MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Πέμπτη 13 Ιουνίου 2019

Ο εργατικός μεσαίωνας των μνημονίων

Η Ελλάδα δεν μπορεί να παράγει ούτε νέες, ούτε σωστά αμειβόμενες, ούτε αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας – ενώ οι όποιες διαθέτει μειώνονται συνεχώς, το εξειδικευμένο επιστημονικό της δυναμικό την εγκαταλείπει και η κατάσταση της οδηγείται από το κακό στο χειρότερο. Έχει όμως τις προϋποθέσεις να τα καταφέρει, εάν εφαρμοσθεί μία σωστή οικονομική πολιτική – προφανώς με τον απαραίτητο κεντρικό σχεδιασμό και με την επικέντρωση της στους τομείς που η χώρα διαθέτει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, όπως είναι η πρωτογενής παραγωγή με τη μεταποίηση της, ο τουρισμός και η ναυτιλία, όπου όμως πρέπει να παράγει ποιοτικά υψηλά προϊόντα και υπηρεσίες, με το χαμηλότερο δυνατό κόστος επένδυσης.

Ανάλυση 

Η Ελλάδα, στο θέμα της απασχόλησης, πρέπει να δρομολογήσει τα εξής: (α) να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, (β) να αμείβονται σωστά οι εργαζόμενοι και (γ) όλες οι θέσεις εργασίας να είναι αξιοπρεπείς. Παράλληλα (1) οι εργαζόμενοι οφείλουν από την πλευρά τους να αποκτήσουν καλύτερη εργασιακή ηθική, εκτιμώντας τη θέση εργασίας τους και θεωρώντας τις επιχειρήσεις που εργάζονται δικές τους – έτσι ώστε να αποδίδουν όσο το δυνατόν περισσότερο, έχοντας λογικές απαιτήσεις ανταμοιβής και (2) οι εργοδότες να συμπεριφέρονται σωστά στο προσωπικό τους, ενδιαφερόμενοι περισσότερο για την εταιρεία τους (=επενδύοντας μεγάλο μέρος των κερδών τους σε σύγχρονες διαδικασίες παραγωγής, πώλησης ή διανομής, σε καινούργια μηχανήματα κοκ.) και λιγότερο για το προσωπικό τους συμφέρον – συνειδητοποιώντας πως πρέπει με τη σειρά τους να κάνουν ότι μπορούν για να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης τους και των εργαζομένων της, μεταξύ άλλων για να αμείβονται και να εργάζονται οι τελευταίοι αξιοπρεπώς. 

Νέες θέσεις εργασίας 

Ξεκινώντας από τις νέες θέσεις εργασίας, είναι ασφαλώς μεγάλος μύθος το ότι μειώθηκε η ανεργία στην Ελλάδα – αφού εάν μετρήσει κανείς τις ώρες απασχόλησης παρέμειναν οι ίδιες, ενώ προφανώς είναι αδύνατον να μην αυξάνεται το πραγματικό ΑΕΠ και ταυτόχρονα να μειώνεται η ανεργία (μία θέση εργασίας απαιτεί στην Ελλάδα 50.000 € ετήσιο ΑΕΠ – στη Γερμανία ή στην Ολλανδία πολύ περισσότερα). 

Ακόμη χειρότερα, για να δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας μετά από μία βαθιά ύφεση, απαιτείται ο ρυθμός ανάπτυξης να είναι μεγαλύτερος του 2% – επειδή διαφορετικά οι εργοδότες δεν προσλαμβάνουν προσωπικό νοιώθοντας ανασφάλεια, αλλά καλύπτουν τις ανάγκες τους με το υπάρχον. Στα πλαίσια αυτά η ανεργία μειώθηκε μόνο στατιστικά, κυρίως επειδή αυξήθηκε ραγδαία η μερική απασχόληση – ταυτόχρονα με τη μαζική μετανάστευση των νέων. 

Επομένως, όπως όλα τα υπόλοιπα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, από το ασφαλιστικό και τις συντάξεις έως τα χρέη, η λύση δεν είναι άλλη από την άνοδο του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας μας – οπότε από την παραγωγή πλούτου, χωρίς την οποία δεν υπάρχει μέλλον. 

Η σωστή αμοιβή των εργαζομένων 

Όσον αφορά τώρα τη σωστή πραγματική (=αφαιρουμένου του πληθωρισμού) αμοιβή των εργαζομένων, δεν πρέπει να είναι το αποτέλεσμα του καθορισμού της από το κράτος ή από οπουδήποτε αλλού, αλλά της ανταγωνιστικότητας τους – σημειώνοντας πως ένας από τους λόγους που η Ελλάδα υπερχρεώθηκε ήταν η άνοδος των μισθών μετά την είσοδο της στην Ευρωζώνη, σε επίπεδα μεγαλύτερα της ανταγωνιστικότητας της και του πληθωριστικού στόχου της ΕΚΤ. 

Ειδικότερα, όπως φαίνεται από το γράφημα, οι μισθοί των εργαζομένων αυξήθηκαν κατακόρυφα από το 2001 έως το 2009, περισσότερο από τον πληθωρισμό και από την παραγωγικότητα τους – όταν την ίδια χρονική περίοδο στη Γερμανία μειώθηκαν ύπουλα ή παρέμειναν στάσιμοι, με στόχο την άνοδο της δικής της ανταγωνιστικότητας εις βάρος των εταίρων της (ανάλυση). 

Ως εκ τούτου μειωνόταν συνεχώς η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας, οπότε αυξανόταν οι τιμές των προϊόντων μας, ενώ ταυτόχρονα παράγαμε λιγότερα – με τελικό αποτέλεσμα οι αυξημένοι μισθοί να οδηγούν στην κατανάλωση εισαγομένων προϊόντων και να εκτοξευθεί το εμπορικό μας έλλειμμα. Επίσης το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μας στο -15,1% (γράφημα), το οποίο εξελίχθηκε στο νούμερο ένα πρόβλημα της οικονομίας μας. Για να κατανοήσει κανείς τη σημασία του, αρκεί να γνωρίζει πως σε εκείνα τα κράτη που δεν έχουν το ευρώ, όταν το έλλειμμα τους υπερβαίνει το 5%, αφενός μεν καταρρέει το νόμισμα τους, αφετέρου κινδυνεύουν να χρεοκοπήσουν λόγω του εξωτερικού χρέους που δημιουργεί – όπως στο παράδειγμα της Τουρκίας ή της Αργεντινής σήμερα. 

Η επίλυση τώρα του συγκεκριμένου προβλήματος της Ελλάδας επιχειρήθηκε με την πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης που επιβλήθηκε με τα μνημόνια – όπου όμως η εγχείρηση πέτυχε, αλλά ο ασθενής βυθίστηκε σε κώμα, από το οποίο δυστυχώς δεν πρόκειται να επανέλθει εάν συνεχιστεί η ίδια πολιτική. Αντίθετα η κατάσταση της χώρας μας θα επιδεινώνεται, όπως τεκμηριώθηκε πρόσφατα από τη μείωση των εξαγωγών και από την αύξηση ξανά των εισαγωγών (άρα από τη μείωση του ρυθμού ανάπτυξης) – παρά την τεράστια πτώση του κόστους εργασίας ανά μονάδα παραγομένου προϊόντος μετά το 2010. 

Σε σχέση τώρα με τη σωστή αμοιβή των εργαζομένων, είναι εκείνη που συνδέεται με την παραγωγικότητα τους και με τον πληθωρισμό – οπότε, εάν είναι ελαφρά χαμηλότερη από την παραγωγικότητα τους, αυξάνεται συνεχώς η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. 

Οι αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας 

Αναφορικά με τον τρίτο «πυλώνα» της απασχόλησης, οι αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας είναι το αποτέλεσμα της παραγωγικότητας των εργαζομένων και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων – η οποία δεν εξαρτάται μόνο από το κόστος εργασίας αλλά, επί πλέον, από τις επενδύσεις σε σύγχρονες διαδικασίες παραγωγής και διάθεσης, σε καινούργια μηχανήματα κοκ. Επίσης από τη δυνατότητα φθηνής χρηματοδότησης των επιχειρήσεων (που εξαρτάται με τη σειρά της από την πιστοληπτική τους ικανότητα), από τη φορολογία, από το κόστος της γραφειοκρατίας, από την τεχνολογική τους υπεροχή κλπ. 

Εν προκειμένω η Ελλάδα είναι σε πολύ δυσμενή θέση – αφού οι επενδύσεις υποχωρούν διαρκώς, η χρηματοδότηση είναι ακριβή και δύσκολη, η πιστοληπτική ικανότητα τόσο του δημοσίου, όσο και του ιδιωτικού τομέα της είναι σχεδόν ανύπαρκτη λόγω υπερχρέωσης τους (το κράτος οφείλει πάνω από το 180% του ΑΕΠ και μάλιστα σε ξένους, το κόκκινο ιδιωτικό χρέος είναι επίσης άνω του 180% του ΑΕΠ, ενώ οι τράπεζες είναι χρεοκοπημένες), τα προϊόντα της δεν είναι υψηλής τεχνολογίας και ανταγωνίζονται αυτά χωρών όπως η Τουρκία με ένα πάμφθηνο εργατικό δυναμικό και με ένα νόμισμα που καταρρέει ή η Κίνα στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης, η φορολογία είναι πάρα πολύ υψηλή, η γραφειοκρατία τεράστια κοκ. 

Επομένως δεν μπορεί να παράγει αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας, οι όποιες διαθέτει μειώνονται συνεχώς, το εξειδικευμένο επιστημονικό της δυναμικό την εγκαταλείπει και η κατάσταση της οδηγείται από το κακό στο χειρότερο – αν και έχει τις προϋποθέσεις να τα καταφέρει, εάν εφαρμοσθεί μία σωστή οικονομική πολιτική. 

Προφανώς με τον απαραίτητο κεντρικό σχεδιασμό και με την επικέντρωση της στους τομείς που διαθέτει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα – όπως είναι η πρωτογενής παραγωγή με τη μεταποίηση της, ο τουρισμός και η ναυτιλία, όπου όμως πρέπει να παράγει ποιοτικά υψηλά προϊόντα και υπηρεσίες, με το χαμηλότερο δυνατό κόστος επένδυσης. 

Επίλογος 

Ολοκληρώνοντας, για να τα καταφέρει η Ελλάδα θα πρέπει να προωθήσει τις εγχώριες επενδύσεις και όχι τις ξένες – κρίνοντας από το γεγονός ότι, οι ξένες επενδύσεις ήταν ανέκαθεν χαμηλές ως προς το ΑΕΠ, ενώ σήμερα είναι ήδη υψηλότερες από το 2008 (γράφημα). Ειδικότερα, δεν ξεπερνούσαν ποτέ τα 4 δις € ετήσια, όταν οι εγχώριες ήταν πάνω από 60 δις € – οπότε είναι ξεκάθαρη η διαφορά. 

Για να επιτευχθεί τώρα κάτι τέτοιο, θα πρέπει αφενός μεν να μειωθούν δραστικά οι φορολογικοί συντελεστές (η μικρή μείωση τους δεν θα έχει κανένα αποτέλεσμα και απλά θα στερήσει έσοδα από το δημόσιο), αφετέρου να αυξηθούν σημαντικά οι δημόσιες επενδύσεις – έτσι ώστε να δημιουργηθεί ζήτηση και να ακολουθήσει ο ιδιωτικός τομέας. 

Εν προκειμένω δεν είναι η υποκειμενική μας άποψη, αλλά μία κλασσική συνταγή που εφαρμόσθηκε μεταξύ άλλων στις Η.Π.Α. τη δεκαετία του 1930, για να αντιμετωπισθεί η Μεγάλη Ύφεση – λαμβάνοντας υπ’ όψιν πως η ύφεση, στην οποία βυθίστηκε η Ελλάδα από το εκ προμελέτης έγκλημα των μνημονίων (ανάλυση) είναι ακόμη μεγαλύτερη, αφού δεν χάθηκε μόνο το 25% του ΑΕΠ της, αλλά και το +10% περίπου που αναπτύχθηκαν κατά μέσον όρο μετά το 2009 τα άλλα κράτη της Ευρωζώνης. 

Εάν δεν συμβεί κάτι τέτοιο, θα βιώσουμε σύντομα έναν εργασιακό μεσαίωνα στην Ελλάδα – όπου οι Έλληνες θα μετατραπούν σε φθηνούς και απροστάτευτους εργαζόμενους των ξένων ή, ακόμη χειρότερα, σε εξαθλιωμένους σκλάβους χρέους μίας περιοχής που δεν θα ανήκει πλέον στους ίδιους. 


Πηγή : https://analyst.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου