Του Δημήτρη Καζάκη
Ζούμε την μεγαλύτερη επιχείρηση μαζικής εξαπάτησης που σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε ποτέ στη χώρα μας σε βάρος του ελληνικού λαού. Πάμε καλύτερα, είναι η επωδός. Μπορεί να μην έχουμε τελειώσει, αλλά πάμε καλύτερα. Δεν βλέπεις; Μας το λένε οι Ευρωπαίοι, αλλά και το ΔΝΤ. Οι αγορές μας δανείζουν. Δεν έχει καμιά σημασία ότι το πρώτο μνημόνιο του Μαΐου 2010 υποσχόταν ανάκαμψη από το δεύτερο εξάμηνο του 2010.
Δεν έχει καμιά σημασία αν από τότε έως σήμερα, οι εκθέσεις των αποικιοκρατών έβλεπαν την ανάκαμψη από το επόμενο έτος. Δεν έχει καμιά σημασία που ποτέ δεν επαληθευθήκαν. Ούτε βέβαια έχει σημασία το γεγονός ότι οι αγορές ήταν εκείνες που εξώθησαν την Ελλάδα στην χρεοκοπία και στην κόλαση που βιώνει ο ελληνικός λαός.
Άλλωστε ποιος θυμάται στην Ελλάδα; Ποιος απολογείται για τα ψέματα, τις ανακολουθίες και τις ολέθριες επιλογές του; Πάντως όχι οι κρατούντες και οι δελφίνοι της εξουσίας. Αρκεί να ισχυριστούν ότι έκαναν «λάθος» για να ξαναρχίσουν από την αρχή τα ίδια και τα ίδια. Αυτός ο ορισμός του παραλόγου για την ψυχιατρική επιστήμη, αποτελεί την πολιτική πραγματικότητα που βιώνουν γενιές και γενιές Ελλήνων.
Σε τέτοιο βαθμό που έχει γίνει αλλοιώσει το DNA του γένους και έχει εθίσει τους περισσότερους, ακόμη και σήμερα, ώστε να μην σκέφτονται την πολιτική με όρους κοινής λογικής και εμπειρίας, απαιτήσεων και αιτημάτων, αλλά με όρους λευκής επιταγής και ανάθεσης στο λιγότερο κακό κάθε φορά. Η πολιτική συμπεριφορά των Ελλήνων, τις περισσότερες φορές, μοιάζει σε εξωφρενικό βαθμό με τα εξαρτημένα αντανακλαστικά των σκυλιών του Παβλόφ.
Ίσως γι’ αυτό οι Έλληνες επιδεικνύουν τέτοια δουλικότητα σε όποιον κατέχει προνόμια, ή εξουσία. Ενώ με τόση ευκολία, που δύσκολα θα βρει κανείς σ’ άλλον λαό, γοητεύονται από τους νικητές, τους εκάστοτε δυνατούς, ξεχνώντας αρχές, αξίες, φιλότιμο και αξιοπρέπεια. Δείτε με τι ευκολία ξεχνούν θέσεις, αρχές και προσωπική αξιοπρέπεια ακόμη και οι πιο «αιρετικοί» προκειμένου να καπαρώσουν μια θέση, ένα θώκο σε κάποιο κόμμα νομής της εξουσίας. Μόλις το κόμμα που συνήθιζαν να απορρίπτουν για τις θέσεις του, αποκτήσει δυναμική εξουσίας, τότε τα ξεχνούν όλα.
Το άλλοθι της ιδεολογίας
Βλέπετε, υπάρχει πάντα το άλλοθι της ιδεολογίας, ώστε να κρύβεται το βρόμικο πρόσωπο της συναλλαγής. Η ιδεολογία δεν είναι μόνο η μετάλλαξη της πραγματικότητας κατά πώς συμφέρει τις ιδιοτέλειες τάξεων, στρωμάτων, και σχηματισμών, αλλά είναι σίγουρα και το καταφύγιο του επιτήδειου, του αδιάφορου, του ανίκανου να σκεφτεί και να δράσει με αυτοτέλεια και ανεξαρτησία για το κοινό καλό. Ιδίως στην Ελλάδα, όπου οι κυρίαρχες ιδεολογίες της αριστεράς και της δεξιάς υπήρξαν και παραμένουν έως σήμερα ξενόφερτες τάσεις της μόδας. Δεν απέκτησαν ποτέ ρίζες στα ελληνικά χώματα, στην ιστορία και τις ανάγκες του ελληνικού λαού.
Ειδικά σήμερα αποτελούν όσο ποτέ άλλοτε ξένα σώματα, πνευματικές μορφές ευνουχισμού και τυραννίας προκειμένου ο ελληνικός λαός να αρνηθεί τις ρίζες και την ιστορία του. Για να μην συνειδητοποιήσει ποτέ την δική του ιδιαίτερη ιστορική ταυτότητα προκειμένου να διεκδικήσει το υπέρτατο για έναν λαό αίτημα της εθνικής αυτοδιάθεσης και αυτονομίας. Ένα αίτημα που ποτέ στα 186 χρόνια από την απελευθέρωσή του από τον Οθωμανικό ζυγό, δεν κατόρθωσε να κατακτήσει. Με εξαίρεση μια μικρή περίοδο στα βουνά της ελεύθερης Ελλάδας στα χρόνια της ναζιστικής κατοχής.
Ο Ιπποκράτης στο έργο του Περί Αέρων, Υδάτων, Τόπων σημειώνει ότι η κύρια αιτία που κάνει «άναλκες το γένος το Ασιηνόν», δηλαδή ασθενές, δουλοπρεπές το γένος των Ασιατών, είναι το δεσποτικό καθεστώς κάτω από το οποίο έχουν συνηθίσει να ζουν. Δεν είναι κύριοι του εαυτού τους, δεν είναι «αυτόνομοι, αλλά δεσπόζονται» και επομένως δεν έχουν λόγο να είναι ανδρείοι. Αντίθετα με τους Έλληνες της αρχαιότητας, των οποίων η ανδρεία ήταν ξακουστή, γιατί η ίδια η έννοια της ελευθερίας ταυτιζόταν με την πολιτική ελευθερία των δημοκρατικών πόλεων.
Το ίδιο φαίνεται να συμβαίνει και με πολλούς από εμάς σήμερα. Έχουμε εθιστεί τόσο πολύ να ζούμε υπό δεσποτικό καθεστώς – έστω κι αν ενίοτε διαθέτει κοινοβουλευτικό μανδύα – που έχουμε ξεχάσει τι σημαίνει ελευθερία, αυτοτέλεια, αυτονομία, ανεξαρτησία. Πρώτα και κύρια ελευθερία κι ανεξαρτησία σκέψης.
Έχουμε ξεχάσει τι σημαίνει να είμαστε κύριοι του εαυτού μας και της χώρας μας. Κι έτσι έχουμε χάσει την αντρειοσύνη μας σε τέτοιο βαθμό που επιτρέπουμε στον κάθε επαγγελματία καιροσκόπο να μας τρομοκρατεί με φαντασιώσεις και ανέκδοτα, ενώ αρκεί η επίδειξη πυγμής για να μας κάνει να σερνόμαστε ως «άναλκες γένος». Να γιατί έχουμε συνηθίσει να αντικρίζουμε την πολιτική ως υποχείρια της μαζικής εικόνας που δημιουργούν κάθε λογής επιτήδειοι.
Κι έτσι είμαστε εξαιρετικά επιρρεπής στην μαζική παράκρουση. Ιδίως όταν η εξουσία θέλει να κάνει τον απλό κόσμο να πιστέψει ότι η νύχτα είναι μέρα. Στην Ελλάδα σήμερα, τέσσερα χρόνια αφότου επιβλήθηκε ένα νέο καθεστώς κατοχής από τους ξένους δανειστές και τους ντόπιους εντολοδόχους τους, ισχύει όσο ποτέ άλλοτε το γνωστό ρητό, που αποδίδεται στον Βρετανό πολιτικό Μπέντζαμιν Ντισραέλι (21 Δεκεμβρίου 1804 – 19 Απριλίου 1881): Υπάρχουν τριών ειδών ψέματα, τα απλά ψέματα, τα καταραμένα ψέματα και η στατιστική.
Στην περίπτωσή μας ίσως να πρέπει να δημιουργηθεί ένα επιπρόσθετο είδος, γιατί η χειραγώγηση των στοιχείων με την συνεπικουρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ, δεν έχει το προηγούμενό της. Όσοι έχουν σπουδάσει οικονομική στατιστική γνωρίζουν πολύ καλά το βιβλίο του Ντάρελ Χαφ με τίτλο Πώς να πείτε Ψέματα με την Στατιστική. Εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1954 και από τότε έχει επανεκδοθεί πολλές φορές. Στην εισαγωγή του ο συγγραφέας υπογραμμίζει: «Η μυστική γλώσσα της στατιστικής, τόσο ελκυστική σε ένα πολιτισμό που βασίζεται στα γεγονότα, χρησιμοποιείται για να δημιουργεί εντυπώσεις, να παραφουσκώνει, να σπέρνει την σύγχυση και να υπεραπλουστεύει.
Οι στατιστικές μέθοδοι και οι στατιστικοί όροι είναι αναγκαίοι για την καταγραφή της μάζας των δεδομένων σχετικά με τις κοινωνικές και οικονομικές τάσεις, τις επιχειρηματικές συνθήκες, τις δημοσκοπήσεις, τις απογραφές. Όμως χωρίς συγγραφείς που χρησιμοποιούν τις λέξεις με εντιμότητα και κατανόηση, αλλά και αναγνώστες που γνωρίζουν τι σημαίνουν, το μόνο αποτέλεσμα που μπορεί να υπάρξει είναι σημασιολογικές ανοησίες… Μια καλά φτιασιδομένη στατιστική είναι καλύτερη από το ‘μεγάλο ψέμα’ του Χίτλερ. Αποπροσανατολίζει, αλλά δεν μπορεί να χρεωθεί σε σένα.» (Darell Huff, How to Lie with Statistics, Penguin Books, 1991, σ. 10-11)
Όμως, ακόμη και ο Ντάρελ Χαφ, για να μην πούμε ότι ακόμη κι αυτός ο αρτηριοσκληρωτικός πολιτικός, τυπικός εκπρόσωπος της βικτωριανής Αγγλίας, Ντισραέλι, δεν θα μπορούσαν ούτε καν φανταστούν την κατάσταση στην Ελλάδα σήμερα.
Για παράδειγμα, εδώ και πάνω από ένα χρόνο η οικονομία της Ελλάδας έχει βυθιστεί σε μια δίνη αποπληθωρισμού. Αυτή εκδηλώνεται με αρνητικό τιμάριθμο. Ο αποπληθωρισμός δεν είναι αντίθετος του πληθωρισμού, όπως μπορεί να νομίζει κάποιος, αλλά συνιστά τη διαδικασία συνολικής απαξίωσης μιας οικονομίας όταν βρίσκεται σε μακρόχρονη ύφεση δίχως προοπτική ανάκαμψης. Πυροδοτείται από την διαρκή συρρίκνωση της καταναλωτικής και επενδυτικής δαπάνης στην οικονομία και συνιστά παράγοντα παραπέρα επιδείνωσης αυτής της συρρίκνωσης.
Όταν η ΕΚΤ υποσχόταν να μας προστατέψει από τον πληθωρισμό και τον ακόμη χειρότερο απόπληθωρισμό
Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η ευρωζώνη έχει δημιουργηθεί με βασικό γνώμονα την «σταθερότητα των τιμών». Μάλιστα η ίδια η ΕΚΤ αναφέρει τα εξής χαρακτηριστικά για την αποστολή της: «Παρά το γεγονός ότι η Συνθήκη του Μάαστριχτ θέτει σαφώς τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών ως πρωταρχικό στόχο της ΕΚΤ, δεν ορίζει τι σημαίνει στην πραγματικότητα «σταθερότητα των τιμών». Με αυτό κατά νου, τον Οκτώβριο του 1998 το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ ανακοίνωσε έναν ποσοτικό ορισμό της σταθερότητας των τιμών: "η από έτος σε έτος αύξηση του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ) για τη ζώνη του ευρώ με ρυθμό χαμηλότερο του 2%". Το Συμβούλιο διευκρίνισε επίσης ότι η σταθερότητα των τιμών "πρέπει να διατηρείται μεσοπρόθεσμα”. Πράγματι, το Διοικητικό Συμβούλιο έχει ως στόχο να διατηρήσει τον πληθωρισμό σε επίπεδα κάτω αλλά πλησίον του 2% μεσοπρόθεσμα. Με την έγκριση της ‘Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Συνθήκη της Λισαβόνας, το 2009)’, η σταθερότητα των τιμών γίνεται στόχος της Ένωσης.»
Προσέξτε αυτό το «να διατηρήσει τον πληθωρισμό σε επίπεδα κάτω αλλά πλησίον του 2% μεσοπρόθεσμα.» Ο λόγος είναι απλός. Θέλει να εξασφαλίσει ότι η οικονομία της ευρωζώνης δεν θα κατρακυλήσει σε κατάσταση αποπληθωρισμού. Να τι λέει η ίδια η ΕΚΤ για τους λόγους της στόχευσης κάτω, αλλά πλησίον του 2 %: «Οι ρυθμοί πληθωρισμού κάτω, αλλά πλησίον του 2 % είναι αρκετά χαμηλά για την οικονομία να αξιοποιήσει πλήρως τα οφέλη της σταθερότητας των τιμών. Υπογραμμίζει, επίσης, τη δέσμευση της ΕΚΤ να παρέχει ένα επαρκές περιθώριο για την αποφυγή των κινδύνων του αποπληθωρισμού. Έχοντας ένα τέτοιο περιθώριο ασφαλείας έναντι του αποπληθωρισμού είναι σημαντικό, επειδή τα ονομαστικά επιτόκια δεν μπορούν να πέσουν κάτω από το μηδέν. Σε ένα περιβάλλον αποπληθωρισμού η νομισματική πολιτική δεν μπορεί ως εκ τούτου να είναι σε θέση να τονώσει επαρκώς τη συνολική ζήτηση, χρησιμοποιώντας τα επιτόκια της. Αυτό καθιστά ακόμη πιο δύσκολο για τη νομισματική πολιτική την καταπολέμηση του αποπληθωρισμού, παρά την καταπολέμηση του πληθωρισμού.»
Προσέξατε τι λέει; Ότι σε μια νομισματική ένωση σαν την ευρωζώνη, όπου κυρίαρχο μέσο είναι η νομισματική πολιτική, ο αποπληθωρισμός είναι χειρότερος από τον πληθωρισμό, γιατί δεν μπορεί να υπάρξει αρνητικό επιτόκιο. Σε συνθήκες αποπληθωρισμού το χρήμα ακριβαίνει ακόμη και για τις τράπεζες ακόμη και με μηδενικό διατραπεζικό επιτόκιο. Το αποτέλεσμα είναι να γιγαντώνει η έλλειψη χρήματος από την αγορά και δημιουργείται ένα σπιράλ συρρίκνωσης τόσο των επενδύσεων, όσο και της κατανάλωσης. Αυτό το σπιράλ λέγεται δίνη αποπληθωρισμού.
Για να αντιμετωπιστεί αυτό το ενδεχόμενο η ΕΚΤ επέλεξε σαν βασική της αποστολή να κρατά τον πληθωρισμό κάτω, αλλά κοντά στο 2%. Όχι μόνο για το σύνολο της ευρωζώνης, αλλά και για κάθε κράτος-μέλος. Να τι λέει η ίδια η ΕΚΤ: Ο στόχος για πληθωρισμό κάτω από, αλλά πλησίον του 2%, «παρέχει επαρκές περιθώριο για την αντιμετώπιση των συνεπειών των διαφορών πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ. Αποφεύγει ότι οι επιμέρους χώρες της ζώνης του ευρώ πρέπει να ζήσουν δομικά με πολύ χαμηλά ποσοστά πληθωρισμού, ή ακόμα και αποπληθωρισμού.»
Στη δύνη του αποπληθωρισμού
Κι ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά και η ΕΚΤ, βρίσκονται στα πρόθυρα του πανικού γιατί ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη έχει πέσει τον Μάρτιο του 2014 στο 0,7%, δηλαδή σημαντικά πιο χαμηλά από τον στόχο του 2%, με τον αποπληθωρισμό να φαίνεται στον ορίζοντα, για την Ελλάδα και την Κύπρο, που οι δικές τους πολιτικές τις έχουν ρίξει στη δίνη του αποπληθωρισμού πάνω από ένα χρόνο τώρα, δεν τους καίγεται καρφί.
Θυμίζουμε ότι ο Εναρµονισµένoς ∆είκτης Τιµών Καταναλωτή (Εν∆ΤΚ) του μηνός Μαρτίου 2014 για την Ελλάδα σε σύγκριση µε τον αντίστοιχο ∆είκτη του Μαρτίου 2013 παρουσίασε μείωση 1,5%, έναντι μείωσης 0,2%, που σημειώθηκε κατά την ίδια σύγκριση του έτους 2013 προς το 2012. Το 2014 – ακόμη και με τις δικές τους «προβλέψεις» - πρόκειται να κλείσει με την Ελλάδα να βυθίζεται ακόμη περισσότερο σε αποπληθωρισμό.
Βλέπετε κανέναν να νοιάζεται; Βλέπετε κανέναν να συζητά την αποτυχία αυτή της ΕΚΤ και της κοινής νομισματικής πολιτικής; Βλέπετε κανέναν να ασχολείται με το γεγονός ότι από την στιγμή που μια οικονομία βρεθεί σε δίνη αποπληθωρισμού, τότε σε συνθήκες νομισματικής ένωσης, δηλαδή κοινού νομίσματος, είναι πολύ δύσκολο, έως αδύνατο να αντιμετωπιστεί; Το ομολογεί η ίδια η ΕΚΤ, αλλά ποιον νοιάζει;
Κι όμως το χειρότερο δεν είναι η δίνη αποπληθωρισμού, αλλά ο συνδυασμός του αποπληθωρισμού με την κρίση χρέους. Από τον μεσοπόλεμο όπου πρώτος ο Ίρβιν Φίσερ συσχέτισε την εκτίναξη του χρέους με τον αποπληθωρισμό, ο συνδυασμός αυτός αποτελεί τον χειρότερο εφιάλτη για κάθε σοβαρό οικονομολόγο.
Η εξυπηρέτηση χρέους αποτελεί τον χειρότερο τρόπο αφαίρεσης πόρων από μια οικονομία. Όταν μια οικονομία πάσχει από υπερχρέωση, η συνέχιση της εξυπηρέτησης οδηγεί σε μια τεράστια αιμορραγία που αναγκαστικά οδηγεί στη συρρίκνωση τόσο της καταναλωτικής και επενδυτικής δαπάνης. Κι αυτή με την σειρά της σπρώχνει στον αποπληθωρισμό. Να τι έγραφε ο ίδιος ο Ίρβιν Φίσερ με αφορμή την Μεγάλη Ύφεση των ΗΠΑ μετά το 1929:
«Όταν υπερχρέωση είναι μόνη της, δηλαδή, δεν οδηγεί σε πτώση των τιμών, με άλλα λόγια, όταν η τάση αυτή αντισταθμίζεται από πληθωριστικές δυνάμεις (είτε από ατύχημα, ή από σχεδιασμό), ο «κύκλος» που προκύπτει θα είναι πολύ ηπιότερος και πολύ πιο κανονικός. Ομοίως, όταν ένας αποπληθωρισμός προκύπτει από άλλες αιτίες εκτός του χρέους και χωρίς να υπάρχει μεγάλος όγκος του χρέους, τα κακά που προκύπτουν είναι πολύ λιγότερα. Ο συνδυασμός και των δύο – η νόσος του χρέους έρχεται πρώτη, και μετά η νόσος της καθίζησης του δολαρίου – είναι που δημιουργεί τον μεγαλύτερο όλεθρο. Οι δύο ασθένειες δρουν αμφίδρομα η μια πάνω στην άλλη. Οι παθολόγοι ανακαλύπτουν τώρα ότι ένα ζευγάρι των ασθενειών είναι μερικές φορές χειρότερο από μία, ή από το απλό άθροισμα των δύο, να το πω έτσι. Και όλοι γνωρίζουμε ότι μια μικρή ασθένεια μπορεί να οδηγήσει σε μια σημαντική. Ακριβώς όπως ένα κακό κρύωμα οδηγεί σε πνευμονία, έτσι και η υπερχρέωση οδηγεί σε αποπληθωρισμό. Και, αντιστρόφως, ο αποπληθωρισμός λόγω του χρέους επηρεάζει το χρέος.
Κάθε δολάριο δανεικό που δεν επιστρέφεται αποκτά μεγαλύτερη αξία, και αν η υπερχρέωση με την οποία ξεκινήσαμε ήταν αρκετά μεγάλη, η εκκαθάριση των χρεών δεν μπορεί να συμβαδίσει με την πτώση των τιμών που προκαλεί. Στην περίπτωση αυτή, δεν μπορεί να υπάρξει μείωση χρέους. Ενώ μειώνει τον αριθμό των χρεωστούμενων δολαρίων, μπορεί να μην το κάνει τόσο γρήγορα όσο θα αυξάνει την αξία του κάθε δολαρίου που είναι χρεωστούμενο… Στη συνέχεια, έχουμε το μεγάλο παράδοξο που θεωρώ ότι είναι το βασικό μυστικό των περισσότερων, αν όχι όλων, των μεγάλων υφέσεων: Όσο περισσότερο οι οφειλέτες πληρώνουν, τόσο περισσότερο οφείλουν. Όσο περισσότερο το σκάφος της οικονομίας γέρνει, τόσο περισσότερο τείνει να ανατραπεί. Δεν τείνει να ξαναβρεί την ισορροπία του, αλλά να ανατραπεί.»
(Irving Fisher, The Debt-Deflation Theory of Great Depressions, Economometrica, October 1933 - Volume 1, Issue 4, σ. 344.)
Ο Ίρβιν Φίσερ δεν μπόρεσε να αναλύσει τις αιτίες του φαινόμενου, που θα τις βρει κανείς στις διαδικασίες απόλυτης υπερσυσσώρευσης του χρηματικού κεφαλαίου, αλλά πιστοποίηση μια σχέση που από τότε ισοδυναμεί με νόμο στα οικονομικά. Έχει ενδιαφέρον ότι τόσο ο ίδιος, όσο και οι περισσότεροι επιφανείς οικονομολόγοι της εποχής του, πρότειναν ως αντίδοτο στη δίδιμη αυτή κρίση ένα σχέδιο που ονομάστηκε Σχέδιο του Σικάγο. Το Σχέδιο αυτό είχε τρεις βασικές παραμέτρους:
1. Αναστολή πληρωμής τοκοχρεολυσίων του ιδιωτικού και δημόσιου χρέους με παράλληλη αποφασιστική μείωση της ονομαστικής του αξίας.
2. Πέρασμα από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα (fed) στο αμερικανικό κράτος του μονοπωλίου της έκδοσης νομίσματος. Δηλαδή εθνικό κρατικό νόμισμα.
3. Κατάργηση της κλασματικής τραπεζικής που επιτρέπει στις τράπεζες να δημιουργούν χρήμα από το πουθενά και να φορτώνουν με δάνεια το κράτος, το νοικοκυριό και την επιχείρηση.
Τίποτε από αυτά δεν υιοθέτησε η κυβέρνηση Ρούζβελτ. Η κρίση δεν δαμάστηκε και τελικά οδήγησε στον παγκόσμιο πόλεμο. Προς γνώση και συμμόρφωση. Τουλάχιστον για όποιον ακόμη είναι ικανός να σκέφτεται.
Το ερώτημα για την Ελλάδα
Το ερώτημα είναι ένα. Βρίσκεται ή δεν βρίσκεται η Ελλάδα σε μια τέτοια συσχέτιση; Βρίσκεται ή δεν βρίσκεται σε μια δίνη αποπληθωρισμού σε συνδυασμό με μια κρίση μη εξυπηρετήσιμου χρέους; Ναι ή όχι; Πρέπει να είναι υπέρ του δέοντος Στουρνάρας κάποιος για να απαντήσει αρνητικά.
Τότε, γιατί τα επιτελεία της ευρωζώνης θεωρούν θετικό το γεγονός αυτό για την Ελλάδα, όταν πανικοβάλλονται μόνο και μόνο στην σκέψη ότι μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο συνολικά στην ευρωζώνη; Γιατί ο κ. Προβόπουλος, αξιωματούχος της ΕΚΤ, που υποτίθεται ότι είναι Κέρβερος της ευρωζώνης προκειμένου να μην υποστούν οι χώρες αποπληθωρισμό ή πληθωρισμό, αποφαίνεται στην ενδιάμεση Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής (Δεκέμβριος 2013) ανάμεσα στα άλλα, τα εξής: «Οι τιµές ανταποκρίνονται πλέον στον περιορισμό της ζήτησης και του κόστους εργασίας και η εξέλιξη αυτή οδηγεί σε βελτίωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος.»
Με άλλα λόγια ο κ. Προβόπουλος αποφαίνεται ότι ο αποπληθωρισμός είναι θετικό γεγονός για την ελληνική οικονομία – παρά και ενάντια σ’ αυτά που θεωρούσε ως αποστολή της η ίδια η ΕΚΤ – κι ότι δεν συνέβη τυχαία, αλλά σκόπιμα. Οι πολιτικές περιορισμού της ζήτησης και του κόστους εργασίας, που μας επιβλήθηκαν από τους δανειστές, μας έφεραν τον αποπληθωρισμό. Γιατί; Μα για να υπάρξει «βελτίωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος», όπως λέει ο κ. Προβόπουλος.
Ναι, αλλά ποιος διαθέτει πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα σήμερα στην ελληνική οικονομία; Προφανώς όσοι δεν εξαρτώνται από τον περιορισμό της ζήτησης και το εργατικό κόστος, δηλαδή όσοι δεν ανήκουν στους εργαζόμενους και τους μικρομεσαίους. Σε συνθήκες τέτοιου αποπληθωρισμού κερδισμένος βγαίνει αυτός που διαθέτει εισόδημα και χρήμα που δεν παράγεται από την πραγματική οικονομία.
Ποιοι είναι αυτοί; Οι κερδοσκόποι του χρέους και οι μαυραγορίτες του χρήματος. Μόνο αυτοί κερδίζουν, γιατί με τον αποπληθωρισμό πέφτουν το σύνολο των αξιών μιας οικονομίας κι όσοι διαθέτουν «πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα» μπορούν να αγοράσουν σχεδόν τσάμπα.
Ποιο είναι το συμπέρασμα. Οι Ευρωπαίοι έχουν εξαρχής ξεγράψει την Ελλάδα και την Κύπρο. Γι’ αυτό και δεν τους απασχολεί ο αποπληθωρισμός σ’ αυτές. Αντίθετα σκόπιμα εφάρμοσαν πολιτικές που έριξαν τις χώρες αυτές σε δίνη αποπληθωρισμού. Είναι πιο εύκολο μ’ αυτόν τον τρόπο να τις κανιβαλίσουν προκειμένου να επιβιώσει η ευρωζώνη. Τις προορίζουν για σκραπ, για παλιοσίδερα στο διαλυτήριο της ευρωζώνης που έχει ονομαστεί Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας. Αν το επιτρέψουμε να συνεχιστεί δεν θα δούμε μόνο τον εθνικό αυτοχειριασμό της Ελλάδας, αλλά θα ζήσουμε και την μεγαλύτερη εθνική τραγωδία στην ιστορία της με άσχημο τέλος.
Δημοσιεύτηκε στο Χωνί, 4/5/2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου