H ελπίδα της Ελλάδας για να αποφύγει την ολοκληρωτική συντριβή, είναι πλέον τα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα – αν και κανένας λαός δεν μπορεί ποτέ να είναι ευτυχής, όταν το μέλλον του, η διάσωση του, η εθνική κυριαρχία και η ευημερία του εξαρτώνται από εξωτερικούς παράγοντες.
«Δεν έχω απολύτως τίποτα εναντίον του πρωθυπουργού, ενώ ζήτησα την παραίτηση του απλά και μόνο για το καλό της Ελλάδας – θεωρώντας πως είναι μία από τις ελάχιστες λύσεις που έχει στη διάθεση της η πατρίδα μας, επίσης η αριστερά και ο ίδιος. Πιστεύω βέβαια ακράδαντα ότι, δεν ήταν δική του δουλειά να αποφασίσει πως δεν υπάρχει καμία εναλλακτική λύση στην πολιτική λιτότητας και λεηλασίας που επιβάλλουν κτηνωδώς οι δανειστές σε όλες τις κυβερνήσεις-υποχείρια τους, μετά την υπαγωγή μας στο ΔΝΤ» (Ι. Ιωάννου).
Ανάλυση
Δυστυχώς η άλωση της Ελλάδας έχει ολοκληρωθεί με την ψήφιση των τελευταίων μέτρων από τους 152 βουλευτές, όπου χάθηκε εντελώς η εθνική μας κυριαρχία. Ειδικότερα, οι τράπεζες ανήκουν ήδη στους ξένους κερδοσκόπους, άρα η ιδιωτική περιουσία ενός μεγάλου αριθμού Ελλήνων που θα κατασχεθεί και θα πλειστηριασθεί σε εξευτελιστικές τιμές – με τη βοήθεια της ανεργίας, των μειώσεων των εισοδημάτων, καθώς επίσης των υπερβολικών και συχνά αυθαίρετων, εισπρακτικών φόρων.
Οι δημόσιες επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των κοινωφελών (ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ, ΔΕΗ κλπ.), οδηγήθηκαν στο Υπέρ-ταμείο της ντροπής που ουσιαστικά διοικείται από τους δανειστές με δικαιώματα βέτο, από το οποίο θα ξεπουληθούν επίσης σε ξένους – προβλέποντας πως η τιμή του νερού θα τετραπλασιαστεί κατά το παράδειγμα της Πορτογαλίας, η τιμή του ρεύματος θα αυξηθεί σημαντικά κοκ.
Εκτός αυτών, το ασφαλιστικό σύστημα ακρωτηριάζεται ήδη επικίνδυνα, το κοινωνικό κράτος καταρρέει, ενώ το σύστημα είσπραξης φόρων θα υπαχθεί επίσης στους δανειστές – μέσω της γενικής γραμματείας δημοσίων εσόδων που πλέον το αναλαμβάνει, καθιστώντας το υπουργείο οικονομικών μία απλή «υπηρεσία» άνευ ουσιαστικού χαρτοφυλακίου. Εν προκειμένω προβλέπονται αυθαίρετες διώξεις όλων όσων διαθέτουν ακόμη χρήματα, έτσι ώστε να εξυπηρετούνται τα χρέη της χώρας – τα οποία όμως θα συνεχίσουν να αυξάνονται, αφού διαφορετικά θα υπήρχε φόβος εξέγερσης των Πολιτών.
Για να γίνει καλύτερα κατανοητή η αντιμετώπιση του κινδύνου αυτού από τους δανειστές, αρκεί να αναφερθεί πως όταν αυτό που απασχολεί την πλειοψηφία των ανθρώπων σε καθημερινή βάση είναι η επιβίωση τους, το φαγητό για την οικογένεια τους, τότε δεν ενδιαφέρονται για τίποτα άλλο – πόσο μάλλον για διαμαρτυρίες και διαδηλώσεις. Επομένως, για εκείνο το χρονικό διάστημα που οι δανειστές δεν επιτρέπουν στους Έλληνες καμία άλλη σκέψη, εκτός από την εύρεση του καθημερινού φαγητού, είναι εξασφαλισμένη η κυριαρχία τους – αφού δεν υπάρχει φόβος κοινωνικών αναταραχών και εξεγέρσεων.
Τέλος, όσον αφορά την «ελάφρυνση» του χρέους, ακόμη και αν συμφωνηθεί κάποια στιγμή στο μέλλον, μάλλον δεν πρόκειται να προσφερθεί στη σημερινή κυβέρνηση – αφού έχει ολοκληρώσει πλέον την αποστολή της με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για τους δανειστές, οπότε τους είναι πια άχρηστη. Εκτός αυτού, τους δημιουργεί προβλήματα όσον αφορά την εφαρμογή αυτών που ψήφισε, ενώ έχει χάσει ένα μεγάλο μέρος της δημοτικότητας της – οπότε πολύ σύντομα θα έλθει η ώρα του αντικαταστάτη της: της αξιωματικής αντιπολίτευσης δηλαδή. Άλλωστε έχει καλύτερες δυνατότητες εφαρμογής των συμφωνηθέντων, επειδή δεν είναι αντίθετα με τη βασική της πολιτική ιδεολογία.
Δυστυχώς το κυβερνών κόμμα, πιθανότατα λόγω της απειρίας του, δεν κατέστρεψε μόνο ολοσχερώς την Ελλάδα – ολοκληρώνοντας το εκ προμελέτης έγκλημα των μνημονίων με το τρίτο και οδυνηρότερο. Δολοφόνησε επί πλέον την τελευταία ελπίδα πολλών Ελλήνων ενώ, ακόμη χειρότερα, κατέφερε ένα τεράστιο πλήγμα στην αριστερή ιδεολογία – η οποία, είτε συμφωνεί κανείς μαζί της είτε όχι, είναι άδικο να κατηγορείται τεκμηριωμένα για προδοσία, διαφθορά, ανεντιμότητα, ψευτιά, ασυνέπεια και όλα τα υπόλοιπα, όπως προηγουμένως οι άλλες παρατάξεις που σήμερα τις «ξεπλένει».
Τα σενάρια της Ευρωζώνης
Περαιτέρω, η ελπίδα πλέον της Ελλάδας για να αποφύγει την ολοκληρωτική συντριβή, τη μετατροπή της σε ένα αποτυχημένο κράτος (άρθρο), όπου οφείλουμε να τονίσουμε πως για το κακό υπάρχει πάντοτε το χειρότερο, είναι τα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα – αν και κανένας λαός δεν μπορεί ποτέ να είναι ευτυχής, όταν το μέλλον του, η διάσωση του, η εθνική κυριαρχία και η ευημερία του, εξαρτώνται από εξωτερικούς παράγοντες.
Στα πλαίσια αυτά, εφτά σχεδόν χρόνια μετά από το ξέσπασμα της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, η οποία ξεκίνησε από την πατρίδα μας και από την τότε νεοεκλεγείσα κυβέρνηση της που έκανε τα πάντα για να την καταστρέψει, η κατάσταση έχει επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο – ενώ η Ευρωζώνη απέφυγε την ανεξέλεγκτη διάλυση της, απλά και μόνο επειδή η ΕΚΤ εγγυήθηκε τα δημόσια ομόλογα όλων των κρατών, κατορθώνοντας έτσι να μειώσει τα επιτόκια δανεισμού τους σε επίπεδα ρεκόρ. Ταυτόχρονα δημιούργησε ένα ταμείο σταθερότητας που στήριξε τα πιο επικίνδυνα κράτη με δάνεια έναντι μνημονίων – δημιουργώντας επί πλέον ένα είδος τραπεζικής ένωσης, το οποίο όμως δεν είναι καθόλου ολοκληρωμένο λόγω των αντιρρήσεων της Γερμανίας.
Προφανώς λοιπόν δεν έχει αποφευχθεί ακόμη τίποτα, αφού η βασική αρχιτεκτονική της νομισματικής ένωσης είναι εντελώς ανεπαρκής – ενώ παρομοιάζεται με ένα οίκημα που διαθέτει ίσως μία σκεπή και μερικούς τοίχους, αλλά καθόλου θεμέλια. Το μεγαλύτερο πρόβλημα της είναι οι υπερχρεωμένες τράπεζες, με κορυφή του παγόβουνου τη Deutsche Bank, καθώς επίσης το γερμανικό και ιταλικό χρηματοπιστωτικό σύστημα – όπου, παρά τη δήθεν τραπεζική ένωση, όταν αντιμετωπίζουν προβλήματα οι τράπεζες και κατ’ επέκταση οι ασφαλιστικές εταιρείες, υπεύθυνα για τη λύση τους είναι τα εκάστοτε κράτη και όχι όλοι μαζί.
Συνεχίζοντας, το χειρότερο είναι πως δεν υπάρχει ελπίδα αλλαγής της συγκεκριμένης κατάστασης στο εγγύς μέλλον – ενώ τα αισθήματα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών της Ευρωζώνης, τα οποία δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα μεγάλα, έχουν μειωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Επομένως είναι μάλλον απίθανο να ληφθούν σύντομα ουσιαστικά μέτρα – κάτι που, εάν ισχύει, καθιστά πολύ πιθανά τα κατωτέρω τρία σενάρια:
(α) Το ευρώ παραμένει ως έχει, ο ευρωπαϊκός Νότος συνεχίζει την καθοδική του πορεία, η μετανάστευση προς το Βορά κλιμακώνεται, οι μισθοί λιμνάζουν και η Γερμανία βιώνει έναν μεγάλο πληθωρισμό, λόγω της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ – με αποτέλεσμα να μειώνονται οι ανισορροπίες μεταξύ της Γερμανίας και των υπολοίπων. Με τον τρόπο αυτό δεν λύνονται βέβαια τα θεμελιώδη προβλήματα της νομισματικής ένωσης, αλλά κάπως περιορίζονται και γίνονται ανεκτά από όλους.
(β) Η Ιταλία αποφασίζει να υιοθετήσει τη λιρέτα, υπό την πίεση της οικονομικής μιζέριας που προκαλεί πολιτικές εξελίξεις – έχοντας τη δυνατότητα να μετατρέψει ένα μεγάλο μέρος των χρεών της στο εθνικό της νόμισμα. Ως εκ τούτου, η Ευρωζώνη διαλύεται σε χρόνο μηδέν, ενώ πολλές χώρες αθετούν τις πληρωμές των υποχρεώσεων τους τόσο απέναντι στο ευρωσύστημα, το οποίο ουσιαστικά χρηματοδοτείται από τη Γερμανία, όσο και απέναντι στην ίδια – αδυνατώντας να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους. Έτσι ο εφιάλτης της Γερμανίας, τον οποίο γνωρίζει πολύ καλά η κυβέρνηση της, γίνεται πραγματικότητα – με ανυπολόγιστες συνέπειες για την ίδια και τον υπόλοιπο πλανήτη.
(γ) Η Ευρωζώνη κατακερματίζεται, εν πρώτοις μέσω της υιοθέτησης ελέγχων στη διακίνηση κεφαλαίων εκ μέρους των χωρών του Νότου κατά το παράδειγμα της Ελλάδας, οι οποίοι σταδιακά θα αυξάνονται – ενώ ταυτόχρονα εθνικοποιείται, επίσης σταδιακά, ο τραπεζικός τομέας αρκετών χωρών, για να αποφευχθεί η κατάρρευση του.
Ολοκληρώνοντας, κανένας δεν γνωρίζει ποιό από τα τρία παραπάνω σενάρια ή ενδεχομένως κάποιο άλλο θα επικρατήσει, με το τελευταίο να μη φαίνεται καθόλου απίθανο πια, αφού ταιριάζει με το πνεύμα της εποχής – σύμφωνα με το οποίο καθυστερείται το μοιραίο, εν αναμονή του από μηχανής θεού. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχουν ιστορικά προηγούμενα, τα οποία δεν το αποκλείουν – πριν από όλα η οικονομική πολιτική των χωρών της ανατολικής Ευρώπης στη δεκαετία του 1930. Ειδικότερα τα εξής:
Η εμπειρία της ανατολικής Ευρώπης
Όπως σήμερα έτσι και τότε δεν λειτουργούσε σωστά το συναλλαγματικό σύστημα – ενώ όποιο κράτος ήθελε να διασωθεί από τη βαθιά ύφεση και τον αποπληθωρισμό, ήταν υποχρεωμένο να εγκαταλείψει τον κανόνα του χρυσού (ανάλυση), να μειώσει τα επιτόκια του και να υποτιμήσει το νόμισμα του.
Στα πλαίσια αυτά, πολλές χώρες της δυτικής Ευρώπης υιοθέτησαν αυτή τη λύση μεταξύ των ετών 1931 και 1936 – με αποτέλεσμα να ξεσπάσει ένας συναλλαγματικός πόλεμος μεγάλης κλίμακας. Από την άλλη πλευρά, τα κράτη της ανατολικής Ευρώπης δεν μπορούσαν να συμπεριφερθούν ανάλογα – επειδή είχαν πολλά εξωτερικά χρέη σε ξένο συνάλλαγμα, όπου τυχόν υποτίμηση των δικών τους νομισμάτων θα τα αύξανε σε μεγάλο βαθμό (όπως στο θέμα της Ελλάδας σήμερα, καθώς επίσης πολλών άλλων χωρών της Ευρωζώνης – άρθρο).
Ως εκ τούτου, η μοναδική δυνατότητα τους ήταν η επιβολή ελέγχων κεφαλαίων, για να εμποδιστεί η εκροή χρημάτων και καταθέσεων στο εξωτερικό – καθώς επίσης η μείωση των επιτοκίων δανεισμού σταδιακά. Παράλληλα, η αύξηση του ελέγχου τόσο του τραπεζικού συστήματος, όσο και του εξωτερικού εμπορίου – ενώ αμέσως μετά κατέφυγαν στο δραστικό μέτρο της διαγραφής χρεών, καθώς επίσης στις επιδοτήσεις των εξαγωγών, για να επιτύχουν μία de facto υποτίμηση των νομισμάτων τους.
Τελικά η πολιτική αυτή πέτυχε, αφού οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης διέφυγαν από την ύφεση στα μέσα της δεκαετίας του 1930 (πηγή) – γεγονός που συμπεραίνεται από το ότι, το κατά κεφαλήν εισόδημα τους το 1938 ήταν υψηλότερο από το 1935 (πίνακας). Προφανώς, μεταξύ άλλων, ένα ανάλογο σοβαρό, υπεύθυνο σχέδιο διάσωσης της Ελλάδας θα έπρεπε να προωθηθεί σήμερα – οπότε θα προσελκύονταν σημαντικές επενδύσεις που διαφορετικά είναι απίθανο να διενεργηθούν.
Επεξήγηση πίνακα: Κατά κεφαλήν ΑΕΠ των χωρών της ανατολικής Ευρώπης, σε διεθνείς τιμές δολαρίου του 1990 (πατήστε επάνω για μεγένθυση).
Το τίμημα βέβαια αυτής της επιτυχίας ήταν μία εξαιρετικά «ρυθμισμένη» οικονομία – μία μη ελεύθερη οικονομία δηλαδή, στην οποία το κράτος επεμβαίνει σε μεγάλο βαθμό, κρίνοντας πως είναι απαραίτητο για την επιβίωση των Πολιτών του. Εάν όμως το κράτος αποσυρθεί αμέσως μετά, όταν εξυγιανθεί η οικονομία, όπως άλλωστε οφείλει αφού δεν είναι επιχειρηματίας, τότε δεν δημιουργείται πρόβλημα – ενώ συνέβη με τις τράπεζες στις Η.Π.Α. και στην Ελβετία πρόσφατα, οι οποίες μετά «επιστράφηκαν» στον ιδιωτικό τομέα, με σημαντικά κέρδη για το δημόσιο.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, πολλοί έχουν την άποψη ότι, η νότια Ευρώπη βαδίζει προς αυτήν την κατεύθυνση – αφού υπάρχουν ήδη πολλές ενδείξεις. Ειδικότερα τα εξής:
(α) Το τραπεζικό σύστημα δεν είναι βιώσιμο στο μεγαλύτερο μέρος του, χωρίς τη στήριξη της ΕΚΤ – ενώ οι τράπεζες διαθέτουν ομόλογα του δημοσίου τους, τα οποία εγγυάται η ίδια η ΕΚΤ, αφού διαφορετικά δεν θα είχαν μεγάλη αξία.
Ουσιαστικά λοιπόν πρόκειται για μία υφέρπουσα εθνικοποίηση των τραπεζών που όμως δεν ωφελεί τους Πολίτες, αλλά τις ελίτ του χρηματοπιστωτικού συστήματος – οι οποίες στην πραγματικότητα νέμονται τα νέα χρήματα που εκτυπώνει η κεντρική.
(β) Οι μικροί καταθέτες δυσκολεύονται πολύ να μεταφέρουν νόμιμα τα χρήματα τους στο εξωτερικό, παρά το ότι δεν έχουν επιβληθεί ακόμη έλεγχοι κεφαλαίων – με εξαίρεση φυσικά την Ελλάδα, η οποία προηγείται των γεγονότων. Πρόκειται επομένως για το ξεκίνημα μίας τέτοιας διαδικασίας σε πολλές άλλες χώρες – όπως είναι η Ιταλία, η Ισπανία κοκ.
Λογικά λοιπόν περιμένει κανείς τη συνέχεια, κατά το παράδειγμα των χωρών της ανατολικής Ευρώπης του 1930 – δηλαδή, την αύξηση του ελέγχου τόσο του τραπεζικού συστήματος, όσο και του εξωτερικού εμπορίου, τη διαγραφή χρεών (μάλλον ξεκίνησε στην Ελλάδα στον ιδιωτικό τομέα, με την πιθανή διαγραφή χρεών της Μαρινόπουλος ύψους περί τα 800 εκ. €!), καθώς επίσης τις επιδοτήσεις των εξαγωγών, για να επιτευχθεί μία de facto υποτίμηση των νομισμάτων της νοτίου Ευρώπης.
Ουσιαστικά πιθανολογείται εν προκειμένω το τρίτο σενάριο, ενώ δεν αποκλείεται ο συνδυασμός του με το πρώτο, οπότε θα μπορούσε έτσι να αποφευχθεί η διάλυση της Ευρωζώνης – με τη μετατροπή της σε μία σοβιετικού τύπου οικονομία, ελεγχόμενη όμως κυρίως από τις χρηματοπιστωτικές «αγορές».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου