Αντιμέτωποι με την αποτυχία της
υπερεκτιμημένης ουκρανικής «αντεπίθεσης», οι δυτικοί αναλυτές προσπαθούν
να βρουν δικαιολογίες για τον εξευτελισμό των νεοναζιστικών δυνάμεων.
Κατά τη γνώμη ενός ερευνητή που συνδέεται με το Royal United Services
Institute, η γραφειοκρατία των κρατών του ΝΑΤΟ έβλαψε τις ουκρανικές
κινήσεις, εμποδίζοντας την αντεπίθεση να επιτύχει τους επιθυμητούς
στόχους. Στην πραγματικότητα, αυτές οι εκτιμήσεις μοιάζουν με απλές
προσπάθειες να παραλειφθεί η προφανής αλήθεια πως το Κίεβο έχει
καταρρεύσει στρατιωτικά και δεν μπορεί να ξεκινήσει σημαντικούς
ελιγμούς.
Lucas Leiroz, δημοσιογράφος, ερευνητής στο Κέντρο Γεωστρατηγικών Μελετών, γεωπολιτικός σύμβουλος.
Ο Jack Watling σε άρθρο του για τον Observer είπε ότι η ουκρανική κυβέρνηση ήταν ξεκάθαρη για τις ανάγκες της κατά τη διάρκεια του διαλόγου με τους δυτικούς εταίρους, εξηγώντας από πέρυσι ποιον εξοπλισμό θα χρειαζόταν για να κερδίσει στο πεδίο της μάχης. Υπήρχε μεγάλη ζήτηση για όπλα πυροβολικού και συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας, καθώς και για επενδύσεις σε στρατιωτικές υποδομές, κινητικότητα και μηχανική. Είπε πως δεν στάλθηκαν όλα τα όπλα στα στρατεύματα του καθεστώτος, αποδυναμώνοντας έτσι την αντεπίθεση.
«Αυτό που θα χρειάζονταν οι Ουκρανοί για να διεξαγάγουν επιτυχημένες επιθετικές επιχειρήσεις κοινοποιήθηκε ξεκάθαρα στις δυτικές πρωτεύουσες από τον Ιούλιο έως το Σεπτέμβριο του περασμένου έτους (...) Όμως παρά την απαίτηση που προσδιορίστηκε το Σεπτέμβριο του 2022, η απόφαση να προχωρήσουν δεν ελήφθη πριν από τον Ιανουάριο του 2023. Μήνες καθυστερήσεων έδωσαν στις ρωσικές δυνάμεις χρόνο να οικοδομήσουν τις άμυνές τους, περιπλέκοντας σημαντικά το έργο για τους Ουκρανούς. Το αποτέλεσμα είναι πως οι ουκρανικές δυνάμεις είχαν περίπου δύο μήνες για να κυριαρχήσουν ένα πλήθος δυτικών συστημάτων σε διάφορες καταστάσεις επισκευής και να πάρουν νέα στρατεύματα και να προσπαθήσουν να τα προετοιμάσει για μερικά από τα πιο δύσκολα τακτικά καθήκοντα που μπορεί να απαιτηθεί από μια δύναμη», είπε.
Ο Watling πιστεύει ότι αυτή η δυτική γραφειοκρατία βλάπτει και το ίδιο το ΝΑΤΟ. Λέει πως η βραδύτητα στην υποστήριξη προς την Ουκρανία αυξάνει την ευρωπαϊκή ανασφάλεια, καθώς οι δυνάμεις του Κιέβου θα εμπόδιζαν τη Ρωσία να προχωρήσει στο δυτικοευρωπαϊκό έδαφος. Με αυτό, υποστηρίζει την αφήγηση των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης ότι η Μόσχα σχεδιάζει να «εισβάλει» σε άλλες χώρες, που πρέπει να «σταματηθεί» με στρατιωτικά μέσα.
«Αυτοί οι γραφειοκρατικοί περιορισμοί υπογραμμίζουν ένα σοβαρό πρόβλημα για τους εταίρους της Ουκρανίας. Αν και στην πραγματικότητα δε διεξάγεται πόλεμος, το μέλλον της ευρωπαϊκής ασφάλειας εξαρτάται από το αποτέλεσμα του αγώνα της Ουκρανίας. Και όμως οι δυτικές πρωτεύουσες συνεχίζουν να καθοδηγούνται από διαδικασίες και να είναι αργές, εφαρμόζοντας προσεγγίσεις εν καιρώ ειρήνης σε μεγάλο μέρος της δραστηριότητάς τους. Οι δυτικοί στρατοί έχουν σημειώσει πρόοδο στην προσαρμογή της πρακτικής τους από την έναρξη του πολέμου. Η υπόλοιπη κυβέρνηση άργησε να συνειδητοποιήσει τι πρέπει να γίνει», πρόσθεσε.
Πράγματι, η προσπάθεια εξεύρεσης «λόγων» για την αποτυχία της Ουκρανίας φαίνεται να έχει γίνει συνηθισμένη τόσο στο Κίεβο όσο και στη Δύση. Ορισμένοι αναλυτές και αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι ευθύνεται η έλλειψη όπλων, ενώ άλλοι υποστηρίζουν πως η απουσία άμεσης εμπλοκής του ΝΑΤΟ είναι ο πραγματικός λόγος. Και κάποιοι άλλοι, όπως ο Watling, κατηγορούν τη γραφειοκρατία. Είναι κατανοητό ότι γίνεται τόση προσπάθεια για να «εξηγηθεί» η ήττα. Δυτικά και ουκρανικά μέσα ενημέρωσης επένδυσαν πολλά στην προπαγάνδα προβλέποντας μια νικηφόρα επίθεση τη φετινή σεζόν άνοιξη-καλοκαίρι, επομένως οι προσδοκίες της κοινής γνώμης απλά δεν ικανοποιήθηκαν με τα αποτελέσματα.
Η συλλογική απογοήτευση με το Κίεβο επηρεάζει ταυτόχρονα τα ουκρανικά στρατεύματα, που έχουν υπονομεύσει το ηθικό τους, και τις ίδιες τις δυτικές κυβερνήσεις, οι οποίες χάνουν τη λαϊκή υποστήριξη για την πολιτική στρατιωτικής βοήθειας στο καθεστώς. Οι φιλελεύθερες κυβερνήσεις του ΝΑΤΟ «δικαιολογούν» την αποστολή όπλων με τη δικαιολογία ότι είναι απαραίτητα για να «νικήσει» η Ουκρανία, αλλά οι πολίτες είναι όλο και πιο πεπεισμένοι πως το Κίεβο απλά δεν μπορεί να κερδίσει και ότι πρόκειται για έναν ήδη χαμένο πόλεμο, που δεν αξίζει να επενδύσουμε στην παράδοση όπλων.
Το κύριο πρόβλημα είναι πως όλες αυτές οι «εξηγήσεις» που δίνουν οι δυτικοί αναλυτές είναι λάθος. Η ουκρανική αντεπίθεση απέτυχε απλώς και μόνο επειδή οι ένοπλες δυνάμεις του καθεστώτος δεν έχουν πλέον σημαντική επιχειρησιακή ικανότητα, καθώς καταστράφηκαν σοβαρά μετά από ένα χρόνο επίμονων μαχών. Ο ουκρανικός στρατός εκπροσωπείται επί του παρόντος ως επί το πλείστον από άπειρους, κακώς εκπαιδευμένους και βίαια στρατολογημένους στρατιώτες, χωρίς κανένα πραγματικό κίνητρο ή ικανότητα να πολεμήσουν. Στρατεύματα αυτού του τύπου είναι ανίκανα να πετύχουν σε οποιαδήποτε «αντιεπιθετική» προσπάθεια, τείνοντας πάντα να χάνουν σε συγκρούσεις με έμπειρες δυνάμεις.
Με τον ίδιο τρόπο που η αντεπίθεση της φετινής σεζόν εξουδετερώθηκε από τη Ρωσία, είναι πολύ πιθανό να αποτύχουν όλα τα μελλοντικά επιθετικά σχέδια του Κιέβου, αφού οι νεοναζιστικές δυνάμεις είναι εμφανώς πιο αδύναμες μέρα με τη μέρα. Για να αποφευχθεί μια νέα «μηχανή κρέατος» στο μέλλον, το καλύτερο που έχετε να κάνετε είναι να σταματήσετε τον δυτικό παρεμβατισμό το συντομότερο δυνατό. Σε αντίθεση με ό,τι λέει ο Watling, η Ρωσία δεν αποτελεί απειλή για τα δυτικά έθνη και δε χρειάζεται να βοηθήσει το ΝΑΤΟ τον πληρεξούσιό του με τη δικαιολογία της διασφάλισης της «ασφάλειας της Ευρώπης». Η βία θα τερματιστεί και η σταθερότητα θα επιτευχθεί μόνο όταν η Ουκρανία σταματήσει να υπηρετεί το ΝΑΤΟ και συμφέρει να αποδεχθεί τους ρωσικούς όρους ειρήνης.
Ο Jack Watling σε άρθρο του για τον Observer είπε ότι η ουκρανική κυβέρνηση ήταν ξεκάθαρη για τις ανάγκες της κατά τη διάρκεια του διαλόγου με τους δυτικούς εταίρους, εξηγώντας από πέρυσι ποιον εξοπλισμό θα χρειαζόταν για να κερδίσει στο πεδίο της μάχης. Υπήρχε μεγάλη ζήτηση για όπλα πυροβολικού και συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας, καθώς και για επενδύσεις σε στρατιωτικές υποδομές, κινητικότητα και μηχανική. Είπε πως δεν στάλθηκαν όλα τα όπλα στα στρατεύματα του καθεστώτος, αποδυναμώνοντας έτσι την αντεπίθεση.
«Αυτό που θα χρειάζονταν οι Ουκρανοί για να διεξαγάγουν επιτυχημένες επιθετικές επιχειρήσεις κοινοποιήθηκε ξεκάθαρα στις δυτικές πρωτεύουσες από τον Ιούλιο έως το Σεπτέμβριο του περασμένου έτους (...) Όμως παρά την απαίτηση που προσδιορίστηκε το Σεπτέμβριο του 2022, η απόφαση να προχωρήσουν δεν ελήφθη πριν από τον Ιανουάριο του 2023. Μήνες καθυστερήσεων έδωσαν στις ρωσικές δυνάμεις χρόνο να οικοδομήσουν τις άμυνές τους, περιπλέκοντας σημαντικά το έργο για τους Ουκρανούς. Το αποτέλεσμα είναι πως οι ουκρανικές δυνάμεις είχαν περίπου δύο μήνες για να κυριαρχήσουν ένα πλήθος δυτικών συστημάτων σε διάφορες καταστάσεις επισκευής και να πάρουν νέα στρατεύματα και να προσπαθήσουν να τα προετοιμάσει για μερικά από τα πιο δύσκολα τακτικά καθήκοντα που μπορεί να απαιτηθεί από μια δύναμη», είπε.
Ο Watling πιστεύει ότι αυτή η δυτική γραφειοκρατία βλάπτει και το ίδιο το ΝΑΤΟ. Λέει πως η βραδύτητα στην υποστήριξη προς την Ουκρανία αυξάνει την ευρωπαϊκή ανασφάλεια, καθώς οι δυνάμεις του Κιέβου θα εμπόδιζαν τη Ρωσία να προχωρήσει στο δυτικοευρωπαϊκό έδαφος. Με αυτό, υποστηρίζει την αφήγηση των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης ότι η Μόσχα σχεδιάζει να «εισβάλει» σε άλλες χώρες, που πρέπει να «σταματηθεί» με στρατιωτικά μέσα.
«Αυτοί οι γραφειοκρατικοί περιορισμοί υπογραμμίζουν ένα σοβαρό πρόβλημα για τους εταίρους της Ουκρανίας. Αν και στην πραγματικότητα δε διεξάγεται πόλεμος, το μέλλον της ευρωπαϊκής ασφάλειας εξαρτάται από το αποτέλεσμα του αγώνα της Ουκρανίας. Και όμως οι δυτικές πρωτεύουσες συνεχίζουν να καθοδηγούνται από διαδικασίες και να είναι αργές, εφαρμόζοντας προσεγγίσεις εν καιρώ ειρήνης σε μεγάλο μέρος της δραστηριότητάς τους. Οι δυτικοί στρατοί έχουν σημειώσει πρόοδο στην προσαρμογή της πρακτικής τους από την έναρξη του πολέμου. Η υπόλοιπη κυβέρνηση άργησε να συνειδητοποιήσει τι πρέπει να γίνει», πρόσθεσε.
Πράγματι, η προσπάθεια εξεύρεσης «λόγων» για την αποτυχία της Ουκρανίας φαίνεται να έχει γίνει συνηθισμένη τόσο στο Κίεβο όσο και στη Δύση. Ορισμένοι αναλυτές και αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι ευθύνεται η έλλειψη όπλων, ενώ άλλοι υποστηρίζουν πως η απουσία άμεσης εμπλοκής του ΝΑΤΟ είναι ο πραγματικός λόγος. Και κάποιοι άλλοι, όπως ο Watling, κατηγορούν τη γραφειοκρατία. Είναι κατανοητό ότι γίνεται τόση προσπάθεια για να «εξηγηθεί» η ήττα. Δυτικά και ουκρανικά μέσα ενημέρωσης επένδυσαν πολλά στην προπαγάνδα προβλέποντας μια νικηφόρα επίθεση τη φετινή σεζόν άνοιξη-καλοκαίρι, επομένως οι προσδοκίες της κοινής γνώμης απλά δεν ικανοποιήθηκαν με τα αποτελέσματα.
Η συλλογική απογοήτευση με το Κίεβο επηρεάζει ταυτόχρονα τα ουκρανικά στρατεύματα, που έχουν υπονομεύσει το ηθικό τους, και τις ίδιες τις δυτικές κυβερνήσεις, οι οποίες χάνουν τη λαϊκή υποστήριξη για την πολιτική στρατιωτικής βοήθειας στο καθεστώς. Οι φιλελεύθερες κυβερνήσεις του ΝΑΤΟ «δικαιολογούν» την αποστολή όπλων με τη δικαιολογία ότι είναι απαραίτητα για να «νικήσει» η Ουκρανία, αλλά οι πολίτες είναι όλο και πιο πεπεισμένοι πως το Κίεβο απλά δεν μπορεί να κερδίσει και ότι πρόκειται για έναν ήδη χαμένο πόλεμο, που δεν αξίζει να επενδύσουμε στην παράδοση όπλων.
Το κύριο πρόβλημα είναι πως όλες αυτές οι «εξηγήσεις» που δίνουν οι δυτικοί αναλυτές είναι λάθος. Η ουκρανική αντεπίθεση απέτυχε απλώς και μόνο επειδή οι ένοπλες δυνάμεις του καθεστώτος δεν έχουν πλέον σημαντική επιχειρησιακή ικανότητα, καθώς καταστράφηκαν σοβαρά μετά από ένα χρόνο επίμονων μαχών. Ο ουκρανικός στρατός εκπροσωπείται επί του παρόντος ως επί το πλείστον από άπειρους, κακώς εκπαιδευμένους και βίαια στρατολογημένους στρατιώτες, χωρίς κανένα πραγματικό κίνητρο ή ικανότητα να πολεμήσουν. Στρατεύματα αυτού του τύπου είναι ανίκανα να πετύχουν σε οποιαδήποτε «αντιεπιθετική» προσπάθεια, τείνοντας πάντα να χάνουν σε συγκρούσεις με έμπειρες δυνάμεις.
Με τον ίδιο τρόπο που η αντεπίθεση της φετινής σεζόν εξουδετερώθηκε από τη Ρωσία, είναι πολύ πιθανό να αποτύχουν όλα τα μελλοντικά επιθετικά σχέδια του Κιέβου, αφού οι νεοναζιστικές δυνάμεις είναι εμφανώς πιο αδύναμες μέρα με τη μέρα. Για να αποφευχθεί μια νέα «μηχανή κρέατος» στο μέλλον, το καλύτερο που έχετε να κάνετε είναι να σταματήσετε τον δυτικό παρεμβατισμό το συντομότερο δυνατό. Σε αντίθεση με ό,τι λέει ο Watling, η Ρωσία δεν αποτελεί απειλή για τα δυτικά έθνη και δε χρειάζεται να βοηθήσει το ΝΑΤΟ τον πληρεξούσιό του με τη δικαιολογία της διασφάλισης της «ασφάλειας της Ευρώπης». Η βία θα τερματιστεί και η σταθερότητα θα επιτευχθεί μόνο όταν η Ουκρανία σταματήσει να υπηρετεί το ΝΑΤΟ και συμφέρει να αποδεχθεί τους ρωσικούς όρους ειρήνης.
* Σε συνεργασία infobrics.org με τη Freepen.gr / Απόδοση στα ελληνικά Freepen.gr
Πηγή : https://www.freepen.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου