Θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η ιδανική προετοιμασία της εξόδου ενός κράτους από το σύστημα του ευρώ, οπότε αποτελεί κίνδυνο για την Ευρωζώνη – κυρίως επειδή δεν μπορεί να απαγορευθεί, αλλά μόνο να εκβιαστεί η χώρα που θα το δρομολογούσε προτού καν το επιχειρήσει, προφανώς με τη βοήθεια της ΕΚΤ.
Ανάλυση
Η νέα ιταλική κυβέρνηση, στην οποία ισχυροποιείται καθημερινά η Λίγκα του Βορά μέσω της αυστηρής μεταναστευτικής πολιτικής της, δεν φαίνεται διατεθειμένη να μιμηθεί τις ελληνικές κυβιστήσεις, αθετώντας τις προεκλογικές της δεσμεύσεις – χωρίς όμως να είναι τόσο ανόητη, ώστε να διακινδυνεύει μία μετωπική σύγκρουση με την Ευρωζώνη, αφού δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένη, όπως δεν ήταν ούτε η Ελλάδα στις αρχές του 2015.
Γνωρίζει άλλωστε πως δεν είναι εύκολο να αντιμετωπίσει το μεγαλύτερο πρόβλημα της, το δημόσιο χρέος, το οποίο είναι τεράστιο τόσο σε απόλυτο μέγεθος (γράφημα), όσο και ως προς το ΑΕΠ της – πόσο μάλλον όταν είναι σε μεγάλο βαθμό εσωτερικό (οπότε τυχόν διαγραφή του θα είχε δυσμενείς συνέπειες και για την ίδια), ενώ η έκθεση της στο Target 2 της ΕΚΤ πλησιάζει στα 500 δις €, τα οποία κατά πολλούς θα έπρεπε να προστεθούν στο χρέος. Όσο πιο πολύ καθυστερεί βέβαια, τόσο περισσότερος χρόνος προετοιμασίας προσφέρεται στη Γερμανία – στόχος της οποίας είναι η απομόνωση των εστιών πυρκαγιάς στην Ευρωζώνη, ενδεχομένως δε η υφαρπαγή του ευρώ (ανάλυση).
Περαιτέρω είναι δεδομένο το ότι, η Ιταλία ζημιώθηκε σε μεγάλο βαθμό από την υιοθέτηση του ευρώ – με κριτήριο το κατά κεφαλήν της εισόδημα που παρέμεινε στάσιμο τα τελευταία είκοσι χρόνια, τη συρρίκνωση της βιομηχανικής της παραγωγής κοκ. Σήμερα δε το οικονομικό της σύστημα λειτουργεί πολύ πιο κάτω από τις δυνατότητες του – γεγονός που οφείλεται αφενός μεν στη χρηματοπιστωτική κρίση, αφετέρου στο αφανές μνημόνιο που της επιβλήθηκε από την ΕΕ το 2011. Ως εκ τούτου, όλα τα πολιτικά της κόμματα αναζητούσαν ανέκαθεν λύσεις – θεωρώντας πως η αύξηση της ρευστότητας είναι αυτό που χρειάζεται, για να εξυγιανθεί η οικονομία της χώρας.
Στα πλαίσια αυτά, αφού της απαγορεύεται (α) η έκδοση ευρώ και (β) η αύξηση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού της που θα της επέτρεπε τη διεξαγωγή δημοσίων επενδύσεων, καθώς επίσης τη λήψη δημοσιονομικών μέτρων τόνωσης της οικονομίας της, έχουν ερευνηθεί από πολλά κόμματα οι δυνατότητες υιοθέτησης ενός παράλληλου φορολογικού (δημοσιονομικού) νομίσματος – στη βάση ενός σχεδίου του Γερμανού οικονομολόγου Georg Friedrich Knapp από τις αρχές του 1900, το οποίο στη συνέχεια βελτιώθηκε από τους οικονομολόγους που υποστηρίζουν τη Σύγχρονη Νομισματική Θεωρία (Modern Monetary Theory – ΜΜΤ). Οι δύο θεμελιώδεις αρχές τώρα αυτού του νομίσματος είναι οι εξής:
(α) Πρόκειται για ένα συγκεκριμένο «κρατικό ομόλογο», το οποίο του έχει την αξία που του έχει δοθεί από το κράτος, παρά το ότι δεν αποτελεί νόμιμο νόμισμα. Με απλά λόγια, το κράτος δεσμεύεται να το αποδεχθεί στην τιμή που του δίνει, για την πληρωμή φόρων ή άλλων δημοσίων υπηρεσιών – ενώ οι Πολίτες και οι επιχειρήσεις είναι ελεύθεροι να αποφασίσουν εάν θέλουν να το χρησιμοποιήσουν ή όχι.(β) Επειδή το ομόλογο αυτό δεν έχει σχέση με το επίσημο νόμισμα, εν προκειμένω με το ευρώ, με το οποίο δεν επιτρέπεται να ανταλλαχθεί, το κράτος είναι πάντοτε σε θέση να τηρεί τη συμφωνία του – αφού μπορεί να εκδώσει απεριόριστες ποσότητες. Ουσιαστικά μοιάζει με ένα «εκπτωτικό κουπόνι», το οποίο υποχρεώνει τον εκδότη του να παρέχει τη συμφωνημένη έκπτωση, όσον αφορά την πληρωμή των φόρων ή των άλλων υπηρεσιών του – σε καμία περίπτωση όμως να το εξαγοράσει, με το νόμιμο νόμισμα (ευρώ).
Συνεχίζοντας, το κόμμα του κυρίου Berlusconi έχει προτείνει ως παράλληλο νόμισμα τα «πιστοποιητικά φορολογικού δανείου» (Fiscal Credit Certificates – CCF) – όπου το κράτος προσφέρει το δικαίωμα (μέσω της έκδοσης των CCF) μείωσης της φορολογίας ή άλλης χρηματοοικονομικής συναλλαγής μαζί του, δύο χρόνια μετά την έκδοση τους. Η διανομή τους γίνεται με διάφορους τρόπους, όπως (α) στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα με τη μορφή κοινωνικών δαπανών, επί πλέον σε αυτά που λαμβάνουν σε ευρώ (β) στις επιχειρήσεις για τη μείωση της φορολογίας εισοδήματος τους, έτσι ώστε να γίνονται περισσότερο ανταγωνιστικές διεθνώς και (γ) για τη διεξαγωγή επενδύσεων εκ μέρους του δημοσίου.
Η πιθανότητα τώρα να γίνονται αποδεκτά τα CCF από τους εμπορικούς φορείς για τις συναλλαγές τους, ως εναλλακτική λύση στο ευρώ, δεν είναι αμελητέα – αφού το κατάστημα που τα αποδέχεται μπορεί να τα χρησιμοποιήσει για την πληρωμή των φόρων του, αν και με καθυστέρηση δύο ετών (οπότε θα τα ελάμβανε σε μειωμένη τιμή, ίση τουλάχιστον με το επιτόκιο δανεισμού του). Επίσημα πάντως δεν αποτελούν χρέος, παρά το ότι είναι οφειλή, οπότε δεν θα επιβάρυναν το ιταλικό δημόσιο χρέος – ενώ τα δύο χρόνια καθυστέρησης θα αύξαναν ανάλογα τη ρευστότητα, οπότε την κατανάλωση, τις επενδύσεις και το ΑΕΠ, με τελικό αποτέλεσμα το κράτος να αναμένει υψηλότερα έσοδα, τα οποία θα αντιστάθμιζαν τα CCF.
Από την άλλη πλευρά, το «Κίνημα των πέντε αστέρων» έχει προτείνει τα ψηφιακά φορολογικά χρήματα (digital fiscal money – DFM), με τη μορφή ηλεκτρονικών καρτών που θα διανέμονται στο κοινό – όπου οι «μονάδες αξίας» θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αγορά αγαθών και υπηρεσιών από τον ιδιωτικό τομέα, χωρίς την καθυστέρηση των δύο ετών. Τα ψηφιακά αυτά χρήματα θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για την πληρωμή φόρων σε δόσεις, ύψους 20% από την αρχή – κάτι που μοιάζει με τα «δωρεάν χρήματα από το ελικόπτερο», στα οποία έχουμε ήδη αναφερθεί (ανάλυση).
Τέλος, η «Λίγκα του Βορά» έχει προτείνει την έκδοση Minibots (επίσης CCF, άρθρο), τα οποία όμως θα κυκλοφορούσαν σε χάρτινη μορφή, στο ίδιο μέγεθος με τα χαρτονομίσματα του ευρώ – ενώ θα προσφέρονταν σε επιχειρήσεις ή σε Πολίτες που έχουν το δικαίωμα φορολογικής έκπτωσης. Ούτε αυτά θα αύξαναν το δημόσιο χρέος, αφού απλά θα ακύρωναν ένα δικαίωμα του κράτους – ενώ η λογική τους είναι η ίδια με αυτήν των CCF. Μία επενδυτική τράπεζα όμως που θα χειριζόταν μεταξύ άλλων το παράλληλο φορολογικό νόμισμα για τη διενέργεια επενδύσεων, δεν προτείνεται από καμία παράταξη – κάτι που θα έπρεπε να ληφθεί υπ’ όψιν.
Η ευρωπαϊκή νομοθεσία
Περαιτέρω, το παράλληλο φορολογικό νόμισμα με στόχο την τόνωση της οικονομίας και την άνοδο της ανταγωνιστικότητας της χώρας, δεν έρχεται σε σύγκρουση με την ισχύουσα νομοθεσία της Ευρώπης – επειδή δεν πρόκειται για νόμισμα, αφού δεν επιβάλλεται η αποδοχή του από τους Πολίτες και τις επιχειρήσεις. Ειδικότερα, δεν παραβιάζεται η αρχή του νομισματικού μονοπωλίου της ΕΚΤ, όσον αφορά την έκδοση του μοναδικού νόμιμου χρήματος, του ευρώ.
Εκτός αυτού δεν αυξάνει τα ελλείμματα του προϋπολογισμού, οπότε δεν κλιμακώνει το δημόσιο χρέος – γεγονός που σημαίνει πως είναι σύμφωνο και με τους κανόνες της Eurostat, αφού το κράτος δεν αναγκάζεται να πραγματοποιήσει πληρωμές. Πρόκειται μόνο για μία μη πληρωτέα πίστωση φόρου, οπότε δεν δημιουργεί υποχρέωση καταβολής, αλλά δικαίωμα μείωσης των φορολογικών οφειλών – ενώ δεν υπάρχει προθεσμία πληρωμής ή έντοκη επιβάρυνση. Ως εκ τούτου, εάν η σημερινή ιταλική κυβέρνηση εξέδιδε μελλοντικές φορολογικές πιστώσεις ύψους 10 δις € για παράδειγμα, με οποιονδήποτε από τους παραπάνω τρόπους, δεν θα αύξανε ούτε τα ελλείμματα του κράτους, ούτε το χρέος.
Ακόμη περισσότερο, με δεδομένο το ότι οι κανονισμοί της Ευρωζώνης βασίζονται στην αρχή της μη αύξησης του κινδύνου αθέτησης του δημοσίου χρέους από τα κράτη μέλη (=χρεοκοπία), η έκδοση του φορολογικού νομίσματος δεν έρχεται καθόλου σε αντίθεση μαζί τους – επειδή κανένα κράτος δεν είναι δυνατόν να χρεοκοπήσει, λόγω των μελλοντικών φορολογικών εκπτώσεων που παρέχει.
Από μία άλλη οπτική γωνία τώρα, η κυκλοφορία φορολογικού χρήματος, ειδικά με τη μορφή των «Minibots», θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η ιδανική προετοιμασία της εξόδου ενός κράτους από το σύστημα του ευρώ – εάν κάποια στιγμή κηρυσσόταν επίσημο νόμισμα.
Η αιτία θα ήταν προφανώς το ότι, το ευρώ δεν επιτρέπει την καταπολέμηση κρίσεων, μέσω μίας ανεξάρτητης νομισματικής πολιτικής και μίας αυτόνομης κεντρικής τράπεζας – ενώ η ΕΕ απαγορεύει επί πλέον τη δασμολογική προστασία (ως όπλο για την καταπολέμηση της ενδεχόμενης αποβιομηχανοποίησης ενός κράτους και για την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας του, μαζί με την υποτίμηση του νομίσματος).
Σε κάθε περίπτωση, το παράλληλο φορολογικό νόμισμα αποτελεί έναν de facto κίνδυνο για την Ευρωζώνη, κυρίως επειδή δεν μπορεί να απαγορευθεί – αλλά μόνο να εκβιαστεί η χώρα που θα το δρομολογούσε προτού καν το επιχειρήσει, προφανώς με τη βοήθεια της ΕΚΤ (κλείσιμο των τραπεζών της, άνοδος των επιτοκίων δανεισμού της κλπ.).
Εν τούτοις, όσον αφορά τουλάχιστον την Ιταλία, η οποία (α) ασφαλώς έχει διδαχθεί από την ελληνική τραγωδία, (β) δεν θέλει να μετατραπεί σε γερμανικό προτεκτοράτο και (γ) έχει σίγουρα μελετήσει τους εκβιασμούς της ΕΚΤ (ανάλυση), αποτελεί τη μοναδική λύση που έχει στη διάθεση της – αφού κανένας δεν θα επέλεγε την ανεξέλεγκτη έξοδο από το ευρώ, πόσο μάλλον αφού δεν τη θέλουν οι Πολίτες, χωρίς προετοιμασία και χωρίς ένα εφεδρικό, προϋπάρχων νόμισμα, καθώς επίσης μία κυβέρνηση ικανή να τα καταφέρει.
Επίλογος
Εύλογα αναρωτιέται κανείς, ειδικά εμείς οι Έλληνες που είμαστε δυστυχώς αντιμέτωποι με ένα θηριώδες, τεσσαρακονταετές τουλάχιστον μνημόνιο, με την απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας για τα επόμενα 99 χρόνια, με δολοφονικούς εδαφικούς συμβιβασμούς που ξεκίνησαν από την παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας, με τραγωδίες που θα έχουν ως αφετηρία το Μάτι κοκ., εάν η Ιταλία τολμήσει το παράλληλο φορολογικό νόμισμα – δημιουργώντας μία ρωγμή στην ερμητικά κλειστή φυλακή του ευρώ, αφού έχει ασφαλώς πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες από τη χώρα μας.
Πόσο μάλλον όταν έχει ανέλθει στην εξουσία της μία πατριωτική, λαϊκή κυβέρνηση, η οποία δεν φαίνεται διατεθειμένη να συμβιβαστεί – με πρώτο δείγμα γραφής το μεταναστευτικό, όπου δεν υποχώρησε απέναντι στις απαιτήσεις της Γερμανίας. Είτε όμως συμβεί, είτε όχι, είναι πλέον φανερό πως όλα τα κράτη χρειάζονται να έχουν έτοιμα στα συρτάρια τους εναλλακτικά σενάρια πραγματικής διάσωσης τους – πολύ περισσότερο η Ελλάδα, για την οποία το ΔΝΤ έκλεισε ουσιαστικά την πόρτα των αγορών, προβλέποντας επιτόκια δανεισμού της μεταξύ 5% και 6% από το 2019 έως το 2060, από 3,91% σήμερα (εάν δεν μεσολαβήσει ενδιάμεσα μία κρίση ρευστότητας όπως το 2008, εκτοξεύοντας τα στα ύψη).
Το πώς είναι δυνατόν τώρα να μην αυξάνεται το χρέος, όταν ο ρυθμός ανάπτυξης που επίσης προβλέπει το ΔΝΤ είναι της τάξης του 1% – 2%, άρα χαμηλότερος από το ύψος των επιτοκίων, δεν είναι δυνατόν να το καταλάβουμε – ενώ θεωρούμε δεδομένη την πολιτική αστάθεια, ενόψει των τραγικών συμβάντων, της εκλογής προέδρου κοκ. Εκτός αυτού, η τυφλή υπακοή και της αξιωματικής αντιπολίτευσης στα μνημόνια, καθώς επίσης στην πρωσική κυβέρνηση, δεν επιτρέπει μεγάλες ελπίδες – αν και τυχόν πραγματική αντίσταση της πατριωτικής κυβέρνησης της Ιταλίας θα μπορούσε να ανοίξει καινούργιους δρόμους.
Πηγή : https://analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου