Το Ταμείο είναι ακόμη πιο αρνητικό, ενώ η ΕΚΤ διαφωνεί με την έκδοση ελληνικών ομολόγων, πιθανότατα για το «δεδικασμένο» που θα προέκυπτε – με την έννοια πως οι επενδυτές θα απαιτούσαν σταδιακά και από τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης ομόλογα αγγλικού δικαίου, ειδικά από τη χρεοκοπημένη Ιταλία, οπότε θα άνοιγε ο ασκός του Αιόλου.
Άποψη
Μεγάλη η αγωνία στην κυβέρνηση, καθώς επίσης στα ΜΜΕ για την έκθεση του ΔΝΤ – αν και η σημαντικότερη είδηση είναι η τεράστια μείωση των αγορών των ελληνικών νοικοκυριών κατά 13% από τα Σούπερ Μάρκετ. Τελικά βέβαια δεν ακολούθησε καμία καλύτερη τοποθέτηση από το ΔΝΤ – αφού το δημόσιο χρέος μας συνεχίζει να θεωρείται (σωστά) ως εξαιρετικά μη βιώσιμο.
Αντίθετα το γεγονός ότι, οι τράπεζες ίσως χρειαστούν περισσότερα από 10 δις € αύξηση κεφαλαίων λόγω των κόκκινων δανείων, σε συνδυασμό με τη μείωση ουσιαστικά της προληπτικής πιστοληπτικής γραμμής στα 1,6 δις € από 2 δις € προηγουμένως, υπό την προϋπόθεση όμως της αναδιάρθρωσης του χρέους από την Ευρώπη, ήταν μάλλον προς το χειρότερο.
Ενδιαφέρον είχε επίσης η συμφωνία του ΔΝΤ με την κυβέρνηση να γίνεται πλέον αναφορά στο χρέος της κεντρικής κυβέρνησης και όχι της γενικής – όπου το χρέος της γενικής κυβέρνησης συμπεριλαμβάνει αυτό της κεντρικής, καθώς επίσης των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) και κοινωνικής ασφάλισης (σύμφωνα με τους κανόνες και τα κριτήρια του ευρωπαϊκού συστήματος λογαριασμών).
Σε κάθε περίπτωση η οροφή του χρέους της γενικής κυβέρνησης που συμφωνήθηκε είναι τα 325 δις € – υπενθυμίζοντας πως το 2016 το χρέος της γενικής κυβέρνησης ήταν 326,36 δις € από 316,5 δις € το 2015 (αύξηση κατά 10 δις €!), ενώ της κεντρικής 314,9 δις € από 311,7 δις € το 2015 (αύξηση 3 δις €). Επομένως, συμφέρει να βλέπουν οι αγορές το μικρότερο χρέος της κεντρικής κυβέρνησης από το μεγαλύτερο και γρηγορότερα αυξανόμενο της γενικής – αν και οι επενδυτές δεν μπορεί να είναι τόσο ανόητοι.
Όσον αφορά τώρα την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές, δύσκολα κατανοεί κανείς τη σημασία που έχει δοθεί – όταν από την τρίτη δανειακή σύμβαση ύψους 86 δις € η Ελλάδα έχει λάβει μόλις περί τα 40 δις € και απομένουν ακόμη 46 δις €. Λογικά λοιπόν δεν υπάρχει κανένας λόγος να χρηματοδοτηθεί από τις αγορές, με πολύ υψηλότερο επιτόκιο από το σημερινό – από 4% έως 5% δηλαδή, έναντι λιγότερο από 1% που πληρώνει στον ESM.
Οφείλει δε να γνωρίζει κανείς εδώ ότι, ως βιώσιμο επιτόκιο δανεισμού μίας χώρας θεωρείται αυτό που τουλάχιστον δεν αυξάνει τα δημόσια χρέη της. Με δεδομένο δε το ότι, αυτό που έχει σημασία είναι το σύνολο του ποσοστού του πραγματικού ρυθμού ανάπτυξης με το πρωτογενές (= προ τόκων) πλεόνασμα, οποιοδήποτε επιτόκιο είναι χαμηλότερο από το σύνολο αυτό δεν αυξάνει το χρέος. Για παράδειγμα, εάν η Ελλάδα έχει ρυθμό ανάπτυξης 1,5% και πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% (ή 2% ρυθμό και 3% πλεόνασμα κοκ.), χρειάζεται ένα επιτόκιο κάτω του 5% για να μην αυξάνεται το χρέος της.
Εν τούτοις, με ρυθμό ανάπτυξης 1,5%, πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% και επιτόκιο 1% από τον ESM (αν και ο μέσος όρος δανεισμού μας είναι περί το 2% κυρίως λόγω του ΔΝΤ) η Ελλάδα θα μείωνε τα χρέη της κατά 4% ετησίως, οπότε δεν υπάρχει κανένας λόγος εξόδου της στις αγορές – πόσο μάλλον όταν στο επόμενο χρονικό διάστημα προβλέπεται μία νέα χρηματοπιστωτική κρίση, με κριτήριο το ότι συμβαίνει νομοτελειακά ανά δέκα περίπου έτη.
Φυσικά η Ευρώπη έχει κάθε λόγο να δανεισθεί η Ελλάδα από τις αγορές – αφού έτσι θα μεταφερθούν σταδιακά οι απαιτήσεις της στους επενδυτές, ενώ θα δοθεί η (εσφαλμένη) εντύπωση πως το ελληνικό πρόγραμμα είχε τελικά επιτυχία. Όσο για την ελληνική κυβέρνηση, θέλει απλά να το παρουσιάσει ως ένα δικό της επίτευγμα – παρά το ότι τα ομόλογα που θα εκδώσει θα είναι πιθανότατα αγγλικού δικαίου, ενδεχομένως με υποθήκη τη δημόσια περιουσία, καθώς επίσης με επιτόκιο άνω του 4%.
Η ΕΚΤ όμως διαφωνεί, ενώ ο λόγος κατά την άποψη μας δεν είναι τόσο το επιτόκιο, όσο το «δεδικασμένο» που θα προέκυπτε – με την έννοια πως οι επενδυτές θα απαιτούσαν σταδιακά και από τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης ομόλογα αγγλικού δικαίου, ειδικά από τη χρεοκοπημένη Ιταλία, οπότε θα άνοιγε ο ασκός του Αιόλου.
Η ανάπτυξη
Περαιτέρω, το πρόβλημα με την οικονομία της Ελλάδας είναι το ότι, ο ρυθμός ανάπτυξης και το πρωτογενές πλεόνασμα ακολουθούν αντίθετες πορείες – με την έννοια πως όσο μεγαλύτερο είναι το πρωτογενές πλεόνασμα που απαιτείται από μία αδύναμη οικονομία, τόσο μικρότερος ο ρυθμός ανάπτυξης. Από την άλλη πλευρά, μετά από οκτώ χρόνια ύφεσης και καταστροφής, ο μοναδικός τρόπος για να ανακάμψει μία χώρα είναι αυξημένες οι δημόσιες επενδύσεις – οι οποίες βέβαια δημιουργούν βραχυπρόθεσμα ελλείμματα και όχι πλεονάσματα, οπότε δεν τις επιτρέπουν οι δανειστές.
Ως εκ τούτου η Ελλάδα συνεχίζει να είναι παγιδευμένη – τονίζοντας ακόμη μία φορά πως οι εθνικοποιήσεις δεν είναι νέες επενδύσεις. Έχοντας δε μη βιώσιμο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, είναι αδύνατον να αναπτυχθεί – οπότε δεν υπάρχει κανένας άλλος δρόμος εκτός από την ονομαστική διαγραφή ενός μεγάλου μέρους του δημοσίου χρέους της, έτσι ώστε να επιτευχθεί κάτι ανάλογο με το ιδιωτικό.
Όλα τα υπόλοιπα, όπως η έξοδος στις αγορές κοκ., γίνονται αφενός μεν για να αποκοιμίζουν τους Έλληνες έτσι ώστε να μην αντιδρούν, αφετέρου για να ολοκληρωθεί η λεηλασία της χώρας. Όταν δε συμβεί κάτι τέτοιο, τότε η Ελλάδα θα αναπτυχθεί με εξαιρετικά γρήγορους ρυθμούς – αλλά η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων δεν θα έχει καμία απολύτως ωφέλεια.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, οι επιτυχίες στον τουρισμό δεν πρέπει να μας δημιουργούν ψεύτικες ελπίδες – αφού είναι ασφαλώς συγκυριακές, οφειλόμενες στα γεωπολιτικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν πολλές χώρες της Μεσογείου και ειδικά η Τουρκία. Ειδικότερα, λόγω των τρομοκρατικών επιθέσεων στη γειτονική χώρα, ο τουρισμός έχει καταρρεύσει – όπως στο παράδειγμα μίας πανσιόν 30 δωματίων, από τα οποία μόλις τα 3 είναι νοικιασμένα (πηγή: Spiegel).
Η καταστροφή δε θα ολοκληρωθεί από τη χθεσινή αναφορά του κ. Σόιμπλε, σύμφωνα με την οποία η γερμανική κυβέρνηση δεν μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια των Πολιτών της στην Τουρκία – ενώ ήδη υπάρχουν προσφορές από τουρκικά ξενοδοχεία με 15 € ανά δωμάτιο «all inclusive».
Λογικά λοιπόν ο τουρισμός στην Ελλάδα είναι αυξημένος, ενώ φαίνεται να έχουμε επίσης μεγάλη τύχη στις διεθνείς αγορές ομολόγων – οι οποίες αναζητούν απεγνωσμένα συμφέρουσες αποδόσεις, διαθέτοντας τεράστια ποσά λόγω των προγραμμάτων ποσοτικής διευκόλυνσης. Πρόκειται όμως για συγκυρίες που σήμερα υπάρχουν ενώ αύριο ίσως όχι – οπότε οφείλουμε να είμαστε πολύ προσεκτικοί, ειδικά αφού συνεχίζουμε να βρισκόμαστε στην άκρη του γκρεμού. Ελπίζουμε δε να μη θέλει να μετατρέψει η κυβέρνηση την Ελλάδα στη Βενεζουέλα της Ευρώπης – όπως θεωρούν ορισμένοι Αμερικανοί, παρομοιάζοντας την με μία αποτυχημένη κομμουνιστική χώρα (εικόνα).
Analyst Team
Πηγή : http://www.analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου