, το μέλλον θα δείξει – αν και, με κριτήριο το παρελθόν και τις επιλογές των Πολιτών, μάλλον ισχύει.
Μετά από ένα χρόνο τώρα επικρατεί μία εκκωφαντική σιωπή στη Βραζιλία, η οικονομία της οποίας ευρίσκεται σε ελεύθερη πτώση – αφού η φτώχεια, η πείνα και η εξαθλίωση έχουν επιστρέψει στις φαβέλες, ενώ ο κάποτε παγκόσμιος παίκτης έχει βυθιστεί ξανά στην ασημαντότητα. Ο προσωρινός πρόεδρος, πιόνι των Η.Π.Α. και των πανίσχυρων αμερικανικών πολυεθνικών, έχει επιβάλλει μία ευρεία πολιτική λιτότητας και ιδιωτικοποιήσεων, μειώνοντας το μέγεθος του δημοσίου τομέα – χωρίς όμως να μπορεί να ελέγξει την κρίση, με αποτέλεσμα η δημοτικότητα του να ευρίσκεται στο ναδίρ, σε μονοψήφιο αριθμό (πηγή). Κάτι ανάλογο πάντως υπόσχεται η ΝΔ στην Ελλάδα, η οποία όμως ευρίσκεται σε απείρως δυσκολότερη θέση – οπότε μόνο ένα θαύμα θα μπορούσε να οδηγήσει στην επίτευξη του.
Εκτός αυτού τόσο ο νέος πρόεδρος της Βραζιλίας, όσο και οι στενοί συνεργάτες του είναι αντιμέτωποι με κραυγαλέες υποθέσεις διαφθοράς, οι οποίες έχουν φτάσει στο ανώτατο Δικαστήριο – οπότε κανένας δεν γνωρίζει πόσοι από τους διαδηλωτές που τον έφεραν στην εξουσία έχουν μετανιώσει, οδηγώντας την πατρίδα τους σε μία τέτοια περιπέτεια. Γνωστό είναι όμως το ότι, τα συναισθήματα που επικρατούν στη Βραζιλία κυμαίνονται από πολύ άσχημα έως ανέλπιδα – αφού το μέλλον της χώρας διαγράφεται σκοτεινό.
Περαιτέρω, βοηθούν ελάχιστα οι καταγγελίες εναντίον του εκ μέρους της προηγούμενης κυβέρνησης, των συνδικάτων και των διαφόρων κοινωνικών κινημάτων – επειδή στα δικά τους μεγάλα λάθη, τα οποία δεν ακολούθησε μία ρεαλιστική αυτοκριτική, οφείλεται το κοινοβουλευτικό πραξικόπημα. Αυτή ακριβώς είναι η αιτία, λόγω της οποίας δεν σημειώνονται μεγάλες διαδηλώσεις, παρά την απελπιστική κατάσταση της χώρας – το ότι δηλαδή έχει χαθεί εντελώς η εμπιστοσύνη των Πολιτών απέναντι στο πολιτικό σύστημα γενικότερα, ενώ δεν φαίνεται καμία εναλλακτική λύση στον ορίζοντα.
Υπάρχει βέβαια αντίσταση, όσον αφορά τον περιορισμό του κοινωνικού κράτους ή τις υποχωρήσεις, σε σχέση με τη διατήρηση του φυσικού πλούτου του Αμαζονίου – όπου όμως τη θέση της αριστεράς έχει πάρει η εθνικιστική παράταξη, η οποία είναι η μοναδική που επωφελείται από την απογοήτευση που επικρατεί στη Βραζιλία. Κάτι ανάλογο θα είχε άλλωστε συμβεί ήδη και στην Ελλάδα, εάν το εθνικιστικό κόμμα δεν είχε ταυτιστεί με την άκρα δεξιά που έχει στιγματιστεί από τα ναζιστικά στελέχη της – τα οποία ασφαλώς δεν είναι αποδεκτά από τους Πολίτες.
Συνεχίζοντας, ο ηγέτης του εθνικιστικού κόμματος και πρώην στρατιωτικός J. Bolsonaro, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως «ο Trump της Βραζιλίας», έρχεται ήδη δεύτερος στις δημοσκοπήσεις, παρά τις ρατσιστικές και σεξιστικές δηλώσεις του – ενώ οι επιτυχίες του, όσον αφορά την καταπολέμηση της φτώχειας και την περιφερειακή ολοκλήρωση, είναι αναμφίβολες.
Υπόσχεται δε έναν ανελέητο αγώνα εναντίον της διαφθοράς, τον οποίο όχι μόνο δεν δρομολόγησε η αριστερά αλλά, αντίθετα, επιδίωξε με τον ίδιο τρόπο τη χρηματοδότηση της – διαφθειρόμενη όπως συνέβαινε ανέκαθεν, αντί να αλλάξει εντελώς αυτά που επικρατούσαν παραδοσιακά στη χώρα. Εν προκειμένω οι ομοιότητες με την Ελλάδα είναι ολοφάνερες, οπότε μπορεί να προβλέψει κανείς το μέλλον – αν και οι συνθήκες είναι πολυπλοκότερες, λόγω της συμμετοχής της στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη. Τα λάθη τώρα της βραζιλιάνικης αριστεράς ήταν τα εξής:
(α) η υποτίμηση του ρίσκου της συνεργασίας της με δεξιά ή με αμφισβητήσιμα ευαγγελικά κόμματα – λόγω της αδυναμίας της να αποκτήσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία,
(β) η ανικανότητα της να σπάσει το μονοπώλιο στα ΜΜΕ ελάχιστων πλούσιων οικογενειών, ρυθμίζοντας τη μιντιακή αγορά – επειδή οι ηγέτες της δεν χρησιμοποίησαν σωστά τη δημοτικότητα τους,
(γ) η εσφαλμένη πολιτική της, όσον αφορά την αναδιανομή των εισοδημάτων – η οποία στηριζόταν σε μία γρήγορη αλλά μη διατηρήσιμη (μη βιώσιμη) ανάπτυξη,
(δ) οι ελλιπείς επενδύσεις στην Παιδεία και στην Υγεία – οι οποίες είναι απαραίτητες για τη διατήρηση ενός πραγματικά δημοκρατικού πολιτεύματος, καθώς επίσης
(ε) η λανθασμένη αντίληψη της για τη Δικαιοσύνη, την οποία συνέδεσε κυρίως με το δικαίωμα στην κατανάλωση – με την αγορά αυτοκινήτου από τους Πολίτες, με τα τουριστικά ταξίδια και γενικότερα με το δικαίωμα στην πολυτέλεια, από την οποία ήταν αποκλεισμένη η πλειοψηφία του πληθυσμού για πολλούς αιώνες.
Συνεχίζοντας είναι γεγονός ότι, πολλοί Βραζιλιάνοι οφείλουν την άνοδο του βιοτικού τους επιπέδου στην αριστερά – ενώ είναι αναμφίβολη η αύξηση του ΑΕΠ έως το 2011, όπου ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση (γράφημα). Εν τούτοις, αυτοί ακριβώς που κατάφεραν να ξεφύγουν από τη φτώχεια με τη βοήθεια του κόμματος ή έγιναν πλούσιοι, ήταν οι πρώτοι που τοποθετήθηκαν εναντίον του, σύμφωνα με τους πολιτικούς αναλυτές της χώρας – πιθανότατα επειδή το δεξιό κόμμα συνεργασίας, ο πρόεδρος του οποίου είχε διορισθεί αντιπρόεδρος στην αριστερή κυβέρνηση συμμετέχοντας ενεργά στις διαδικασίες και έχοντας σήμερα αναλάβει την εξουσία, τους υποσχέθηκε ακόμη καλύτερες προοπτικές.
Σήμερα πάντως έχει ψηφίσει σοβαρότατες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, έχει δρομολογήσει τον περιορισμό του δήθεν διογκωμένου δημοσίου τομέα, ενώ σχεδιάζει τη διεξαγωγή ευρύτατων ιδιωτικοποιήσεων – θέλοντας να εξυπηρετήσει τις αμερικανικές πολυεθνικές για να στηρίξουν την παραμονή του στην εξουσία, έτσι ώστε να αποφύγει τις ποινικές διώξεις για τα αδικήματα διαφθοράς και διαπλοκής που του έχουν καταλογισθεί.
Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος, για τον οποίο οι πολιτικοί γενικότερα δεν θέλουν να βρεθούν ποτέ εκτός της Βουλής ή των κομμάτων τους – επειδή δηλαδή φοβούνται την τιμωρία για τα χρήματα που σχεδόν όλοι υπεξαιρούν από το δημόσιο, συνήθως χρηματιζόμενοι από τις μεγάλες εταιρείες. Στην Ελλάδα υπάρχουν δυστυχώς αρκετά τέτοια παραδείγματα, γνωστά ή μη, κυρίως στα υπουργεία υγείας, υποδομών και άμυνας – τα οποία θεωρούνται ως «άντρα της διαφθοράς».
Ολοκληρώνοντας, η οδυνηρή εμπειρία των Πολιτών της Βραζιλίας τεκμηριώνει πώς δεν είναι υπεύθυνοι οι εκλογείς για την κατάσταση της χώρας τους, όταν οι κυβερνήσεις δεν τηρούν τις δεσμεύσεις τους, συνεχίζοντας τη διαπλοκή και τη διαφθορά των προκατόχων τους. Υπεύθυνο είναι το Σύνταγμα όταν το επιτρέπει, καθώς επίσης η Δικαιοσύνη όταν δεν λειτουργεί ανεξάρτητα και θαρραλέα – τιμωρώντας παραδειγματικά τους διεφθαρμένους πολιτικούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου