MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015

Το χρονικό μίας ληστείας

Το τρίτο μνημόνιο, μέσω του οποίου νομιμοποιούνται τα δύο προηγούμενα, είναι η τελευταία δόση του δηλητηρίου που δόθηκε ως φάρμακο στην Ελλάδα – ταυτόχρονα αποτελεί πράγματι, γεγονός οξύμωρο, την τελευταία της ευκαιρία

«Οι μέθοδοι, με τις οποίες το ΔΝΤ ληστεύει κυριολεκτικά όλες εκείνες τις δύστυχες χώρες που εισβάλλει, φαίνονται στο υποθετικό παράδειγμα ενός μικρού χωριού που ακολουθεί – το οποίο χάνει τα πάντα, χωρίς κανένα απολύτως φταίξιμο των κατοίκων του. Ένοχος είναι η διεφθαρμένη εγχώρια πολιτική και οικονομική του ελίτ – η οποία υπογράφει την παράδοση του χωριού στους διεθνείς δολοφόνους, για να αποκρύψει τα χρήματα που έχει υπεξαιρέσει».

Άρθρο

Παρά το ότι έχουμε αναλύσει πολλές φορές την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, στις εντελώς διαφορετικές χρονικές περιόδους της κρίσης, προτείνοντας κάθε φορά λύσεις που πάντοτε διαφέρουν μεταξύ τους, αφού η οικονομία δεν είναι στατική και εξελίσσεται ανάλογα με τα γεγονότα, με τις αποφάσεις που λαμβάνονται, καθώς επίσης με την εφαρμογή τους, ακούμε συχνά πως δεν είμαστε σαφείς – κάθε φορά δε, ερωτούμαστε ποιά ακριβώς λύση προτείνουμε.

Δίνοντας τώρα την αυτονόητη απάντηση, σύμφωνα με την οποία οι εκάστοτε λύσεις εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις παρούσες συνθήκες και από τα στελέχη των κυβερνήσεων που θα καλούνταν να τις εφαρμόσουν, ενώ σήμερα, μετά από τις συνεχείς αποτυχίες όλων των κομμάτων, καθώς επίσης με κριτήριο τα στελέχη τους, η «βασιλικότερη του Βασιλιά» τήρηση του μνημονίου είναι η μοναδική δυνατότητα της χώρας (ανάλυση), ερωτούμαστε γιατί τότε τασσόμαστε εναντίον αυτών που επιβάλλονται στην Ελλάδα από τους δανειστές της – όπως με το κείμενο «Η παγίδα των μνημονίων».

Η απάντηση είναι πως η χώρα δεν έχει τη δυνατότητα να αμυνθεί σωστά ούτε με τα συγκεκριμένα κόμματα, ούτε με τα στελέχη τους, ενώ οι συνθήκες που επικρατούν (άρθρο), δεν επιτρέπουν ελπίδες δραστηριοποίησης ικανών Ελλήνων – οι οποίοι φυσικά υπάρχουν, αλλά δεν έχουν πρόσβαση στους κομματικούς μηχανισμούς, χωρίς τους οποίους δεν είναι σε θέση να αναδειχθούν και να εργασθούν προς όφελος της πατρίδας τους.

Το γεγονός αυτό θα μπορούσε φυσικά να αλλάξει κάποια στιγμή, οπότε δεν έχει άλλη επιλογή κανείς στη διάθεση του, από το να αποφύγει τον ακαριαίο θάνατο – ελπίζοντας ότι, κατά τη διάρκεια του αργού θανάτου της Ελλάδας, θα δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες αντίδρασης, ενώ θα εμφανισθούν παρατάξεις και άτομα που θα καταφέρουν να δρομολογήσουν τις απαιτούμενες λύσεις.

Ευχόμαστε βέβαια να μην είναι τότε πολύ αργά – να μην έχει λεηλατηθεί δηλαδή ολοκληρωτικά η δημόσια, καθώς επίσης η ιδιωτική περιουσία των Ελλήνων, μετατρέποντας τους σε άβουλους σκλάβους χρέους.

Περαιτέρω, ειδικά όσον αφορά τις απαισιόδοξες προβλέψεις μας, καθώς επίσης την κριτική μας για το ΔΝΤ (ανάλυση), το βασικότερο «συστατικό» της Τρόικας, θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε ένα εύστοχο παράδειγμα από το συγγραφέα του βιβλίου «ΔΝΤ, η παγκόσμια δύναμη – το χρονικό μίας ληστείας».

Εισαγωγή

Το ΔΝΤ ιδρύθηκε το 1944 από τη σύσκεψη του Bretton Woods – με βασικό αντικείμενο του τη σταθεροποίηση του δολαρίου, ως το νέο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα. Μετά τη μονομερή όμως κατάργηση του συστήματος του Bretton Woods από τις Η.Π.Α. τη δεκαετία του 1970, όπου το δολάριο έπαψε πια να έχει αντίκρισμα σε χρυσό, το ΔΝΤ ανέλαβε σε παγκόσμιο επίπεδο το ρόλο του δανειστή ύστατης ανάγκης.

Από το ξεκίνημα τώρα της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους εμφανίζεται κυρίως ως μέλος της Τρόικας, καθώς επίσης ως υποστηρικτής της πολιτικής λιτότητας – για τις φτωχές χώρες βέβαια και όχι για τις πλούσιες, αφού κατηγορεί τη Γερμανία για τη συγκεκριμένη πολιτική της, ενώ τόσο οι Η.Π.Α., όσο και η Ιαπωνία, εφαρμόζουν την ακριβώς αντίθετη.

Ο στόχος του ΔΝΤ, με αφετηρία τη δεκαετία του 1980 όπου υιοθετήθηκε από τις Η.Π.Α. ο νεοφιλελευθερισμός, είναι σε πρώτη γραμμή η βίαιη ουσιαστικά επιβολή των «προγραμμάτων διαρθρωτικής προσαρμογής» – κέντρο βάρους των οποίων είναι επίσημα η σταθεροποίηση, η απορρύθμιση, η φιλελευθεροποίηση, καθώς επίσης οι ιδιωτικοποιήσεις στις χώρες που εισβάλλει.

Παρά το ότι δε η εφαρμογή όλων των μέτρων αυτού του είδους αυξάνει δραματικά τη φτώχεια, την πείνα, την εξαθλίωση, τις αυτοκτονίες και τον αναλφαβητισμό, μειώνει τον πληθυσμό περιορίζοντας το προσδόκιμο ζωής, ενώ εντείνει τις κοινωνικές ανισότητες, πολλοί άνθρωποι στις ανεπτυγμένες χώρες πιστεύουν ακόμη πως η επιβολή τους είναι νόμιμη, δίκαιη και απαραίτητη – καθώς επίσης πως οι στερήσεις, από τις οποίες υποφέρουν οι άνθρωποι στις χώρες που επιβάλλονται, είναι αναπόφευκτες.

Αυτό συμβαίνει κυρίως επειδή το ΔΝΤ επιτυγχάνει τη στήριξη του τόσο από την πολιτική, όσο και από την οικονομική ελίτ, καθώς επίσης από τα ΜΜΕ – ενώ οι πράξεις του ξεγελούν μεγάλο μέρος της παγκόσμιας κοινής γνώμης, μέσω των σκόπιμα λανθασμένων πληροφοριών που διοχετεύει, μεταξύ των οποίων με τη βοήθεια συνειδητά παραποιημένων στατιστικών, καθώς επίσης με τις άλλες «μεθόδους συγκάλυψης» που χρησιμοποιεί.

Για να μπορέσει τώρα να περιγράψει κανείς παραστατικά τι ακριβώς είναι τα προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής, πως φαίνονται στην πραγματικότητα δηλαδή, καθώς επίσης τα αποτελέσματα τους για τους ανθρώπους των χωρών που εισβάλλει, είναι σκόπιμη η αναφορά στο υπεραπλουστευμένο υποθετικό παράδειγμα ενός μικρού χωριού που ακολουθεί:

Η διαφθορά ως αφετηρία

Υποθετικά φαντάζεται κανείς ένα μικρό, πλούσιο χωριό, στα ταμεία του οποίου έχουν συσσωρευτεί 50.000 €. Ως εκ τούτου, οι κάτοικοι του αποφασίζουν να αντικαταστήσουν το παλαιό, ετοιμόρροπο κτίριο του σχολείου με ένα καινούργιο, για την κατασκευή του οποίου απαιτούνται 100.000 € – οπότε το δημοτικό συμβούλιο δίνει την εντολή στο δήμαρχο να το αναλάβει.

Ο δήμαρχος πηγαίνει στην τοπική τράπεζα αιτούμενος ένα δάνειο ύψους 50.000 €, για να συμπληρώσει το ποσόν των 100.000 €. Επειδή δε τα 50.000 € που ζητάει είναι καλυμμένα, έχουν εγγύηση δηλαδή, η τράπεζα εγκρίνει το δάνειο – οπότε ο δήμαρχος, ο οποίος βοήθησε την εκλογή του χρηματίζοντας αυτούς που έπρεπε, τρίβει ικανοποιημένος τα χέρια του αφού ανακάλυψε έναν τρόπο να κερδίσει χρήματα.

Απευθύνεται λοιπόν σε έναν γνωστό του επιχειρηματία, προσφέροντας του τα μισά από το δάνειο των 50.000 € και κρατώντας τα άλλα μισά για τον εαυτό του. Αμέσως μετά, επεξεργάζονται μαζί ένα σχέδιο χρηματοδότησης – από το οποίο προκύπτει πως η κατασκευή του σχολείου θα κοστίσει δήθεν 50.000 € περισσότερα, από όσο είχε αρχικά υπολογισθεί (150.000 € συνολικά).

Στη συνέχεια το δημοτικό συμβούλιο, το οποίο δεν έχει γνώσεις οικονομικών, παρά τις μεγάλες αμφιβολίες του δεν μπορεί να κάνει τίποτα άλλο, από το να συμφωνήσει με το σχέδιο χρηματοδότησης του δημάρχου.

Έτσι ο δήμαρχος επισκέπτεται ξανά την τράπεζα, για να ζητήσει ένα επί πλέον δάνειο ύψους 50.000 €.

Εν τούτοις, αυτή τη φορά η τράπεζα δεν το εγκρίνει, επειδή δεν έχει εγγύηση για το ποσόν – κάτι που συμβαίνει επίσης με όλες τις άλλες τράπεζες που απευθύνεται ο δήμαρχος, οι οποίες απαιτούν ανάλογες εγγυήσεις που δεν διαθέτει. Έτσι, στο δήμαρχο απομένει μία και μοναδική δυνατότητα: να απευθυνθεί σε έναν δανειστή ύστατης ανάγκης – στο ΔΝΤ.

Ερχόμενος τώρα σε επαφή με το Ταμείο, διαπιστώνει με μεγάλη του έκπληξη πως δεν ενδιαφέρεται καθόλου εάν αυτός ή ο συνεταίρος του είναι σοβαροί άνθρωποι ή όχι – καθώς επίσης για το εάν υπάρχουν ή μη εγγυήσεις για το δάνειο. Αντίθετα, το ποσόν εγκρίνεται αμέσως, με την προϋπόθεση όμως πως, πριν από την εκταμίευση του δανείου, θα σταλθεί μία μικρή ομάδα ανθρώπων του ΔΝΤ στο χωριό – οι οποίοι θα ερευνήσουν ορισμένα πράγματα και τελικά θα κάνουν κάποιες προτάσεις στο δήμαρχο.

Οι προτάσεις του ΔΝΤ

Μερικές ημέρες αργότερα φτάνει η ομάδα του Ταμείου στο χωριό, ερευνάει ορισμένα πράγματα και στη συνέχει κάνει τις παρακάτω προτάσεις στο δήμαρχο, για το καλό των κατοίκων του χωριού:

(α) Θα πρέπει να επιτραπεί σε μία διεθνή τράπεζα να ανοίξει ένα υποκατάστημα στο χωριό, δίπλα στην τοπική τράπεζα που διαχειρίζεται τα φτωχικά περιουσιακά στοιχεία των κατοίκων, προσφέροντας τους κάποιες φορές μικρά δάνεια. Η διεθνής τράπεζα θα μπορεί να πουλάει διάφορα χρηματοπιστωτικά προϊόντα – για να υπάρχει δυνατότητα να κερδίζουν οι κάτοικοι περισσότερα χρήματα, από τους τόκους της τοπικής.

Η επίσημη αιτιολογία της πρότασης του ΔΝΤ είναι πως πρέπει να μην υπάρχουν μονοπώλια, οπότε να αναβιώσει ο ανταγωνισμός – προς όφελος των κατοίκων, οι οποίοι θα έχουν μεγαλύτερες ευκαιρίες κέρδους.

(β) Θα πρέπει να νοικιασθεί ένας χώρος στη λαϊκή αγορά, στην οποία οι χωρικοί πουλούν κάθε Σάββατο τα προϊόντα που παράγουν, σε έναν διεθνή όμιλο τροφίμων – με την αιτιολογία πως ο όμιλος θα προωθήσει τον ανταγωνισμό στο χωριό, μέσω του οποίου οι κάτοικοι θα μπορούν να αγοράζουν μελλοντικά αυτά που χρειάζονται, με χαμηλότερες τιμές.

(γ) Το μοναδικό πηγάδι που βρίσκεται στο κέντρο του χωριού θα πρέπει να δοθεί σε έναν διεθνή ιδιώτη επενδυτή – ο οποίος, σύμφωνα με το ΔΝΤ, διαθέτει πολύ μεγάλες γνώσεις και εμπειρίες στον τομέα της ύδρευσης (Know how), οπότε θα παρέχει καλύτερες και οικονομικότερες υπηρεσίες στους κατοίκους, συγκριτικά με μία δημόσια υπηρεσία.

Χαρούμενος ο δήμαρχος, επειδή το ΔΝΤ δεν έλεγξε τη σοβαρότητα ούτε του ίδιου, ούτε του διεφθαρμένου συνεταίρου του, συμφωνεί αμέσως με τις προτάσεις. Εν τούτοις, το ΔΝΤ θέτει μία επί πλέον μικρή προϋπόθεση: ο ίδιος ο δήμαρχος θα πρέπει να στείλει τις τρεις παραπάνω προτάσεις στα γραφεία του Ταμείου, με τη μορφή μίας επιστολής προθέσεων (Letter of intent) – έτσι ώστε να τις «αποδεχθεί» το ΔΝΤ, σαν να προερχόταν από το δήμαρχο και όχι από το ίδιο.

Ο δήμαρχος στέλνει αμέσως την επιστολή, οπότε το δάνειο εκταμιεύεται – με τον όρο όμως πως το ΔΝΤ, εάν υπάρξει κάποιο πρόβλημα, θα λαμβάνει πρώτο τα χρήματα του πίσω, πριν από όλους τους υπόλοιπους δανειστές του χωριού.

Η συνέχεια του δράματος

Εν πρώτοις το ΔΝΤ υπερηφανεύεται, ισχυριζόμενο πως κατάφερε να σταθεροποιήσει την οικονομική κατάσταση του χωριού, με το δάνειο που του ενέκρινε – ενώ σε αυτό οφείλεται η κατασκευή του νέου σχολείου, προς όφελος της μόρφωσης των μικρών παιδιών.

Οι κάτοικοι του χωριού πανηγυρίζουν επίσης, αφού χαίρονται για το νέο σχολείο που θα επισκέπτονται τα παιδιά τους. Εν τούτοις, ακολουθεί μία σειρά γεγονότων, τα οποία αλλάζουν εντελώς τη ζωή των χωρικών:

(α) Λίγες ημέρες μετά την εκταμίευση του δανείου, το πηγάδι στο κέντρο του χωριού κλειδώνεται – ενώ επάνω του στέκεται μία πινακίδα, σύμφωνα με την οποία μπορεί κανείς να αγοράσει νερό, πληρώνοντας ένα ποσόν στο κατάστημα που βρίσκεται απέναντι. Με απλά λόγια, ο επενδυτής που αγόρασε το πηγάδι απαιτεί την πληρωμή ενός αγαθού, του νερού, το οποίο μέχρι τότε είχαν δωρεάν στη διάθεση τους οι χωρικοί.

Από αμέσως λοιπόν η ικανοποίηση του ανθρώπινου δικαιώματος της πρόσβασης σε νερό εξαρτάται από την τιμολογιακή πολιτική του ιδιώτη επενδυτή – ο στόχος του οποίου είναι προφανώς το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος.

Πρόκειται επομένως για το πρώτο αποτέλεσμα της ιδιωτικοποίησης – ενώ οι κάτοικοι δεν μπορούν να διαμαρτυρηθούν, πόσο μάλλον να αντιδράσουν, αφού ο ιδιώτης δεν είναι πολιτικό πρόσωπο και δεν εξαρτάται από την ψήφο τους.

(β) Το δεύτερο σοκ για τους κατοίκους ακολουθεί μετά από μερικές εβδομάδες – όταν πολλοί χωρικοί, οι οποίοι πουλούσαν τα προϊόντα τους στη λαϊκή αγορά, αναγκάζονται να σταματήσουν, να κλείσουν. Η αιτία είναι οι χαμηλές τιμές που προσφέρει ο διεθνής όμιλος τροφίμων, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο του dumping – μέσω της οποίας έχει τη δυνατότητα να τις επιδοτεί για ένα χρονικό διάστημα, πουλώντας ακριβότερα σε άλλα κράτη.

Αργότερα βέβαια, όταν όλοι οι χωρικοί σταματούν να πουλούν τα προϊόντα τους στη λαϊκή αγορά, αδυνατώντας να ανταγωνιστούν τις τιμές, ο διεθνής όμιλος αυξάνει σε τέτοιο υψηλό επίπεδο τις τιμές, ώστε μόνο οι πιο ευκατάστατοι του χωριού να μπορούν να αγοράσουν τα προϊόντα που έχουν ανάγκη – με αποτέλεσμα όλοι οι υπόλοιποι να πεινούν.

Εδώ πρόκειται για το αξίωμα της «απελευθέρωσης του εμπορίου», το οποίο επικαλείται το ΔΝΤ – για τη δημιουργία δηλαδή ίδιων συνθηκών ανταγωνισμού τόσο για τους μικρούς χωρικούς, όσο και για τις πολυεθνικές.

Το αξίωμα αυτό οδηγεί απ’ ευθείας στην καταστροφή των μικρών επιχειρήσεων, καθώς επίσης στην εξάρτηση των ανθρώπων από τους ξένους διεθνείς ομίλους – μία πολιτική που έχει αναγκάσει πολλές αφρικανικές χώρες να εισάγουν τρόφιμα από τις ανεπτυγμένες βιομηχανικές, παρά το ότι στο παρελθόν κάλυπταν μόνες τους τις ανάγκες τους.

Η πολιτική αυτή τείνει να εφαρμοσθεί σήμερα στις λιγότερο ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες, όπως είναι η ευρωπαϊκή περιφέρεια, με τις ίδιες μεθόδους – αφού προηγουμένως οδηγηθούν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, με τη βοήθεια της διεφθαρμένης εγχώριας ελίτ, των παραποιημένων στατιστικών, των δανείων του ΔΝΤ έναντι υπογραφής μνημονίων κοκ.

(γ) Τρεις μήνες αργότερα οι κάτοικοι του χωριού βιώνουν την επόμενη κακή έκπληξη. Η μικρή τράπεζα, στην οποία διατηρούσαν έως τότε τις καταθέσεις τους, αναγκάζεται να κλείσει – επειδή δεν μπορούσε να ανταγωνισθεί τις υπερβολικά συμφέρουσες προϋποθέσεις που προσέφερε η θυγατρική της διεθνούς τράπεζας.

Αμέσως όμως μετά το κλείσιμο της, οι συνθήκες που προσέφερε η θυγατρική αλλάζουν ραγδαία – με αποτέλεσμα να μπορούν μόνο οι πλουσιότεροι χωρικοί να διατηρούν λογαριασμό. Όλοι όσοι τώρα δεν είχαν τη δυνατότητα να αποπληρώσουν τα δάνεια τους, τα επιτόκια των οποίων αυξήθηκαν κατακόρυφα, ενώ τα είχε αγοράσει η θυγατρική μισοτιμής από την τοπική τράπεζα που έκλεισε, χάνουν τα σπίτια και τις υπόλοιπες εγγυήσεις τους.

Εδώ πρόκειται για το αξίωμα της «απορρύθμισης» του χρηματοπιστωτικού συστήματος που επιβάλλει το ΔΝΤ – το οποίο οδηγεί στην κατάρρευση των τοπικών τραπεζών, οπότε στη λεηλασία της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας, καθώς επίσης στην πλήρη εξάρτηση της χώρας από τους διεθνείς τοκογλύφους.

Επίλογος

Ενώ ο διεφθαρμένος δήμαρχος, καθώς επίσης ο συνέταιρος του, έμειναν ατιμώρητοι για τα 25.000 € που έκλεψε ο καθένας από τους κατοίκους του χωριού, τα οποία παρέμειναν στις τσέπες τους, τα «προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής» καταδίκασαν σε αργό θάνατο τους κατοίκους του χωριού – μέσω των υψηλότερων τιμών των τροφίμων, της απώλειας του ανθρώπινου δικαιώματος της πρόσβασης στο νερό, της εξάρτησης τους από τους ξένους επενδυτές, καθώς επίσης μέσω της υποταγής τους στη διεθνή χρηματοπιστωτική συμμορία.

Όλα αυτά επειδή ανέλαβαν οι ίδιοι τα βάρη που προήλθαν από τη διαφθορά της πολιτικής και οικονομικής τους ελίτ – χωρίς καμία δυνατότητα να αντιδράσουν.

Όταν δε ορισμένοι κάτοικοι συγκεντρώθηκαν στην πλατεία του χωριού, διαμαρτυρόμενοι δημόσια εναντίον του ΔΝΤ, οι εκπρόσωποι του τους έδειξαν την επιστολή (μνημόνιο, Letter of intent) που υπέγραψε ο δήμαρχος* – ισχυριζόμενοι πως οι ίδιοι ήταν αθώοι.

Τέλος, πως όλα όσα δρομολόγησαν ήταν για το δικό τους καλό, ότι ενήργησαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο έχοντας ήσυχη τη συνείδηση τους, καθώς επίσης πως επέβαλλαν εκείνα τα μέτρα που είχε ζητήσει μόνος του, με τη θέληση του, ο εκλεγμένος δημοκρατικά αντιπρόσωπος τους.

Υστερόγραφο: Στην περίπτωση της Ελλάδας, η οποία δεν διαπραγματεύθηκε το 2010, όταν μπορούσε πολύ εύκολα να το κάνει, είτε λόγω του ενδοτισμού, είτε από ανοησία της τότε κυβέρνησης της, δεν χρειάστηκε η διεθνής τράπεζα – επειδή το δεύτερο κύμα του ενδοτισμού ή της ανοησίας υπέγραψε το PSI, υποθηκεύοντας τη χώρα με το αγγλικό δίκαιο και χρεοκοπώντας όλες τις ελληνικές τράπεζες.

Στην τελευταία φάση του ενδοτισμού ή της ανοησίας δε, η οποία ξεκίνησε με τις εκβιαστικές πρόωρες εκλογές του 2015, χάθηκαν όλες οι ευκαιρίες μίας επιτυχημένης αντίδρασης (ανάλυση) – ενώ η σαφής εντολή του 61,3% των Ελλήνων για ρήξη εντός του ευρώ δεν έγινε σεβαστή (άρθρο) με αποτέλεσμα, παράλληλα με τις παράνομες ενέργειες της ΕΚΤ (ανάλυση), να βρεθούμε σήμερα δεμένοι χειροπόδαρα.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου