Οι τελευταίες εξελίξεις στην αγορά ενέργειας έχουν τον χαρακτήρα τεκτονικών κινήσεων. Το πλαφόν των 60 ευρώ που έθεσε η ΕΕ και υιοθέτησαν οι G7 είναι ένα δώρο στην Κίνα! Σε συνδυασμό μάλιστα με την στάση του ΟΠΕΚ, έχουμε μια (ανάστροφη μεν) επανάληψη του 2020 όπου έχασαν όλοι, αλλά κέρδισε η Κίνα. Η Δύση σχεδιάζει πολιτικές σε λάθος βάση.
To πρώτο σφάλμα είναι ότι η επιβολή πλαφόν στα 60 δεν βλάπτει καθόλου την Ρωσία. Όχι απλά δεν την “γονατίζει”, αλλά της δίνει το δικαίωμα να εξαντλεί τον ρόλο του θύματος. Η τρέχουσα τιμή του Urals (ρωσικό αργό Ουραλίων) είναι κάτω από τα 60 $, αν σκεφτεί κανείς ότι η Ρωσία πουλά αυτή την εβδομάδα με 33,4 $ έκπτωση το βαρέλι της, έναντι της τιμής του Brent. Και η τιμή αυτή είναι πάνω από τον πενταετή μέσο όρο της τιμής του ρωσικού βαρελιού! Ενώ αν δούμε την μέση τιμή εκκαθάρισης των πωλήσεων της Rosneft, τα 60 είναι αρκετά πάνω από αυτή.
To πρώτο σφάλμα είναι ότι η επιβολή πλαφόν στα 60 δεν βλάπτει καθόλου την Ρωσία. Όχι απλά δεν την “γονατίζει”, αλλά της δίνει το δικαίωμα να εξαντλεί τον ρόλο του θύματος. Η τρέχουσα τιμή του Urals (ρωσικό αργό Ουραλίων) είναι κάτω από τα 60 $, αν σκεφτεί κανείς ότι η Ρωσία πουλά αυτή την εβδομάδα με 33,4 $ έκπτωση το βαρέλι της, έναντι της τιμής του Brent. Και η τιμή αυτή είναι πάνω από τον πενταετή μέσο όρο της τιμής του ρωσικού βαρελιού! Ενώ αν δούμε την μέση τιμή εκκαθάρισης των πωλήσεων της Rosneft, τα 60 είναι αρκετά πάνω από αυτή.
Πρέπει, λοιπόν, να ξεκαθαρίσουμε ότι άλλο μέτρο είναι το εμπάργκο κι άλλο μέτρο η ασφάλιση των πλοίων που μεταφέρουν ρωσικό πετρέλαιο. Όταν η ΕΕ ανακάλυψε με μισό χρόνο καθυστέρηση ότι οι κυρώσεις αντί να μειώνουν, αυξάνουν τα έσοδα της Ρωσίας, ξεχώρισε τις δύο αυτές κυρώσεις. Και κατόπιν, χρησιμοποίησε την δεύτερη για να πετύχει μια “ηρωική έξοδο” από την γενικά αποτυχημένη πολιτική της. Τι έκανε λοιπόν;
Η ΕΕ γνωρίζει ότι δεν μπορεί να επιβάλει με το ζόρι ανώτατη τιμή στα προϊόντα μιας χώρας. Πολύ απλά διότι η χώρα αυτή (εν προκειμένω η Ρωσία) μπορεί να αρνηθεί να πουλήσει. Και να στρέψει τις πωλήσεις της αλλού. Έτσι το πρόβλημα μεταβιβάζεται στην ΕΕ, η οποία θα πρέπει να πέσει όσο ποτέ άλλοτε στα γόνατα του ΟΠΕΚ, ο οποίος έχει δεσμεύσει σε μακροχρόνιες συμφωνίες με τους Ασιάτες, μεγάλο τμήμα της παραγωγής του.
Άρα, αποφεύγοντας την Ρωσία, η ΕΕ οδηγείται στην αγκαλιά των Σαουδαράβων, οι οποίοι, όμως, έχουν δηλωμένη συμμαχία με την Ρωσία, κυρίως γιατί αντιτίθενται στην εδώ και τώρα κατάργηση του πετρελαίου, λόγω της πράσινης μετάβασης. Η ΕΕ γνωρίζοντας ότι το 85% των ασφαλιστών-αντασφαλιστών πλοίων εδρεύουν στην Δύση, αποφασίζει να επιβάλει κυρώσεις σε όποια πλοία μεταφέρουν ρωσικά προϊόντα. Και οι ναυτικοί μας, γνωρίζουν καλά ότι εάν ένα πλοίο δεν είναι ασφαλισμένο με τα διεθνή πρότυπα, δύσκολα θα μπει σε λιμάνι, ακόμα κι αν ασφαλιστεί σε κάποια ασιατική εταιρία με κρατική εγγύηση.
Η ΕΕ, λοιπόν, χρησιμοποιεί την απειλή άρνησης ασφάλισης πλοίων, συνδυάζοντάς την με το πλαφόν των 60 ευρώ. Και τι προσπαθεί να κάνει στην ουσία; Όχι να κλείσει την πόρτα στο ρωσικό πετρέλαιο, αλλά να την ανοίξει. Εάν η Ρωσία δεχτεί το πλαφόν, τότε η ΕΕ ουσιαστικά θα επιτρέπει στα πλοία να ασφαλίζονται από ναυτιλιακές ασφαλιστικές όταν και μόνο όταν μεταφέρουν ρωσικό πετρέλαιο με τιμή μέχρι του πλαφόν των 60. Επομένως μέχρι αυτή την τιμή, οι Ρώσοι μπορούν να πουλούν το πετρέλαιό τους σε όλο τον κόσμο ελεύθερα.
Το καλοκαίρι είχα για πρώτη φορά αναφερθεί σ’ αυτήν την κύρωση, χαρακτηρίζοντάς την σοβαρή σε σύγκριση με τις άστοχες προηγούμενες. Η Ρωσία αντέδρασε σε δύο επίπεδα: Πρώτον, ζήτησε βοήθεια από τους “μάστορες” της αποφυγής κυρώσεων, από τους Ιρανούς. Δεύτερον, δημιούργησε έναν “σκιώδη στόλο” 120 τάνκερς. Όσοι ενδιαφέρονται μπορούν να βρουν στοιχεία για τα πλοία αυτά ΕΔΩ. Προσπαθεί λοιπόν να δημιουργήσει έναν στόλο που θα τον χρησιμοποιήσει με σκοπό να αποφύγει τις κυρώσεις και να ανακατευθύνει τις εξαγωγές της σε άλλες αγορές εκτός Ευρώπης. Αλλά για να το καταφέρει 120 πλοία δεν αρκούν, χρειάζεται διπλάσιο αριθμό.
Η ανακατεύθυνση των ρωσικών εξαγωγών σημαίνει ότι η Κίνα θα είναι σε θέση να αγοράζει περισσότερο ρωσικό πετρέλαιο με μεγάλη έκπτωση! Όσο για τον ρωσικό κρατικό πετρελαϊκό γίγαντα Rosneft, θα συνεχίσει να έχει μια πολύ υγιή απόδοση 16% επί του μέσου όρου του απασχολούμενου κεφαλαίου (ROACE) και περισσότερα από 8,8 δισ. ρούβλια σε έσοδα. Που σημαίνει κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων, τα οποία υπερδιπλασιάζουν τις κεφαλαιουχικές απαιτήσεις του. Συνεπώς περισσότερα έσοδα θα εισρεύσουν στα ρωσικά κρατικά ταμεία.
Λένε λοιπόν κάποιοι ότι θα “θυσιαστούμε” στον βωμό της τιμωρίας του Πούτιν για την εισβολή στην Ουκρανία.
Τοποθετώντας πλαφόν 60 το βαρέλι για το ρωσικό πετρέλαιο, η Δύση έχει σχεδόν καταστήσει αδύνατο για τις τιμές να μειωθούν. Πρώτον, διότι έχει αφαιρέσει 4.500.000 βαρέλια την ημέρα (εκτιμώμενες ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου για το 2023). Δεύτερον, ωθεί τον ΟΠΕΚ να μειώσει την παραγωγή του και να αυξήσει τις εξαγωγές του. Ευτυχισμένη είναι η Κίνα, που θα εξασφαλίσει μακροπρόθεσμη προμήθεια ρωσικού πετρελαίου προσφορά σε ελκυστική τιμή.
Παράλληλα, θα εκτοξεύσει τις εξαγωγές της, διότι θα διυλίζει ρωσικό πετρέλαιο, το οποίο θα το πουλά ως καύσιμα σε χώρες που διψάνε για ντίζελ και αμόλυβδη. Ήδη αυτό έχει συμβεί στις 10 Νοεμβρίου με φορτίο που πούλησε η Κίνα στην Καλιφόρνια. Η Sinopec και η Petrochina βρίσκουν αρκετές ευκαιρίες στην παγκόσμια αγορά για να εξασφαλίσουν καλύτερα περιθώρια κέρδους για τα διυλισμένα προϊόντα τους, έχοντας διασφαλίσει φθηνό ρωσικό πετρέλαιο σε μια δύσκολη οικονομική κατάσταση.
Αυτή είναι η αιτία με απλά λόγια, που η αγορά ενέργειας θα αχρηστεύσει την πολιτική του πλαφόν της ΕΕ. Πιθανότατα την πολιτική αυτή αποφάσισαν χαρτογιακάδες πολιτικοί, οι οποίοι μάλλον δεν γνωρίζουν τι χρώμα έχει το πετρέλαιο. Εάν η Δύση ήθελε πραγματικά να βλάψει τις εξαγωγές της Ρωσίας, ο τρόπος να το κάνει είναι να ενθαρρύνει μεγάλες επενδύσεις σε νέα κοιτάσματα. Είδατε κανέναν στην ΕΕ να το συζητά αυτό; Οι κυβερνήσεις των G7 διατηρούν τους φραγμούς στις επενδύσεις στα ορυκτά καύσιμα, θέτοντας ταυτόχρονα ρυθμίσεις –με πρόσχημα τα αποκαλούμενα περιβαλλοντικά βάρη– οι οποίες καθιστούν πιο δύσκολη την ενεργειακή επάρκεια.
Αυτό που “σκότωσε” την πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του 1970 ήταν η εκπληκτική άνοδος των επενδύσεων σε ανακάλυψη νέων κοιτασμάτων. Η απόφαση του ΟΠΕΚ να μην μειώσει την παραγωγή του είναι ενδεικτική. Κατάργησε, μάλιστα, τις μηνιαίες συναντήσεις του. Θα υπάρξει άλλη μία τον Φεβρουάριο και άλλη μία τον Ιούνιο. Πράγμα που σημαίνει ότι ο ΟΠΕΚ βγάζει τον εαυτό του από το κάδρο της ενεργειακής κρίσης, αφήνοντας τους Δυτικούς να εισπράξουν ολόκληρο το ολέθριο σφάλμα τους.
Κίνα και Ρωσία γνωρίζουν ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και άλλες εναλλακτικές λύσεις δεν είναι σχεδόν καθόλου εναλλακτική λύση. Και ούτως ή άλλως, για να προσεγγίσει να γίνει εναλλακτική θα απαιτούσε επενδύσεις τρισ. δολαρίων στην εξόρυξη χαλκού, κοβαλτίου και σπάνιων γαιών. Και φυσικά η Κίνα, αρπάζει μέσα από τα χέρια των ευρωπαϊκών εταιριών κατασκευής ηλιακών πάνελ τεράστια μερίδια.
Εν κατακλείδι, η Δύση είναι αμφίβολο αν έχει καταλάβει τι ακριβώς επιχειρούν οι ηγέτες της. Όλη αυτή η κινητοποίηση για επιβολή κυρώσεων μας λένε ότι γίνεται με σκοπό αφενός την απεξάρτηση της Ευρώπης από τη ρωσική ενέργεια, αφετέρου το να στερηθεί η Μόσχα τα έσοδα που της επιτρέπουν να συνεχίζει τον πόλεμο στην Ουκρανία. Σύντομα θα φανεί ότι η πολιτική αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα η ΕΕ όχι μόνο να μην απεξαρτηθεί από την Ρωσία, αλλά να εξαρτηθεί και από την Κίνα!
Η τιμή του πετρελαίου ουσιαστικά τίθεται σε δεύτερη μοίρα, αφού τώρα μπαίνει σε πρώτο πλάνο η τιμή των διυλισμένων προϊόντων και δη των καυσίμων (αμόλυβδη και μαζούτ). Αν δεν προκύψουν νέα δεδομένα, η τιμή του πετρελαίου θα παρουσιάζει μια ομαλή πτωτική πορεία για το επόμενο τρίμηνο, η οποία, όμως, δεν θα συνάδει με την πορεία της τιμής του ντίζελ και της αμόλυβδης.
Είναι αμφίβολο, όμως, εάν η τιμή του πετρελαίου θα συνεχίσει να κινείται πτωτικά μετά το πρώτο δίμηνο του 2023. Θα εξαρτηθεί από το πόσο σκληρό χειμώνα θα έχουμε φέτος. Η άτυπη ανακωχή στον πόλεμο των τιμών ενέργειας άνοιξε δίαυλους επικοινωνίας ανάμεσα στους μεγάλους παίκτες. Συνεχίζεται και πέραν των αμερικανικών εκλογών του Νοεμβρίου. Αυτή τη φορά άπαντες κατάλαβαν ότι πρέπει να συνεχιστεί και στην περίοδο των εορτών, διότι το διακύβευμα ήταν τεράστιο. Βλέπετε ο καλύτερος μήνας για να κλείσει καλά ένα έτος είναι ο Δεκέμβριος. Και κανείς δεν ήθελε να τον χαλάσει.
Το να πέσει λοιπόν το βαρέλι σε πιο χαμηλές τιμές λόγω πλήρωσης των αποθηκευτικών χώρων δεν θα είναι έκπληξη. Αυτό, όμως, δεν θα έχει μεγάλο κύκλο ζωής. Τα καλά νέα, σε συνδυασμό με την πτώση των μεταφορικών των πλοίων (containerships, tankers, LNG carriers) είναι αποτέλεσμα μιας ελπιδοφόρας περιόδου, αλλά η κρίση που έρχεται στις βιομηχανικές πρώτες ύλες και η συσσώρευση προβλημάτων στην προσφορά πετρελαίου οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε νέα έξαρση των τιμών. Μένει να δούμε πόσο κοντά ή μακριά θα είναι από το τέλος Ιανουαρίου. Μην είστε σίγουροι, λοιπόν, ότι δεν θα ξαναδούμε τριψήφιες τιμές πετρελαίου (100-110 δολάρια το βαρέλι).
Αυτή είναι η αιτία με απλά λόγια, που η αγορά ενέργειας θα αχρηστεύσει την πολιτική του πλαφόν της ΕΕ. Πιθανότατα την πολιτική αυτή αποφάσισαν χαρτογιακάδες πολιτικοί, οι οποίοι μάλλον δεν γνωρίζουν τι χρώμα έχει το πετρέλαιο. Εάν η Δύση ήθελε πραγματικά να βλάψει τις εξαγωγές της Ρωσίας, ο τρόπος να το κάνει είναι να ενθαρρύνει μεγάλες επενδύσεις σε νέα κοιτάσματα. Είδατε κανέναν στην ΕΕ να το συζητά αυτό; Οι κυβερνήσεις των G7 διατηρούν τους φραγμούς στις επενδύσεις στα ορυκτά καύσιμα, θέτοντας ταυτόχρονα ρυθμίσεις –με πρόσχημα τα αποκαλούμενα περιβαλλοντικά βάρη– οι οποίες καθιστούν πιο δύσκολη την ενεργειακή επάρκεια.
Αυτό που “σκότωσε” την πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του 1970 ήταν η εκπληκτική άνοδος των επενδύσεων σε ανακάλυψη νέων κοιτασμάτων. Η απόφαση του ΟΠΕΚ να μην μειώσει την παραγωγή του είναι ενδεικτική. Κατάργησε, μάλιστα, τις μηνιαίες συναντήσεις του. Θα υπάρξει άλλη μία τον Φεβρουάριο και άλλη μία τον Ιούνιο. Πράγμα που σημαίνει ότι ο ΟΠΕΚ βγάζει τον εαυτό του από το κάδρο της ενεργειακής κρίσης, αφήνοντας τους Δυτικούς να εισπράξουν ολόκληρο το ολέθριο σφάλμα τους.
Κίνα και Ρωσία γνωρίζουν ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και άλλες εναλλακτικές λύσεις δεν είναι σχεδόν καθόλου εναλλακτική λύση. Και ούτως ή άλλως, για να προσεγγίσει να γίνει εναλλακτική θα απαιτούσε επενδύσεις τρισ. δολαρίων στην εξόρυξη χαλκού, κοβαλτίου και σπάνιων γαιών. Και φυσικά η Κίνα, αρπάζει μέσα από τα χέρια των ευρωπαϊκών εταιριών κατασκευής ηλιακών πάνελ τεράστια μερίδια.
Εν κατακλείδι, η Δύση είναι αμφίβολο αν έχει καταλάβει τι ακριβώς επιχειρούν οι ηγέτες της. Όλη αυτή η κινητοποίηση για επιβολή κυρώσεων μας λένε ότι γίνεται με σκοπό αφενός την απεξάρτηση της Ευρώπης από τη ρωσική ενέργεια, αφετέρου το να στερηθεί η Μόσχα τα έσοδα που της επιτρέπουν να συνεχίζει τον πόλεμο στην Ουκρανία. Σύντομα θα φανεί ότι η πολιτική αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα η ΕΕ όχι μόνο να μην απεξαρτηθεί από την Ρωσία, αλλά να εξαρτηθεί και από την Κίνα!
Η τιμή του πετρελαίου ουσιαστικά τίθεται σε δεύτερη μοίρα, αφού τώρα μπαίνει σε πρώτο πλάνο η τιμή των διυλισμένων προϊόντων και δη των καυσίμων (αμόλυβδη και μαζούτ). Αν δεν προκύψουν νέα δεδομένα, η τιμή του πετρελαίου θα παρουσιάζει μια ομαλή πτωτική πορεία για το επόμενο τρίμηνο, η οποία, όμως, δεν θα συνάδει με την πορεία της τιμής του ντίζελ και της αμόλυβδης.
Είναι αμφίβολο, όμως, εάν η τιμή του πετρελαίου θα συνεχίσει να κινείται πτωτικά μετά το πρώτο δίμηνο του 2023. Θα εξαρτηθεί από το πόσο σκληρό χειμώνα θα έχουμε φέτος. Η άτυπη ανακωχή στον πόλεμο των τιμών ενέργειας άνοιξε δίαυλους επικοινωνίας ανάμεσα στους μεγάλους παίκτες. Συνεχίζεται και πέραν των αμερικανικών εκλογών του Νοεμβρίου. Αυτή τη φορά άπαντες κατάλαβαν ότι πρέπει να συνεχιστεί και στην περίοδο των εορτών, διότι το διακύβευμα ήταν τεράστιο. Βλέπετε ο καλύτερος μήνας για να κλείσει καλά ένα έτος είναι ο Δεκέμβριος. Και κανείς δεν ήθελε να τον χαλάσει.
Το να πέσει λοιπόν το βαρέλι σε πιο χαμηλές τιμές λόγω πλήρωσης των αποθηκευτικών χώρων δεν θα είναι έκπληξη. Αυτό, όμως, δεν θα έχει μεγάλο κύκλο ζωής. Τα καλά νέα, σε συνδυασμό με την πτώση των μεταφορικών των πλοίων (containerships, tankers, LNG carriers) είναι αποτέλεσμα μιας ελπιδοφόρας περιόδου, αλλά η κρίση που έρχεται στις βιομηχανικές πρώτες ύλες και η συσσώρευση προβλημάτων στην προσφορά πετρελαίου οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε νέα έξαρση των τιμών. Μένει να δούμε πόσο κοντά ή μακριά θα είναι από το τέλος Ιανουαρίου. Μην είστε σίγουροι, λοιπόν, ότι δεν θα ξαναδούμε τριψήφιες τιμές πετρελαίου (100-110 δολάρια το βαρέλι).
Πηγή : https://slpress.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου