Ίσως οι οπαδοί της διάλυσης να μην εκτιμούν σωστά τη θέση των χωρών τους στο σημερινό παγκόσμιο περιβάλλον, χωρίς την προστασία της ένωσης – καθώς επίσης των Πολιτών, χωρίς την ασφάλεια που τους παρέχουν οι ευρωπαϊκοί Θεσμοί
«Ο χωρισμός ελαττώνει τα μέτρια πάθη και δυναμώνει τα μεγάλα – όπως ο άνεμος σβήνει τα κεριά, αλλά φουντώνει τις φωτιές» (Ροσφουκώ).
Άρθρο
Είναι αρκετοί αυτοί που μας ζητούν να δεχθούμε, να γράψουμε και να τονίσουμε πως για όλα τα δεινά της Ελλάδας φταίει η Ευρωζώνη – ευρύτερα η ΕΕ, λόγω των πολιτικών που επιβάλλει στα κράτη μέλη της. Ακόμη περισσότερο πως ο μεγάλος ένοχος είναι το ευρώ, από το οποίο θα έπρεπε να βγούμε, υιοθετώντας τη δραχμή – ισχυριζόμενοι ότι, με το εθνικό νόμισμα θα ήταν καλύτερη η οικονομία της πατρίδας μας, ενώ δεν θα είχαμε ποτέ οδηγηθεί σε μία τόσο άσχημη κατάσταση: στη χρεοκοπία, στα μνημόνια και στην ύφεση, στο σπιράλ του θανάτου καλύτερα, το οποίο συνεχίζει να μας απειλεί.
Εν προκειμένω επιθυμούμε να επαναλάβουμε ότι, εάν θεωρούσαμε πως ισχύει κάτι τέτοιο, εάν δηλαδή είμαστε σε θέση να το τεκμηριώσουμε, δεν θα διστάζαμε καθόλου να το δηλώσουμε. Έχουμε την άποψη όμως πως το νόμισμα δεν είναι η θεμελιώδης αιτία της οικονομικής μας κατάρρευσης – αφού, στην αντίθετη περίπτωση, τουλάχιστον οι μεγαλύτερες από την Ελλάδα χώρες, όπως η Βραζιλία, η Ρωσία ή η Τουρκία, οι οποίες έχουν τα δικά τους νομίσματα, δεν θα ήταν αντιμέτωπες με τα τρομακτικά σημερινά τους προβλήματα:
με τις τεράστιες υποτιμήσεις ως αποτέλεσμα κυρίως των ελλειμματικών ισοζυγίων τρεχουσών συναλλαγών τους, οι οποίες περιορίζουν σε μεγάλο βαθμό την αγοραστική αξία των εισοδημάτων των Πολιτών τους, έχοντας και οι τρεις χρεοκοπήσει στο παρελθόν.
Δυστυχώς ορισμένοι δεν κατανοούν πως η ονομαστική μείωση των μισθών και των συντάξεων, δεν έχει καμία σημαντική διαφορά σχετικά με την πληθωριστική – η οποία, πολύ συχνά, είναι αρκετά πιο επώδυνη για τα φτωχά εισοδηματικά στρώματα της εκάστοτε κοινωνίας. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από τις παραπάνω χώρες, οι οποίες έχουν πληγεί σε μεγάλο βαθμό – ενώ κινδυνεύουν να οδηγηθούν ξανά σήμερα σε έναν υπερπληθωρισμό, ο οποίος θα τις οδηγούσε σε ένα μεγάλο κοινωνικό χάος.
Σε κάθε περίπτωση, ούτε η εσωτερική υποτίμηση ενός κοινού νομίσματος, ούτε η πραγματική υποτίμηση ενός εθνικού, είναι σε θέση να επιλύσουν τα δομικά ελαττώματα μίας οικονομίας – οπότε να αναβιώσουν τον παραγωγικό της ιστό, να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα της, να οδηγήσουν στην ανοδική πορεία των εξαγωγών κοκ. Ένα σωστό πολιτικό σύστημα όμως, όπως η άμεση Δημοκρατία της Ελβετίας, μπορεί να επιτύχει θαύματα – αφού έχει μετατρέψει μία ουσιαστικά άγονη, μη προικισμένη χώρα, στην καλύτερη οικονομία παγκοσμίως.
Έχουμε την άποψη λοιπόν πως ο υπεύθυνος για την ελληνική κρίση δεν είναι μόνο ένας: η Ευρωζώνη και η ΕΕ, οπότε θα ήταν πολύ εύκολο να λυθεί το πρόβλημα, με την απλή αποχώρηση της Ελλάδας. Αντίθετα, οι υπεύθυνοι είναι περισσότεροι, ενώ θα πρέπει να τους αναζητήσουμε τόσο στο εσωτερικό της χώρας μας, η οποία πάσχει από μία σειρά θανατηφόρων ασθενειών, όσο και στο εξωτερικό – στην πολιτική της ΕΕ και της Ευρωζώνης, στην αντίστοιχη της ΕΚΤ, της Γερμανίας, των γεωπολιτικών επιδιώξεων των Η.Π.Α. κοκ.
Περαιτέρω, ασφαλώς ωφελεί στην ανάλυση της οικονομίας μας ο δείκτης της εξέλιξης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ των Ελλήνων σε δολάρια, αφενός μεν σε πραγματικούς όρους (διακεκομμένη καμπύλη, δεξιά στήλη), αφετέρου σε όρους αγοραστικής αξίας (γαλάζια καμπύλη, αριστερή στήλη) – όπως φαίνεται στο γράφημα που ακολουθεί (πηγή: Παγκόσμια Τράπεζα).
Όπως συμπεραίνεται, το κατά κεφαλήν εισόδημα σε όρους αγοραστικής αξίας σχεδόν πενταπλασιάστηκε, από 5.359 $ το 1960, στα 24.307 $ το 2007 – έχοντας έκτοτε ακολουθήσει καθοδική πορεία, φτάνοντας στα 18.000 $ περίπου (-26%).
Σε πραγματικούς όρους, ξεκίνησε από τις 22.000 $ περίπου το 1990 (δεν υπάρχουν προηγούμενες στατιστικές), μειώθηκε στα 20.905 το 1993, φτάνοντας στα 32.408 $ το 2007 – περιοριζόμενο έκτοτε στα 24.000 $ περίπου (-26%). Και οι δύο δείκτες λοιπόν έχουν υποχωρήσει στα επίπεδα του 2000, στην εποχή προ της εισόδου της χώρας μας στην Ευρωζώνη – γεγονός που σημαίνει πως έχουμε χάσει τις όποιες ωφέλειες του κοινού νομίσματος (χαμηλά επιτόκια δανεισμού, εισροές κεφαλαίων κλπ.), ενώ έχουν παραμείνει τα εγγενή ελαττώματα του.
Στα πλαίσια αυτά, ενδεχομένως η λύση θα ήταν μία μεγαλύτερη διαγραφή του δημοσίου χρέους της Ελλάδας, έτσι ώστε να επανέλθει στα επίπεδα του 2000 (139,2 δις € – γράφημα) – όπου θα συμβάδιζε με το σημερινό κατά κεφαλήν εισόδημα των Ελλήνων. Ακόμη όμως και να πετυχαίναμε κάτι τέτοιο αποχωρώντας από την Ευρωζώνη, εκτός του ευρώ η χρηματοδότηση της οικονομίας μας (κράτος, τράπεζες, επιχειρήσεις) θα κόστιζε πολύ περισσότερο – κάτι που, σε συνδυασμό με την τεράστια καταστροφή που προκλήθηκε από τα μνημόνια, δεν θα μας επέτρεπε πολλές ελπίδες επιβίωσης.
Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη του δημοσίου χρέους σε δις €, από το 2000 έως το 2009
Ως εκ τούτου, παρά το ότι τονίζουμε συνεχώς τα ελαττώματα της Ευρωζώνης και της ΕΕ, καθώς επίσης τα προβλήματα που μας προκαλούν, δεν μπορούμε να τεκμηριώσουμε με κανέναν τρόπο πως η σημερινή Ελλάδα θα ήταν σε καλύτερη θέση εκτός – οπότε εύλογα αποφεύγουμε να στηρίξουμε έναν τέτοιο δρόμο.
Αντίθετα μπορεί εύκολα να τεκμηριωθεί πως με μία υποφερτή έστω κυβέρνηση, η οποία θα πετύχαινε τη διαγραφή μέρους του χρέους που δικαιούμαστε λόγω των «σφαλμάτων» των δανειστών (ανάλυση), έναντι εκείνων των μεταρρυθμίσεων που πραγματικά έχει ανάγκη η οικονομία μας (οι οποίες δεν είναι φυσικά οι μειώσεις των εισοδημάτων ή/και η εκποίηση της δημόσιας και ιδιωτικής μας περιουσίας), η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να πετύχει θαύματα και εντός της Ευρωζώνης – διαθέτοντας φυσικό πλούτο, μία άριστη γεωπολιτική θέση, ένα εξαιρετικά ικανό έμψυχο δυναμικό, καθώς επίσης πρώτες ύλες και ενεργειακά αποθέματα τεράστιας αξίας (πηγή).
Η ΕΕ αργοπεθαίνει
Συνεχίζοντας, τα παραπάνω δεν σημαίνουν βέβαια πως δεν θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για τυχόν ανάγκη υιοθέτησης ενός εθνικού νομίσματος (α) αφενός μεν επειδή είμαστε υπέρ της ρήξης με τους δανειστές στο θέμα της διαγραφής του χρέους (ανάλυση), καθώς επίσης εναντίον του αργού θανάτου που προκαλούν τα μνημόνια, με όλα τα ρίσκα που κάτι τέτοιο συνεπάγεται, (β) αφετέρου λόγω της πιθανότητας διάλυσης της.
Πιστεύουμε βέβαια πως η διάλυση αυτή δεν θα είναι εντυπωσιακή, όπως ένα ξαφνικό πυροτέχνημα τα μεσάνυχτα, όπου κανένας δεν το περιμένει – ή σε κάποια άλλη χρονική στιγμή που θα προβλεπόταν από όλους. Αντίθετα, θεωρούμε ότι θα καταρρεύσει σταδιακά, αφού προηγουμένως αποδυναμωθεί στο εσωτερικό της – όπως εκείνος ο άρρωστος κορμός του δέντρου που πρώτα γίνεται κούφιος και μετά πέφτει στη γη.
Αυτό τουλάχιστον συμπεραίνεται από την οικονομική κρίση που στην πραγματικότητα δεν καταπολεμάται, παρά μόνο επιφανειακά, καθώς επίσης από την πολιτική κρίση που ευρίσκεται σήμερα σε πλήρη εξέλιξη – με αφορμή αλλά όχι με βασική αιτία το μεταναστευτικό, το οποίο μάλλον χρησιμοποιείται για να κλείσουν τα σύνορα, παράλληλα με την απομόνωση της Γερμανίας (λόγω του ότι, η στάση της έχει φέρει στην επιφάνεια τους φόβους των γειτόνων της από το παρελθόν).
Σε κάθε περίπτωση, οι βαθύτερες αιτίες της κρίσης δεν είναι η εσφαλμένη συμπεριφορά των εκάστοτε μεμονωμένων κρατών – όπως της Ιρλανδίας, της Ισπανίας, της Γερμανίας ή της Ελλάδας από την οικονομική πλευρά ή της Πολωνίας και της Ουγγαρίας από την πολιτική. Αποτελεί φυσικά ένα λόγο, αλλά ως μία συνολική ερμηνεία δεν είναι αρκετή – ενώ, με βάση τις πρόσφατες εξελίξεις, τα μεγάλα προβλήματα που διαφαίνονται είναι τα εξής:
(α) Πολιτικά: Tο κλείσιμο των συνόρων και η κατάργηση της Schengen, σε συνδυασμό με τις βίαιες ακροδεξιές οργανώσεις που χτυπούν τους μετανάστες (είδηση) – καθώς επίσης με την εγκατάλειψη χωρών, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, στην τύχη τους.
(β) Πολιτικά και οικονομικά: Η πιθανή έξοδος της Μ. Βρετανίας από την ΕΕ, λόγω της παντοδυναμίας της Γερμανίας, την οποία οι Βρετανοί μπορούν να κρίνουν καλύτερα από όλους μας – γεγονός που θα θεωρούταν ως η αφετηρία της διάλυσης της ΕΕ, ενώ κανένας δεν ξέρει που θα οδηγηθούν η Ουγγαρία, η Τσεχία και η Πολωνία.
(γ) Οικονομικά: Η τραπεζική κρίση της Ιταλίας, παρά το ότι επιτεύχθηκε η συμφωνία της δημιουργίας μίας κακής τράπεζας, με στόχο την αποθήκευση των επισφαλειών (κόκκινων δανείων) του χρεοκοπημένου χρηματοπιστωτικού της συστήματος – κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από την Ευρωζώνη, η οποία είναι μάλλον απαραίτητη για την αναβίωση της οικονομίας της αφού, υπό τις σημερινές συνθήκες, είναι σε θέση να τα καταφέρει καλύτερα εκτός του ευρώ.
Τυχόν έξοδος της Ελλάδας, αφού προηγηθεί η επιβολή ενός παράλληλου νομίσματος, είναι μεν πολύ πιθανή, αλλά όχι απειλητική για την Ευρωζώνη σε τέτοιο βαθμό, όπως της Ιταλίας – ενώ δεν πρέπει να υποτιμάει κανείς τους κινδύνους εξόδου της Γαλλίας το 2017, εάν τελικά επικρατήσει το Εθνικό Μέτωπο.
Οι πιθανές εξελίξεις
Περαιτέρω, κανένας δεν γνωρίζει πόσο πρόθυμες είναι οι χώρες της ΕΕ, καθώς επίσης της Ευρωζώνης, να αναζητήσουν μία από κοινού λύση των προβλημάτων τους – με τους συμβιβασμούς που θα απαιτούσε κάτι τέτοιο όπου, στην περίπτωση της Ευρωζώνης, τα ευρωομόλογα, η δημοσιονομική, η τραπεζική και η πολιτική ένωση θα αποτελούσαν μονόδρομο.
Οι εναλλακτικές λύσεις θα ήταν είτε (α) η επιστροφή όλων των χωρών μαζί στην αφετηρία, στην προ ευρώ εποχή δηλαδή (ανάλυση), είτε (β) ο περιορισμός του αριθμού εκείνων των κρατών που θα συμμετείχαν στο ευρώ – σε έναν πυρήνα γύρω από τη Γερμανία, όπου όμως η ανατίμηση του νομίσματος θα έσβηνε όλα τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που έχουν αποκτήσει τα τελευταία 15 χρόνια.
Στη δεύτερη περίπτωση, όπου ενδεχομένως όλες οι υπόλοιπες χώρες είτε (α) θα υιοθετούσαν τα εθνικά τους νομίσματα, είτε (β) ένα κοινό νόμισμα, με πυρήνα τη Γαλλία, αφού θεωρούμε πολύ δύσκολο να συνταχθεί με τη Γερμανία, η Ευρώπη διαιρεμένη σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα, με άγνωστα επακόλουθα, θα βυθιζόταν σε μία πολύ μεγάλη κρίση – εξαιρετικά επικίνδυνη και με πολλά διαφορετικά «πρόσωπα».
Εάν θα θέλαμε τώρα να αποφευχθεί η διάλυση, τότε δεν θα έφτανε μόνο η πολιτική ένωση – αλλά, επίσης, θα έπρεπε να εγκαταλειφτεί η ιδεολογία της «πολιτικής τάξης» που πρεσβεύει η Γερμανία, επειδή θεωρείται εύλογα ως ένα εγχείρημα (concept), το οποίο μπορεί να εφαρμοσθεί μόνο εντός εθνικών κρατών.
Η αιτία είναι το ότι, βασίζεται σε μία συγχώνευση οικονομικών, φιλοσοφικών, κοινωνικών και νομικών αρχών (αξιωμάτων), τα οποία υπάρχουν μόνο εντός ενός ομογενούς εθνικού κράτους – σε καμία περίπτωση εντός μίας ένωσης εντελώς διαφορετικών μεταξύ τους κρατών.
Με πολύ απλά λόγια, το σύστημα που θέλει να επιβάλλει η Γερμανία (ordoliberalism), βασιζόμενο στη δική της αντίληψη, δεν μπορεί να υιοθετηθεί με επιτυχία από κράτη με διαφορετικό Δίκαιο, με άλλες αντιλήψεις και με μία μη συμβατή νοοτροπία – κάτι που αδυνατεί να κατανοήσει τόσο η σημερινή ηγεσία της Γερμανίας, όσο και των υπολοίπων χωρών.
Επίλογος
Οι κίνδυνοι, με τους οποίους ευρίσκεται αντιμέτωπη η Ευρώπη, δεν είναι μόνο το τέλος της συμφωνίας του Schengen, ο περιορισμός της ζώνης του ευρώ ή η διάλυση της, με την επιστροφή στα εθνικά κράτη – αλλά, επί πλέον, η αύξηση των εισοδηματικών ανισορροπιών, η φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, καθώς επίσης ο εξ αυτής βίαιος πολιτικός ριζοσπαστισμός, οι κοινωνικές αναταραχές και οι αιματηρές εξεγέρσεις.
Στα πλαίσια αυτά, μπορεί να μην απειληθεί τελικά η Δημοκρατία, αλλά ασφαλώς θα υποστούν μεγάλες ζημίες οι διακρατικές συμφωνίες, καθώς επίσης οι ευρωπαϊκοί Θεσμοί – ενδεχόμενα που θα προκαλούσαν πολύ μεγάλα προβλήματα στην Ευρώπη ως σύνολο, απέναντι στις άλλες περιοχές του πλανήτη.
Από την άλλη πλευρά, ίσως οι οπαδοί της διάλυσης τόσο της ΕΕ, όσο και της Ευρωζώνης ή της εξόδου τους από αυτές, να μην εκτιμούν σωστά τη θέση των χωρών τους στο σημερινό παγκόσμιο περιβάλλον, χωρίς την προστασία της ένωσης – καθώς επίσης τη θέση των Πολιτών, χωρίς την ασφάλεια που τους παρέχουν οι ευρωπαϊκοί Θεσμοί.
Εύλογα βέβαια σε περιπτώσεις, όπως αυτή της Ελλάδας, η οποία υποφέρει τα πάνδεινα από τα μνημόνια που της επιβάλλονται – κάτι που όμως δεν θα έπρεπε να εμποδίζει τους Έλληνες να σκέφτονται λογικά, αναλύοντας με κάθε λεπτομέρεια την επόμενη ημέρα. Ίσως τότε να συνειδητοποιούσαν ορισμένοι πως δεν είναι σωστό να το εύχονται, επειδή η ευχή τους θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί – όπως δυστυχώς πολύ συχνά παρατηρείται.
Ολοκληρώνοντας, τόσο η Ευρωζώνη, όσο και η ΕΕ έχουν αναμφίβολα πολύ μεγάλα προβλήματα – ειδικά επειδή η πολιτική τους προωθεί την παντοδυναμία του τραπεζικού κεφαλαίου και των πολυεθνικών, εις βάρος του κοινωνικού συνόλου. Εν τούτοις, δεν λύνει κανείς τα προβλήματα, διαλύοντας το σύστημα που διευκολύνει την επιβίωση ή την ευημερία του – αλλά διορθώνοντας το, όσο καλύτερα μπορεί.
Πηγή : Analyst Team
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου