Σχηματίζονται σταδιακά δύο αντίπαλα στρατόπεδα: από τη μία πλευρά με συμμάχους τις Η.Π.Α. και τη Ρωσία, όπου ασφαλώς θα προστεθούν η Ιαπωνία και η Βρετανία, ενώ από την άλλη τη Γερμανία με την Κίνα – κάτι καθόλου ευχάριστο για την παγκόσμια ειρήνη.
«Είτε η ανθρωπότητα θα τελειώσει τους πολέμους, είτε ο πόλεμος θα αποτελειώσει την ανθρωπότητα» (J.F. Kennedy).
Άρθρο
Το ξεκίνημα της χιλιετηρίδας είχε χαρακτηρισθεί από μία χιμαιρική συνεργασία μεταξύ της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών – δύο αντίπαλων μεγάλων δυνάμεων που ήταν μεν ιδεολογικά αντίθετες, αλλά τα οικονομικά τους συμφέροντα επέβαλλαν τη συνεργασία, χωρίς να έχει προηγηθεί μία τυπική συμφωνία.
Η ανερχόμενη ως ισχυρή δύναμη Κίνα, προμήθευε την όλο και πιο αποδυναμωμένη υπερδύναμη με φθηνά χρήματα, αγοράζοντας τα ομόλογα της – οπότε οι Η.Π.Α. μπορούσαν να συνεχίζουν να καταναλώνουν πολύ περισσότερα από όσα παρήγαγαν, χρηματοδοτώντας ταυτόχρονα έναν πανάκριβο στρατιωτικό προϋπολογισμό.
Από την άλλη πλευρά η Κίνα ήταν σε θέση να παράγει περισσότερα από όσα μπορούσε να καταναλώσει ή να πουλήσει, τοποθετώντας τις ραγδαία αυξανόμενες αποταμιεύσεις της στο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα – στο δολάριο. Δεν υπήρχε καμία κοινή συμφωνία: απλά η μία χώρα επέτρεπε στην άλλη να ενεργεί όπως ήθελε.
Μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση όμως του 2008 με τη σφραγίδα των Η.Π.Α., οι οποίες εξήγαγαν τα προβλήματα τους σε ολόκληρο τον πλανήτη ζημιώνοντας με τεράστια ποσά πολλές χώρες, ιδίως τη Γερμανία, το μοντέλο άλλαξε – οικονομικά και πολιτικά. Τα μεγάλα πλεονάσματα της Κίνας απέναντι στις Η.Π.Α. (γράφημα), τα οποία συνεχίζονται, έχουν θεωρηθεί απειλή για τις αμερικανικές θέσεις εργασίας – ενώ η Κίνα έχει κατανοήσει ότι, δεν μπορεί να διατηρηθεί αυτή η πολιτική επ’ αόριστον, οπότε θα πρέπει να αυξήσει την εσωτερική της κατανάλωση (αντίθετα, η Γερμανία δεν θέλει να το καταλάβει).
Ως εκ τούτου η μεγαλύτερη χίμαιρα της παγκόσμιας οικονομίας, η συνεργασία μεταξύ των δύο μεγαλύτερων δυνάμεων του πλανήτη, δεν είναι πλέον βιώσιμη – γεγονός που φάνηκε ήδη από την προεκλογική εκστρατεία του προέδρου Trump, ο οποίος απείλησε την Κίνα με την επιβολή υψηλών δασμών. Βέβαια, τα συνολικά πλεονάσματα της Κίνας έχουν μειωθεί σημαντικά μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση, όπως διαπιστώνεται από το γράφημα – απέναντι στις Η.Π.Α. συνεχίζουν όμως να είναι γιγαντιαία, σχεδόν πενταπλάσια από αυτά της Γερμανίας.
Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη των πλεονασμάτων της Κίνας
(γαλάζιες στήλες, αριστερή κάθετος), σε σχέση με τη Γερμανία
(διακεκομμένη γραμμή, δεξιά κάθετος).
Από την άλλη πλευρά η γερμανική πλέον Ευρώπη έχει σοκαρισθεί από αυτά που δηλώνει επίσημα ο νέος αμερικανός πρόεδρος, σε σχέση με τους συμμάχους του στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Κατά την άποψη των Γερμανών, τα λεκτικά ατοπήματα του κατά την πρόσφατη επίσκεψη του ΝΑΤΟ, της ΕΕ και της συνόδου των G7, τεκμηριώνουν πως οι Η.Π.Α. δεν είναι πλέον ένας αξιόπιστος συνεργάτης των Ευρωπαίων – αφού σε θέματα όπως το παγκόσμιο κλίμα, το διεθνές εμπόριο ή η συλλογική ασφάλεια απέναντι στην τρομοκρατία κυρίως, οι τοποθετήσεις του κ. Trump δεν άφησαν καμία αμφιβολία σχετικά με το ότι, δεν πιστεύει καθόλου στη συνεργασία. Πόσο μάλλον όταν θεωρεί πως οι Η.Π.Α. δεν δεσμεύονται σε μεγάλο βαθμό από προηγούμενες συμφωνίες – οπότε είναι σαν να μην υπάρχουν.
Γνωρίζοντας τώρα πως ο αμερικανός έχει τοποθετηθεί εναντίον της παγκοσμιοποίησης, είναι εύλογο ότι θεωρεί πως η χώρα του δεν ανήκει πλέον στους ωφελημένους – πιστοποιώντας έμμεσα ότι οι Η.Π.Α. ευρίσκονται σε πορεία παρακμής, αφού εναντίον της παγκοσμιοποίησης τάσσονται ολοκάθαρα τα αδύναμα κράτη, καθώς επίσης οι ασθενέστερες εισοδηματικές τάξεις (ανάλυση). Εκτός αυτού οι πιέσεις που δέχεται στην πατρίδα του, τον έχουν οδηγήσει στο να χρησιμοποιεί τις δημόσιες εμφανίσεις του στην Ευρώπη ως μέσο αυτοπροβολής – με την έννοια ότι προσπαθεί να εντυπωσιάσει με έντονες εκφράσεις, καθώς επίσης με μη διπλωματικές αναφορές.
Όλα αυτά επιδρούν αποσταθεροποιητικά όσον αφορά τους Ευρωπαίους, ενώ η Γερμανία έχει θορυβηθεί σε μεγάλο βαθμό – ειδικά επειδή προβλέπει τη συνεργασία των Η.Π.Α. με τη Ρωσία, η οποία αποτελεί κόκκινο πανί για την καγκελάριο. Ως εκ τούτου, η Γερμανία αναζητεί τη συνεργασία με την Κίνα, πάντοτε κρυμμένη πίσω από την ΕΕ – η οποία αφενός μεν αποτελεί μία μεγάλη αγορά για τα προϊόντα της, αφετέρου έναν ισχυρό σύμμαχο απέναντι στις Η.Π.Α.
Στα πλαίσια αυτά η επόμενη συνάντηση κορυφής στις Βρυξέλες μεταξύ της ΕΕ και της Κίνας, την Πέμπτη και Παρασκευή, έχει ιδιαίτερη σημασία – αφού θα συζητηθούν ανάλογα θέματα, όπως το παγκόσμιο εμπόριο, οι κλιματικές αλλαγές, η μετανάστευση, η εξωτερική πολιτική και η ασφάλεια. Μπορεί δε η Γερμανία να μην είναι μία μεγάλη στρατιωτική δύναμη, αλλά θεωρεί τον εαυτό της ως την κορυφαία υπερδύναμη στο εξαγωγικό εμπόριο, μαζί με την Κίνα.
Λογικά λοιπόν συμπεραίνεται πως σχηματίζονται σταδιακά δύο αντίπαλα στρατόπεδα: από τη μία πλευρά με συμμάχους τις Η.Π.Α. και τη Ρωσία, όπου ασφαλώς θα προστεθούν η Ιαπωνία και η Βρετανία, ενώ από την άλλη τη Γερμανία με την Κίνα. Ο σχηματισμός αυτός, όπου δεν είναι καθόλου βέβαιο το ότι θα συμμετέχουν μαζί με τη Γερμανία οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, δεν είναι καθησυχαστικός όσον αφορά την ειρήνη στον πλανήτη – ελπίζοντας πως θα επικρατήσει στο τέλος η κοινή λογική.
Αλέξης Ζακυνθινός
Πηγή : http://www.analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου