● Πλήγμα στα εισοδήματα των νοικοκυριών, ανάγκη σταδιακής και προσεκτικής απόσυρσης των μέτρων στήριξης των εργαζομένων και των επιχειρήσεων.
Στη ζοφερή πραγματικότητα ενός μελλοντικού κόσμου από την πανδημική κρίση με δεκάδες χιλιάδες ανέργους, «κανόνια», λουκέτα, χρέη και κινδύνους που ελλοχεύουν στον δρόμο για την επανεκκίνηση προσγειώνει την οικονομία η ετήσια έκθεση του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα.
Είναι μια έκθεση η οποία αν μη τι άλλο προκαλεί αμηχανία στους κόλπους της κυβέρνησης και ειδικά στο Μαξίμου, που υπερασπίζεται ένα διαφορετικό αφήγημα για την αποτελεσματικότητα των μέτρων στήριξης και πολύ πιο αισιόδοξο από αυτό των εμπειρογνωμόνων της κεντρικής τράπεζας. Ότι δηλαδή η κυβέρνηση είναι «κοντά στις επιχειρήσεις και στους εργαζόμενους» με τα 38 δισ. ευρώ των μέτρων που έχουν δοθεί στη διετία 2020 – 2021.
Στην έκθεση πάντως εκφράζεται η άποψη ότι «τα μέτρα στήριξης είναι πιθανόν να διατήρησαν εν ζωή επιχειρήσεις που δεν είχαν κερδοφορία και κανονικά θα είχαν διακόψει τη λειτουργία τους». Υπό αυτό το πρίσμα η ελληνική οικονομία έχει να αντιμετωπίσει δύο σημαντικούς κινδύνους:
● Την εμφάνιση ενός μεγάλου αριθμού πτωχεύσεων μη βιώσιμων επιχειρήσεων με σοβαρές δημοσιονομικές παρενέργειες (καταπτώσεις κρατικών εγγυήσεων, οριστική διαγραφή χρεών προς το Δημόσιο, εισοδηματική στήριξη στους απολυόμενους εργαζομένους) και με νέες αυξήσεις του ήδη μεγάλου όγκου των «κόκκινων» δανείων.
● Την κατάργηση πολλών θέσεων εργασίας, κυρίως σε υπηρεσίες διαμεσολαβητικού χαρακτήρα και σε κλάδους εντάσεως εργασίας χαμηλής εξειδίκευσης.
Οι πληγές της πανδημίας
Σε δημοσιονομικό πεδίο ο προϋπολογισμός θα εμφανίσει και φέτος πρωτογενές έλλειμμα 5,3% ΑΕΠ από 7% πέρσι, ενώ το δημόσιο χρέος, μολονότι δεν απειλείται η βιωσιμότητά του έως το 2030, επηρεάζεται δυσμενώς από την πανδημία (το 2020 διαμορφώθηκε στο 205% του ΑΕΠ). Είναι χαρακτηριστικό ότι η ΤτΕ στο βασικό της σενάριο εκτιμά πως θα χρειαστούν 25 χρόνια προκειμένου οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες να επιστρέψουν στα προ της πανδημίας επίπεδα.
Σε ειδικά κεφάλαια της έκθεσης οι εμπειρογνώμονες της κεντρικής τράπεζας αναδεικνύουν τις πληγές που άνοιξε η υγειονομική κρίση στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά και τη θεραπευτική επήρεια των κυβερνητικών μέτρων στήριξης αλλά και τις χρόνιες παθήσεις.
Ειδικότερα:
■ Θολό τοπίο για εισοδήματα – κατανάλωση και κίνδυνος κύματος λουκέτων και ανέργων: η έξοδος από την κρίση της πανδημίας με την άρση των προγραμμάτων στήριξης των νοικοκυριών, των αναβαλλόμενων φορολογικών υποχρεώσεων των νοικοκυριών και τη λήξη των μέτρων αναστολής πληρωμής δόσεων δανείων αναμένεται να κάμψουν το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και να επηρεάσουν αρνητικά την ιδιωτική κατανάλωση. Επιπρόσθετα η απόσυρση των κυβερνητικών μέτρων στήριξης ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση των πτωχεύσεων επιχειρήσεων και στη συνακόλουθη άνοδο της ανεργίας.
■ Τα πλήγματα στην απασχόληση: η πανδημία επέδρασε στην αγορά εργασίας προσδίδοντάς της χαρακτηριστικά διαφορετικά σε σχέση με το προηγούμενο έτος, όπως μεταξύ άλλων τον περιορισμό της κινητικότητας, τη μείωση της απασχόλησης των ηλικιακά νεότερων με την αύξηση του αντίστοιχου ποσοστού ανεργίας τους, την αύξηση του αριθμού των οικονομικά μη ενεργών, την αύξηση των εργαζομένων που είναι διαθέσιμοι αλλά δεν αναζητούν εργασία και τη μείωση του ποσοστού μερικής απασχόλησης.
■ Επιστροφή στην κανονικότητα: η επιστροφή στην κανονικότητα θα είναι μια αργή και βαθμιαία διαδικασία. Σε αυτό το πλαίσιο αναδεικνύεται η ανάγκη σταδιακής και προσεκτικής αναπροσαρμογής των μέτρων στήριξης των εργαζομένων και των επιχειρήσεων παράλληλα με την πανδημία, ώστε να συνεχιστεί η στήριξη της απασχόλησης και να αποτραπούν δυσμενείς επιδράσεις στη λειτουργία της αγοράς εργασίας και εν τέλει στη δυναμική της ανάπτυξης.
■ Οι επιπτώσεις στα νοικοκυριά, η φτώχεια, οι ανισότητες και τα κυβερνητικά αναχώματα: η υγειονομική κρίση έπληξε τα εισοδήματα σε όλο το εύρος της κατανομής, παρά το γεγονός ότι τα μέτρα αναπλήρωσαν έως ένα μεγάλο βαθμό τις απώλειες που προκλήθηκαν. Τονίζεται πάντως ότι η αποζημίωση ειδικού σκοπού αναπληρώνει μικρότερο μέρος του εισοδήματος. Κατά μέσο όρο το διαθέσιμο εισόδημα μειώνεται κατά 3,3% (έναντι μείωσης κατά 6,3% άνευ μέτρων). Όσον αφορά την επίπτωση της υγειονομικής κρίσης στους δείκτες φτώχειας και ανισότητας εκτιμάται ότι, άνευ μέτρων, όλοι οι δείκτες θα σημείωναν αύξηση σε σχέση με το εκτιμηθέν επίπεδό τους για το 2020 πριν από την εκδήλωση της πανδημίας.
Πηγή : https://www.efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου