Η πανδημία, ο πόλεμος της Ουκρανίας, η
ενεργειακή κρίση και ο πληθωρισμός που συνέβησαν τα τελευταία τέσσερα
χρόνια ήταν μεγάλες κρίσεις, οπότε μεγάλες ευκαιρίες – τις οποίες
σπατάλησε εξοργιστικά η Ελλάδα, ειδικά το υπουργείο οικονομικών, με τις
ανυπόφορα λογιστικές αντιλήψεις του. Αναμενόμενο δυστυχώς από μία
κυβέρνηση που έχει νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις, όσον αφορά το ξεπούλημα
της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας της χώρας, αλλά σοβιετικού τύπου
νοοτροπία, σε σχέση με τις παροχές. Λογικά λοιπόν συμπεραίνεται πως
κάποια στιγμή θα συμβούν και στην Ελλάδα, αυτά που συμβαίνουν στη Γαλλία
και αλλού – κοινωνικές αναταραχές και εξεγέρσεις, με δυσμενή
αποτελέσματα για την οικονομία μας. Μπορούν βέβαια να αποφευχθούν, αλλά
δεν φαίνεται να γίνεται σοβαρά αντιληπτός ο κίνδυνος από την κυβέρνηση –
επειδή θεωρεί πως οι Έλληνες έχουν σκύψει οριστικά το κεφάλι, μετά από
τόσα μνημόνια και ανέχονται τα πάντα. Ακόμη και την τετραπλή ληστεία
τους που ευρίσκεται σε εξέλιξη – από τον πληθωρισμό, από την
αισχροκέρδεια, από τους φόρους και από τις τραπεζικές τους καταθέσεις
Οι κρίσεις αποτελούν πρόβλημα για τους
μη ικανούς, αλλά πάντοτε ευκαιρίες για τους ικανούς – μέσω των οποίων
μπορούν όχι μόνο να επιλύουν τυχόν προβλήματα τους, αλλά να επιτυγχάνουν
θαύματα. Εν προκειμένω η πανδημία, ο πόλεμος της Ουκρανίας, η
ενεργειακή κρίση και τώρα ο πληθωρισμός που συνέβησαν τα τελευταία
τέσσερα χρόνια ήταν μεγάλες κρίσεις, οπότε μεγάλες ευκαιρίες – τις οποίες σπατάλησε εξοργιστικά η Ελλάδα, ειδικά το υπουργείο οικονομικών, με τις ανυπόφορα λογιστικές αντιλήψεις του.
Αναμενόμενο δυστυχώς από μία κυβέρνηση
που έχει νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις, όσον αφορά το ξεπούλημα της
δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας της χώρας, αλλά σοβιετικού τύπου
νοοτροπία, σε σχέση με τις παροχές – εύλογα, αφού αποτελεί μία μίξη ακροδεξιών με σοσιαλιστές, με τα καθαρά δικά της στελέχη στο περιθώριο, σε πολύ μεγάλο βαθμό. Αναλυτικότερα τα εξής:
Η πανδημία
Ξεκινώντας από την πανδημία, δόθηκε στην
Ελλάδα η ευκαιρία να δανεισθεί και να δαπανήσει μεγάλα ποσά, με
μηδενικές επιβαρύνσεις – επί πλέον, η δυνατότητα στο κράτος να στηρίζει
τις δημόσιες ή άλλες επιχειρήσεις. Εν τούτοις η κυβέρνηση, αντί να μην επιβάλει το κλείδωμα της οικονομίας όπως η Σουηδία ή η Ελβετία, έκανε ακριβώς το αντίθετο
– ενώ αντί να στηρίξει το εθνικό σύστημα υγείας, τις εγχώριες
επενδύσεις και την πραγματική οικονομία, στήριξε την κατανάλωση,
αποζημιώνοντας στην ουσία επιχειρήσεις και εργαζομένους για τις ζημίες
που τους προκάλεσε.
Το αποτέλεσμα ήταν να σπαταληθούν 50 δις
€ με δανεικά, για καταναλωτικούς και όχι για επενδυτικούς σκοπούς,
καθώς επίσης να πεθάνουν πολλοί περισσότεροι Έλληνες από την πανδημία,
συγκριτικά με άλλες χώρες – προφανώς λόγω του διαλυμένου συστήματος
υγείας που δεν στηρίχθηκε σχεδόν καθόλου. Έτσι έχουμε έως σήμερα 36.582 θανάτους στην Ελλάδα – όταν στην Ελβετία 14.452 και στη Σουηδία 23.777.
Εάν δεν είχαμε δανεισθεί αυτά τα χρήματα, τότε το δημόσιο χρέος μας δεν θα είχε αυξηθεί κατά 44 δις €, από τα 356 δις € τέλη του 2019 (πηγή), στα 400,3 δις στα τέλη του 2022 (πηγή)
– ενώ εάν δεν είχαν σπαταληθεί τα δανεικά αλλά επενδυθεί σωστά, το
σύστημα υγείας μας θα ήταν πολύ καλύτερο και η οικονομική μας κατάσταση
θα είχε βελτιωθεί σημαντικά.
Ο πόλεμος της Ουκρανίας
Όσον αφορά τον πόλεμο της Ουκρανίας,
υπάρχει ακόμη ελπίδα να μη χάσουμε την ευκαιρία του περιορισμού της
εφοδιαστικής αλυσίδας – με την έννοια πως η Δύση μεταφέρει πλέον την παραγωγή της σε περιοχές που μπορεί να ελέγξει, απομακρυνόμενη από την Ασία κλπ.
Πώς όμως θα μπορέσουμε να εκμεταλλευθούμε αυτήν την ευκαιρία, όταν
αυξήσαμε το δημόσιο χρέος κατά 44 δις €, επίσης το ιδιωτικό κατά 40 δις €
μέσα σε τρία χρόνια, ενώ δεν επενδύσαμε στην παραγωγή; Όταν συνεχίζουμε
να ξεπουλάμε τα πάντα, θεωρώντας ανόητα πως το ξεπούλημα αποτελεί
άμεσες ξένες επενδύσεις;
Η δεύτερη ευκαιρία δε του πολέμου της
Ουκρανίας, σε συνδυασμό με τα προβλήματα που μας προκαλεί η τουρκική
επιθετικότητα, είναι η στήριξη της αμυντικής μας βιομηχανίας – όπως
συμβαίνει σε πολλές άλλες χώρες. Προφανώς κάτι τέτοιο δεν θα ωφελούσε μόνο την άμυνα μας αλλά, επί πλέον, την πραγματική οικονομία
– ενώ θα δημιουργούνταν ποιοτικές θέσεις εργασίας για να επιστρέψουν οι
700.000 Έλληνες που έφυγαν, δυνατότητες καινοτομίας, παράλληλη
βιομηχανική παραγωγή κοκ.
Η ενεργειακή κρίση
Σε σχέση τώρα με την ενεργειακή κρίση, η
ευκαιρία μας ήταν και συνεχίζει να είναι εν μέρει, πολύ μεγάλη – ειδικά
εάν δεν είχαμε σταματήσει τη λιγνιτική μας παραγωγή που μας επέτρεπε
την κάλυψη των ενεργειακών μας αναγκών πάνω από 40%. Πόσο μάλλον αφού δεν έχουμε την εξάρτηση των άλλων χωρών από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο – όπως της Γερμανίας, της Πολωνίας, της Βουλγαρίας κοκ. (γράφημα).
Η ευκαιρία αφορά την εξόρυξη των ενεργειακών μας αποθεμάτων, η οποία όμως καθυστέρησε πάρα πολύ, λόγω των αντίθετων αρχικά απόψεων της κυβέρνησης
– καθώς επίσης της άρνησης της να επεκτείνει τα χωρικά μας ύδατα στα 12
ναυτικά μίλια, σύμφωνα με το διεθνές Δίκαιο, ανακηρύσσοντας μετά ΑΟΖ,
αρχικά με την Κύπρο.
Αφορά επί πλέον την κατασκευή του East
Med, ειδικά τώρα που η ΕΕ έχει την ανάγκη του φυσικού αερίου από μη
ρωσικές πηγές – ενώ το LNG είναι πανάκριβο και μη ανταγωνιστικό. Φυσικά επίσης την εκμετάλλευση των λιγνιτικών μας αποθεμάτων –
η αξία των οποίων υπερβαίνει τα 250 δις €. Τέλος τα φωτοβολταϊκά, αλλά
όχι σε εύφορη αγροτική γη, σε ικριώματα και σε στέγες, με την παραγωγή
τους στην Ελλάδα, έστω σε κάποιο βαθμό – ενώ οι ανεμογεννήτριες σίγουρα
δεν είναι ωφέλιμες για το περιβάλλον (ανάλυση), πόσο μάλλον για μία χώρα που έχει σημαντικά τουριστικά έσοδα.
Ο πληθωρισμός
Η τελευταία κρίση είναι ο πληθωρισμός – η άνοδος των τιμών καλύτερα, αφού δεν πρόκειται για έναν συνήθη πληθωρισμό της ζήτησης (ανάλυση), αλλά σε μεγάλο βαθμό της προσφοράς, λόγω των προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας και της ενέργειας. Εν προκειμένω, ο πληθωρισμός είναι μία από τις λύσεις για τη μείωση των χρεών ως προς το ονομαστικό ΑΕΠ, πολλών υπερχρεωμένων κρατών – ενώ οι άλλες είναι η διαγραφή και η χρηματοπιστωτική καταστολή (ανάλυση).
Το γεγονός αυτό φαίνεται στην Ελλάδα,
από την εξέλιξη του πραγματικού μας ΑΕΠ (=χωρίς τον πληθωρισμό) και του
ονομαστικού (=μαζί με τον πληθωρισμό). Όπως φαίνεται από το γράφημα που
ακολουθεί, το πραγματικό μας ΑΕΠ το 2022 διαμορφώθηκε στα 192 δις €, με το ρυθμό ανάπτυξης στο 5,9% – ενώ το ονομαστικό μας στα 208 δις €, με το ρυθμό ανάπτυξης στο 14,5%.
Με δεδομένη τώρα την άνοδο του δημοσίου χρέους μας (κεντρικό κράτος) στα 400 δις €, μπορεί μεν να ήταν στο 200% του πραγματικού ΑΕΠ, αλλά ως προς το ονομαστικό μειώθηκε στο 192% – ενώ ως προς της γενικής κυβέρνησης που μετράει διεθνώς, στο 173%.
Ο συνδυασμός τώρα του υψηλού πληθωρισμού και του αντίστοιχα υψηλού τζίρου των επιχειρήσεων σε όρους αξίας (σε όρους όγκου, πωλούμενων ποσοτήτων δηλαδή, ήταν σχεδόν στάσιμος), λόγω της ανόδου των τιμών, συνήθως και του περιθωρίου του μικτού κέρδους, αυξάνει τα έσοδα του δημοσίου – τόσο από τους έμμεσους φόρους, όπως από τον ΦΠΑ, όσο και τους άμεσους, όπως από το φόρο εισοδήματος. Όχι μόνο των επιχειρήσεων, αλλά και των ιδιωτών – αφού οι κλίμακες φορολόγησης δεν έχουν αλλάξει.
Όπως διαπιστώνεται από τη διαφορά του
πραγματικού ΑΕΠ με το ονομαστικό, ύψους 16 δις €, με τα δημόσια έσοδα
στο 30% περίπου του ΑΕΠ, οι επί πλέον φόροι που εισέπραξε το
κράτος με τη βοήθεια του πληθωρισμού, διατηρώντας τους ίδιους
συντελεστές στις ανοδικές τιμές, ήταν της τάξης των 4,8 δις €
(16 δις Χ 30%) – γεγονός που όμως σημαίνει ότι, υπερφορολογούνται ξανά
οι Έλληνες και ειδικά η μεσαία τάξη, με αποτέλεσμα τη δημιουργία
πρωτογενούς πλεονάσματος από το 2022 και μετά.
Ακριβώς δηλαδή όπως η προηγούμενη
κυβέρνηση αύξησε το πλεόνασμα με την υπερφορολόγηση των Πολιτών, έτσι
και η σημερινή, αν και με διαφορετικό τρόπο – η προηγούμενη
με την άνοδο των συντελεστών, ενώ η σημερινή με την άνοδο του
πληθωρισμού, διατηρώντας τους ίδιους περίπου συντελεστές στις ανοδικές
τιμές. Φυσικά δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε πολλές
άλλες χώρες – ενώ η πρόσφατη σχετική μελέτη του ESM αναφέρει μεταξύ
άλλων τα εξής:
«Ο πληθωρισμός έχει αντίκτυπο στα δημόσια ταμεία, κυρίως επειδή επηρεάζει τους φόρους στην κατανάλωση, στο εισόδημα και στον πλούτο. Ο υψηλός πληθωρισμός του περασμένου έτους, οδήγησε στην ταχύτερη αύξηση των φορολογικών εσόδων στην ιστορία της ζώνης του ευρώ…. Ο πληθωρισμός μπορεί να βοηθήσει τις χώρες που θέλουν να μειώσουν το χρέος – όχι μόνο μειώνοντας τους δείκτες χρέους προς ΑΕΠ, αλλά και κινητοποιώντας πρόσθετα φορολογικά έσοδα.
…..Εξετάζουμε τους τρεις μεγαλύτερους φόρους: στην κατανάλωση, στο εισόδημα και στις εισφορές στην κοινωνική ασφάλιση – χρησιμοποιώντας τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία για τα δημόσια οικονομικά, για τους πρώτους εννέα μήνες του 2022. Συνολικά, αυτές οι τρεις κατηγορίες απέδωσαν ετήσια έσοδα περίπου 40% του ΑΕΠ σε όλο το δείγμα των χωρών μας. Πρόκειται περίπου για 220 δις € ή 2,6% του ΑΕΠ υψηλότερα, από ό,τι προέβλεπε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ένα χρόνο νωρίτερα» (πηγή).
Συμπερασματικά λοιπόν, για κράτη όπως η
Ελλάδα, με δυσθεώρητο δημόσιο χρέος, ο πληθωρισμός αποτελεί μεγάλη
ευκαιρία – πόσο μάλλον όταν, λόγω της ρύθμισης του χρέους των 95 δις €
το 2018 (αν και με αντάλλαγμα το ξεπούλημα της Μακεδονίας), η χώρα μας έχει σταθερά μακροχρόνια επιτόκια και μικρές ανάγκες άμεσης χρηματοδότησης.
Οι κίνδυνοι
Ξεκινώντας από την τελευταία ευκαιρία, ο πληθωρισμός εμπεριέχει πολλούς κινδύνους, ειδικά για την Ελλάδα που δεν έχει εκμεταλλευθεί δυστυχώς καμία από τις τρεις προηγούμενες κρίσεις/ευκαιρίες –
ενώ συνεχίζει να υπερφορολογεί τους Πολίτες της με τη βοήθεια των
ανοδικών τιμών, μετά από τη ληστεία τους με τα τρία μνημόνια συν το
τέταρτο άτυπο, που δεν έχει συνοδευθεί από δανειακή σύμβαση.
Οι κίνδυνοι εδώ αφορούν τη φοροδοτική ικανότητα των Ελλήνων που έχει εξαντληθεί, τις τράπεζες που έχουν τα «κεφάλαια αέρα» των αναβαλλομένων φόρων
και την ακίνητη περιουσία που δυστυχώς συμβάλει στο 14% περίπου του ΑΕΠ
– ως μοναδική χώρα της ΕΕ. Εν προκειμένω, τα ανοδικά επιτόκια μπορούν
να προκαλέσουν μία νέα γενιά κόκκινων δανείων που θα έχει σοβαρές
συνέπειες για τον τραπεζικό τομέα και κόκκινων χρεών απέναντι στο
δημόσιο, στα ασφαλιστικά ταμεία κοκ. – ενώ η γενικότερη τραπεζική κρίση,
μπορεί να δημιουργήσει πιστωτική στενότητα, όπως το 2008 (credit
crunch).
Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την πτώση της
αγοραστικής αξίας μισθών και εισοδημάτων, όπου η Ελλάδα είναι τρίτη από
το τέλος στην ΕΕ (γράφημα), είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσουν αργότερα σε μία ακόμη ύφεση – την οποία πολύ δύσκολα θα αντέξει η ελληνική οικονομία που είναι σε πολύ άσχημη κατάσταση (ανάλυση). Λύσεις φυσικά υπάρχουν, αφού η Ελλάδα είναι μία πάμπλουτη και πολλαπλά προικισμένη χώρα (ανάλυση), αλλά απαιτείται μία ορθολογική διακυβέρνηση – την οποία δυστυχώς δεν έχουμε.
Ένας άλλος κίνδυνος είναι ο κοινωνικοπολιτικός που έχει διαπιστωθεί ήδη σε χώρες όπως η Γαλλία, η Μ. Βρετανία και η Γερμανία (πηγή)
– λόγω του ότι ο πληθωρισμός, σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση,
έχει επηρεάσει δυσανάλογα την αγοραστική δύναμη των μεσαίων και χαμηλών
εισοδημάτων. Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, οι πολιτικές των
επιδομάτων και των καλαθιών, αντί της μείωσης του ΦΠΑ στα βασικά τρόφιμα
και στην ενέργεια, καθώς επίσης του ΕΦΚ, δεν αποτελούν σε καμία
περίπτωση αντίδοτο στην απώλεια των εισοδημάτων – αφού οι Πολίτες χάνουν 10 και η κυβέρνηση τους επιστρέφει 2.
Πόσο μάλλον όταν υπάρχουν Ολιγοπώλια που
αισχροκερδούν – όπως στην ενέργεια, στα καύσιμα, στα Σούπερ Μάρκετ και
στις τράπεζες, όπου στην Ελλάδα χρεώνουν μακράν τις υψηλότερες
προμήθειες παγκοσμίως. Έτσι στη χώρα μας, οι τιμές δεν αυξάνονται μόνο από τον πληθωρισμό αλλά, επί πλέον, από τα υψηλότερα περιθώρια κέρδους –
με αποτέλεσμα να αυξάνονται δυσανάλογα τα κέρδη των Ολιγοπωλίων, οπότε
να διαπιστώνεται μία πρωτοφανής αναδιανομή εισοδημάτων από τα κάτω προς
τα επάνω, από τους φτωχούς στους πλουσίους.
Συνεχίζοντας με την προηγούμενη ευκαιρία, με την ενεργειακή κρίση, μπορεί να φαίνεται ότι πέρασε, αλλά δεν ισχύει – αφού το πρόβλημα του φυσικού αερίου θα επανέλθει, ενώ η πρόσφατη μείωση της εξόρυξης πετρελαίου από τον OPEC+ έχει οδηγήσει ξανά σε αυξημένες τιμές. Δύσκολα δε μεταφράζεται τώρα σε ευκαιρία – αφού η Ελλάδα την έχει χάσει.
Όσον αφορά τον πόλεμο της Ουκρανίας, ο
κίνδυνος να μην έχουμε οφέλη από τη συρρίκνωση των εφοδιαστικών
αλυσίδων, είναι μεγάλος – αφού φαίνεται πως προτιμώνται άλλες χώρες
μετεγκατάστασης των πολυεθνικών, εξαιτίας της ανικανότητας της κυβέρνησης να προσελκύσει σοβαρές παραγωγικές επενδύσεις, με την Ελλάδα να παραμένει εξαρτημένη από τη μονοκαλλιέργεια του τουρισμού.
Εξέλιξη του εμπορικού ελλείμματος της Ελλάδας |
Ως εκ τούτου, η επιβολή στην
Ελλάδα ενός ακόμη μνημονίου από την Τρόικα, με άλλο όνομα, όπως
«μεσοπρόθεσμο σύμφωνο σταθερότητας», είναι εξαιρετικά πιθανή – οδηγώντας στην ολοκληρωτική αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της χώρας μας.
Επίλογος
Κλείνοντας, συμπεραίνεται λογικά πως κάποια στιγμή θα συμβούν και στην Ελλάδα, αυτά που συμβαίνουν στη Γαλλία και αλλού – κοινωνικές αναταραχές και εξεγέρσεις δηλαδή, με δυσμενή αποτελέσματα για την οικονομία μας.
Μπορούν βέβαια να αποφευχθούν, αλλά δεν φαίνεται να γίνεται σοβαρά
αντιληπτός ο κίνδυνος από την κυβέρνηση – επειδή θεωρεί πως οι Έλληνες
έχουν σκύψει οριστικά το κεφάλι, μετά από τόσα μνημόνια και ανέχονται τα
πάντα. Ακόμη και την τετραπλή ληστεία τους που ευρίσκεται σε εξέλιξη (πηγή) – από τον πληθωρισμό, από την αισχροκέρδεια, από τους φόρους και από τις τραπεζικές τους καταθέσεις.
Πηγή : https://analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου