Η επικεφαλής της Εισαγγελίας κατά της Διαφθοράς, Ελένη Τουλουπάκη, άσκησε ποινικές διώξεις σε βάρος 38 προσώπων για αδικήματα σε βαθμό κακουργήματος που είναι σχετικά με θαλασσοδάνεια που χορήγησε η Τράπεζα Πειραιώς καθώς και για παραβίασεις από την εν λόγω τράπεζα των μέτρων των capital control.
Μεταξύ των 40 προσώπων σε βάρος των οποίων στρέφονται οι ποινικές διώξεις, περιλαμβάνονται ο πρώην ισχυρός άνδρας της Τράπεζας Πειραιώς, Μιχάλης Σάλλας, πρώην και νυν στελέχη της ίδιας τράπεζας, καθώς και επιχειρηματίας.
Οι ποινικές διώξεις προκάλεσαν τη διαμαρτυρία των συνηγόρων υπεράσπισης, οι οποίοι κάνουν λόγο για αναρμοδιότητα της Εισαγγελίας κατά της Διαφθοράς για την άσκησή τους.
Αναλυτικότερα, οι ποινικές διώξεις που άσκησε η κ. Τουλουπάκη αφορούν τα αδικήματα: απιστία, ηθική αυτουργία σε απιστία, συνέργεια σε απιστία, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικη δραστηριότητα (ξέπλυμα βρώμικου χρήματος). Οι πράξεις αυτές φέρονται να τελέστηκαν κατά τη χρονική περίοδο 2015-2016 και είναι σχετικές με τη χορήγηση δανείων χωρίς τις απαραίτητες εξασφαλίσεις για τα συμφέροντα της τράπεζας αλλά και τη διαρροή κεφαλαίων στο εξωτερικό την περίοδο κατά την οποία ίσχυαν μέτρα capital control στη χώρα μας .
Πληροφορίες αναφέρουν, ότι τα ποσά τα οποία χορηγήθηκαν σε δάνεια χωρίς επαρκείς εξασφαλίσεις φέρονται να αγγίζουν τα 400 εκατ. ευρώ ενώ στο εξωτερικό εκτιμάται ότι «φυγαδεύτηκαν» περίπου 127 εκατ. ευρώ.
Η υπεράσπιση των κατηγορουμένων υποστηρίζει ότι η Εισαγγελία κατά της Διαφθοράς είναι αναρμόδιο για την άσκηση των διώξεων γιατί από τη στιγμή που οι εμπλεκόμενοι κλήθηκαν ως ύποπτοι, είχε αφαιρεθεί, με την εφαρμογή του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, από τους συγκεκριμένους εισαγγελείς η αρμοδιότητα να ελέγχουν τράπεζες (καθότι οι τράπεζες δεν ανήκουν στον στενό δημόσιο τομέα).
Αυτό τον ισχυρισμό προβάλουν οι συνήγοροι των κατηγορουμένων, ενώ εισαγγελικές πηγές σχολίαζαν σχετικά πως αυτές οι αρμοδιότητες που τους είχαν αφαιρεθεί επανήλθαν πλήρως στις 8 Αυγούστου και δημοσιεύθηκαν ήδη στο ΦΕΚ.
Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι για δύο από τα τραπεζικά στελέχη που είχαν κληθεί με την ιδιότητα του υπόπτου, η δικογραφία τέθηκε στο αρχείο.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των κατηγορούμενων στην υπόθεση σε δήλωσή τους αναφέρουν τα εξής:
«Πληροφορηθήκαμε κατάπληκτοι από τα ΜΜΕ ότι η Εισαγγελία Διαφθοράς άσκησε ποινική δίωξη κατά των εντολέων μας. Η δίωξη αυτή είναι απολύτως παράνομη. Η προκαταρκτική εξέταση που προηγήθηκε, χωρίς να ολοκληρωθεί νομότυπα, παραβίασε όλα τα θεμελιώδη δικαιώματα των εμπλεκομένων διότι:
1) Λόγω της αλλαγής του νομοθετικού πλαισίου ως προς την αρμοδιότητα της Εισαγγελίας Διαφθοράς υπήρξε παλινωδία μεταξύ των διαφόρων εισαγγελικών αρχών ως προς το ποια είναι αρμόδια για την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης. Ενώ δε οι εμπλεκόμενοι, με έγγραφο αίτημά τους είχαν επισημάνει την έλλειψη αρμοδιότητας της Εισαγγελίας Διαφθοράς για την υπόθεση, εξηγώντας το αυτονόητο, ότι δηλαδή μόνο για το λόγο αυτό δεν παρείχαν και επί της ουσίας εξηγήσεις, αναμέναμε τον τελικό καθορισμό της αρμόδιας εισαγγελικής αρχής και τη νομότυπη εκ μέρους της κλήση για παροχή εξηγήσεων, εν τούτοις ασκήθηκε η δίωξη, χωρίς να δοθεί στους περισσότερους από τους εντολείς μας η δυνατότητα παροχής γραπτών εξηγήσεων όπως ρητά επιτάσσουν ως απαραίτητη προϋπόθεση του κύρους της προκαταρκτικής εξέτασης οι σχετικές διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
2) Στους εντολείς μας και τους λοιπούς εμπλεκομένους δεν γνωστοποιήθηκαν καθόλου ποιες είναι οι πράξεις για τις οποίες κλήθηκαν να δώσουν εξηγήσειςκατ’ ωμή παράβαση της ρητής διάταξης του άρθρου 244 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
3) Δεν τηρήθηκαν οι κανόνες προδικασίας που προβλέπονται στα άρθρα 95, 96 και 244 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, δηλαδή δεν τους γνωστοποιήθηκαν με τον προβλεπόμενο τρόπο τα δικαιώματά τους.
Εξ αιτίας των προηγούμενων παραβάσεων εκ μέρους της Εισαγγελίας Διαφθοράς και παρά την απολύτως δικαιολογημένη πεποίθησή μας ότι μετά την άρση της παλινωδίας περί αρμοδιότητας ή μη της ως άνω Εισαγγελίας οι εντολείς μας θα καλούντο νομοτύπως για παροχή εξηγήσεων, με τις εγγυήσεις που παρέχει ο νέος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, αιφνιδιάστηκαν ωστόσο με την παράνομη και καταχρηστική άσκηση ποινικής δίωξης διότι δεν μπόρεσαν να ακουστούν για την υπόθεσή τους, όπως επιβάλλεται από τις σχετικές διατάξεις τόσο του Κοινοτικού όσο και του εσωτερικού Δικαίου. Κατά συνέπεια η προκαταρκτική εξέταση, όπως και η ποινική δίωξη που ακολούθησε,είναι απολύτως άκυρη. Η ακυρότητα αυτή θα ζητήσουμε άμεσα να κηρυχθεί αρμοδίως. Είναι αυτονόητο ότι θα ζητήσουμε επίσης άμεσα από τον κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την πειθαρχικήδιερεύνηση της υποθέσεως, στο βαθμό που τέτοιες συμπεριφορές εκ μέρους εισαγγελικών λειτουργών υπονομεύουν σοβαρά τη λειτουργία του κράτους δικαίου.
Με δεδομένο το βαθύτατο σεβασμό που τρέφουμε για τη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της, οφείλουμε παρόλα αυτά να επισημάνουμε ότι η συρροή τόσων παραβάσεων, που δεν μπορεί να οφείλονται σε άγνοια ή αμέλεια, σε συνδυασμό με την άμεση δημοσιοποίηση της ποινικής δίωξης προκαλεί έντονο προβληματισμό για τα πραγματικά κίνητράτης.
Αθήνα, 28.8.2019
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι
Αριστοτέλης Χαραλαμπάκης
Παναγιώτης Μιχαλόλιας,
Ηλίας Αναγνωστόπουλος,
Οββαδίας Ναμίας,
Ιωάννης Μπενετάτος»
Δεν τίθεται ζήτημα καταχρηστικότητας της δίωξης απαντά η Εισαγγελία κατά της Διαφθοράς
Mε αφορμή τις δηλώσεις των δικηγόρων από την Εισαγγελία Διαφθοράς διευκρινίζεται ότι: «Η ποινική δίωξη στην εν λόγω υπόθεση ασκήθηκε από την Εισαγγελία Διαφθοράς , η οποία σύμφωνα με τη ρύθμιση είναι η αποκλειστικώς αρμόδια για το χειρισμό της . Η κλήση σε εξηγήσεις των καθ΄ ών η προκαταρκτική εξέταση έλαβε χώρα σε χρόνο που η Εισαγγελία Διαφθοράς επίσης είχε αποκλειστική αρμοδιότητα και χορηγήθηκε η αιτηθείσα προθεσμία . Ως εκ τούτου δεν τίθεται κανένα ζήτημα καταχρηστικότητας της δίωξης».
Πηγή : http://directnews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου