Όσοι επιλέξουν κι αυτή τη φορά να ψηφίσουν με «αντί» κριτήριο (αντι-ΣΥΡΙΖΑ, αντι-ΝΔ, κοκ) ίσως δοκιμάσουν τη μεγαλύτερη έκπληξη της ζωής τους καθώς η ψήφος τους θα πάει για να στηρίξει μια νέα συγκυβέρνηση, τη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ. Η μάχη που διεξάγεται δεν είναι για το αν θα έχουμε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ή ΝΔ με τα απαραίτητα εξαπτέρυγα της Βουλής, δηλαδή το ΚΙΝΑΛ (ΠΑΣΟΚ) και τις κάθε λογής ψηφοπαγίδες από τα δεξιά και τα αριστερά, αλλά ποιος θα έχει το «πάνω χέρι» στην αυριανή συγκυβέρνηση.
Γι’ αυτήν την κυβέρνηση του «μεγάλου συνασπισμού» έβαλε ήδη υποψηφιότητα η ίδια η κ. Μπακογιάννη, η οποία επανέλαβε προσφάτως αυτό που έχει κάνει γνωστό εδώ και καιρό ο ίδιος ο κ. Μεϊμαράκης. Ότι, δηλαδή, η ΝΔ ήταν διατεθειμένη να συγκυβερνήσει με τον Τσίπρα προκειμένου να ανατραπεί το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου 2015 και να επιβληθεί το τρίτο και χειρότερο μνημόνιο.
Η κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού.
Να τις μας είπε η κ. Μπακογιάννη: «Όταν το 2015 ήρθε η μεγάλη κρίση και αρχηγός του κόμματος ήταν ο κ. Μεϊμαράκης το σύνολο του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας γνωρίζοντας το πολιτικό κόστος πήρε την απόφαση να ψηφίσει το τρίτο μνημόνιο, το οποίο είμαστε απολύτως σίγουροι ότι ήταν αχρείαστο, διότι προέκυψε μετά την Βαρουφακειάδα» ανέφερε χαρακτηριστικά η κυρία Μπακογιάννη και συνέχισε:
«Τότε ο κ. Μεϊμαράκης είχε πει στον κ. Τσίπρα ξεκάθαρα ότι στηρίζουμε και αν θέλετε να περπατήσουμε μαζί να βγάλουμε την Ελλάδα από την κρίση θα το κάνουμε».
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά: «Η απάντηση του κ. Τσίπρα ήταν πρώτον, να τον κοροϊδέψει (σ.σ. τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη) και να κάνει εκλογές, γιατί του είχε πει ότι δεν θα κάνει εκλογές, και δεύτερον, να διαλέξει ως αξιόπιστο συνεταίρο του τους ΑΝΕΛ. Έτσι τελείωσε το θέμα του μεγάλου συνασπισμού», ανέφερε η κυρία Μπακογιάννη, διευκρινίζοντας ότι «αν δεν είχε πάει σε εκλογές θα μπορούσε να είχε γίνει μία συζήτηση».
Τόνισε δε, πως θα μπορούσε να γίνει μια συζήτηση την ώρα που η χώρα είχε φτάσει στο παραπέντε να βγει από την Ευρώπη και το ευρώ. «…Θα μπορούσε να γίνει μια διαφορετική συζήτηση για το μεγάλο συνασπισμό. Βεβαίως και θα μπορούσε να γίνει. η συζήτηση ήταν ένα συνολικό πακέτο» είπε χαρακτηριστικά η ίδια, αποκλείοντας ωστόσο το ενδεχόμενο μιας τέτοιας συνεργασίας σήμερα. Ας ψηφίσει πρώτα το γνωστό υποζύγιο νομίζοντας ότι ψηφίζει κάτι διαφορετικό και ύστερα βλέπουμε.
«Σήμερα τέτοια συζήτηση για μεγάλο συνασπισμό δεν υπάρχει. Ναι, τότε θα μπορούσε να προχωρήσει ένα τέτοιο σενάριο. Εγώ δε, από την αρχή πίστευα ότι αυτό έπρεπε να γίνει και γι’ αυτό ψήφισα το μνημόνιο και γι’ αυτό διεγράφην από το κόμμα μου. Έλεγα κανένας μόνος του δεν μπορεί να βγάλει την Ελλάδα από την κρίση, το έλεγα, το φώναζα και τελικά το πλήρωσα με τη διαγραφή μου», υπογράμμισε η κ. Μπακογιάννη.
Είχαν αποφασίσει αιματοκύλισμα.
Αυτό που κάνει εντύπωση είναι η ευκολία με την οποία η κ. Μπακογιάννη πετά στο καλάθι των αχρήστων την ετυμηγορία του δημοψηφίσματος. Σε τι άραγε διαφέρει από τη λογική του «ασθενούς στο χειρουργικό κρεβάτι» του δικτάτορα Παπαδόπουλου; Επί της ουσίας σε τίποτε.
Άλλωστε η πολιτική κουλτούρα της κ. Μπακογιάννη, αλλά και της οικογένειάς της είναι απολύτως δεδομένη. Έχει εκπαιδευτεί καλά από τα πατρικά της. Τα συμφέροντα του ξένου παράγοντα, του ξένου κατακτητή πάνω απ’ όλα. Είτε πρόκειται για τους παλιούς ναζί, είτε αργότερα για την αμερικανοκρατία και τους Ευρωπαίους αποικιοκράτες.
Έτσι πορεύτηκε σ’ όλη του τη ζωή ο εκλιπών πατέρας της, ο οποίος υπηρέτησε όλα τα καθεστώτα από την εποχή της ναζιστικής κατοχής, εκτός από ένα, τη δημοκρατία. Στον ίδιο δρόμο πορεύονται και τα παιδιά του.
Ούτε πρέπει να κάνει εντύπωση το γεγονός ότι η κ. Μπακογιάννη δεν έχει ιδέα από το τι σημαίνει «δημοκρατικό πολίτευμα». Έχει ανατραφεί πολιτικά να θεωρεί ότι ο λαουτζίκος είναι πλήρως αναλώσιμος, είναι για να του υφαρπάζει την ψήφο εν είδη λευκής εντολής ο κάθε τιποτένιος πολιτικάντης για το δικό του προσωπικό όφελος. Κι επομένως το είδος της μπορεί να τον αγνοεί, να παραβιάζει το Σύνταγμα σε βαθμό εσχάτης προδοσίας και γενικά να πράττει ότι του πουν οι ξένοι και οι ντόπιοι επικυρίαρχοι.
Ούτε βέβαια πρέπει να κάνει εντύπωση το γεγονός ότι η κ. Μπακογιάννη ήταν υπέρμαχη μιας κυβέρνησης «μεγάλου συνασπισμού», που γνωρίζει πολύ καλά ότι προκειμένου να επικρατήσει στις πολιτικές συνθήκες αμέσως μετά το δημοψήφισμα του 2015 θα χρειαζόταν να χύσει αίμα, δηλαδή να οδηγηθεί η καταστολή του λαού στα άκρα. Η επικράτηση μιας τέτοιας κυβέρνησης θα κρινόταν όχι στη βουλή, αλλά στους δρόμους.
Κι ας είναι σίγουροι όλοι ότι η κ. Μπακογιάννη και το είδος της δεν έχει κανένα, μα κανένα ενδοιασμό να διατάξει πυρ στο ψαχνό. Είναι όλοι τους ικανοί για καταστολή χειρότερη ακόμη κι από εκείνη της χούντας. Αρκεί να το απαιτεί ο ξένος κατακτητής και τα ιδιοτελή τους συμφέροντα.
Σε περίπτωση συγκυβέρνησης η αναμέτρηση ήταν αναπόφευκτη.
Μακάρι όμως να γινόταν έτσι. Μακάρι να γινόταν αυτό που ήθελε η κ. Μπακογιάννη και να ηγούμασταν σε μια κατά μέτωπο αναμέτρηση στους δρόμους. Μπορεί να είχαμε κάποια θύματα από την καταστολή, αλλά είναι απολύτως σίγουρο ότι ο λαός μας θα είχε ξεμπερδέψει μ’ ολόκληρη την πολιτική συμμορία των μνημονίων.
Ο ξένος παράγοντας το ήξερε πολύ καλά αυτό. Γι’ αυτό και όταν στις 8 Ιουλίου 2015, την επομένη της επαίσχυντης συνάντησης των αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο, όπου επήλθε η συμφωνία της «κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού» σε βάρος του ελληνικού λαού, η Ντόρα Μπακογιάννη, ο επικεφαλής των γαλάζιων ευρωβουλευτών Μανώλης Κεφαλογιάννης και ο Κωστής Χατζηδάκης μετέβησαν, εσπευσμένα, στις Βρυξέλλες για επαφές ενόψει της λήξης του τελεσιγράφου που είχε δώσει η ευρωζώνη στην ελληνική κυβέρνηση. Η μετάβαση των εν λόγω στελεχών της ΝΔ είχε σαν βασικό σκοπό να πείσουν τον ξένο παράγοντα, τις Βρυξέλλες, να σπρώξει την λύση της συγκυβέρνησης με τον Τσίπρα.
Ο ξένος παράγοντας όμως φοβούμενος κοινωνική έκρηξη στην Ελλάδα, αποδέχθηκε τις εισηγήσεις της ηγετικής ομάδας Τσίπρα, ο οποίος – όπως αποδείχτηκε – γνώριζε πολύ καλά ότι δεν κινδύνευε η πορεία προς το 3ο και χειρότερο μνημόνιο από την τότε εσωκομματική αντιπολίτευση. Ούτε από τον κ. Λαφαζάνη, ούτε από την κ. Κωνσταντοπούλου, οι οποίοι ούτε καν ήθελαν ν’ ακούσουν για πρόταση μομφής εναντίον της «δικής τους» κυβέρνησης. Προτίμησαν το «καταψηφίζω, αλλά στηρίζω» κι έτσι διευκόλυναν την απρόσκοπτη ψήφιση των μνημονίων.
Ποιοι φοβήθηκαν την αναμέτρηση;
Ο λόγος που επέλεξαν τότε οι Λαφαζάνης και Κωνσταντοπούλου τη στάση αυτή, έναντι της πρότασης μομφής που θα οδηγούσε είτε σε ανατροπή την κυβέρνηση Τσίπρα, είτε σε ανοιχτό πραξικόπημα με την κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού», είναι γιατί δεν πίστευαν στη δύναμη του λαού και της κινητοποίησής του.
Ούτε που τους πέρασε από το μυαλό να απευθυνθούν απευθείας στον λαό, δηλαδή στο «πεζοδρόμιο» και να συμμετέχουν καταλυτικά στην συγκρότηση ενός αντίπαλου «μεγάλου συνασπισμού» του ΟΧΙ με ξεκάθαρες δημοκρατικές και πατριωτικές θέσεις για το πολιτειακό, το πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό ζήτημα.
Αν γινόταν κάτι τέτοιο τότε η πόλωση ανάμεσα στους δυο «μεγάλους συνασπισμούς», της κυβέρνησης από την μια και του λαού από την άλλη, είναι σίγουρο ότι θα οδηγούσε σε τελική αναμέτρηση με την μια, ή με την άλλη μορφή. Ακόμη κι αν εκείνες τις πρώτες ημέρες μετά το δημοψήφισμα δεν κατόρθωνε ο λαϊκός συνασπισμός να επικρατήσει κάτω από το βάρος της αιματηρής καταστολής, θα δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για μια ισχυρή παρουσία στην επόμενη Βουλή από δυνάμεις αφοσιωμένες στην ανατροπή του καθεστώτος κατοχής. Κι αυτή η παρουσία είναι σίγουρο ότι θα διέσωζε την ελπίδα σε πλατύτερες μάζες του λαού, αλλά και θα προετοίμαζε ένα «νέο γύρο» με το καθεστώς.
Ήθελε κάτι τέτοιο ο κ. Λαφαζάνης, η κ. Κωνσταντοπούλου και οι δικοί τους; Πολύ φοβάμαι πώς όχι. Για να θέλεις κάτι τέτοιο, θα πρέπει να πιστεύεις ακράδαντα στη δύναμη και το δίκιο του λαού. Να είσαι διατεθειμένος να τα παίξεις όλα για όλα, προκειμένου να ανατρέψεις ένα τέτοιο καθεστώς σαν το σημερινό. Κι αυτό δεν υπάρχει ούτε καν ως υποσημείωση στα εγχειρίδια της αριστεράς του κ. Λαφαζάνη, ούτε της αυτοκρατορικής πολιτικής που υπηρετεί η κ. Κωνσταντοπούλου. Γι’ αυτό και η ομάδα Τσίπρα έπαιζε εκ του ασφαλούς.
Το πραξικόπημα της συνόδου των αρχηγών.
Θυμηθείτε ότι στις 6 Ιουλίου 2015 μετά από αίτημα του Τσίπρα συγκαλείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών όπου συμμετείχαν όλοι εκτός Μιχαλολιάκου. Στο τέλος της σύσκεψης οι Πολιτικοί Αρχηγοί – με την επιφύλαξη της συνολικής διαφωνίας του Γενικού Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ κ. Κουτσούμπα, η οποία καταχωρίσθηκε λεπτομερώς στα Πρακτικά της συνεδρίασης- κατέληξαν στην εξής κοινή ανακοίνωση:
«Η πρόσφατη ετυμηγορία του Ελληνικού Λαού δεν συνιστά εντολή ρήξης, αλλά εντολή συνέχισης και ενίσχυσης της προσπάθειας για την επίτευξη μιας κοινωνικώς δίκαιης και οικονομικώς βιώσιμης συμφωνίας.
Προς αυτή την κατεύθυνση η Κυβέρνηση αναλαμβάνει την ευθύνη για την συνέχιση των διαπραγματεύσεων. Και ο κάθε Πολιτικός Αρχηγός θα συμβάλλει, αντιστοίχως, στο πλαίσιο του θεσμικού και πολιτικού του ρόλου.
Κοινός στόχος είναι η επιδίωξη λύσης η οποία θα διασφαλίζει:
· Την επαρκή κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της Χώρας.
· Αξιόπιστες μεταρρυθμίσεις, με κριτήριο την δίκαιη κατανομή των βαρών και προώθηση της ανάπτυξης, με τις κατά το δυνατόν λιγότερες υφεσιακές επιπτώσεις.
· Ισχυρό, εμπροσθοβαρές, αναπτυξιακό πρόγραμμα, πρωτίστως για την καταπολέμηση της ανεργίας και την ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας.
· Δέσμευση για την έναρξη ουσιαστικής συζήτησης ως προς την αντιμετώπιση του προβλήματος της βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους.
Άμεση προτεραιότητα αποτελεί η αποκατάσταση της ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, σε συνεννόηση με την ΕΚΤ.
Ο Πρωθυπουργός δεσμεύθηκε να ενημερώσει τους Πολιτικούς Αρχηγούς, αμέσως μετά την προσεχή Σύνοδο Κορυφής, για τα πρώτα συμπεράσματα που θα εξαχθούν και για την εν γένει πορεία των διαπραγματεύσεων».
Με την ανακοίνωση αυτή οι αρχηγοί των πολιτικών κομμάτων μαζί με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, διέπραξαν εσχάτη προδοσία ανατρέποντας την ετυμηγορία του ελληνικού λαού. Ταυτόχρονα συμφώνησαν όχι μόνο να οδηγήσουν την χώρα σε 3ο μνημόνιο, αλλά και να συγκυβερνήσουν με τον Τσίπρα, αν χρειαστεί, προκειμένου να επιβληθεί η θέληση των δανειστών.
Και το ΚΚΕ στην υπηρεσία των πραξικοπηματιών.
Και το ΚΚΕ; Το ΚΚΕ τι έκανε; Ανήμερα του ανοικτού πραξικοπήματος ο Ριζοσπάστης ζητωκραύγαζε ότι δικαιώθηκε η «γραμμή» του ΚΚΕ για άκυρο: «Απέναντι στο κολοβό – αμφιλεγόμενο ερώτημα του δημοψηφίσματος – αστραπή, ένα μέρος του λαού κατάφερε να ξεπεράσει τον εγκλωβισμό και την παραπλάνηση, έδωσε μια πρώτη απάντηση, με το άκυρο, αλλά και το λευκό, ενώ αρκετοί επέλεξαν την αποχή από αυτή τη διαδικασία.» (Ρ., 6/7/2015)
Για πρώτη φορά στην ιστορία του παγκόσμιου επαναστατικού εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος η επιλογή του άκυρου και της αποχής μετατρέπεται από επιλογή αδιεξόδου, απελπισίας και πολιτικής αδιαφορίας σε κορυφαία επαναστατική πράξη! Κι όχι μόνο αυτό. Η ηγεσία του ΚΚΕ είχε προλάβει τον Τσίπρα στην ερμηνεία του αποτελέσματος. Είχε ήδη προηγηθεί και είχε βαφτίσει το ερώτημα ως «κολοβό-αμφιλεγόμενο», όπως ακριβώς έκανε κι ο Τσίπρας την επομένη προκειμένου να το ερμηνεύσει κατά το δοκούν.
Μόνο που όπως όλοι γνωρίζουμε το καθεστώς και οι ξένοι δανειστές δεν ανησύχησαν διόλου με το άκυρο και την αποχή. Μακάρι στα διλήμματα που θέτουν να απαντούν με άκυρο κι αποχή οι μάζες. Δεν υπάρχει τίποτε το καλύτερο για τους εξουσιαστές.
Ανησύχησαν όμως βαθύτατα με το σχεδόν 62% του ΟΧΙ. Κι αυτό βάλθηκαν να νοθεύσουν, να ανατρέψουν με επιχειρήματα λίγο ως πολύ που δανείστηκαν από την ηγεσία του ΚΚΕ. Το ερώτημα δήθεν δεν ήταν καθαρό, ήταν αμφιλεγόμενο, κοκ. Κι επομένως άλλο θα έπρεπε να ήτα το ερώτημα, αλλά δυστυχώς ο Τσίπρας το κατάλαβε την επομένη: «Θέλετε ρήξη με την ΕΕ, ή όχι!» Κι επειδή δεν ήταν αυτό το ερώτημα ο μεν Περισσός διάλεξε το άκυρο και την αποχή, όπως ο Τσίπρας και οι συνεταίροι του διάλεξαν το νέο μνημόνιο.
Μήπως όμως ο κ. Κουτσούμπας που είδε εξ ιδίοις όμμασι να ομονοούν όλοι οι υπόλοιποι και να αποφασίζουν μια κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού» αν δεν μπορούσε από μόνος του ο Τσίπρας να φέρει για κύρωση το 3ο μνημόνιο, βγήκε να το καταγγείλει στο λαό με σκοπό να αναλάβει το ΚΚΕ την πρωτοβουλία ενός άλλου «μεγάλου συνασπισμού» του λαού για την αποτροπή του νέου μνημονίου; Ούτε κατά διάνοια.
Δείτε με τι πρωτοσέλιδο τίτλο κυκλοφόρησε ο Ριζοσπάστης στις 7 Ιουλίου 2015: «Ο λαός δεν εξουσιοδότησε κανέναν να υπογράψει νέα μνημόνια!» Και συνέχιζε γράφοντας: «ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ΝΔ, Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ συναίνεσαν σε νέα αντιλαϊκή συμφωνία, στη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών Σε κοινό ανακοινωθέν προχώρησαν τα κόμματα της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ μαζί με τη ΝΔ, το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ, ερμηνεύοντας το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ως αποδοχή του ευρώ και της ΕΕ και ανοίγοντας το δρόμο για νέα αντιλαϊκή συμφωνία, κατά τη διάρκεια της σύσκεψης των πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Τη συνολική του διαφωνία στο κοινό ανακοινωθέν εξέφρασε ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δ. Κουτσούμπας, τόσο σε σχέση με τις εκτιμήσεις για το δημοψήφισμα, όσο βεβαίως και με το περιεχόμενο της διαπραγμάτευσης εντός της ΕΕ και του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης. Σημείωσε χαρακτηριστικά: «Δεν έχει εξουσιοδοτήσει κανένας κανέναν να πάει να υπογράψει νέα μνημόνια, νέα επώδυνα μέτρα για το λαό μας».»
Ο εχθρός λαός κάθε επαγγελματία του κόμματος.
Από πού φαίνεται το γεγονός ότι «ο λαός δεν εξουσιοδότησε κανέναν να υπογράψει νέα μνημόνια»; Από το 62% του ΟΧΙ κι όχι από το άκυρο και την αποχή. Αν το άκυρο και η αποχή υπερτερούσαν όπως ήθελε η ηγεσία του ΚΚΕ, τότε ο Τσίπρας και οι συνεταίροι του θα είχαν το ελεύθερο να προχωρήσουν σε νέα μνημόνια.
Όμως ο λαός μας αντιλήφθηκε αυτό που δεν φάνηκε να αντιλαμβάνεται η ηγεσία εκ Περισσού, ότι το ερώτημα ήταν απολύτως σαφές: «Θες την συνέχιση των μνημονίων, ή όχι;» Και σ’ αυτό το ερώτημα ο ελληνικός λαός απάντησε εξίσου με σαφήνεια: ΟΧΙ. Διότι σε αντίθεση με τους εκ Περισσού δεν του ήταν καθόλου αδιάφορο το αν θα συνεχίζονταν ή όχι τα μνημόνια.
Μήπως όμως αδικούμε τον κ. Κουτσούμπα και το ΚΚΕ; Μήπως στις 7 Ιουλίου είδαν την πραγματικότητα και τέλος πάντων, έστω εκ των υστέρων, αντιλήφθηκαν τι παιζόταν κι αποφάσισαν να αλλάξουν στάση; Ούτε κατά διάνοια.
Ο κ. Κουτσούμπας και το κόμμα του δεν βγάζει τσιμουδιά για την συμφωνία που υπήρχε στα σκαριά για την κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού», η οποία – όπως δήλωσε τόσο ο κ. Μεϊμαράκης, όπως κι ο κ. Θεοδωράκης – συζητήθηκε και συμφωνήθηκε ενώπιον του. Κουβέντα για το τι έπρεπε να γίνει προκειμένου να αποτραπεί άμεσα η ψήφιση του νέου μνημονίου.
Και το τι έπρεπε να γίνει ήταν ήδη φανερό από την μεγαλειώδη διαδήλωση του αθηναϊκού λαού όχι μόνο την Κυριακή 5/7, αλλά και την Δευτέρα 6/7, η οποία χτυπήθηκε ανελέητα από τις δυνάμεις καταστολής. Είναι τυχαίο άραγε που οι εκ Περισσού έλαμψαν δια της απουσίας τους και από τις δυο μεγαλειώδεις διαδηλώσεις του λαού, που φανέρωνε τη διάθεσή του να μεταφέρει στους δρόμους αυτό που ορθά έλεγε στον πρωτοσέλιδο τίτλο του ο Ριζοσπάστης;
Ο λαός έπρεπε να καθίσει ήσυχος και να αποδεχθεί την διαστροφή της ετυμηγορίας του, μιας και καμιά ηγεσία της αριστεράς δεν ήθελε την αναμέτρηση. Καμιά ηγεσία της αριστεράς, ούτε η εκ Περισσού, ούτε της εσωκομματικής αντιπολίτευσης στον ΣΥΡΙΖΑ δεν ήθελαν μαζικές λαϊκές κινητοποιήσεις εκτός στυγνού ελέγχου του κομματικού μηχανισμού.
Από το κοινοβούλιο στους δρόμους.
Η πιθανότητα να μεταφερθεί η αναμέτρηση από τα έδρανα του κοινοβουλίου, ενός νόθου κοινοβουλίου, στους δρόμους όπου αναγκαστικά το πάνω χέρι θα το έπαιρναν οι μάζες κι όσοι μπορούσαν να μιλήσουν στη γλώσσα τους, ήταν κάτι που έτρεμαν τόσο οι εκ Περισσού, όσο και της αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ πολύ περισσότερο από οποιοδήποτε μνημόνιο. Γι’ αυτό και προτίμησαν να κλειστούν πίσω από αμπαρωμένες πόρτες των κομματικών τους γραφείων, αντί να ρισκάρουν πάνω σε αυτοσχέδιες πλατφόρμες μιλώντας απευθείας στον κόσμο με όρους κλιμακούμενων κινητοποιήσεων με άμεσο στόχο την ανατροπή του καθεστώτος των μνημονίων.
Μήπως, όμως, αναθεώρησαν την στάση τους μετά απ’ όλα αυτά; Μήπως έβαλαν μυαλό; Μήπως σήμερα πολιτεύονται διαφορετικά οι κ. Λαφαζάνης, Κωνσταντοπούλου & Σία, μαζί με τους εκ Περισσού; Ούτε κατά διάνοια.
Συνεχίζουν ακριβώς το ίδιο βιολί. Όπως και τότε, έτσι και σήμερα συνεχίζουν να μην θέλουν τον «μεγάλο συνασπισμό» του λαού για την ανατροπή του καθεστώτος κατοχής. Για όλους αυτούς η ίδια η έννοια της συνεργασίας έχει υποστεί τέτοια διαστροφή, που δέχονται τους πάντες, ακόμη και τους χειρότερους απολογητές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αρκεί να ενταχθούν ως πρόσωπα, με όλες τις ασήμαντες προσωπικές πολιτικές τους, δηλώνοντας την υποταγή τους στην ηγετική ομάδα και την αυλή γύρω της.
Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, επαναλαμβάνουν το ευαγγελικό ρητό ως άλλοι περιούσιοι προφήτες. Αρκεί να προσφέρει κανείς γη και ύδωρ σ’ αυτούς που απέδειξαν σ’ όλες τις κρίσιμες καμπές πόσο «λίγοι», πόσο ανίκανοι και πόσο επιτήδειοι στάθηκαν βάζοντας πάνω απ’ όλα, πάνω από το λαό και την πατρίδα το δικό τους μικροκομματικό συμφέρον. Σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που κάλλιστα κάποιος μπορεί να υποπτευθεί – στους πονηρούς καιρούς που ζούμε – βαθύτερες διαπλοκές στο παρασκήνιο, οι οποίες δεν τους επιτρέπουν να πράξουν το αυτονόητο.
Όταν οι «συνεργασίες» υπηρετούν μικροκομματικές σκοπιμότητες.
Χαρείτε τους! Όλοι φτιάχνουν τα δικά τους στενά κομματικά ψηφοδέλτια και κατόπιν ανερυθρίαστα ζητούν από όσους θέλουν να «συνεργαστούν» να ενταχθούν σ’ αυτά εν είδη guest star, με μόνο γνώμονα τις προσωπικές τους μωροφιλοδοξίες. Με άλλα λόγια η «συνεργασία» έχει καταντήσει να σημαίνει προσέλκυση εξωκομματικών, τυχοδιωκτών και άλλων στο κομματικό ψηφοδέλτιο με δέλεαρ τα ψηφαλάκια. Τίποτε άλλο.
Συζήτηση για ισότιμη συνεργασία ανάμεσα σε διαφορετικές υπαρκτές δυνάμεις, που η καθεμιά θα διατηρεί την οργανωτική και πολιτική της αυτοτέλεια, αλλά θα συμφωνούν σε ορισμένα θεμελιακά και ουσιώδη, ούτε να ακούσουν δεν θέλουν. Η παλιά λενινιστική φόρμουλα βαδίζουμε χωριστά, αλλά χτυπάμε από κοινού, τους δημιουργεί ανατριχίλα. Προέχει η προσωπική πολιτική επιβίωση πάνω στις στάχτες ενός λαού και τα ερείπια μιας χώρας. Η λενινιστική φόρμουλα έχει αντικατασταθεί από την Νερώνεια κακοφωνία ενόσω η Ρώμη καιγόταν.
Το ΕΠΑΜ πριν την προκήρυξη του δημοψηφίσματος, για το οποίο δεν είχαμε καμιά αμφιβολία ότι θα συμβεί ως «έξοδος κινδύνου» για τον ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να φορτώσει την ευθύνη του 3ου μνημονίου στο λαό, είχε καταθέσει από πολύ νωρίς την πρόταση συνεργασίας όλων των δυνάμεων που αντιτάσσονταν στα μνημόνια. Είχε προτείνει να ξεκινήσει ένας ανοιχτός, δημόσιος πολιτικός διάλογος για να ζυμώνεται ο κόσμος με τις εξελίξεις της δήθεν διαπραγμάτευσης, ώστε να μην τον πιάσουν στα πράσα.
Οι προτάσεις έπεσαν εις ώτα μη ακουόντων. Ούτε στη γνωστή επιτροπή για τη διερεύνηση του χρέους δεν δέχθηκε η κ. Κωνσταντοπούλου να συνεισφέρουμε, έστω κι αν τουλάχιστον την οικονομική πλευρά του δημοσίου χρέους την γνωρίζουμε όσο ελάχιστοι. Από τότε έως σήμερα η κ. Κωνσταντοπούλου έχει συστηματικά αρνηθεί να συναντηθούμε έστω και εθιμοτυπικά. Απ’ ότι φαίνεται το αυτοκρατορικό της μεγαλείο δεν της επιτρέπει να υποδεχθεί στα σαλόνια της πληβείους σαν του λόγου μας.
Το ίδιο συμβαίνει και με τον κ. Λαφαζάνη, που μόνο τυχαία στο δρόμο για το μεσημεριανό είναι πιθανόν να τον πετύχει κανείς για μια πολιτική συζήτηση μεταξύ τυρού και αχλαδιού. Χρειάστηκαν μήνες επί μηνών προσπάθειας για να συναντηθούν πρόσφατα – στις 15 Μαρτίου – δυο κλιμάκια από το ΕΠΑΜ και την ΛΑΕ. Στη συγκεκριμένη συνάντηση καταθέσαμε μια πρόταση συνεργασίας για τις ευρωεκλογές με μόνο σκοπό την καταγραφή μιας ισχυρής εκλογικής δυναμικής. Από την μεριά μας μάλιστα τους είπαμε ότι επειδή δεν μας νοιάζει να εκλεγούμε στο ευρωκοινοβούλιο, θα βοηθήσουμε να εκλέξετε εσείς, αλλά η εμφάνιση ενός ανοιχτού, ισότιμου ψηφοδελτίου συνεργασίας υπαρκτών δυνάμεων θα απελευθέρωνε μια σημαντική εκλογική δυναμική, η οποία θα βοηθούσε όλους μας μετά στις βουλευτικές. Ακόμη κι αν δεν τα καταφέρναμε να συμφωνήσουμε για συνεργασία και στις βουλευτικές.
Επίσημη απάντηση δεν δόθηκε ποτέ από την μεριά της ΛΑΕ. Εκτός βέβαια από την επίσημη αναγγελία του ψηφοδελτίου της, όπου άφησε μάλιστα και κάποιες θέσεις για «συνεργαζόμενους». Για εκείνους που είναι διατεθειμένοι να βάλουν στην άκρη την πολιτική τους αξιοπρέπεια προκειμένου ως άτομα να συρθούν ξοπίσω από τον κ. Λαφαζάνη και την ομάδα του. Τι να τους κάνει τους άλλους; Για να έχουν απαιτήσεις ισοτιμίας στην διατύπωση πολιτικών θέσεων και απόψεων;
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Κάτι πολύ απλό για όποιον έχει σώας τα φρένας. Λαφαζάνης, Κωνσταντοπούλου και λοιποί αντιμνημονιακοί δεν δίνουν δεκάρα τσακιστή για την συγκυβέρνηση που βρίσκεται σήμερα στα σκαριά εκ νέου. Δεν νοιάζονται για το αν θα υπάρχει στο αυριανό κοινοβούλιο ένα ισχυρό μπλοκ αντικατοχικών δυνάμεων με σκοπό τον διεμβολισμό του πολιτικού σκηνικού και την άμεση προετοιμασία ανατροπής του καθεστώτος. Τους ενδιαφέρει μόνο και αποκλειστικά η δική τους κοινοβουλευτική επιβίωση. Κι ας έρχονται τα χειρότερα για την πατρίδα και τον λαό.
Ο Περισσός στα χνάρια των Τυρίμων της παλιάς κατοχής.
Όσο για το ΚΚΕ δεν αξίζει κανείς ούτε καν να αναφερθεί. Όχι μόνο γιατί διαθέτει την ίδια πολιτική «συνεργασιών», αλλά και γιατί η πολιτική του δεν είναι καν αντιμνημονιακή. Όχι γιατί είναι αντικατοχική, όπως του ΕΠΑΜ, αλλά γιατί προάγει και καλλιεργεί την πολιτική αδιαφορία μπροστά στην υποδούλωση της πατρίδας και τις βάναυσες εκτροπές από το Σύνταγμα σε βάρος του λαού.
Ούτε μια φορά δεν έθεσαν οι εκ Περισσού ζήτημα κατάφωρης παραβίασης του δημοκρατικού πολιτεύματος με βάση το Σύνταγμα. Ούτε μια φορά δεν έθεσαν ζήτημα εθνικής αυτοδιάθεσης του ελληνικού λαού υπό το καθεστώς των μνημονίων. Τυχαίο; Κάθε άλλο.
Οι εκ Περισσού ακολουθούν την ίδια πολιτική, που εισηγήθηκε αλλά δεν μπόρεσε να επιβάλλει, ο βαλτός του Μανιαδάκη και της Κομαντατούρ, Μιχάλης Τυρίμος, παλιός βουλευτής και μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ προ Μεταξά, όπως και οι ποικίλοι συνεργάτες του, οι οποίοι εμφανίζονταν ως «επαναστάτες κομμουνιστές» στην περίοδο της ναζιστικής κατοχής για να καταγγείλουν τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα και την ενότητα του ελληνικού λαού εναντίον του κατακτητή ω «όργανο του βρετανικού ιμπεριαλισμού». Η καταδικασμένη τότε πολιτική Τυρίμου & Σία, βρήκε σήμερα την πλήρη δικαίωσή της από τους επιγόνους του στον Περισσό.
Το σημερινό ΚΚΕ – μαζί με το λεγόμενο «δημοκρατικό τόξο» του πολιτικού δωσιλογισμού – είναι από τους βασικούς στυλοβάτες της σημερινής κατοχής, επιχειρώντας να σβήσει από την μνήμη της κοινωνίας οτιδήποτε συνδέεται με την εποχή του ΕΑΜ. Ακόμη και σήμερα που δεν γίνεται τίποτε αν δεν αποφασιστεί πρώτα από τον ξένο παράγοντα, εξακολουθεί η ηγεσία του να αρνείται ότι βρισκόμαστε υπό κατοχή με το παντελώς ηλίθιο επιχείρημα ότι δεν υπάρχουν τανκς στους δρόμους.
Μα πώς να υπάρχουν τανκς; Τα τανκς τα χρειάζονταν όταν είχαν κομμουνιστές και αριστερούς που πρωτοστατούσαν να οργανώσουν τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του λαού με όρους ΕΑΜ. Σήμερα, που τον ρόλο των τανκς έχουν αναλάβει οι εκ Περισσού και οι λοιπές ριζοσπαστικές δυνάμεις της αριστεράς γιατί να χρησιμοποιήσουν στρατό οι κατακτητές;
Τι επιλογές έχουμε;
Απέναντι σ’ αυτήν την κατάσταση υπάρχουν δυο επιλογές: Ή να σηκώσουμε ψηλά τα χέρια και να πιστέψουμε ότι δεν μπορεί να γίνει τίποτε γιατί οι αντιμνημονιακοί δεν λένε να συνεργαστούν. Ή να ανατρέψουμε τα δεδομένα στηρίζοντας την μοναδική έως σήμερα αντικατοχική δύναμη, δηλαδή το ΕΠΑΜ.
Δυστυχώς, ή ευτυχώς άλλη λύση δεν υπάρχει. Ούτε μπορεί να υπάρξει. Ακόμη κι αν νομίζει κανείς ότι το ΕΠΑΜ δεν του κάνει, τότε οφείλει να εφεύρει ένα νέο ΕΠΑΜ, καλύτερο, ευρύτερο, δυνατότερο, αλλά το ίδιο αφοσιωμένο στα ίδια βασικά προτάγματα. Είτε μας αρέσει, είτε δεν μας αρέσει έτσι είναι τα πράγματα. Όλα τα άλλα είναι εκ του πονηρού και θα τα πληρώνουμε με αίμα και εθνικές τραγωδίες μέχρι την ολοκληρωτική εξόντωση του λαού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου