MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2022

ΗΠΑ, ο μεγάλος νικητής του πολέμου του φυσικού αερίου

Είναι ξεκάθαρο πως η Γερμανία ηττήθηκε για τρίτη φορά μέσα σε έναν αιώνα από τις ΗΠΑ – ενώ πιθανότατα κυοφορούταν υπόγεια και μυστικά η συμμαχία της με τη Ρωσία, κάτι που αποτελεί το νούμερο ένα «κόκκινο πανί» για την υπερδύναμη. Ως εκ τούτου, οι οικονομικές συνέπειες για τη Γερμανία θα είναι εξαιρετικά οδυνηρές. Φυσικά κάτι τέτοιο είναι ευπρόσδεκτο για πολλές χώρες της ΕΕ που ασφυκτιούσαν ήδη κάτω από τη «γερμανική οικονομική μπότα» – ειδικά η Ελλάδα που έχει υποφέρει τα πάνδεινα, από τα μνημόνια που της επέβαλε ο Σόιμπλε. Εν τούτοις, δεν θα υποφέρει μόνο η Γερμανία, αλλά ολόκληρη η ΕΕ – κυρίως αυτή τη φορά οι χώρες του ευρωπαϊκού κέντρου, λόγω του κλίματος και της βιομηχανικής τους δομής. Με δεδομένη όμως την σύνδεση των ευρωπαϊκών οικονομιών μεταξύ τους, η κρίση του κέντρου θα μεταφερθεί αργότερα στην περιφέρεια – οπότε θα μπορούσε μεν να ισχυρισθεί κανείς πως η «γερμανική Ευρώπη» απελευθερώθηκε ξανά από τις ΗΠΑ, αλλά το κόστος θα είναι πολύ μεγάλο για τους Ευρωπαίους, ενώ ο πόλεμος με τη Ρωσία ασφαλώς δεν έχει ακόμη τελειώσει.
 
Ανάλυση

Βασίλης Βιλιάρδος, Οικονομολόγος

Είναι γνωστό το ότι, πριν από περίπου τρία χρόνια η κατάσταση της αμερικανικής βιομηχανίας υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) ήταν καταστροφική – αφού η εκρηκτική άνοδος του fracking (ανάλυση) στο δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 2010, είχε οδηγήσει σε μία τεράστια υπερπροσφορά φυσικού αερίου (γράφημα δεξιά, πηγή).


Στις αρχές τώρα της δεκαετίας του 2020, η τιμή αγοράς spot στον αμερικανικό κόμβο «Henry Hub», ήταν μεταξύ 2 και 2,5 $ ανά εκ. Btu που ισοδυναμούσε με 5 €/MWh (γράφημα κάτω) – ενώ η αμερικανική βιομηχανία fracking (ανάλυση), στην οποία είχαν επενδυθεί πολλά δις $ από το χρηματοπιστωτικό τομέα, ευρισκόταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Μαζί της θα κατέρρεαν πολλά τμήματα του χρηματοπιστωτικού συστήματος των ΗΠΑ, αφού οι συγκεκριμένες επενδύσεις διενεργούνταν με μεγάλη μόχλευση – με λίγα ίδια κεφάλαια δηλαδή και με πολλά χρέη.


Ο μοναδικός τρόπος τώρα για να αποτραπεί η κατάρρευση, ήταν η εξαγωγή του φυσικού αερίου στις παγκόσμιες αγορές – ενώ για να συμβεί κάτι τέτοιο, υπήρχε για γεωγραφικούς λόγους μία μόνο επιλογή: η υγροποίηση του σε LNG. Εν τούτοις, εκείνη την εποχή η παγκόσμια αγορά LNG ήταν επίσης κορεσμένη – οπότε η μόνη δυνατότητα ήταν η αντικατάσταση του φυσικού αερίου που πωλούταν μέσω των αγωγών. Οι εξαγωγές του δηλαδή στις μεγάλες αγορές των χωρών που τροφοδοτούνταν από το φυσικό αέριο των αγωγών – όπου η μοναδική περιοχή που πληρούσε και τις δύο προϋποθέσεις, που ήταν δηλαδή μεγάλη αγορά, τροφοδοτούμενη από αγωγούς, δεν ήταν άλλη από την Ευρώπη.
 
Η μεγαλύτερη αγορά της Ευρώπης, με τις ανάγκες σε φυσικό αέριο να φτάνουν στα 100 δις κυβικά μέτρα, ήταν η Γερμανία – με την οποία οι ΗΠΑ είχαν εμπορικό έλλειμμα 69,88 δις $ το 2021 (πηγή) ή το τρίτο μεγαλύτερα παγκοσμίως. Επομένως, η Γερμανία ήταν κεντρικής σημασίας για τις αμερικανικές εταιρίες ενέργειας, καθώς επίσης γενικότερα για τις ΗΠΑ – ενώ πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, καμία χώρα δεν εξαρτιόταν τόσο πολύ από το ρωσικό αέριο, σε σχετικούς και απόλυτους όρους, όσο η Γερμανία.
 
Εκτός αυτού, όταν θα λειτουργούσε ο Nord Stream 2, επί πλέον του Nord Stream 1, η Γερμανία θα μετατρεπόταν σε έναν τεράστιο κόμβο φυσικού αερίου για ολόκληρη της ΕΕ – οπότε θα αυξανόταν η δική της εξάρτηση από τη Ρωσία, αλλά και της υπόλοιπης ΕΕ, καθώς επίσης η ανταγωνιστικότητα της ήδη πανίσχυρης οικονομίας της. Η χώρα δε διεξήγαγε ήδη έναν οικονομικό πόλεμο στην Ευρώπη, με στόχο την οικονομική κατοχή των εταίρων της – όπου το πρώτο θύμα της ήταν η Ελλάδα.
 
Ο πόλεμος ως αλλαγή παιχνιδιού (game changer)
 
Συνεχίζοντας, την παραμονή της ρωσικής εισβολής, η τιμή της MWh φυσικού αερίου στο Henry Hub είχε ήδη τριπλασιαστεί, στα 15 € – παρέμενε όμως πολύ χαμηλή, σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές αγορές, ενώ στους επόμενους μήνες διπλασιάσθηκε στα περίπου 30 €.
 
Σύμφωνα τώρα με μελέτες, η εξόρυξη του σχιστολιθικού αερίου με τη μέθοδο fracking, είναι πολύ δαπανηρή – κυμαίνεται δηλαδή μεταξύ 1,5 $ και 4 $ ανά MMBtu, οπότε η τιμή πώλησης του το 2020 ήταν για πολλές από τις εταιρίες εξόρυξης του ζημιογόνα. Σε κάθε περίπτωση, «κάηκαν» αρκετά χρήματα από την έναρξη της έκρηξης του fracking, στα μέσα της δεκαετίας του 2010 – αποτελούσε όμως τη μοναδική δυνατότητα των ΗΠΑ, όσον αφορά την ενεργειακή τους ανεξαρτησία.
 
Μετά την κλιμάκωση όμως του πολέμου της Ουκρανίας και τις σχετικές κυρώσεις που επέβαλε η ΕΕ εναντίον της Ρωσίας, η τιμή του φυσικού αερίου fracking έφτασε σε ένα επίπεδο που μπορούσε να είναι κερδοφόρο για την εν λόγω αμερικανική βιομηχανία – οπότε αποφεύχθηκε η αναμενόμενη κατάρρευση της που, όπως αναφέραμε, θα συμπαρέσυρε ένα μεγάλο μέρος του χρηματοπιστωτικού κλάδου των ΗΠΑ.
 
Εν τούτοις, η παραπάνω αμερικανική «επιτυχία» στηριζόταν ακόμη σε σαθρό έδαφος την άνοιξη και το καλοκαίρι – αφού λειτουργούσε ο Nord Stream 1, έστω με μειωμένες ποσότητες αργότερα, ενώ από το Φεβρουάριο είχε ολοκληρωθεί η κατασκευή του Nord Stream 2. Αυτό που άλλαξε λοιπόν το «παιχνίδι» για να κερδηθούν από τις ΗΠΑ η Γερμανία και η ΕΕ, ήταν η ανατίναξη των αγωγών – με την έννοια πως έτσι εξασφαλίσθηκαν μακροπρόθεσμοι πελάτες για τα αμερικανικά πλεονάσματα φυσικού αερίου και για τη διατήρηση της τιμής του σε επικερδές επίπεδο, ενώ διακόπηκε πλήρως η σύνδεση με τη Ρωσία.
 
Εκτός αυτού, εξασφαλίσθηκε επί πλέον από γεωπολιτικής πλευράς η εξάρτηση της ΕΕ – ιδίως της Γερμανίας που ευρισκόταν στο προστάδιο της απεξάρτησης της, έχοντας αυξήσει τις εμπορικές της συναλλαγές όχι μόνο με τη Ρωσία αλλά, επί πλέον, με την Κίνα. Εν προκειμένω, καταστράφηκε στην ουσία ένα μεγάλο μέρος του οικονομικού μοντέλου της Γερμανίας – το οποίο στηριζόταν στη φθηνή ενέργεια και πρώτες ύλες της Ρωσίας, στις χαμηλές αμυντικές δαπάνες, στη χαμηλή ισοτιμία του ευρώ, καθώς επίσης στα εμπορικά πλεονάσματα, εις βάρος κυρίως των χωρών της ΕΕ.
 
Η επόμενη ημέρα 
 
Περαιτέρω, εάν οι ρωσικές προμήθειες φυσικού αερίου σταματήσουν εντελώς, η ΕΕ θα πρέπει να εισάγει 155 δις κυβικά μέτρα φυσικού αερίου από άλλες περιοχές – σημειώνοντας πως το Μάρτιο ο πρόεδρος Biden και η πρόεδρος της Κομισιόν U. von der Leyen, συμφώνησαν στην προμήθεια της ΕΕ με επί πλέον 15 δις κυβικά μέτρα LNG το 2022.
 
Ο πρόεδρος Biden πάντως θεωρεί πως η ΕΕ θα προμηθεύεται 50 δις κυβικά μέτρα ετήσια – ενώ τα επόμενα χρόνια σχεδιάζεται η κατασκευή συνολικά εννέα ακόμη μονάδων LNG στην ακτή του Κόλπου της Λουϊζιάνα, παρά τις τρομακτικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις (πηγή).
 
Από την πλευρά τώρα της προσφοράς, η παγκόσμια αγορά LNG ευρίσκεται σταθερά στα χέρια τριών εξαγωγέων που, όλοι μαζί, κατέχουν τα δύο τρίτα της εξαγωγικής ικανότητας (γράφημα) – της Αυστραλίας, του Κατάρ και των ΗΠΑ. Από την πλευρά της ζήτησης, μεγαλύτεροι πελάτες είναι η Κίνα, η Ιαπωνία και η Ν. Κορέα – οι οποίες κατέχουν επίσης όλες μαζί τα δύο τρίτα του παγκοσμίου εμπορίου LNG (ΥΦΑ).

Οι μεγαλύτεροι παραγωγοί LNG
 
Σε αντίθεση όμως με την ΕΕ, αυτές οι χώρες έχουν εξασφαλίσει το μεγαλύτερο μέρος των εισαγωγών τους, μέσω συμβάσεων σταθερής προμήθειας – με όρους 15 ετών και άνω (πηγή). Η ΕΕ τώρα εισάγει επί του παρόντος ΥΦΑ από τις ελεύθερες αγορές – με αποτέλεσμα να πληρώσει συχνά τρομακτικά υψηλές τιμές. Ως εκ τούτου, η ΕΕ θέλει να εξασφαλίσει την προμήθεια LNG μεσοπρόθεσμα, με σταθερές μακροπρόθεσμες συμβάσεις – όπου ως προμηθευτές μπορούν να θεωρηθούν μόνο εκείνες οι χώρες που είτε διαθέτουν πλεονάζουσα παραγωγική δυναμικότητα, είναι μπορούν να διευρύνουν τις παραγωγικές τους δυνατότητες.
 
Εν προκειμένω, μόνο οι ΗΠΑ έχουν πλεονάζουσα παραγωγή σε σημαντικό βαθμό – εκτός δε από το Κατάρ, μόνο οι ΗΠΑ μπορούν να διευρύνουν τη δυναμικότητα τους. Επομένως, το ερώτημα σχετικά με το ποιος θα αντικαταστήσει το ρωσικό φυσικό αέριο, είναι εύκολο να απαντηθεί – γεγονός που σημαίνει πως η ΕΕ και η Γερμανία θα πάψουν μεν να εξαρτώνται από το ρωσικό αέριο, αλλά θα εξαρτηθούν ανάλογα από το αμερικανικό.
 
Σύμφωνα δε με μία πρόσφατη γερμανική μελέτη (πηγή), οι ΗΠΑ θα αντικαταστήσουν σύντομα τη Ρωσία, ως το σημαντικότερο προμηθευτή ενέργειας της ΕΕ – με τον ίδιο κυρίαρχο ρόλο στην αγορά φυσικού αερίου της τάξης του 40% των ευρωπαϊκών εισαγωγών, όπως ακριβώς η Ρωσία πριν τον πόλεμο της Ουκρανίας.
 
Λογικά λοιπόν θεωρείται πως οι ΗΠΑ έχουν κερδίσει τον πόλεμο του φυσικού αερίου, στον οποίο έχουμε ήδη αναφερθεί από το 2019 (ανάλυση) – με μεγάλους χαμένους τη Ρωσία και τη Γερμανία. Ήδη από το 2026 δε, υπολογίζεται πως ο όγκος προμήθειας LNG της ΕΕ από τις ΗΠΑ, θα εκτοξευθεί στα 130 δις κυβικά μέτρα – από 128 δις κυβικά μέτρα που ήταν οι προβλέψεις της ΕΕ, για τις ρωσικές εισαγωγές φυσικού αερίου.
 
Αποστολή εξετελέσθη 
 
Συνεχίζοντας, με κριτήριο το ότι τον Ιανουάριο του 2021 η Γερμανία πλήρωσε 1,8 δις € για όλες τις εισαγωγές φυσικού αερίου της (πηγή), εκτιμάται πως οι ετήσιες ανάγκες της κόστιζαν περί τα 21,6 δις € – ενώ, με δεδομένο το ότι, το ρωσικό μερίδιο των γερμανικών εισαγωγών φυσικού αερίου ήταν περί το 55% εκείνη την εποχή, υπολογίζεται πως πλήρωνε 11,9 δις € για το ρωσικό φυσικό αέριο, πριν τον πόλεμο.
 
Εάν εδώ τοποθετήσει κανείς τη μακροπρόθεσμη τιμή εισαγωγής που έχει καθορίσει η ΕΕ με τις ΗΠΑ (πηγή), η Γερμανία θα πληρώνει 30 δις € – ένα σχεδόν τριπλάσιο ποσόν. Εάν όμως υπολογισθεί η πραγματική τιμή εισαγωγής που πληρώθηκε αυτό το καλοκαίρι, το κόστος θα εκτοξευθεί στα 54 δις € – σχεδόν πέντε φορές περισσότερα.
 
Ως εκ τούτου, με το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας απέναντι στις ΗΠΑ στα περίπου 50 δις €, σύμφωνα με τη γερμανική στατιστική υπηρεσία (πηγή), εάν οι ΗΠΑ αντικαταστήσουν τη Ρωσία 1:1 στις εισαγωγές φυσικού αερίου, με τις τιμές του καλοκαιριού, τότε το μελλοντικό ισοζύγιο των δύο χωρών θα είναι ισορροπημένο – όπως άλλωστε επιθυμούσαν οι ΗΠΑ από πολύ καιρό.
 
Λογικά θα μπορούσε λοιπόν να πει κανείς «αποστολή εξετελέσθη», με τις ΗΠΑ νικητές σε όλα τα επίπεδα – μεταξύ άλλων όσον αφορά τη διάσωση της βιομηχανίας fracking τους, με την εξάλειψη της υπερπροσφοράς φυσικού αερίου και με την άνοδο των τιμών του. Οι προβλέψεις για το μέλλον φαίνονται ρόδινες, έχουν εγκριθεί ήδη έργα στο Τέξας και στη Λουϊζιάνα (εικόνα) που θα αυξήσουν σημαντικά την ικανότητα των εξαγωγών LNG τα επόμενα χρόνια, ενώ περαιτέρω επεκτάσεις ευρίσκονται ήδη στα αρχικά στάδια – εξαρτώμενες μόνο από τις ικανότητες των αμερικανικών εταιριών να δεσμεύσουν νέους πελάτες στην Ευρώπη, μέσω μακροπρόθεσμων συμβάσεων προμήθειας.


Εξαιτίας πάντως της επισφαλούς κατάστασης στις παγκόσμιες αγορές ενέργειας, κάτι τέτοιο δεν θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο – ενώ σε λίγα χρόνια οι ΗΠΑ θα είναι η «νέα Ρωσία της Ευρώπης», όσον αφορά τις προμήθειες φυσικού αερίου, με όρους που θα πρέπει να ικανοποιούν τους Αμερικανούς. Η πανάκριβη τώρα διαδικασία υγροποίησης και μεταφοράς φυσικού αερίου, θα σημαίνει πως οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας θα χρεώνουν τους πελάτες τους πολύ ακριβότερα, από τις αντίστοιχες στις ΗΠΑ – γεγονός που αποτελεί ένα τεράστιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της υπερδύναμης, απέναντι στην Ευρώπη.
 
Ως εκ τούτου, αναμένεται η μετεγκατάσταση πολλών ενεργοβόρων βιομηχανιών και άλλων επιχειρήσεων από την Ευρώπη στις ΗΠΑ – ειδικά γερμανικών που προσελκύονται από τους Αμερικανούς με επί πλέον κίνητρα, όπως με φορολογικές ελαφρύνσεις (ανάλυση). Επίσης σε άλλα κράτη, όπως η Κίνα ή η Ινδία, που διαθέτουν φθηνό φυσικό αέριο μέσω της Ρωσίας – ενώ αγοράζουν το ρωσικό πετρέλαιο πολύ φθηνότερα.
 
Γεωστρατηγικά πρόκειται επίσης για ένα σημαντικό πλεονέκτημα των ΗΠΑ – αφού η Ευρώπη εξαρτάται πλέον πλήρως, όσον αφορά τον ενεργειακό της εφοδιασμό, από αυτές, οπότε θα μπορεί να εκβιασθεί πολύ εύκολα τόσο πολιτικά, όσο και οικονομικά.
 
Οι υπόλοιποι χαμένοι
 
Περαιτέρω, εκτός από την ΕΕ και τη Ρωσία, θα υπάρχουν και άλλοι χαμένοι – όπως το περιβάλλον και το κλίμα. Εν προκειμένω, οι αρνητικές συνέπειες για το περιβάλλον προκύπτουν κυρίως στις περιοχές παραγωγής των ΗΠΑ, με τη μέθοδο του fracking – σύμφωνα με μία γερμανική μελέτη (πηγή). Τα συμπεράσματα αυτής της μελέτης είναι τουλάχιστον καταθλιπτικά – ενώ η χρηματοδότηση μίας τέτοιας βιομηχανίας στην Ευρώπη δεν θα ήταν δυνατή, με την ισχύουσα νομοθεσία.
 
Από την άλλη πλευρά, η έκρηξη του LNG έχει παγκόσμιες συνέπειες – αφού ολόκληρη η αλυσίδα εφοδιασμού, ξεκινώντας από το fracking, τη μεταφορά, την υγροποίηση, την επαναεριοποίηση και την τροφοδοσία των ευρωπαϊκών αγωγών, δεν παράγει μόνο εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα – αλλά, επί πλέον, μεθανίου, το οποίο είναι ιδιαίτερα επιβαρυντικό για το κλίμα. Εν προκειμένω, μία πρόσφατη μελέτη (πηγή), υπολόγισε πως τα 50 δις κυβικά μέτρα LNG, με τα οποία θα προμηθεύσουν άμεσα την ΕΕ οι ΗΠΑ, θα εκτοξεύσουν στην ατμόσφαιρα 400 εκ. τόνους ισοδύναμου CO2.
 
Η ποσότητα αυτή αντιστοιχεί σε περίπου 100 σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος από άνθρακα (πηγή) – ενώ συνολικά περίπου στο 50% όλων των εκπομπών ρύπων της βιομηχανικής Γερμανίας. Εκτός αυτού, δεν έχει εκτιμηθεί καν το γεγονός ότι, υπάρχει μεγάλη απώλεια ενέργειας από την υγροποίηση, τη μεταφορά και την επαναεριοποίηση του LNG – γεγονός που σημαίνει πως η ΕΕ θα χρειαστεί 20% έως 25% περισσότερο LNG, από ότι φυσικό αέριο των ρωσικών αγωγών.
 
Μέχρι στιγμής πάντως, οι τρομακτικοί αυτοί δείκτες δικαιολογούνται με την επίκληση του ότι, η παροχή LNG θα αποτελεί μία ενδιάμεση λύση, στο δρόμο για την πλήρη αντικατάσταση της από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) – κάτι που αποτελεί μάλλον ευχολόγιο, αφού μόνο οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής που λειτουργούν με φυσικό αέριο είναι σε θέση να σταθεροποιήσουν αποτελεσματικά την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, όταν οι ΑΠΕ δεν παρέχουν αρκετή ενέργεια, εκτός από τα πυρηνικά εργοστάσια, τον άνθρακα και το λιγνίτη που καταργούνται σταδιακά.
 
Οι συμβάσεις άλλωστε που ευρίσκονται υπό διαπραγμάτευση με παρόχους των ΗΠΑ, τεκμηριώνουν πως το LNG δεν θα είναι μία ενδιάμεση λύση – αφού οι Αμερικανοί απαιτούν δεσμεύσεις από 15 έως 25 έτη, γεγονός που σημαίνει πως το LNG ήλθε για να μείνει. Διαφορετικά δεν θα προέβαιναν σε τόσες νέες επενδύσεις οι ΗΠΑ στο συγκεκριμένο κλάδο – θα ήταν εντελώς ασύμφορο.
 
Επίλογος
 
Ολοκληρώνοντας, είναι ξεκάθαρο πως η Γερμανία ηττήθηκε για τρίτη φορά μέσα σε έναν αιώνα από τις ΗΠΑ – ενώ πιθανότατα κυοφορούταν υπόγεια και μυστικά η συμμαχία της με τη Ρωσία, κάτι που αποτελεί το νούμερο ένα «κόκκινο πανί» την υπερδύναμη. Ως εκ τούτου, οι οικονομικές συνέπειες για τη Γερμανία θα είναι εξαιρετικά οδυνηρές – για λόγους που έχουμε ήδη αναλύσει.
 
Φυσικά κάτι τέτοιο είναι ευπρόσδεκτο για πολλές χώρες της ΕΕ που ασφυκτιούσαν ήδη κάτω από τη «γερμανική οικονομική μπότα» – ειδικά η Ελλάδα που έχει υποφέρει τα πάνδεινα, από τα μνημόνια που της επέβαλε ο Σόιμπλε. Εν τούτοις, δεν θα υποφέρει μόνο η Γερμανία, αλλά ολόκληρη η ΕΕ – κυρίως αυτή τη φορά οι χώρες του ευρωπαϊκού κέντρου, λόγω του κλίματος και της βιομηχανικής τους δομής.
 
Με δεδομένη όμως την σύνδεση των ευρωπαϊκών οικονομιών μεταξύ τους, η κρίση του κέντρου θα μεταφερθεί αργότερα στην περιφέρεια – οπότε θα μπορούσε μεν να ισχυρισθεί κανείς πως η «γερμανική Ευρώπη» απελευθερώθηκε ξανά από τις ΗΠΑ, αλλά το κόστος θα είναι πολύ μεγάλο για τους Ευρωπαίους, ενώ ο πόλεμος με τη Ρωσία ασφαλώς δεν έχει ακόμη τελειώσει. Σύντομα δε ξεκινούν οι κυρώσεις της ΕΕ στο ρωσικό πετρέλαιο -κάτι που θα σηματοδοτήσει μία νέα επικίνδυνη σελίδα για τις ευρωπαϊκές οικονομίες.
 
 
Πηγή : https://analyst.gr  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου