MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2016

Στημένες παγίδες

Ο άξιος απόγονος του Γκέμπελ, γνωρίζοντας πως είναι αναπόφευκτη η δημοσιονομική ένωση της Ευρωζώνης μετά το 2018, προσπαθεί να ωθήσει την Ελλάδα είτε στην «ηρωική έξοδο» της, είτε στην παραμονή της ως εξαθλιωμένη αποικία – παρά το ότι υπάρχουν καλύτερες λύσεις για την πατρίδα μας.

«Τα διάφορα σενάρια βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους που έχουν δημοσιοποιηθεί, τα οποία βασίζονται σε ένα συνδυασμό των παραδοχών που έχουν καταγραφεί σε κείμενα είτε του ΔΝΤ, είτε του ESM, είναι τα εξής:

(α) Η ελληνική οικονομία βραχυπρόθεσμα θα αναπτύσσεται με ρυθμούς από 2,5% έως 3% από το 2017 και μετά, ενώ μακροπρόθεσμα θα πλησιάζει το 1,2% – κάτι που δεν είναι εύκολα κατανοητό, με δεδομένη την υπερβολική φορολόγηση, τα συνεχή μέτρα, την πτώση της ζήτησης, την ανεργία, τις χρεοκοπίες, την αδυναμία επενδύσεων κοκ. Προφανώς οι δανειστές έχουν υπ’ όψιν τους κάποια άλλη εξίσωση, εκτός από την ΑΕΠ = κατανάλωση + ιδιωτικές επενδύσεις + δημόσιες δαπάνες + (εξαγωγές – εισαγωγές). 

(β) Με βάση τα παραπάνω, το 2060 το ονομαστικό ΑΕΠ της χώρας θα ανέρχεται στα 728 δις €, ενώ το πραγματικό (αφαιρουμένου του πληθωρισμού) σε 336 δις €. 

(γ) Τα πρωτογενή (προ τόκων) πλεονάσματα θα πρέπει, σύμφωνα με την απαίτηση των δανειστών, να διατηρούνται στο 3,5% έως το 2029 – όπου ουσιαστικά υπολογίζεται ότι, θα έχει ολοκληρωθεί η εξαγορά της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας των ιθαγενών από τους ξένους, σε εξευτελιστικές τιμές. 

Σε απόλυτα μεγέθη, θα πρέπει να υπερβαίνουν τα 6 δις € το 2017 – αυξανόμενα κάθε χρόνο ανάλογα με την άνοδο του ΑΕΠ (ρυθμό ανάπτυξης). Επομένως θα καλύπτονται οι τόκοι και θα εξελιχθούν σταδιακά σε δημοσιονομικά (μετά τόκων) πλεονάσματα – έως ότου βέβαια αρχίσει να δανείζεται η Ελλάδα από τις αγορές, όπου φυσικά τα επιτόκια θα είναι μεγαλύτερα. 

Πρόκειται προφανώς για κάτι που δεν έχει επιτύχει ποτέ καμία χώρα στον πλανήτη – πόσο μάλλον μία χρεοκοπημένη, καθώς επίσης με ένα νόμισμα που δεν το διαχειρίζεται η ίδια. Στη συνέχεια πάντως οφείλουν να μειωθούν σταδιακά, φτάνοντας στο 1,5% – οπότε μπορούμε να συνεχίσουμε να κοιμόμαστε ήσυχοι. 

(δ) Υπό τις παραπάνω προϋποθέσεις, χωρίς παρεμβάσεις, καθώς επίσης με την υπόθεση ότι, η Ελλάδα θα μπορεί και χρηματοδοτείται από τις αγορές με επιτόκιο 5% και από τον ESM με επιτόκιο 3,3%, το ελληνικό χρέος το 2060 θα ανέρχεται σε 165% του ΑΕΠ – δηλαδή σε απόλυτα νούμερα στα 1,2 τρις €. 

(ε) Με βάση την υπόθεση ότι, σταδιακά μέχρι το 2060 εκείνο το τμήμα του χρέους που λήγει θα (ανά)χρηματοδοτείται με τα προβλεπόμενα επιτόκια αγοράς, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες αναμένεται μεσοπρόθεσμα να ξεπεράσουν το 15% του ΑΕΠ συμπεριλαμβανομένων των εντόκων γραμματίων – με τα σημερινά μεγέθη δηλαδή θα πρέπει να δανείζεται η χώρα πάνω από 26 δις € ετησίως, με τα μελλοντικά πολύ περισσότερα. 

Μακροπρόθεσμα θα πρέπει να δανείζεται σε επίπεδα άνω του 20% του ΑΕΠ (με σημερινά μεγέθη άνω των 35 δις €), φτάνοντας το 2060 κοντά στο 25% – όπου, με κριτήριο το τότε πραγματικό ΑΕΠ (336 δις €), θα είναι υποχρεωμένη να βρίσκει δανεικά ύψους 84 δις € ετήσια» (Μελέτη της Πειραιώς με παρεμβάσεις).

Ανάλυση

Από την εισαγωγή του κειμένου συμπεραίνεται εύκολα ότι οι δανειστές, η γερμανική κυβέρνηση καλύτερα και συγκεκριμένα ο κ. Αδόλφος Σόιμπλε, μας επιβάλλουν κάτι που δεν έχει ασφαλώς καμία οικονομική λογική από τη δική μας πλευρά, όσον αφορά τη βιωσιμότητα της χώρας μας – αφού, ακόμη και αν πουλήσει το δημόσιο τα πάντα στις σημερινές εξευτελιστικές τιμές, καθώς επίσης ακόμη και αν κατασχεθεί/πλειστηριασθεί ολόκληρη η ιδιωτική περιουσία από το αφελληνισμένο πλέον τραπεζικό μας σύστημα, το χρέος που θα κληροδοτήσουμε στα παιδιά μας το 2060 θα ανέρχεται στο 165% του ΑΕΠ! 

Πώς άλλωστε θα μπορούσε να θεωρηθεί λογικό το χρέος μίας λεηλατημένης πλέον χώρας να είναι βιώσιμο στο 165% του ΑΕΠ της, όταν πτώχευσε με χρέος κάτω από το 130% του ΑΕΠ της το 2009; Πόσο μάλλον όταν το 2010 διέθετε έναν υγιή τραπεζικό τομέα, ελάχιστα ιδιωτικά χρέη, μία οικονομία που λειτουργούσε, ένα ΑΕΠ κατά 25% υψηλότερο, καθώς επίσης πάνω από τα διπλάσια περιουσιακά στοιχεία στις τότε τιμές;

Την ίδια στιγμή η Ελλάδα δεν είναι ουσιαστικά ισότιμο μέλος ούτε της ΕΕ (αφού έχουν υιοθετηθεί έλεγχοι στη διακίνηση κεφαλαίων), ούτε της Ευρωζώνης – επειδή δεν της επιτρέπεται να συμμετέχει στο μηχανισμό ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, μέσω του οποίου επιδιώκεται ο περιορισμός των χρεών των υπολοίπων χωρών του Νότου.

Από την άλλη πλευρά ο κ. Α. Σόιμπλε τόνισε ξανά ότι, «όσο οι υπεύθυνοι στην Ελλάδα επιθυμούν την παραμονή της στη ζώνη του ευρώ, άλλος δρόμος δεν υπάρχει εκτός από τον παραπάνω» – αναφέροντας επί πλέον πως έχουν διεξαχθεί συζητήσεις για την έξοδο της, όπου ο ίδιος πρότεινε ως αντάλλαγμα τη μείωση του χρέους κατά 50 δις €.

Εύλογα λοιπόν υποθέτει κανείς πως ο πρώτος στόχος του Γερμανού είναι να υποχρεώσει την Ελλάδα εάν παραμείνει στο ευρώ σε ένα παράλληλο νόμισμα, αμέσως μετά τις εκλογές στη χώρα του – όπως άλλωστε συνηθιζόταν με τις αποικίες στο παρελθόν, αν και με άλλη μορφή. Ο εναλλακτικός στόχος του είναι να υποφέρουν τόσο πολύ οι Έλληνες, ώστε να αποχωρήσουν εκούσια από την Ευρωζώνη, έναντι «πινακίου φακής» και αφού θα έχουν προηγουμένως λεηλατηθεί – επειδή γνωρίζει πολύ καλά ότι, δεν υπάρχει νομικός τρόπος για να υποχρεωθεί η Ελλάδα ακούσια στην έξοδο της.

Εν τούτοις οφείλουμε να αναρωτηθούμε γιατί επιμένει τόσο πολύ στο πρωτογενές πλεόνασμα, εκτός από το ότι με τη βοήθεια του θα λεηλατηθεί ευκολότερα η Ελλάδα – επειδή δεν απαιτεί κάτι τέτοιο μόνο από τη χώρα μας αλλά, επίσης, από όλες τις άλλες, κυρίως από τις ελλειμματικές του ευρωπαϊκού Νότου.

Στα πλαίσια αυτά, όλοι όσοι γνωρίζουν πως το 2018 θα αρχίσουν οι επίσημες συζητήσεις για τη δημοσιονομική ένωση της Ευρωζώνης όπου, εφόσον αποφασιστεί, τα πλεονάσματα του Βορά θα καλύπτουν πια τα ελλείμματα του Νότου, κατανοούν πως η πρωσική κυβέρνηση της Γερμανίας θέλει είτε να είναι τότε πλεονασματική η Ελλάδα, είτε να μην είναι πλέον μέλος του ευρώ – οπότε θα επιδιώξει με όλες τις δυνάμεις της να γίνει πλεονασματική η χώρα μας ή, εναλλακτικά, να υποχρεωθεί να αποχωρήσει εκούσια. Για να κατανοήσουμε καλύτερα τη λογική της Γερμανίας, εν πρώτοις τα εξής:

Η αναπόφευκτη δημοσιονομική ένωση 

Αρκετοί θεωρούν πως η Γερμανία και η Ολλανδία δεν θα θελήσουν τελικά να ενωθεί δημοσιονομικά η Ευρωζώνη – επειδή δεν θα επιθυμούν να καλύπτουν με τα πλεονάσματα τους τα ελλείμματα των υπολοίπων. Εν τούτοις κάνουν μεγάλο λάθος, αφού χωρίς αυτήν την ένωση η ζώνη του ευρώ θα διαλυθεί – κάτι που ασφαλώς δεν συμφέρει τη Γερμανία, τόσο από οικονομικής πλευράς, όσο και από γεωπολιτικής, κυρίως επειδή διαφορετικά θα παραμείνει αποικία των Η.Π.Α.

Το λάθος τους ίσως οφείλεται στο ότι, ασχολούμενοι μόνο με τα θέματα της επικαιρότητας (BREXIT, Trump, ITALEXIT κοκ.) δεν γνωρίζουν πως μακριά από τα βλέμματα της δημοσιότητας, η ΕΚΤ επεξεργάζεται μεθοδικά την περαιτέρω μείωση των χρεών των χωρών της Ευρωζώνης – η οποία ξεκίνησε με το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) το Μάρτιο του 2015 με την Ελλάδα εκτός, ενώ θεωρείται μεν πως θα τελειώσει το Μάρτιο του 2017, αλλά πιθανότατα θα επιμηκυνθεί.

Στα πλαίσια αυτά οι κεντρικοί τραπεζίτες αγοράζουν με φρέσκα τυπωμένα χρήματα αξιόγραφα από την αγορά, ύψους 1.740 τρις € – εκ των οποίων τα 1.400 τρις € οφείλουν να αφορούν ομόλογα των χωρών τους. Παρά το ότι τώρα το πρόγραμμα QE μοιάζει να λειτουργεί συμμετρικά, με την έννοια πως κάθε κεντρική τράπεζα αγοράζει τα ομόλογα της χώρας της σε αναλογία με το μέγεθος της, στην πραγματικότητα δεν είναι.

Η αιτία επικεντρώνεται στο ότι, τα ήδη εκδοθέντα ομόλογα των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου, ξαναγοράζονται ως επί το πλείστον από το εξωτερικό – στο οποίο είχαν καταλήξει ως αποτέλεσμα του προηγούμενου υπερβολικού δανεισμού τους, συμπεριλαμβανόμενων των ελλειμμάτων στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών τους.

Ως εκ τούτου η κεντρική τράπεζα της Ισπανίας, για παράδειγμα (πηγή: Sinn), αγοράζει ισπανικά ομόλογα από ολόκληρο τον πλανήτη – οπότε, με τον τρόπο αυτό μειώνει τα χρέη του ισπανικού δημοσίου απέναντι στους ιδιώτες επενδυτές. Μετατρέπει δηλαδή το ξένο, εξωτερικό χρέος σε εσωτερικό – όπου, γνωρίζοντας ότι μία χώρα δεν χρεοκοπεί λόγω του ύψους των δημοσίων χρεών της, αλλά των εξωτερικών, περιορίζεται ανάλογα ο κίνδυνος πτώχευσης της Ισπανίας.

Περαιτέρω η κεντρική τράπεζα της Ισπανίας, για να αγοράσει ομόλογα, ζητάει από τις άλλες κεντρικές τράπεζες του ευρωπαϊκού συστήματος, κυρίως από τη γερμανική και δευτερευόντως από την ολλανδική, να της πιστώσουν τα νέα ευρώ και να τα δώσουν στους πωλητές των ισπανικών ομολόγων – πολύ συχνά δε, όταν οι πωλητές αυτοί δεν είναι εγκατεστημένοι εντός της Ευρωζώνης, ζητάει εναλλακτικά αυτή τη «χάρη» από την ΕΚΤ.

Στην τελευταία αυτή περίπτωση διενεργούνται συχνά τριγωνικές συναλλαγές – με την έννοια πως οι πωλητές ισπανικών ομολόγων, αφού τα πουλήσουν στην Ισπανία, εμβάζουν τα χρήματα στη Γερμανία ή στην Ολλανδία, για να τα τοποθετήσουν εκεί σε αξιόγραφα σταθερού επιτοκίου, σε ομόλογα εταιρειών ή σε μετοχές. Εν προκειμένω, η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας ή της Ολλανδίας δεν πιστώνει μόνο τα απ’ ευθείας εμβάσματα από την Ισπανία – αλλά, επίσης, τα εμβάσματα από τις τρίτες χώρες.

Τα δάνεια αυτά που με τον παραπάνω τρόπο χορηγούν οι κεντρικές τράπεζες της Γερμανίας και της Ολλανδίας, καταχωρούνται στο ευρωπαϊκό σύστημα ως απαιτήσεις του Target 2 – το οποίο ήταν συνολικά 885 δις € το Φεβρουάριο (γράφημα, πηγή), με το μεγαλύτερο μέρος του να αφορά τη Γερμανία (κατά άλλους ήταν λιγότερο, αλλά αυξάνεται συνεχώς κατά 20 δις € μηνιαία, εις βάρος της Γερμανίας και της Ολλανδίας).

Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη του Target 2, όπου πάνω από το μηδέν είναι οι πιστώτριες χώρες-κεντρικές τράπεζες (Γερμανία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Φινλανδία, Κύπρος), ενώ κάτω οι χρεώστες (Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα, Πορτογαλία, ΕΚΤ).

Περαιτέρω, για τις χώρες του Νότου οι συναλλαγές αυτές θεωρούνται ως εξαιρετικά ωφέλημα εγχειρήματα – επειδή ανταλλάσσουν τα έντοκα ομόλογα των κρατών τους με ημερομηνία λήξης που ευρίσκονται στα χέρια ιδιωτών επενδυτών, με άτοκα σήμερα και ουσιαστικά χωρίς ημερομηνία λήξης λογιστικά χρέη των κεντρικών τραπεζών τους. Με Θεσμούς δηλαδή που ανήκουν μεν στα κράτη τους, αλλά που ορίζονται στο σύμφωνο του Μάαστριχτ, λόγω της έλλειψης υποχρέωσης (δέσμευσης) χρηματοδότησης, ως ιδρύματα περιορισμένης ευθύνης!

Με απλά λόγια, εάν κάποια στιγμή προκαλούταν κραχ και εγκατέλειπαν αυτές οι χώρες την Ευρωζώνη, όπως συζητείται για την Ιταλία, οι κεντρικές τους τράπεζες πιθανότατα θα χρεοκοπούσαν – επειδή το μεγαλύτερο μέρος των χρεών τους είναι σε ευρώ, ενώ οι απαιτήσεις τους είναι απέναντι στο κράτος τους και στις εγχώριες τράπεζες, οπότε θα ανταλλασσόταν με ένα εθνικό νόμισμα που θα υποτιμούταν ραγδαία.

Στην περίπτωση αυτή οι απαιτήσεις Target 2 του υπολοίπου ευρωσυστήματος θα χανόταν – οπότε η μοναδική ελπίδα των πιστωτριών χωρών (Γερμανία, Λουξεμβούργο κοκ.) θα ήταν να συμμετείχαν στις ζημίες τους εκείνες οι κεντρικές τράπεζες που θα επιβίωναν. Τότε οι Γερμανοί, οι Ολλανδοί, οι Φιλανδοί κλπ. θα διαπίστωναν πως ο πλούτος που δήθεν κατέχουν, εκμεταλλευόμενοι τόσα χρόνια τον ευρωπαϊκό Νότο, θα ήταν στα χαρτιά – αφού οι απαιτήσεις τους απέναντι στις άλλες κεντρικές τράπεζες θα ήταν ακάλυπτες.

Συμπερασματικά λοιπόν, εάν οι Γερμανοί και οι Ολλανδοί δεν υπογράψουν το 2018 τη δημοσιονομική ένωση της Ευρωζώνης, θα χάσουν τεράστια ποσά – οπότε πιθανότατα θα το κάνουν. Πολύ περισσότερο αφού κάτι τέτοιο τους επιτρέπει να μην καταχωρήσουν ακόμη τις αναμενόμενες ζημίες από τα ομόλογα του υπερχρεωμένου Νότου στους ισολογισμούς τους – αλλά να τις κρύψουν στο νέο σύστημα της ευρωπαϊκής αναδιανομής των πόρων.

Επίλογος

Από την παραπάνω ανάλυση διαπιστώνει κανείς εν πρώτοις ότι, η Ευρωζώνη είναι κατασκευασμένη ως μία ερμητικά κλειστή φυλακή – αφού τυχόν απόδραση κάποιας χώρας, ακόμη και της πιο ισχυρής, είναι σχεδόν συνώνυμη με μεγάλες οικονομικές ζημίες, εάν όχι με την αυτοκτονία της.

Ως εκ τούτου, παρά το ότι η Ιταλία ευρίσκεται στα πρόθυρα της καταστροφής, αδύνατον να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητα της εντός του ευρώ, πολύ δύσκολα θα αποφάσιζε να εγκαταλείψει τη νομισματική ένωση – εκτός του ότι, με βάση το σύνταγμα της που τελικά δεν άλλαξε, για να είναι αυτοδύναμο κάποιο πολιτικό κόμμα που τάσσεται εναντίον του ευρώ, πρέπει να συγκεντρώνει πάνω από το 40% των ψήφων (πράγμα απίθανο για τη χώρα), ενώ για μία αναθεώρηση του συντάγματος απαιτούνται τα 2/3 της Βουλής.

Ένα δεύτερο συμπέρασμα είναι πως η γερμανική κυβέρνηση (η ολλανδική επίσης, όπως και το Λουξεμβούργο), γνωρίζοντας από σήμερα ότι θα υποχρεωθεί να υπογράψει τη δημοσιονομική ένωση της Ευρωζώνης, οπότε να καλύπτει με τα πλεονάσματα της τα ελλείμματα των εταίρων της, προσπαθεί να μην υπάρχουν ελλείμματα μετά το 2018 – οπότε δεν πρόκειται ποτέ να σταματήσει να επιβάλλει την πολιτική λιτότητας σε όλους, αφού διαφορετικά δεν θα τα καταφέρει. Λογικά λοιπόν επιμένει ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος, εάν θέλει μία χώρα να παραμείνει μέλος της Ευρωζώνης – αφού δεν έχει καμία διάθεση να την πληρώνει.


Από την άλλη πλευρά τώρα, μία μη διεφθαρμένη κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να πιέσει σε μεγάλο βαθμό την Ευρωζώνη, τη Γερμανία δηλαδή, με όπλο τη χρεοκοπία της εντός της νομισματικής ένωσης (ανάλυση) – η οποία δεν είναι ασφαλώς επιλογή, αλλά αναγκαιότητα, εφόσον δεν υπάρχει καμία άλλη λύση. Ειδικά η Ελλάδα, στην οποία δεν προσφέρεται καμία απολύτως βιώσιμη προοπτική για το μέλλον της – έχοντας ουσιαστικά καταδικαστεί στη χειρότερη χρεοκοπία όλων: στην κυλιόμενη πτώχευση.

Ο Αδόλφος Σόιμπλε όμως, άξιος απόγονος του Γκέμπελ, έχοντας απέναντι του αδύναμους πολιτικούς ηγέτες, κάποιοι εκ των οποίων ήταν/είναι ανεπαρκείς ή ανίκανοι, ενώ ορισμένοι άλλοι ενδοτικοί λόγω «διεφθαρμένου προηγούμενου βίου», μπορεί να χειρίζεται αριστοτεχνικά την Ελλάδα – αδυνατίζοντας σταδιακά όλες τις κυβερνήσεις της όταν αντιδρούν, μεταξύ άλλων με τη βοήθεια της μη τήρησης της υπόσχεσης του από το 2012 περί μείωσης του χρέους, έτσι ώστε να μην είναι σε θέση να ξεφύγει η χώρα μας ποτέ από τα αρπαχτικά του νύχια. Φυσικά έχει το πλεονέκτημα της (ανόητης) αδυναμίας συνεργασίας των πολιτικών κομμάτων μεταξύ τους – κάτι που θα του δημιουργούσε πολύ μεγάλα προβλήματα.

Από την άλλη πλευρά καλλιεργεί συστηματικά τις αντιδράσεις των Ελλήνων απέναντι στο ευρώ, βασανίζοντας τους όσο περισσότερο μπορεί – έτσι ώστε να επιλέξουν κάποια στιγμή την «ηρωική έξοδο» εκούσια. Τότε δεν θα έχει πλέον το φόβο τυχόν χρεοκοπίας τους εντός της ένωσης – ή κάλυψης των ελλειμμάτων τους που δεν πιστεύει πως θα πάψουν να υπάρχουν, όταν υπογραφεί η δημοσιονομική ένωση των υπολοίπων.

Ολοκληρώνοντας, ελπίζουμε και ευχόμαστε να κατανοήσουν όλοι οι Έλληνες, κυρίως οι κυβερνήσεις και τα πολιτικά κόμματα ότι, ακόμη και σήμερα υπάρχουν βιώσιμες λύσεις για τη χώρα – αρκεί να είμαστε όλοι ενωμένοι, να γνωρίζουμε τι ακριβώς θέλουμε, καθώς επίσης πώς θα το επιτύχουμε με το λιγότερο δυνατόν επώδυνο τρόπο, διορθώνοντας ταυτόχρονα όλα τα δικά μας σφάλματα και ελαττώματα. Προφανώς δε πρέπει να έχουμε έτοιμα εναλλακτικά σχέδια, με πλήρη ανάλυση, για κάθε πιθανό ενδεχόμενο – αφού κανένας δεν γνωρίζει τι μας επιφυλάσσει το μέλλον.

Βιβλιογραφία: Πειραιώς, ΔΝΤ, ESM, H.W. Sinn
Βασίλης Βιλιάρδος
Οικονομολόγος
E-mail: viliardos@analyst.gr
Ειδικότητα: Mάκρο-οικονομικά / Πολιτική Οικονομία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου