Η Γερμανία που παραμένει αμετανόητη, συμπεριφέρεται όπως εκείνος ο τσιγκούνης που δεν ξοδεύει τίποτα, με αποτέλεσμα να συγκεντρώνει όλα τα χρήματα των γειτόνων του που είτε δεν μπορούν, είτε δεν θέλουν να τον μιμηθούν.
Άρθρο
Με τη διαπίστωση πως «η Γερμανία εξάγει φτώχεια», εννοώ την «πολιτική της φτωχοποίησης του γείτονα» που εφαρμόζει ανέκαθεν (Beggar-thy-neighbor-politic). Εν προκειμένω, αναφέρεται κανείς στη μεθοδική προσπάθεια ενός κράτους να μετατρέψει τις άλλες χώρες σε ζητιάνους, έχοντας για πρώτη φορά χρησιμοποιηθεί από τον Adam Smith στο βιβλίο του «Ο πλούτος των Εθνών». Ο οικονομολόγος ανέλυσε τη στρατηγική του μερκαντιλισμού, ο οποίος αποσκοπεί στη μεγιστοποίηση των εθνικών εμπορικών πλεονασμάτων – οπότε των αποθεμάτων χρυσού εκείνη την εποχή.
Πρόκειται για οικονομικά και πολιτικά μέτρα, τα οποία υιοθετεί μία χώρα με στόχο αφενός μεν να αυξήσει τις εξαγωγές της, αφετέρου να μειώσει τις εισαγωγές της – με τελικό αποτέλεσμα την άνοδο των εισοδημάτων στο εσωτερικό της, κυρίως των επιχειρηματιών, ή/και την αύξηση της απασχόλησης (περιορισμό της ανεργίας). Η αιτία είναι το ότι, οι αυξημένες εξαγωγές δημιουργούν ένα επί πλέον εισόδημα στα εγχώρια νοικοκυριά, μέρος του οποίου δαπανάται για την αγορά περισσοτέρων αγαθών και υπηρεσιών – οπότε δημιουργείται ξανά νέο εισόδημα (εξαγωγικός πολλαπλασιαστής).
Επειδή όμως η αύξηση των εξαγωγών μίας χώρας προϋποθέτει την αντίστοιχη άνοδο των εισαγωγών άλλων χωρών (τα πλεονάσματα του ενός είναι ελλείμματα του άλλου), λειτουργεί περιοριστικά για τις οικονομίες τους – προκαλώντας τους κλιμάκωση της ανεργίας, μείωση των εισοδημάτων, αύξηση των χρεών κοκ. Ακριβώς για το λόγο αυτό λέγεται πως τα κράτη που υιοθετούν το μερκαντιλισμό εξάγουν ανεργία και φτώχεια – με τα κλασσικά μέτρα της πολιτικής της φτωχοποίησης του γείτονα να είναι τα εξής:
(α) Η μη αναγκαία ανταγωνιστική υποτίμηση του εθνικού νομίσματος που παρατηρείται σε περιόδους συναλλαγματικών πολέμων – κάτι που εφαρμόζεται έμμεσα στην περίπτωση της Γερμανίας, μέσω του ευρώ και της πολιτικής της ΕΚΤ.
(β) Η μη αναγκαία εσωτερική υποτίμηση, όπως είναι η μείωση των ονομαστικών μισθών ή/και η μη αύξηση τους ανάλογα με την παραγωγικότητα των εργαζομένων.
(γ) Τα λοιπά μέτρα μείωσης των εισαγωγών, όπως είναι οι δασμοί και οι ποσοστώσεις – ή/και αύξησης των εξαγωγών, όπως οι επιδοτήσεις.
(δ) Η χειραγώγηση των συναλλαγματικών ισοτιμιών, καθώς επίσης τα πιο «λεπτά μέτρα» – για παράδειγμα η φορολογική πολιτική, η πολιτική του ανταγωνισμού, η προσέλκυση ξένων επενδύσεων κοκ.
Στα πλαίσια αυτά, με κριτήριο τα εμπορικά της πλεονάσματα, η Γερμανία εφαρμόζει μία αδίστακτη πολιτική φτωχοποίησης των γειτόνων της – ενώ τα τεράστια πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της, ύψους άνω των 250 δις €, θα οδηγήσουν τελικά στη διάλυση της Ευρωζώνης.
Περαιτέρω, η Αυστρία λειτουργεί βέβαια σχετικά ανάλογα με τη Γερμανία, όπως και η Ολλανδία, αλλά είναι μικρότερες οικονομίες, συγκριτικά με τη γειτονική τους χώρα. Το ίδιο ισχύει επίσης για την Ελβετία, η οποία όμως «τιμωρείται» σε κάποιο βαθμό – μέσω της ανόδου της ισοτιμίας του φράγκου, παρά το ότι προσπαθεί να τη χειραγωγήσει, με τη διάθεση τεράστιων ποσών από την κεντρική της τράπεζα.
Ουσιαστικά λοιπόν ο μεγάλος κίνδυνος τόσο για την Ευρωζώνη, όσο και για τον πλανήτη γενικότερα, είναι η Γερμανία. Πολύ περισσότερο επειδή η άλλη μεγάλη εξαγωγική χώρα, η Κίνα, μείωσε τα πλεονάσματα της, ενώ υποσχέθηκε πρόσφατα να εισάγει περισσότερα προϊόντα από τις Η.Π.Α. Στην προκειμένη περίπτωση η Γερμανία που παραμένει αμετανόητη, συμπεριφέρεται όπως εκείνος ο τσιγκούνης που δεν ξοδεύει τίποτα, με αποτέλεσμα να συγκεντρώνει όλα τα χρήματα των γειτόνων του που είτε δεν μπορούν, είτε δεν θέλουν να τον μιμηθούν.
* Δημοσιεύθηκε την Κυριακή, 27.01.19 στην Kontranews
Οικονομολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου