Οι τοκογλύφοι που έχουν καταφέρει να κυριαρχήσουν στον πλανήτη, δεν είναι καθόλου πρόθυμοι να χάσουν τα τεράστια προνόμια που τους προσφέρει ο έλεγχος του συστήματος του χρέους, επιτρέποντας την επικράτηση της «Νέας Νομισματικής Θεωρίας» (ΜΜΤ) – υπενθυμίζοντας το ρητό, σύμφωνα με το οποίο τα εξής: «Άφησε με ελεύθερο να εκδίδω και να ελέγχω τα χρήματα ενός έθνους και δεν με ενδιαφέρει ποιος ψηφίζει τους νόμους του».
«Ο νούμερο ένα εχθρός της συντριπτικής πλειοψηφίας των ανθρώπων είναι οι τοκογλύφοι – ενώ η μοναδική προστασία απέναντι τους είναι η γνώση της πραγματικής λειτουργίας του χρήματος».
Έχουμε αναφερθεί ήδη στη «Σύγχρονη Νομισματική Θεωρία» (Modern Monetary Theory, MMT), η οποία έχει αναπτυχθεί τα τελευταία 25 χρόνια – σημειώνοντας πως στο επίκεντρο της είναι η «Κρατική Θεωρία του Χρήματος» που αναλύθηκε από τον Γερμανό οικονομολόγο G. F. Knapp, πριν από εκατό περίπου έτη. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη θεωρία, το κράτος εκδίδει χρήματα και με αυτά καλύπτει τις δαπάνες του – ενώ οι φόροι δεν αποτελούν κρατικό χρηματοδοτικό εργαλείο, αλλά έναν τρόπο περιορισμού του πληθωρισμού (πηγή: Haring). .
Εν προκειμένω, με την έννοια πως μέσω των φόρων απορροφάται ξανά ένα μέρος των χρημάτων που έχουν τεθεί σε κυκλοφορία από το κράτος – ενώ παράλληλα οι φόροι χρησιμοποιούνται ως εργαλείο της αναδιανομής των εισοδημάτων. Το ίδιο συμβαίνει επίσης με τα κρατικά ομόλογα που δεν έχουν σκοπό τη χρηματοδότηση της χώρας, αλλά τον έλεγχο των επιτοκίων – όπου όταν το κράτος εκδίδει ομόλογα και πληρώνει τόκο, εμποδίζει την πτώση των επιτοκίων στο μηδέν, οπότε τη διενέργεια εσφαλμένων (=μη παραγωγικών) επενδύσεων (κάτι που δυστυχώς παρατηρείται σήμερα). Με απλά λόγια, μέσω της έκδοσης ομολόγων η εκάστοτε κυβέρνηση ανταλλάσσει ένα μέρος των χρημάτων μηδενικού επιτοκίου που έχει εκδώσει, με έντοκα ομόλογα – ενώ η διαδικασία είναι η εξής:
Η κεντρική τράπεζα προσφέρει στις εμπορικές τράπεζες μέσω της απλής εγγραφής στον υπολογιστή χρήματα, με τη μορφή πιστωτικού υπολοίπου – καταθέσεων κατά κάποιον τρόπο. Με τα χρήματα αυτά οι τράπεζες αγοράζουν ομόλογα του δημοσίου – οπότε προσφέρουν με τη σειρά τους χρήματα στο κράτος. Όταν τώρα η κεντρική τράπεζα αγοράζει μόνη της ομόλογα του δημοσίου, όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνιασε μεγάλη έκταση στα πλαίσια των προγραμμάτων «ποσοτικής χαλάρωσης» (QE), τότε λειτουργεί σχεδόν άμεσα ως κρατικός χρηματοδότης – με μία μικρή παράκαμψη, αφού αγοράζει τα ομόλογα μέσω των τραπεζών και όχι απ’ ευθείας από το δημόσιο.
Σε τελική ανάλυση λοιπόν, σύμφωνα με την MMT, η κεντρική τράπεζα δραστηριοποιείται εφόσον υπάρχει ανάγκη ως ο χρηματοδότης του κράτους – ενώ η τυπική ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών από τις κυβερνήσεις, εξυπηρετεί μόνο την απόκρυψη της μεταξύ τους σύνδεσης από την κοινή γνώμη.
Το γεγονός αυτό αποτελεί έναν σημαντικό λόγο, εξαιτίας του οποίου η ΜΜΤ αντιμετωπίζεται εχθρικά από τους συμβατικούς, επικρατούντες (mainstream) οικονομολόγους και από τα στελέχη των κεντρικών τραπεζών – οι οποίοι τονίζουν πάντοτε και σε μεγάλο βαθμό τη σημασία της ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών, εκμεταλλευόμενοι την άγνοια των ανθρώπων.
Το χαρακτηριστικό παράδειγμα του Καναδά
Συνεχίζοντας, η ΜΜΤ είναι μία θεωρία της προτεραιότητας της οικονομικής (δημοσιονομικής) πολιτικής – η οποία είναι αντίθετη με την προτεραιότητα της νομισματικής πολιτικής, όπως αυτή που υποστηρίζει η ΕΚΤ. Ειδικότερα, η ΕΚΤ διενεργεί νομισματική πολιτική για 19 κράτη, με ανεξάρτητες δημοσιονομικές πολιτικές – οπότε, τουλάχιστον για την Ευρωζώνη, οι σχέσεις που υποστηρίζει η ΜΜΤ δεν φαίνεται να ισχύουν.
Αυτό που τώρα είναι γνωστό σε ελάχιστους, αφορά τον Καναδά – την κεντρική τράπεζα καλύτερα μίας προηγμένης βιομηχανικής χώρας, της οποίας οι νόμοι και η πρακτική της παρέχουν συγκεκριμένο επεξηγηματικό υλικό μίας τέτοιας πολιτικής, όπως αυτή που επικαλείται η ΜΜΤ.
Αναλυτικότερα, η Τράπεζα του Καναδά δημιουργεί σταθερά νέα χρήματα, με τα οποία χρηματοδοτείται ένα μέρος του προϋπολογισμού της χώρας – ενώ κάθε φορά που οργανώνει για την κυβέρνηση μία δημοπρασία πώλησης καινούργιων ομολόγων, παρακρατεί εκ των προτέρων περίπου το 20% της νέας έκδοσης στα δικά της λογιστικά βιβλία. Ως αντάλλαγμα για τα ομόλογα που παρακρατεί, εγγράφει το ποσόν της αξίας τους ως πίστωση στο λογαριασμό του κράτους που διατηρεί η ίδια – ενώ τα χρήματα αυτά η κυβέρνηση μπορεί να τα διαθέσει κατά το δοκούν.
Η νομική βάση για τα παραπάνω επεξηγείται από την επιστημονική υπηρεσία της Βουλής του Καναδά – σε ένα κείμενο της από το έτος 2015 με τον τίτλο «Πώς η Τράπεζα του Καναδά δημιουργεί χρήματα για την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση» (πηγή). Ειδικότερα, αναφέρεται πως ο νόμος περί της λειτουργίας της κεντρικής τράπεζας εξουσιοδοτεί την Τράπεζα του Καναδά να αγοράζει αξιόγραφα που είναι εγγυημένα από το κράτος – επίσης, να διατηρεί πιστωτικά υπόλοιπα για την κυβέρνηση. Σύμφωνα με τους ειδικούς του Κοινοβουλίου, «οι δύο αυτοί κανόνες μαζί φαίνεται να εξουσιοδοτούν την κεντρική τράπεζα να δημιουργεί χρήματα από το πουθενά, μέσω της απ’ ευθείας αγοράς κρατικών ομολόγων».
Περαιτέρω, η συγκεκριμένη διαδικασία λειτουργεί όπως η δημιουργία χρημάτων από τις εμπορικές τράπεζες, μέσω της παροχής δανείων (ανάλυση) – με τη σημαντική διαφορά όμως ότι, δεν υπάρχει κανένα ανώτατο όριο όσον αφορά την ποσότητα των χρημάτων που μπορεί να δημιουργήσει η κεντρική τράπεζα για το κράτος. Αντίθετα, για τις εμπορικές τράπεζες υπάρχουν όρια, τα οποία τοποθετούνται από τους ρυθμιστές της δημιουργίας χρημάτων από το πουθενά.
Ενώ τώρα για την παροχή ενός δανείου εκ μέρους μίας εμπορικής τράπεζας προς τον πελάτη της, μέσω της οποίας δημιουργείται νέο χρήμα, το σημαντικότερο κριτήριο είναι η πιστοληπτική του ικανότητα (=το κυριότερο πρόβλημα της στενότητας της ρευστότητας της Ελλάδας σήμερα, λόγω της οποίας στραγγαλίζεται η οικονομία της, ενώ έχει μετατραπεί σε υποχείριο της ΕΚΤ και των δανειστών της), για την κεντρική τράπεζα του Καναδά ούτε αυτό διαδραματίζει κάποιο ρόλο – δεν επηρεάζει δηλαδή καθόλου την απόφαση της, όσον αφορά την έκδοση χρημάτων μέσω της αγοράς κρατικών ομολόγων. Ως εκ τούτου, το εντυπωσιακό συμπέρασμα των εμπειρογνωμόνων του καναδικού Κοινοβουλίου, θα μπορούσε να προέρχεται από ένα κλασσικό εγχειρίδιο της ΜΜΤ, αφού γράφει τα εξής:
«Το γεγονός αυτό σημαίνει πως οι εξωτερικοί παράγοντες, όπως για παράδειγμα η δυσλειτουργία των διεθνών χρηματαγορών, είναι αδύνατον να οδηγήσουν στην εξάντληση των χρημάτων που διαθέτει η κυβέρνηση». Επομένως ο Καναδάς είναι αδύνατον να χρεοκοπήσει – αν και οφείλουμε να σημειώσουμε πως το Καρτέλ προωθεί τις φούσκες στη χώρα, για να πάψει να αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση για τα άλλα κράτη.
Συνεχίζοντας, παρά τη συνήθη απ’ ευθείας χρηματοδότηση του κράτους από την κεντρική του τράπεζα, το σπιράλ του πληθωρισμού που προβλέπεται από την επικρατούσα νομισματική θεωρία, δεν έχει μέχρι στιγμής υλοποιηθεί στον Καναδά – δεν έχει δηλαδή συμβεί ποτέ μέχρι σήμερα. Θα μπορούσε βέβαια να το αντικρούσει κανείς, ισχυριζόμενος πως η απ’ ευθείας αυτή αγορά κρατικών ομολόγων διατηρείται πολύ περιορισμένη – κάτι που όμως δεν ήταν πάντοτε έτσι.
Ειδικότερα, σύμφωνα με μία βρετανική μελέτη με τον τίτλο «Είναι πληθωριστική η νομισματική χρηματοδότηση;» (πηγή), η οποία ερεύνησε τη χρηματοδότηση του Καναδά από την κεντρική του τράπεζα μεταξύ των ετών 1935 και 1975, η Τράπεζα του Καναδά ιδιοκτησίας 100% του κράτους φρόντιζε σε μεγάλο βαθμό τόσο άμεσα, όσο και έμμεσα, μέσω του επηρεασμού των εμπορικών τραπεζών έτσι ώστε, τα καινούργια χρήματα που δημιουργούνταν να εξυπηρετούν τη χρηματοδότηση των κρατικών δαπανών – χωρίς ποτέ να χάσει τον έλεγχο του πληθωρισμού.
Επομένως η επικρατούσα νομισματική θεωρία που επιβάλλει ακριβώς το αντίθετο, με όπλο το φόβο του πληθωρισμού, είναι σκόπιμα λανθασμένη – έχοντας προφανώς στόχο να εξυπηρετήσει τη δικτατορία των εμπορικών τραπεζών και του υφισταμένου χρηματοπιστωτικού συστήματος του χρέους (ανάλυση). Εν προκειμένω οφείλουμε να σημειώσουμε πως η απ’ ευθείας χρηματοδότηση του κράτους από την κεντρική του τράπεζα δεν προτείνεται μόνο από τους οπαδούς της ΜΜΤ αλλά, επίσης, από αυτούς του «πλήρους χρήματος», με κέντρο βάρους την Ελβετία – αν και δυστυχώς δεν κατάφεραν να επικρατήσουν στο δημοψήφισμα που προκάλεσαν σχετικά πρόσφατα.
Σύμφωνα με τους τελευταίους το εγχείρημα, ο στόχος καλύτερα, είναι η αφαίρεση του προνομίου της έκδοσης χρημάτων από τις εμπορικές τράπεζες και η επικέντρωση του στην κεντρική τράπεζα – όπου, εάν η κεντρική τράπεζα ανήκει ως οφείλει στο δημόσιο, όπως στον Καναδά, τότε το αρκετά υψηλό κέρδος της έκδοσης χρημάτων θα εισρέει στον κρατικό προϋπολογισμό, με τελικό αποτέλεσμα τη μείωση των φόρων.
Εν τούτοις οι εμπορικές τράπεζες, οι τοκογλύφοι δηλαδή που έχουν καταφέρει να κυριαρχήσουν στον πλανήτη, δεν είναι καθόλου πρόθυμοι να χάσουν τα τεράστια προνόμια που τους προσφέρει ο έλεγχος των χρημάτων – υπενθυμίζοντας το ρητό, σύμφωνα με το οποίο τα εξής: «Άφησε με ελεύθερο να εκδίδω και να ελέγχω τα χρήματα ενός έθνους και δεν με ενδιαφέρει ποιος ψηφίζει τους νόμους του». (Rothschild).
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, είναι φανερό πως οι μεγάλες αμερικανικές τράπεζες, στις οποίες ανήκει η Fed που ουσιαστικά ελέγχει όλες τις υπόλοιπες κεντρικές, δεν πρόκειται ποτέ να επιτρέψουν ένα σύστημα, όπως αυτό του Καναδά – χρησιμοποιώντας κάθε θεμιτό και αθέμιτο τρόπο για να το αποτρέψουν, ενώ δεν θα δίσταζαν να προκαλέσουν ακόμη και υπερπληθωρισμό για να το αποφύγουν, όπως έχει συμβεί στο παρελθόν.
Όσον αφορά την Ευρωζώνη, οι χώρες που την συναποτελούν είναι δεμένες χειροπόδαρα από την ΕΚΤ, οπότε από τη Fed – ενώ σε πολλά από τα υπόλοιπα κράτη οι κεντρικές τράπεζες είναι ιδιωτικές και ελέγχονται απόλυτα από το τραπεζικό καρτέλ, καθώς επίσης από μία σειρά άλλων οργανισμών που διαθέτει (άρθρο).
Το Καρτέλ αυτό με τη σειρά του, στηριζόμενο από το δολάριο, από το ευρώ, από τα οικονομικά όπλα που δημιούργησε σταδιακά, από τα δικά του ΜΜΕ όπως το Economist ή οι Financial Times, από το στρατό κλπ., επιβάλλει σταδιακά τη δικτατορία των ελίτ του 0,01% – χειραγωγώντας με κάθε τρόπο τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού που είναι αδύνατον να γνωρίζει την πραγματική λειτουργία του συστήματος, πόσο μάλλον να πεισθεί από τους λίγους οπαδούς της ΜΜΤ και του πλήρους χρήματος.
Ως εκ τούτου η πλήρης επικράτηση του είναι μάλλον δεδομένη – αν και κανένας δεν μπορεί να αποκλείσει το αντίθετο, κρίνοντας από την εξέγερση των κίτρινων γιλέκων στη Γαλλία που υποσυνείδητα ίσως έχουν στραφεί εναντίον του ακραίου νεοφιλελευθερισμού και του Καρτέλ που τον επιβάλλει, διαισθανόμενοι πού οδηγεί τον πλανήτη.
Πηγή : https://analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου