Εκείνο που με χτύπησε κατακέφαλα όταν άκουσα τις δηλώσεις του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας “Ελλάδα 2.0”, αλλά και μετά όταν το διάβασα ήταν ότι, αυτό προβλέπει την προσθήκη επτά μονάδων στο ΑΕΠ σε ορίζοντα εξαετίας, πέρα και πάνω από τη φυσιολογική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Δηλαδή, τα 19 δισ. ευρώ επιχορηγήσεων και 13 δισ. ευρώ εγγυημένων δανείων (σύνολο 32) του ταμείου Ευρωανάκαμψης, που θα κινητοποιήσουν πόρους (ιδιωτικούς) 25 δισ. ευρώ, ήτοι 57 δισ. ευρώ, συνολικά θα προσθέσουν στην ελληνική ανάπτυξη μόνο 7% στο ΑΕΠ και μόνο «180.000-200.000 νέων καλών μόνιμων θέσεων εργασίας μέχρι το 2026».
Οι παρεμβάσεις, στην μεγάλη πλειοψηφία τους, ήταν θετικές επί της αρχής του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και των βασικών στόχων που αυτό θέτει, αναγνωρίζοντας την καθοριστική σημασία που έχει για την χώρα μας και την μοναδική ευκαιρία που αυτό συνιστά για την ελληνική οικονομία και κοινωνία.
Οι διατυπωθείσες επιφυλάξεις εστιάστηκαν κατά κανόνα στην απουσία πιο συγκεκριμένων ή/και μετρήσιμων στοιχείων και δράσεων, ειδικότερου επιμερισμού δαπανών, είδους επιχειρηματικών επενδύσεων που θα χρηματοδοτηθούν από το τμήμα δανείων, συμπληρωματικότητας με ανάλογα έργα που χρηματοδοτούνται από άλλες πηγές κ.ο.κ. Σημειώνεται ότι η διαβούλευση έγινε με αντικείμενο την στρατηγική του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και ενδεικτικά έργα και δράσεις που αυτό περιλαμβάνει».
Η κατανομή των έργων και το ισοζύγιο
Κάπως έτσι, νομιμοποιείται ο κάθε πολίτης να σκεφτεί πως πρόκειται για μια απλή έκθεση ιδεών και μάλιστα χωρίς τίποτε το εντυπωσιακό, μία από τα ίδια συν μερικά αυτονόητα. Πρόκειται για ένα σχεδιασμό που αντικατοπτρίζει χωρίς έμπνευση τους κανόνες του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και θα έλεγε κανείς πως δεν διαμορφώνει εσωτερική δυναμική, με την έννοια της κάλυψης των εθνικών αναγκών της χώρας, απλώς δημιουργεί ένα περιβάλλον επάρκειας για την έλευση των ξένων επενδύσεων. Εννοείται ότι κι αυτό είναι αναγκαίο, αλλά δεν φθάνει, αντίθετα θα αναβαθμίσει τις συνθήκες εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας.
Βέβαια, το ιερατείο των Βρυξελλών εγκωμίασε το ελληνικό σχέδιο, το θεώρησε μάλιστα πρότυπο, κι αυτό γιατί είναι συμβατό με το νέο καταμερισμό των έργων που επιδιώκουν οι ισχυροί παράγοντες της ΕΕ (διάβαζε το Βερολίνο και λοιποί). Δηλαδή, εδραιώνει το μοντέλο “Ελλάδα των γκαρσονιών” και υποβαθμίζει τελείως τον παράγοντα βιομηχανία, με εξαίρεση ίσως το αγροτοβιομηχανικό σύμπλεγμα.
Αυτό που εκ πρώτης όψεως προκύπτει είναι ότι οι περισσότερες δράσεις για να υλοποιηθούν θα χρειαστεί να εισαχθούν μηχανές, ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά κλπ που θα φτιάχνονται αλλού και όχι στην Ελλάδα, δηλαδή δεν υπάρχει πρόβλεψη για ελληνική προστιθεμένη αξία. Δεν υπάρχει πρόβλεψη για τις επιπτώσεις στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών. Συνεπώς, μια εύλογη σκέψη είναι εάν στην ουσία από το ελληνικό πρόγραμμα θα επωφεληθούν κυρίως οι ξένες επενδύσεις και οι ξένες εξαγωγές.
Εύλογα λοιπόν ο καθηγητής στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Διευθυντής του Κέντρου Ενεργειακής Πολιτικής και Ανάπτυξης του πανεπιστημίου Δημήτρης Μαυράκης αναρωτιέται σε άρθρο του με τίτλο «Είναι σε θέση το σχέδιο “Ελλάδα 2.0” να απορροφήσει τα 57,5 δισ;». Αυτό το εύλογο ερώτημα παραπέμπει στην εξήγηση ότι τα λεφτά θα τα αρπάξουν οι ξένοι…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου