Η προβλεπόμενη μελλοντική κατάρρευση θα μπορούσε να συνοδευθεί, όπως στο παρελθόν, από νομισματικές ανακατατάξεις, από συναλλαγματικές μάχες, από συμβατικούς πολέμους, από την υιοθέτηση του κανόνα του χρυσού, από σοβαρές πολιτικοοικονομικές αλλαγές ή από έναν παγκόσμιο πόλεμο – ενδεχομένως από πολλά μαζί.
Ανάλυση
Με κριτήριο τις τελευταίες μεγάλες διακυμάνσεις στα χρηματιστήρια, καθώς επίσης τη μάχη για την ηγεμονία του πλανήτη μεταξύ των Η.Π.Α. και της Κίνας, την οποία θα κερδίσει όποια από τις δύο χώρες συμμαχήσει με τη Ρωσία, με τη δεύτερη μεγαλύτερη στρατιωτική και ενεργειακή δύναμη του πλανήτη, θεωρούμε σκόπιμη μία συνοπτική υπενθύμιση του παρελθόντος – ειδικά όσον αφορά το δολάριο, επάνω στο οποίο στηρίζεται κυριολεκτικά ολόκληρη η αμερικανική οικονομία. Στα πλαίσια αυτά τα εξής:
Ελάχιστοι θυμούνται σήμερα, με το δολάριο να εμφανίζεται παράλογα παντοδύναμο, πως έπαψε σχεδόν να λειτουργεί το 1978, ως ένα παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα – ενώ η ισοτιμία του βυθίστηκε σε ένα τόσο τρομακτικό επίπεδο, ώστε το υπεύθυνο υπουργείο των Η.Π.Α. να αναγκασθεί να εκδώσει ομόλογα σε ελβετικά φράγκα. Όλοι δε οι διεθνείς επενδυτές τότε είχαν χάσει την εμπιστοσύνη τους στο αμερικανικό νόμισμα, παύοντας να το θεωρούν ως ένα «ασφαλές λιμάνι» – ενώ η αγοραστική αξία του δολαρίου μειώθηκε κατά 50% μεταξύ των ετών 1977 και 1981, με τον πληθωρισμό να υπερβαίνει, συνολικά για τα χρόνια αυτά, το 50%.
Μετά το 1979 πάντως, το ΔΝΤ δεν είχε καμία άλλη επιλογή στη διάθεση του, για να διασώσει την παγκόσμια οικονομία, από την κινητοποίηση όλων των πόρων του, καθώς επίσης από την έκδοση των «ειδικών τραβηχτικών δικαιωμάτων» (SDR). Πλημμύρισε λοιπόν την αγορά με 12,1 δις SDR, για να διατηρηθεί ισορροπημένη η ρευστότητα – η οποία είχε υποχωρήσει ανησυχητικά, λόγω της έλλειψης εμπιστοσύνης στο δολάριο.
Η τιμή του χρυσού εκτοξεύθηκε τότε, από το 1977 έως το 1980, κατά 500% – ενώ η ελεγχόμενη υποτίμηση του δολαρίου, η οποία ξεκίνησε το 1971 από τον πρόεδρο Νίξον, όταν κατήγγειλε μονομερώς τη σύνδεση του με το χρυσό (κανόνας του χρυσού), οδήγησε στα τέλη της δεκαετίας σε μία μαζική, άγρια, αγελαία φυγή, σε μία «απόδραση» καλύτερα από το αμερικανικό νόμισμα.
Εκείνη την εποχή, οι θεωρίες συνωμοσίας απογειώθηκαν – μεταξύ άλλων με το γύρισμα μίας κινηματογραφικής ταινίας (Rollover, 1981), η οποία αναφερόταν σε ένα μυστικό σχέδιο των χωρών παραγωγής πετρελαίου, «να ρίξουν δολάρια στην αγορά» και να αγοράσουν χρυσό. Το γεγονός αυτό οδήγησε στην κατάρρευση των τραπεζών, στον πανικό των χρηματαγορών, καθώς επίσης σε έντονες κοινωνικές αναταραχές, οι οποίες ξέσπασαν σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Ενώ ο άμετρος πανικός αυξανόταν μαζικά στα τέλη της δεκαετίας του 1970, η απώλεια της εμπιστοσύνης στο δολάριο είχε ήδη ξεκινήσει το 1971 – με τους Αμερικανούς, οι οποίοι ταξίδευαν στο εξωτερικό να διαπιστώνουν ότι, τα εστιατόρια, τα ξενοδοχεία και τα καταστήματα ανταλλαγής συναλλάγματος, δεν ήθελαν να αναλάβουν ρίσκο, όταν εμφάνιζαν τα χρήματα τους, διστάζοντας να τα «εξαργυρώσουν». Όταν λοιπόν, κατά τη διάρκεια μίας αργίας, οι τράπεζες στη Ρώμη ήταν κλειστές, εκείνοι οι Αμερικανοί, οι οποίοι δεν είχαν μετρητά χρήματα, δεν μπορούσαν να αγοράσουν τίποτα. Η ζήτηση δε για χρυσό είχε εκτοξευθεί στα ύψη – αφού οι ξενοδόχοι αντιμετώπιζαν ως βασιλείς εκείνους τους πελάτες τους, οι οποίοι τους πλήρωναν με χρυσές λίρες.
Αργότερα, αφού είχε προηγηθεί το 1973 η συμφωνία με τη Σαουδική Αραβία για τα πετροδολάρια (ανάλυση), χωρίς την οποία το αμερικανικό νόμισμα δεν θα είχε επιβιώσει, ο κεντρικός τραπεζίτης των Η.Π.Α. (P. Volcker), με τη βοήθεια του νέου προέδρου (R. Reagan), κατόρθωσε με πολύ μεγάλη προσπάθεια να ολοκληρώσει τη διάσωση του δολαρίου – αυξάνοντας το 1981 τα επιτόκια στο 19%, αφενός μεν για να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό, αφετέρου για να κάνει ξανά ελκυστικό το δολάριο στους ξένους επενδυτές. Οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ πως ο λογαριασμός πληρώθηκε ουσιαστικά από τις χώρες της Λατινικής Αμερικής που, λόγω των υψηλών επιτοκίων του δολαρίου, βυθίστηκαν στην κρίση – από την οποία έκτοτε δεν κατάφεραν ποτέ να καταπολεμήσουν μακροπρόθεσμα, αφού επανέρχεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Περαιτέρω, ο αμερικανός πρόεδρος μείωσε το ίδιο έτος δραστικά τους φόρους, περιορίζοντας σε μεγάλο βαθμό το κρατικό ρυθμιστικό πλαίσιο – με αποτέλεσμα να επανακτηθεί η εμπιστοσύνη στην οικονομία της χώρας του, καθώς επίσης να μετατραπεί σε μαγνήτη, όσον αφορά την εισροή ξένων επενδύσεων. Το Μάρτιο του 1985 το δολάριο ευρισκόταν υψηλότερα από την ισοτιμία του 1982 – ενώ ο χρυσός έχασε το 60% από τα υψηλότερα επίπεδα του, στα οποία είχε βρεθεί μετά το 1980.
Ο πληθωρισμός στις Η.Π.Α. μειώθηκε το 1986 στο 1,9% από 13,5% το 1980 – ενώ στα μέσα της δεκαετίας του 1980 η πυρκαγιά είχε σβήσει, οπότε ξεκίνησε η εποχή του βασιλιά δολαρίου. Το νόμισμα δεν έχασε τελικά τη θέση του, ως παγκόσμιο αποθεματικό, καταφέρνοντας την τελευταία στιγμή να αποφύγει την ολοκληρωτική του κατάρρευση – ουσιαστικά με την καταναγκαστική υιοθέτηση του νεοφιλελευθερισμού, χωρίς την οποία δεν θα είχε πάρει ίσως το απαιτούμενο «φιλί ζωής» από την παγκόσμια ελίτ.
Ορισμένοι υποστηρίζουν πάντως πως τότε τοποθετήθηκαν οι βάσεις για τη μελλοντική δημιουργία του ευρώ, ενώ πείσθηκε η Γερμανία με αντάλλαγμα την ενοποίηση της – έτσι ώστε να υπάρχει μία αξιόπιστη εναλλακτική λύση, για την περίπτωση που το δολάριο θα αντιμετώπιζε ξανά ανάλογους κινδύνους (σενάριο). Φυσικά επιλέχθηκε μία περιοχή, η Ευρώπη, στην οποία ήταν αναμφισβήτητη η αμερικανική ηγεμονία – μία ήπειρος, η οποία τελούσε υπό την απόλυτη κηδεμονία της.
Μήπως λοιπόν έφτασε εκείνη η στιγμή, όπου το ευρώ θα πρέπει να εκπληρώσει την αρχική του αποστολή; Σημαίνει κάτι τέτοιο πως θα αντικαταστήσει το αμερικανικό νόμισμα, ως παγκόσμιο αποθεματικό ή, αντίθετα, πως οφείλει να θυσιαστεί, να διαλυθεί λοιπόν η Ευρωζώνη, στο βωμό της «αναβίωσης» του δολαρίου;
Η χρηματοπιστωτική κρίση
Συνεχίζοντας, μερικές δεκαετίες αργότερα, τον Αύγουστο του 2009, μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση, αντέδρασε ξανά πρώτο το ΔΝΤ – εκδίδοντας «ειδικά τραβηχτικά δικαιώματα», ύψους 310 δις $, για να βοηθήσει την παγκόσμια ρευστότητα. Με τον αντισυμβατικό αυτόν τρόπο, η συνολική αξία των κυκλοφορούντων «ειδικών τραβηχτικών δικαιωμάτων» αυξήθηκε κατά 850%!
Στις αρχές του Σεπτέμβρη του ιδίου έτους, η τιμή του χρυσού έφτασε στο ρεκόρ των 1.900 $ ανά ουγγιά – ευρισκόμενη 200% υψηλότερα, από τη μέση τιμή του 2006, λόγο πριν ξεσπάσει η χρηματοπιστωτική κρίση. Αμέσως μετά ξεκίνησαν οι αγωνιώδεις συζητήσεις, για το ενδεχόμενο μίας παγκόσμιας κατάρρευσης – ενώ επικράτησε η γνωστή φράση που αφορούσε καίριες τράπεζες και επιχειρήσεις, «πολύ μεγάλη για να χρεοκοπήσει» (too big to fail).
Διαπιστώθηκε όμως μία σημαντική διαφορά σε σχέση με το 1978: δεν υπήρχε, ούτε υπάρχει ακόμη, αυτό που κατέστρεψε τότε το σύστημα, ο πληθωρισμός. Όπως λέγεται δε χαρακτηριστικά, δεν ζει σήμερα το τέρας που μουγγρίζει, τρομοκρατώντας τους πάντες γύρω του. Εν τούτοις, το ότι δεν ακούγεται το μούγκρισμα, δεν σημαίνει ότι δεν υφίσταται ο κίνδυνος – πως ο πληθωρισμός δηλαδή έχει πεθάνει «άπαξ και δια παντός».
Μία σημαντική αύξηση των τιμών διαπιστώθηκε όμως στην Κίνα, όπου η κυβέρνηση της καταπολέμησε την άνοδο της ισοτιμίας του νομίσματος – καθώς επίσης στη Βραζιλία, όπου οι αυξήσεις των τιμών ορισμένων βασικών προϊόντων και υπηρεσιών, όπως τα εισιτήρια των λεωφορείων, προκάλεσαν κοινωνικές αναταραχές. Εκτός αυτού, η αύξηση των τιμών των τροφίμων μερικά χρόνια πριν, ήταν αυτή που πυροδότησε ουσιαστικά το ξεκίνημα της «Αραβικής Άνοιξης» – χωρίς όμως να συμβεί κάτι ανάλογο στις Η.Π.Α, στις οποίες ο πληθωρισμός διατηρήθηκε πολύ χαμηλός, παρά τα τεράστια πακέτα της Fed, η οποία πλημμύρισε τις αγορές με μεγάλες ποσότητες νέων δολαρίων.
Τον Ιούλιο πάντως του 2011 η ισοτιμία του δολαρίου της Fed βυθίστηκε στο χαμηλότερο επίπεδο όλων των εποχών – περισσότερο από 4% κάτω από το «επίπεδο πανικού» του 1978. Σήμερα δε, παρά τις αυξήσεις των αμερικανικών επιτοκίων, δεν φαίνεται να ανατιμάται – ενώ αρκετοί αναμένουν την υποτίμηση του.
Τα σήματα κινδύνου
Εξειδικεύοντας τις παρατηρήσεις μας, επικεντρωνόμαστε αφενός μεν στις τιμές των προϊόντων, υπολογίζοντας τες με τις μεθόδους του 1990, αφετέρου στο «καλάθι» των εναλλακτικών εμπορευμάτων και υπηρεσιών, το οποίο θεωρείται πιο αντιπροσωπευτικό – όσον αφορά τον πληθωρισμό, με τον οποίο έρχονται πράγματι αντιμέτωποι οι αμερικανοί καταναλωτές.
Οι εναλλακτικές μέθοδοι οδηγούν στο συμπέρασμα ότι, ο πληθωρισμός στις Η.Π.Α. είναι πολύ υψηλότερος, από αυτόν που ανακοινώνεται επίσημα από την κυβέρνηση – κάτι που επιτυγχάνεται με τη βοήθεια διαφόρων τεχνασμάτων, μεταξύ των οποίων οι αλλαγές στα προϊόντα που συνθέτουν το «καλάθι της νοικοκυράς»
Για να κατανοήσει όμως κανείς τις «υποβόσκουσες» απειλές που αφορούν το δολάριο, καθώς επίσης τις πιθανές αντιδράσεις της Fed, θα πρέπει να δει το αμερικανικό νόμισμα με τα μάτια της κεντρικής τράπεζας, όχι με τα δικά του. Από τη συγκεκριμένη οπτική γωνία, ο πληθωρισμός δεν συνιστά κανέναν κίνδυνο – αφού τόσο ο υψηλότερος πληθωρισμός, όσο και οι «μη συμβατικές» ενέργειες της Fed, σε σχέση με την κρίση χρέους, είναι ο στόχος της πολιτικής που εφαρμόζει.
Πιθανότατα όμως, με την «πολιτική προώθησης του πληθωρισμού», η κεντρική τράπεζα ανοίγει διάπλατα τις πόρτες και τα παράθυρα στην καταστροφή – αν και οι επικριτές της αδυνατούν να κατανοήσουν την εξόφθαλμη απουσία της ανόδου των τιμών, παρά το ότι τόσο η Fed, όσο και οι υπόλοιπες μεγάλες κεντρικές τράπεζες, έχουν τυπώσει τόσα πολλά χρήματα, όσο ποτέ μέχρι σήμερα (γράφημα)
Δεν είναι λίγοι δε αυτοί που προσπαθούν να εξηγήσουν το παράδοξο, πρωτοφανές γεγονός, σχετικά με το πώς είναι δυνατόν να μην υπάρχει πρακτικά πληθωρισμός, παρά το ότι η Fed έχει αυξήσει κατά 400% την ποσότητα χρήματος, σε σχέση με το 2008. Υπάρχουν όμως δύο ερμηνείες, οι οποίες ενδεχομένως πλησιάζουν αρκετά την αλήθεια – προβλέποντας την πιθανότητα μίας κατάρρευσης του συστήματος:
(α) Έχει καταστραφεί η δομή της αμερικανικής οικονομίας σε τέτοιο βαθμό, όπου είναι αδύνατον να χρησιμοποιηθούν με αποδοτικό τρόπο να νέα, φθηνά χρήματα.(β) Ο πληθωρισμός θα ακολουθήσει αργότερα, όταν κανείς δεν θα το περιμένει – αφού μία τέτοια εξέλιξη είναι νομοτελειακή.
Πιθανότατα και οι δύο ερμηνείες είναι σωστές – αφού η αμερικανική οικονομία παρουσιάζει σοβαρά συμπτώματα αποσύνθεσης, ενώ η αύξηση των τιμών, η οποία αυτή τη στιγμή είναι σχετικά περιορισμένη, δεν θα αργήσει να φανεί «σε όλο της το μεγαλείο».
Από την άλλη πλευρά, η παγκόσμια οικονομία δεν έχει φτάσει σε μία καινούργια ομαλότητα. Αντίθετα, ο πλανήτης έχει ξεκινήσει το ταξίδι του από το παλαιό προς το καινούργιο, χωρίς πυξίδα ή κάποιο χάρτη που να δείχνει την πορεία – με τις αναταραχές του συστήματος να αποτελούν σήμερα τον κανόνα και όχι την εξαίρεση.
Οι απειλές
Περαιτέρω, οφείλει προφανώς να αντιμετωπίζει κανείς αυτά που συμβαίνουν τόσο με ηρεμία, όσο και με ρεαλισμό, έτσι ώστε να μην τα διαστρεβλώνει – καθώς επίσης να μην υπερβάλλει, όσον αφορά τους κινδύνους που ενέχουν. Άλλωστε είναι γνωστό πως η επίλυση ενός δύσκολου ή μη προβλήματος, προϋποθέτει εν πρώτοις τη συγκεκριμενοποίηση του – χωρίς υπερβολικούς φόβους και περιττές κινδυνολογίες.
Στα πλαίσια αυτά, διαπιστώνεται πως έχουμε μία ατεκμηρίωτη, αδικαιολόγητη εμπιστοσύνη στις κεντρικές τράπεζες – οι οποίες αναμφίβολα καταστρέφουν τις αγορές. Τα μοντέλα διαχείρισης ρίσκων (Value-at-Risk-Models) δε, τα οποία χρησιμοποιούνται τόσο από τη Wall Street, όσο και από τις «ρυθμιστικές» δημόσιες υπηρεσίες, με στόχο τη μέτρηση των κινδύνων που απορρέουν από την «άλογη» χρήση των παραγώγων χρηματοπιστωτικών προϊόντων, είναι εντελώς αναποτελεσματικά – στην κυριολεξία για γέλια.
Αφενός μεν αποκρύπτουν τα υψηλά ρίσκα που προέρχονται από την τρομακτική μόχλευση, αφετέρου επιτρέπουν τις παράλογα υψηλές αποδοχές των τραπεζιτών, οι οποίοι συνεχίζουν να αμείβονται με εντελώς εξωπραγματικές προμήθειες (bonus). Το αναμφίβολο αυτό γεγονός οδηγεί τις κοινωνίες μας σε τεράστιες ανισορροπίες ενώ, όταν το κρυφό κόστος εμφανιστεί ξανά στην επιφάνεια, όπως συνέβη το 2008, οι φορολογούμενοι θα πληρώσουν ξανά το λογαριασμό – αφού οι τραπεζίτες θα αποσυρθούν διακριτικά στις βίλες και στα κότερα τους.
Όλοι αυτοί θα εξηγήσουν ακόμη μία φορά στους εύπιστους δημοσιογράφους, καθώς επίσης στους εξαγορασμένους πολιτικούς, πως η κατάρρευση ήταν απρόβλεπτη – ότι δεν μπορούσε κανείς να φαντασθεί τι θα επακολουθούσε. Θα παραστήσουν δηλαδή τους αδαείς, όπως διαπιστώθηκε στο παρελθόν, αδιαφορώντας για το χαρακτηρισμό τους από εκείνους, οι οποίοι θα τους κατηγορήσουν για ελλιπή γνώση της επιστήμης ή του επαγγέλματος τους.
Από την άλλη πλευρά, ενώ οι Αμερικανοί Πολίτες αρνούνται να δουν την αλήθεια. όσον αφορά το δημόσιο χρέος, το ιδιωτικό χρέος ή τα δίδυμα ελλείμματα της χώρας τους, δεκάδες κράτη στον πλανήτη ασκούν τρομακτικές πιέσεις στο δολάριο – πριν από όλα η Κίνα και η Ρωσία, οι οποίες προσπαθούν με κάθε τρόπο να ανεξαρτητοποιηθούν από το δυτικό σύστημα του χρέους.
Παρά το ότι δε οι Η.Π.Α. θεωρούν το χρυσό ως ένα ιστορικό «παραστράτημα», ως ένα κατάλοιπο από την εποχή των βαρβάρων, όπως ισχυριζόταν ο Keynes, ολόκληρος ο υπόλοιπος κόσμος αγοράζει χρυσό – με τις αναφορές για την επιστροφή στον κανόνα του να κλιμακώνονται. Πόσο μάλλον όταν η Κίνα επανέφερε ουσιαστικά τον κανόνα του χρυσού, με τις συμβάσεις σε πετρογουάν – ενώ εάν τυχόν κερδίσει τη μάχη της Σαουδικής Αραβίας (ανάλυση), η κατάσταση για το δολάριο θα γίνει αφόρητη.
Οι εσφαλμένοι μέθοδοι πρόβλεψης
Συνεχίζοντας, οι προσφιλείς στους οικονομικούς αναλυτές και οικονομολόγους μέθοδοι πρόβλεψης του μέλλοντος, μέσω της μελέτης του παρελθόντος, στηρίζονται στην εικασία σύμφωνα με την οποία το μέλλον έχει αρκετές ομοιότητες με το παρελθόν. Η ιστορία είναι προφανώς ένας μεγάλος δάσκαλος – όμως, οι περισσότερες παραδοχές όλων μας είναι γεμάτες σοβαρά λάθη. Ειδικότερα τα εξής:
(α) Το πρώτο είναι σίγουρα το ότι, ο «ιστορικός ορίζοντας» μας είναι αρκετά περιορισμένος – αφού, ακόμη και οι πληροφορίες που χρησιμοποιούνται από τη Wall Street, δεν ξεπερνούν τα τριάντα παρελθόντα χρόνια.
Φυσικά οι προσεκτικοί αναλυτές χρησιμοποιούν πλέον ιστορικά δεδομένα που ξεπερνούν τα εκατό χρόνια – ευρίσκοντας «εργαλεία», τα οποία ήταν ανύπαρκτα πριν από μερικά έτη. Εν τούτοις, μεταξύ των δύο μεγαλύτερων καταρρεύσεων των Πολιτισμών στην ανθρώπινη ιστορία, την παρακμή της εποχής του χαλκού, καθώς επίσης την αποσύνθεση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, μεσολάβησαν 1600 χρόνια – ενώ από το τελευταίο «συμβάν», από την κατάρρευση της Ρώμης, την οποία ακολούθησε ο μεσαίωνας, έχουν περάσει επίσης 16 αιώνες.
Αυτό δεν σημαίνει φυσικά πως ο Πολιτισμός μας ευρίσκεται στο χείλος της αβύσσου, αφού ο βασικός σκοπός της αναφοράς μας είναι η τεκμηρίωση, σχετικά με το πόσο περιορισμένη είναι η χρήση της ιστορικής εμπειρίας, για την ερμηνεία των σημερινών γεγονότων.
(β) Το δεύτερο λάθος έχει σχέση με την ανικανότητα των αναλυτών να στηριχθούν σε «δυναμικούς παράγοντες κλίμακας» – οι οποίοι δεν συνδέονται με εκείνα τα ρίσκα, τα οποία διαπιστώνονται από την ιστορία.
Αναλυτικότερα, επειδή ο δυνητικός κίνδυνος είναι μία «εκθετική συνάρτηση» του μεγέθους του συστήματος, καθώς επίσης λόγω του ότι το σημερινό χρηματοπιστωτικό σύστημα, εξ αιτίας των παραγώγων, έχει ένα μέγεθος, έναν «εξτρεμιστικό» όγκο καλύτερα που δεν παρατηρήθηκε ποτέ στο παρελθόν, οφείλει να υποθέσει κανείς εύλογα πως ο πλανήτης δεν ήταν ποτέ αντιμέτωπος με ένα τόσο μεγάλο ρίσκο, όπως το σημερινό.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, φαίνεται σαν να προβλέπονται ανεύθυνα «συνθήκες αποκάλυψης», όταν χρησιμοποιείται η λέξη «κατάρρευση», όσον αφορά το δολάριο – κάτι που όμως δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αφού ο κίνδυνος είναι ρεαλιστικός, εάν τυχόν χαθεί η εμπιστοσύνη των Πολιτών, καθώς επίσης των κεντρικών τραπεζών, απέναντι στη μελλοντική αγοραστική δύναμη του αμερικανικού νομίσματος. Πόσο μάλλον όταν έχουν ριχθεί ξανά πολλά δολάρια στην αγορά, είτε με τη μορφή της αυξημένης κατανάλωσης, είτε με την αγορά πραγματικών περιουσιακών στοιχείων (μετοχές, ακίνητα κοκ.).
Η συμπεριφορά αυτή οδήγησε ήδη σε αυξημένα επιτόκια εκ μέρους της Fed, χωρίς ακόμη να καταφέρει να αναρροφήσει την υπερβάλλουσα ρευστότητα, παρά το ότι σταμάτησε τα πακέτα (QE) το 2014 – κάτι που, σε συνδυασμό με τους δασμούς που ανακοίνωσε ο πρόεδρος Trump, θα προκαλέσει την κλιμάκωση των τιμών, καθώς επίσης στην καταστροφή κεφαλαίων – με αποτέλεσμα είτε τον αποπληθωρισμό (όπως το 1930), είτε τον υπερπληθωρισμό (όπως το 1970), είτε και τα δύο μαζί, ανάλογα με την περιοχή ή το χρόνο.
Σε κάθε περίπτωση, η κατάρρευση του δολαρίου, καθώς επίσης του σημερινού, παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, είναι απολύτως προβλεπόμενη, ενώ η αντίστροφη μέτρηση έχει ήδη ξεκινήσει – πόσο μάλλον αφού είναι γνωστά ανάλογα συμβάντα από το πρόσφατο παρελθόν, όπου το σύστημα κατέρρευσε τρεις φορές (1914, 1939 και 1971). Η εκάστοτε κατάρρευση δε ακολουθήθηκε από εξαιρετικά ταραχώδη χρονικά διαστήματα – οι λεπτομέρειες για τα οποία είναι σε όλους μας γνωστές.
Η προβλεπόμενη μελλοντική κατάρρευση θα μπορούσε επίσης να συνοδευθεί, όπως τότε, από νομισματικές ανακατατάξεις (υπερπληθωρισμός και αποπληθωρισμός 1919-1922, 1929), από συναλλαγματικούς πολέμους (1930), από συμβατικούς πολέμους (1940), από την υιοθέτηση του κανόνα του χρυσού (1944, Breton Woods) ή από σοβαρές «συστημικές αλλαγές» (1980, νεοφιλελευθερισμός) – ενδεχομένως από πολλά μαζί. Με βάση δε τα σημερινά δεδομένα, οι μελλοντικές απειλές για το δολάριο φαίνεται να είναι οι εξής: Κίνα, χρηματοπιστωτικός πόλεμος, αποπληθωρισμός, υπερπληθωρισμός, κατάρρευση των χρηματαγορών.
Κανένας δεν μπορεί να προβλέψει βέβαια πότε ή τι ακριβώς θα συμβεί, πόσο μάλλον εάν κινδυνεύει μόνο το σύστημα, όπως συνέβη τον προηγούμενο αιώνα, ή ολόκληρος ο δυτικός πολιτισμός (ανάλυση) – όπως συνέβη στο παρελθόν με την πτώση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, η οποία παρουσιάζει πολλά κοινά με τις σημερινές Ηνωμένες Πολιτείες. Οφείλουμε όμως να είμαστε πολύ προσεκτικοί, όσον αφορά τις παραδοχές μας, όπως ο συγγραφέας, σε βιβλίο του οποίου στηρίχθηκε η ανάλυση – η οποία θεωρούμε πως δεν περιέχει πολύ μεγάλες υπερβολές, αν και πρόκειται για την υποκειμενική μας άποψη.
Πηγή : https://analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου