του Σταύρου Καρκαλέτση*
Ο ευρωσκεπτικισμός και ή άνοδος των εκφραστών της Ευρώπης των Εθνών, μετά τη μάχη των ευρωεκλογών επικυρώνουν πως το όραμα μιας πραγματικά και ουσιαστικά ενωμένης Ευρώπης, έχει πολύ δρόμο ακόμη, αν δεν διαλυθεί κάπου στην πορεία.
Πόσο εύκολα μπορεί πλέον κάποιος να μιλήσει για ευρωπαικό ιδεώδες και ενοποίηση; Ο λαός μας, η Ελλάδα, μαζί της και η Κύπρος, έχουν βιώσει με το παραπάνω τι εστί ευρωπαική «αλληλεγγύη». Πόση σχέση μπορούν να έχουν ο Μπαρόζο, η Μέρκελ και ο Ολάντ με τον Βίλλυ Μπραντ, τον Χέλμουτ Σμίτ ή τον στρατηγό Ντε Γκώλ;
Πριν δυό δεκαετίες, θα φάνταζε αδιανόητο για οποιονδήποτε να βομβαρδιστεί και να διαμελιστεί ευρωπαικό κράτος από ευρωπαικά κράτη. Κι όμως, το αδιανόητο έγινε δυνατό. ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, Βατικανό, και με τη Γερμανία στο ρόλο του «χρήσιμου ηλίθιου», κατάφεραν τότε να διαλύσουν τη Γιουγκοσλαβία, χρησιμοποιώντας τις εθνικές της αντιθέσεις, υποδυόμενοι τους προστάτες των ανθρωπίνων και εθνικών δικαιωμάτων.
Προκάλεσαν έναν καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο και διέλυσαν ένα κυρίαρχο κράτος, ανοίγοντας παλιές πληγές στην καρδιά των Βαλκανίων.
Τα ίδια κέντρα ξαναθρυμματίζουν σήμερα στην Ουκρανία ό,τι έχει απομείνει από το ευρωπαικό όραμα. Κι ας μην μας φαντάζει μακρινή η Ουκρανία. Γιατί με το να συρόμαστε πίσω από ψυχροπολεμικά άρματα, μπορεί να μας φέρει απρόσμενα μπροστά πχ σε ένα ελληνικό «Κόσοβο», τη Θράκη!
Aυτές τις μέρες, κρίσιμες αποφάσεις λαμβάνονται στις Βρυξέλλες για την ηγεσία της Κομισιόν. Αποφάσεις που συνδέονται με το αν τελικά υπάρχει αύριο για τον δικό μας λαό, την δική μας πατρίδα.
Η ΜΑΧΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΕΟ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΗΣ ΚΟΜΙΣΙΟΝ
Υποτίθεται πως με την εκλογή του νέου πρόεδρου της Κομισιόν, η ΕΕ θα περάσει σε νέα εποχή, ξεπερνώντας τους όλο και πιο έντονους τριγμούς και κραδασμούς. Αυτό είναι το ζητούμενο από τις Βρυξέλλες. Κι όμως, το συγκεκριμένο θέμα φαίνεται να έχει ανοίξει όλες τις παθογένειες και αντιθέσεις των μεγάλων ευρωπαικών δυνάμεων, αναδεικνύοντας πως το όλο οικοδόμημα μιας ευρωπαικής ολοκλήρωσης πάσχει δομικά. Το ζήτημα για τις Βρυξέλλες δεν είναι τα πρόσωπα, είναι οι πολιτικές. Και αυτές, κινούνται σε εντελώς λάθος κατεύθυνση, με το «λογαριασμό» να πληρώνει επί του παρόντος ο πιο αδύναμος κρίκος: Εμείς! Ποιοι είναι οι ισχυρότεροι υποψήφιοι για το ύψιστο αξίωμα της ΕΕ; Ο Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ, η Κριστίν Λαγκάρντ, ο Μάρτιν Σούλτς, ο Μισέλ Μπαρνιέ, και παρακάτω αρκετοί ακόμη, ανάμεσά τους και ο Αλέξης Τσίπρας.
Ο Γιουνκέρ θα ήταν ενδεχομένως η πλέον ικανοποιητική λύση για τα ελληνικά συμφέροντα, αφού ονόματα όπως η Λαγκάρντ και ο Σούλτς θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «γεράκια», από κοντά και άλλοι της συγκεκριμένης πολιτικής αντίληψης, όπως ο Πολωνός Σικόρσκι. Δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο, πως χώρες εξαιρετικά φιλοτουρκικές, που τις έχουμε «απέναντι» στα εθνικά μας θέματα, όπως η Μεγάλη Βρετανία και η Σουηδία, πολεμούν την υποψηφιότητα του Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ για την προεδρία της Κομισιόν.
Ακόμη και η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, κρατά ισορροπίες, βλέποντας τις έντονες αντιδράσεις άλλων χωρών. Από την μια, η Μέρκελ πιέζει τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ να στηρίξει την υποψηφιότητα Μπαρνιέ, από την άλλη θα έβλεπε ακόμη πιο θετικά την περίπτωση Γιουνκέρ. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, η γερμανική πλευρά, έχοντας φέρει στο ίδιο μήκος κύματος και άλλες κυβερνήσεις που ανήκουν στο ΕΛΚ, ζητεί από τους διαφωνούντες να κρατήσουν χαμηλούς τόνους, ώστε να δοθεί μια δημόσια ευκαιρία στον Γιούνκερ να δράσει ως «εντολοδόχος» και να αναζητήσει την πλειοψηφία στο Ευρωκοινοβούλιο που θα τον επικυρώσει. Την στήριξη των ηγετών της ΕΕ στην υποψηφιότητα Γιουνκέρ για την προεδρία της Κομισιόν επιζητεί λοιπόν η Άνγκελα Μέρκελ. Όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος της γερμανικής καγκελαρίας Στέφεν Ζάιμπερτ, η Μέρκελ «…σε όλες τις συνομιλίες προσπαθεί να διασφαλίσει ότι ο Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ θα λάβει την απαραίτητη πλειοψηφία ώστε να είναι ο επόμενος πρόεδρος της Κομισιόν».
Παρασκηνιακές διαβουλεύσεις από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο προς τις άλλες 25 πρωτεύουσες, βρίσκονταν σε εξέλιξη τις τελευταίες μέρες, για την εξεύρεση ενός συμβιβασμού στο πρόσωπο του επόμενου προέδρου της Κομισιόν. Φυσικά, υπάρχει και το ατλαντικό μπλοκ, που επιθυμεί να ηγηθούν της ΕΕ «γεράκια». Οι πρόσφατες απειλές του Λονδίνου, μέσω του ίδιου του Κάμερον, για δημοψήφισμα για την συμμετοχή της χώρας του στην ΕΕ σε περίπτωση εκλογής Γιουνκέρ, καταδεικνύουν πως το ατλαντικό λόμπυ δεν θέλει με τίποτα ευρωπαιστές στο τιμόνι της ΕΕ, αλλά προφανώς πολιτικούς υπηρέτες των ΗΠΑ και της ηγεμονίας τους. Ο Κάμερον θέλει σαφώς απορρύθμιση του θεσμικού πλαισίου των παρεμβάσεων της ΕΕ στην κοινή αγορά, τις επιχειρήσεις και τον χρηματοπιστωτικό τομέα, ακόμα και αν αυτό θα αποτελούσε εξαίρεση μόνο για τη Μεγάλη Βρετανία.
Η Λαγκάρντ θα ήταν μάλλον η ιδανική πρόεδρος της Κομισιόν για τη Μεγάλη Βρετανία. Αρκεί να τονιστεί, πως Λαγκάρντ και Σουλτς είναι σκληροί υπέρμαχοι της ιδέας της διατλαντικής εμπορικής ένωσης και γενικά κάθε μορφής σύζευξης ΗΠΑ-ΕΕ. Οι Αμερικανοί είναι προφανές πως από πλευράς τους θέλουν ηγεσία στην ΕΕ που να κρατά ευθυγραμμισμένη την εξωτερική πολιτική των Βρυξελλών με τα αγγλοσαξονικά σχέδια. Είναι λοιπόν ζωτικής σημασίας αν ο νέος ηγέτης της ΕΕ θα είναι ευρωπαιστής ή ατλαντιστής. Αυτό ενδιαφέρει Ελλάδα και Κύπρο όσο κανέναν: Θα τους επιτραπεί να «ανασάνουν» και να μπουν κάποια στιγμή σε τροχιά ανάπτυξης, ή θα παραμείνουν εσαεί αποικίες χρέους και προτεκτοράτα;
Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΤΟΥ ΑΥΡΙΟ
Τι στάση κρατά η Αθήνα σε όλα αυτά; Και κατά πόσον είναι σε θέση να διαπραγματεύεται με τους υποψήφιους προέδρους της Κομισιόν και τις κυβερνήσεις που τους στηρίζουν; Θα μπορούσε να γίνει πιο ενεργητική και διεκδικητική; Με την παρούσα ελλειμματική κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, προφανώς όχι. Κι όμως: Παρά την οικονομική καχεξία και τα αλλεπάλληλα μνημόνια, μια σοβαρή κυβέρνηση στην Αθήνα θα μπορούσε να κάνει από τώρα «under the table deals», έστω σε μινιμαλιστική βάση. Να ποντάρει δηλαδή σε υποψηφίους, έναντι ανταλλαγμάτων. Δεν είναι κακό, όλοι οι άλλοι το κάνουν, και πρώτοι οι Τούρκοι.
Θέματα όπως η θεσμική κατοχύρωση της ΑΟΖ και των θαλάσσιων συνόρων μέσα από το πακέτο για τη θαλάσσια πολιτική που θα έρθει προς έγκριση στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, ή το καυτό ζήτημα της λαθρομετανάστευσης και του «Δουβλίνο 2» που διαλύουν την ό,ποια εναπομείνασα συνοχή του ελληνικού κράτους, συνιστούν μερικές από τις μεγάλες προκλήσεις του αύριο.
Αντί της συνήθους παθητικής στάσης, Αθήνα και Λευκωσία θα όφειλαν να στραφούν προς τον φιλικότερο προς τον ευρωπαικό νότο υποψήφιο, και όλα δείχνουν πως αυτός είναι μόνο ο Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ. Ο Λουξεμβούργιος πολιτικός είναι όντως ήπιος και με αποδεδειγμένη φιλική διάθεση προς τις χειμαζόμενες χώρες του ευρωπαικού νότου. Επιπλέον, το ίδιο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο φαίνεται να επιθυμεί τον συγκεκριμένο, ώστε να υπάρχει ένα κάποιο ανάχωμα στον λάθος δρόμο που έχει πάρει η ΕΕ, ένα ανάχωμα στη διεθνή των τοκογλύφων (βλέπε: «αγορές»).
Θυμίζουμε πως οι υποψήφιοι, είχαν συμφωνήσει πριν τις ευρωεκλογές ότι ο υποψήφιος του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος που θα κερδίσει τις περισσότερες έδρες θα έχει και τον πρώτο λόγο για την προεδρία της Κομισιόν. Μάλιστα, στις 26 Μαΐου, την επόμενη των ευρωεκλογών, οι πολιτικές ομάδες έστειλαν επιστολή στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Χέρμαν Βαν Ρόμπεϊ, ζητώντας να δοθεί διερευνητική εντολή στον Γιουνκέρ, προκειμένου να αναζητήσει τις απαραίτητες πλειοψηφίες για την εκλογή του, μεταξύ των ευρωβουλευτών.
Η υπόθεση, όπως και να έχει, θα επηρεάσει καταλυτικά Ελλάδα και Κύπρο. Οικονομικά αλλά και πολιτικά. Τα δύο ελληνικά κράτη, πριν η καταστροφή που υφίστανται καταστεί ανεπανόρθωτη, χρειάζονται ειλικρινείς συμμάχους, χρειάζονται αληθινούς φίλους. Το εθνικό μας συμφέρον επιτάσσει μια δημοκρατική Ευρώπη εθνικών κρατών, και όχι μια Ευρώπη παραδομένη στη διεθνή των τοκογλύφων και στο δυτικό άρμα του «λόμπυ του πολέμου», όπως αυτό καθοδηγείται από τα πλέον σκληροπυρηνικά και ψυχροπολεμικά κέντρα των ΗΠΑ. Ο χώρος μας είναι η Ευρώπη, αλλά προφανώς όχι αυτή η Ευρώπη, που τροφοδοτεί κρίσεις όπως σήμερα στην Ουκρανία. Χρειαζόμαστε μια ΕΕ της εμβάθυνσης και σύμπλευσης, με σεβασμό όμως στα εθνικά κράτη και την κυριαρχία τους. Όχι μια ΕΕ που ρίχνει το χρήμα των πολιτών της σε «μαύρες τρύπες» όπως αυτήν της ουκρανικής οικονομίας, αντί να στηρίζει τις δοκιμαζόμενες οικονομίες των χωρών του ευρωπαικού νότου.
Η βαριά λαβωμένη Ελλάδα των μνημονίων, και η «μικρή Ελλάδα του νότου που λέγεται Κύπρος, είναι τα μεγάλα θύματα των πολιτικών Βερολίνου και Βρυξελλών, αλλά και θύματα μιας ανελέητης επίθεσης υπερεθνικών οικονομικών και πολιτικών κέντρων. Στην τωρινή ΕΕ, ρυμουλκούμενη από τα πλέον σκληρά κέντρα του ultra νεοφιλελεύθερου μεταμοντερνισμού, την εξαρτημένη από την «Αυτοκρατορία του Χρήματος» ΕΕ, στην ΕΕ που είναι αιχμάλωτη στις παγκόσμιες-υπερεθνικές χρηματοπιστωτικές ελίτ, αυτοί που απειλούνται είναι τα εθνικά κράτη, με πρώτο πειραματόζωο το δικό μας.
Το μέλλον μας είναι ασφαλώς στην Ευρώπη, και αν αυτή δεν είναι η Ευρώπη που ονειρευτήκαμε, η λύση δεν είναι να φύγουμε. Η ιστορική επιταγή λέει να την αλλάξουμε. Συλλογικά, με όσους (και είναι πολλοί) επιμένουν κόντρα στο ρεύμα, με όσους εμπνέονται από το κοινό ευρωπαικό όραμα. Το μεγάλο δίλημμα λοιπόν είναι τούτο: Το αύριο της Ευρώπης ως μιας καθαρά ανεξάρτητης δύναμης ρωμαλέων εθνικών κρατών, από την Ισλανδία μέχρι την Ρωσία και από την Κύπρο μέχρι την Πορτογαλία. Όχι ένα ευρωπαικό αύριο με την ΕΕ μια καθυποταγμένη προέκταση της χρηματιστικής «Αυτοκρατορίας», που θα τελεί υπό την κηδεμονία των ΗΠΑ και του Ατλαντισμού. Η ΕΕ δεν πρέπει να χωριστεί σε «νότιους» και «βόρειους», λόγω των ζητημάτων της ευρωζώνης και της λιτότητας. Διάσπαση της Ευρώπης θα ωφελήσει μόνο τους εχθρούς της, και θα αποβεί καταστρεπτική πρωτίστως για τα πιο αδύναμα ευρωπαικά κράτη.
Αυτό λοιπόν που επείγει, είναι να αναζητηθούν από ελληνικής πλευράς συμμαχίες με πολιτικές προσωπικότητες ευρωπαιστών, που να μπορούν να πάνε κόντρα στην αποσύνθεση του ευρωπαικού οράματος. Ο Γιουνκέρ και ό,τι συμβολίζει, είναι όχι ίσως ο ιδανικός, αλλά αυτή τη στιγμή ο φιλικότερος και ηπιότερος προς εμάς. Για αυτό, εκφράζει ενδεχομένως το προς τα πού θα πρέπει να στραφούν οι ελληνικές επιλογές.
Μάλλον επιστρέφουμε στους ιστορικούς ρόλους και νόρμες που καλείται να ανταποκριθεί για πολλοστή φορά ο Ελληνισμός, ως «έθνος των συνόρων» αλλά και του «πολιτικού πνεύματος». Με την ιστορική κληρονομιά που φέρει, αρχαιοελληνική και ορθόδοξη, με το να είναι γεωγραφικό όριο αλλά και πολιτισμικό επίκεντρο, το Έθνος των Ελλήνων μπορεί να ανατρέψει τη δική του πτωτική πορεία. Συμβάλλοντας, μέσα από έναν γόνιμο πανευρωπαικό διάλογο, στο να ανατραπεί μια μεγάλη ήττα της Ευρώπης και των λαών της.
Η έκβαση αυτού του αγώνα, αν η Ευρώπη γονατίσει τελικά, οικονομικά στην υπερεθνική «Αυτοκρατορία του Χρήματος» και πολιτικά στον Ατλαντισμό, ή αν θα ξαναβρεί τις αξίες που πάντα κρατούσε (χριστιανική κοσμοθεώρηση και κοινωνικό κράτος), θα καθορίσει και το μέλλον του κόσμου ολόκληρου, πέρα από το δικό μας…
• Ιστορικός, πρόεδρος ΕΛ.Κ.Ε.Δ.Α.
ΠΗΓΗ: ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου