Ιδιαίτερα τα τελευταία δέκα χρόνια, επαναπαυόμενη στο μεγάλο μέγεθός της αδράνησε και έγινε στόχος μικρών και ευκίνητων παικτών του κλάδου, τόσο στην παραγωγή όσο και στην εμπορία, οι οποίοι με ευκολία της αποσπούν κερδοφόρα τμήματα της αλυσίδας αξίας τα οποία τις προηγούμενες δεκαετίες ήταν δυσπρόσιτα στον ανταγωνισμό. Αποτέλεσμα των παραπάνω, ο ρόλος της στην ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας σήμερα να διαγράφεται πλέον ως παθητικός. Το μέχρι πρότινος αδιαφιλονίκητο ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα, οι λιγνιτικές της μονάδες, αποτελούν για το μέλλον της ένα πολύ μεγάλο βαρίδι. Πρώτον, γιατί πολλές από αυτές έπρεπε να είχαν ήδη αποσυρθεί λόγω παλαιότητος και υψηλού κόστους λειτουργίας, δεύτερον, το κόστος εξόρυξης είναι πολύ υψηλό και ο λιγνίτης κακής ποιότητας συγκριτικά με άλλες περιοχές της Ευρώπης και τρίτον, επιβαρύνει κάθε κιλοβατώρα για το εκπεμπόμενο διοξείδιο του άνθρακα, 4 λεπτά που αποτελεί περίπου, 40-50% του συνολικού κόστους παραγωγής της κάθε κιλοβατώρας!
Ο κ. Αθανασόπουλος γράφει μεταξύ άλλων τα εξής: «Ενός μεγάλου πελάτη στην υψηλή τάση, του οποίου το τίμημα που πληρώνει για κάθε MWh που προμηθεύεται από τη ΔΕΗ, δεν καλύπτει ούτε το κόστος CO2 που επιβαρύνεται κάθε MWh που παράγεται από μια λιγνιτική μονάδα της ΔΕΗ! (2) Η κατάσταση γίνεται πιο σουρεαλιστική αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ο πελάτης αυτός είναι συγχρόνως και ο μεγαλύτερος ανταγωνιστής της ΔΕΗ. Διαθέτει μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που παράγουν, σε χαμηλότερο κόστος από τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ και επιπλέον ευεργετείται από τα ΝΟΜΕ«. Πρόκειται αλήθεια για τον όμιλο Μυτιληναίου, ή μήπως καταλάβαμε λάθος; Εάν ναι, τι κάνει η κυβέρνηση; Εάν το αποδέχεται, δεν θα υπάρχει κάποιος σοβαρός λόγος; Δεν οφείλει κάποια απάντηση;
Ξένη Δημοσίευση
του Τάκη Αθανασόπουλου*
Η ζημιογόνος χρήση της ΔΕΗ το 2018, που αντικατοπτρίζεται στη ζημία των 848,8 εκατομ. ευρώ, σε συνδυασμό με το αρνητικό ξεκίνημα του πρώτου τριμήνου του 2019 (ζημία 248,5 εκατομ. ευρώ), τους ανεξόφλητους λογαριασμούς των πελατών της, ύψους 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ, την αδυναμία της να εξυπηρετήσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της προς τις τράπεζες και να χρηματοδοτήσει το επενδυτικό της πρόγραμμα, αναπόφευκτα κατατάσσει την ΔΕΗ ψηλά στη λίστα των πιο κρίσιμων προβλημάτων που καλείται να διαχειριστεί η καινούργια κυβέρνηση.
Η ΔΕΗ, από την πρώτη ημέρα της λειτουργίας της, είναι η μεγαλύτερη εταιρεία της χώρας μας, αυτή που έχει συμβάλλει περισσότερο από κάθε άλλη στην οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική ευημερία της, συμβολίζοντας την επιτομή της ελληνικής δημόσιας επιχείρησης κοινής ωφέλειας. Είναι αυτή η ιδιότητα που σήμερα αμφισβητείται, λόγω των κακών επιδόσεών της, καθώς και η δυνατότητά της να συμβάλει στην εθνική προσπάθεια για την επανάκαμψη της οικονομίας μας σε αναπτυξιακούς ρυθμούς.
Επειδή η συμβολή της στη χώρα μας είναι πολύ σημαντική, για να αποφύγουμε να εμπλακούμε σε ατέρμονες συζητήσεις και σχολιασμούς που οδηγούν συνήθως σε λάθος συμπεράσματα, επιβάλλεται, πριν από οποιαδήποτε απόφαση που αφορά το μέλλον της, να μελετηθεί διεξοδικά ποιοι παράγοντες έχουν συντελέσει στο να έχει η ΔΕΗ καταστρέψει τόση μεγάλη αξία και να βρίσκεται σε δεινή οικονομική θέση. Στον Πίνακα 1 παρουσιάζεται η κερδοφορία της ΔΕΗ, προ φόρων, από τότε που εισήχθη στο χρηματιστήριο ως σήμερα.
Δύο είναι τα βασικά συμπεράσματα από αυτόν τον Πίνακα. Πρώτον, παρατηρείται μεγάλη μεταβλητότητα στην κερδοφορία της ΔΕΗ την περίοδο 2002-2018. Για παράδειγμα, η μεγάλη διαφορά στην κερδοφορία της, μείον 986 εκ. ευρώ, μεταξύ 2014 και 2018, είχε τρία προηγούμενα! Πράγματι, η μείωση μεταξύ 2009 και 2011 ήταν μεγάλη, -1078,9 εκ. ευρώ ή -1471,3 εκ. ευρώ αν δεν είχε μειωθεί η μισθοδοσία του προσωπικού κατά 392.4 εκ. ευρώ. Αξιοσημείωτη, επίσης, ήταν η διαφορά μεταξύ 2008 και 2009, 1389 εκ. ευρώ περισσότερα, με την ίδια διοίκηση και την ίδια κυβέρνηση! Το τρίτο ήταν μεταξύ 2004 και 2008, μείον 898,2 εκ. ευρώ. Δεύτερον, εξωγενείς μεν αλλά λειτουργικοί παράγοντες, όπως τιμές υγρών καυσίμων και υδροηλεκτρική παραγωγή- σχετιζόμενη με τη ποσότητα βροχοπτώσεων- επηρεάζουν σημαντικά την κερδοφορία της.
Για παράδειγμα, τιμές καυσίμων 159% υψηλότερες από το 2004 και σημαντικά μικρότερη υδροηλεκτρική παραγωγή λόγω χαμηλών βροχοπτώσεων επέδρασαν αρνητικά στην κερδοφορία της το 2008. Αντίθετα, την αμέσως επόμενη χρονιά, το 2009, οι χαμηλότερες τιμές καυσίμων κατά 36% και οι υψηλότερες βροχοπτώσεις κατά 67 %, όπως αποτυπώνονται, αντίστοιχα, στον πίνακα παραπάνω, συνέβαλαν σημαντικά στην μεγαλύτερη κερδοφορία της ιστορίας της.
Αντίστροφα, οι μεγάλες ανατιμήσεις στις τιμές καυσίμων από το 2011 έως το 2014 μείωσαν δραστικά τη κερδοφορία της παρά τις σημαντικές μειώσεις στη μισθοδοσία των εργαζομένων, όπως φαίνεται στον Πίνακα 1. Πέραν των εξωγενών λειτουργικών παραγόντων, συντρέχουν και αρκετοί εξωγενείς μη λειτουργικοί παράγοντες που επηρεάζουν την κερδοφορία της. Για παράδειγμα, όπως φαίνεται το Σχήμα 1, η μείωση της κερδοφορίας της ΔΕΗ κατά 986.4 εκ. ευρώ μεταξύ των ετών 2018 και 2014 οφείλεται σε επτά εξωγενείς μη λειτουργικούς παράγοντες, συνολικού κόστους 996,3 εκ. ευρώ που υπερκαλύπτουν, από μόνοι τους, τη διαφορά των 986.4 εκ. ευρώ στη κερδοφορία των συγκεκριμένων ετών.
Οι εξωγενείς και μη λειτουργικοί παράγοντες που, εκτός από έναν, επηρέασαν αρνητικά τα αποτελέσματα του 2018 σε σύγκριση με το 2014 και προήλθαν από αποφάσεις της διοίκησής της, των αρμόδιων υπουργείων, της κυβέρνησης και των θεσμών είναι: Τα 109 εκ. ευρώ του ΑΔΜΗΕ ο οποίος είναι πλέον ανεξάρτητο νομικό πρόσωπο, τα 196 εκ. ευρώ του ΠΧΕΦΕΛ/ΕΛΑΠΕ (Ειδικός Λογαριασμός Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας), τα 175,8 εκ. ευρώ για έκτακτη πρόβλεψη αποζημίωσης προσωπικού, η εισροή των 105,2 εκ. ευρώ για οριστική εκκαθάριση του ΕΤΜΕΑΡ (Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων) και τα 152,7 εκ. ευρώ επιπλέον δαπάνη για δικαιώματα CO2 σε σχέση με το 2014 καθώς και τα 224 εκ. ευρώ που στοίχισε στη ΔΕΗ το 2018 η επιβολή των ΝΟΜΕ (Nouvelle Organisation du Marché de l’Electricité – Νέα Οργάνωση της Αγοράς Ηλεκτρισμού).
Τα ΝΟΜΕ είναι απεχθή μέτρα που επέβαλαν οι θεσμοί, αντιδρώντας ασύμμετρα στην άρνηση της προηγούμενης κυβέρνησης και της ΔΕΗ, να προχωρήσουν στο άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, με την πώληση του 30 % της ΔΕΗ, της λεγόμενης Μικρής ΔΕΗ. Τέλος, 244 εκ. ευρώ ήταν το κόστος της έκπτωσης συνέπειας 15% επί των παρεχόμενων από αυτήν υπηρεσιών, που έδωσε αδικαιολόγητα η ΔΕΗ σε όλους τους πελάτες πού πλήρωναν τους λογαριασμούς τους εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, προκειμένου να αποτρέψει τη διαρροή των πελατών με τα υψηλότερα περιθώρια κέρδους στον ανταγωνισμό, με αποτέλεσμα τη μείωση του κύκλου εργασιών της κατά 800 εκ. ευρώ και της συνακόλουθης κερδοφορίας της από το 2014.
Αυτή η πολιτική ήταν αδικαιολόγητη για δύο λόγους. Πρώτον γιατί αρκετοί από τους πελάτες της δεν είχαν την δυνατότητα να μην είναι συνεπείς, π.χ., δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμοί, και όλες οι κατηγορίες πελατών της που ευνοούνται από χαμηλά τιμολόγια και σε πολλές περιπτώσεις χαμηλότερα του κόστους! Δεύτερον, το ποσοστό έκπτωσης 15% είναι υπερβολικά υψηλό για μία δραστηριότητα όπως η εμπορία ηλεκτρικής ενέργειας, το περιθώριο κέρδους της οποίας, σε αγορές ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς στρεβλώσεις στα τιμολόγιά τους, κυμαίνεται μεταξύ 2 και 3%. Η λύση είναι ο εξορθολογισμός των στρεβλώσεων στα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας. Αν αυτό δεν είναι εφικτό, να επιβληθεί η υποχρέωση το χαρτοφυλάκιο πελατών του κάθε εμπόρου να περιλαμβάνει σωστή αναλογία όλων των κατηγοριών. (1)
(1) Σε κάθε περίπτωση, ως κοινωνία βάζουμε πολύ χαμηλά τον πήχη όταν δημιουργούμε προσδοκίες ανταμοιβής για την απλή εκπλήρωση μιας υποχρέωσης.
Για μία πιο ολοκληρωμένη εικόνα αξίζει να σημειωθεί ότι τα αποτελέσματα του 2018 θα ήταν πολύ χειρότερα αν δεν είχε ευνοηθεί η ΔΕΗ, σε σύγκριση με το 2014, από υψηλές βροχοπτώσεις, + 29% και σημαντικά χαμηλότερες τιμές καυσίμων, – 28 %!
Έτσι, μία χρονιά με ευνοϊκές τιμές καυσίμων και υψηλές βροχοπτώσεις, που θα έπρεπε να είναι κερδοφόρος, κατέληξε να γίνει πολύ ζημιογόνος, λόγω εξωγενών μη λειτουργικών παραγόντων καθώς και μίας πολιτικής εκπτώσεων που ξεπερνά τα όρια κάθε λογικής. Χαρακτηριστικές είναι επίσης οι κάτωθι δύο περιπτώσεις: Πρώτον, μιας επιχείρησης υπό τον έλεγχο της πολιτείας που για πολλά χρόνια λειτουργεί με ζημιές, οφείλοντας στη ΔΕΗ πλέον των 300 εκ. ευρώ γιατί απλά, τόσο οι εργαζόμενοί της όσο και οι τοπικές κοινωνίες στους νομούς που δραστηριοποιείται, αντιτίθενται σε όλες τις προσπάθειες εξορθολογισμού των δραστηριοτήτων της και στην ανάληψη της ιδιοκτησίας από μία από τις μεγάλες διεθνείς εταιρείες του κλάδου οι οποίες, επειδή δραστηριοποιούνται και στην παραγωγή και στην εμπορία του μοναδικού προϊόντος της, πιο εύκολα διαχειρίζονται τις χρηματιστηριακές διακυμάνσεις των τιμών του.
Δεύτερον, ενός μεγάλου πελάτη στην υψηλή τάση, του οποίου το τίμημα που πληρώνει για κάθε MWh που προμηθεύεται από τη ΔΕΗ, δεν καλύπτει ούτε το κόστος CO2 που επιβαρύνεται κάθε MWh που παράγεται από μια λιγνιτική μονάδα της ΔΕΗ! (2) Η κατάσταση γίνεται πιο σουρεαλιστική αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ο πελάτης αυτός είναι συγχρόνως και ο μεγαλύτερος ανταγωνιστής της ΔΕΗ. Διαθέτει μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που (2) παράγουν, σε χαμηλότερο κόστος από τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ και επιπλέον ευεργετείται από τα ΝΟΜΕ.
.
(2) Ας σημειωθεί για την ενημέρωση του μη σχετικού αναγνώστη, με θέματα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ότι η ετήσια παραγωγή μιας λιγνιτικής μονάδας 300 MW, π.χ. της Μελίτης, ισοδυναμεί περίπου με την ετήσια συνολική υδροηλεκτρική παραγωγή μιας ξηρής υδραυλικής χρονιάς (χαμηλές ή μέσες υδάτινες εισροές), της χώρας!
Μόλις τον Φεβρουάριο του 2007, έξι χρόνια μετά την είσοδό της στο Χρηματιστήριο Αθηνών, η ΔΕΗ ολοκλήρωσε τον λειτουργικό διαχωρισμό των δραστηριοτήτων της! Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους παρουσίασε το πρώτο πενταετές στρατηγικό της σχέδιο, από συστάσεώς της, για την περίοδο 2009-2014 και ανακοίνωσε την πρόθεσή της να προχωρήσει σταδιακά στο νομικό διαχωρισμό των δραστηριοτήτων της, που είχε αποφασίσει το Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΗ, όταν διαπίστωσε ότι ήταν η μόνη μεταξύ των είκοσι μεγαλύτερων εταιρειών ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη που δεν είχε προβεί σε καμιά ενέργεια ευθυγράμμισής της με το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο που προωθούσε η Ευρώπη από τη δεκαετία του 1990! Το Σχήμα 2, δείχνει εύγλωττα, τα μεγάλα βήματα προσαρμογής που είχαν κάνει μέχρι το 2007 οι άλλες ευρωπαϊκές εταιρείες και μόνο η ΔΕΗ είχε παραμείνει στάσιμη.
Πέραν του επιβεβλημένου νομικού διαχωρισμού των μονοπωλιακών δραστηριοτήτων της (ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ), στον οποίο αναγκάστηκε να προβεί η ΔΕΗ το 2010, μετά τη δημοσίευση της σχετικής οδηγίας του 2009 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η διοίκηση της ΔΕΗ προωθούσε και το νομικό διαχωρισμό της Εμπορίας της από την Παραγωγή της. Το Σχήμα 3, είναι από την παρουσίαση της αποχωρούσας διοίκησης του 2009, προς τη νέα διοίκηση και στους υπουργούς Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, την 15η /10/2009.
Το συγκεκριμένο στρατηγικό σχέδιο προέβλεπε επενδύσεις πλέον των 11 δισ. ευρώ, για τον αναγκαίο εκσυγχρονισμό των μονάδων και των δικτύων της για να καλύψει τη ζήτηση του 2020 που αναμένετο να διπλασιαστεί και την απεξάρτηση της από τον ελληνικό λιγνίτη ο οποίος δεν μπορεί πλέον, παρά τις σύγχρονες τεχνολογικές δυνατότητες, να αξιοποιηθεί οικονομικά ικανοποιώντας συγχρόνως τους διαρκώς αυξανόμενους περιβαλλοντικούς περιορισμούς. Προέβλεπε επίσης τη συνεργασία με ελληνικές και ξένες επιχειρήσεις για την ανάπτυξη της ελληνικής αγοράς, σύμφωνα με τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με διπλό στόχο και να συμβάλλει στο άνοιγμα της αγοράς και να διατηρήσει όμως μέρος της κερδοφορίας της. Τέλος, έχοντας διαπιστώσει από μελέτες που είχε κάνει ότι σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές εταιρείες ηλεκτρισμού ήταν λιγότερο ανταγωνιστική κατά 700 εκατομμύρια ευρώ από πλευρά κόστους, στο στρατηγικό της σχέδιο, προέβλεπε δραστηριότητες μείωσης του κόστους λειτουργίας της κατά 500 εκ. ευρώ τον χρόνο, με στόχο να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της, διατηρώντας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τις χαμηλές τιμές της και ενισχύοντας την κερδοφορία της.
Αξιοσημείωτα θετική ήταν η αντίδραση των αγορών. Με την ανακοίνωση του στρατηγικού σχεδίου της στους αναλυτές, η μετοχή της ανέβηκε στα 37,10 ευρώ, που αντιστοιχεί σε χρηματιστηριακή αξία 8,2 δισ. ευρώ, ενώ δημοσιεύματα στον τύπο εκείνη την περίοδο ανέφεραν ότι οι τιμές στόχου των επενδυτικών οίκων, (JP Morgan κλπ.), ανέβαζαν την τιμή στόχου στα 65 ευρώ, χρηματιστηριακή αξία 14,4 δισ. ευρώ! Η καθολική απόρριψη του στρατηγικού σχεδίου που θα προστάτευε τα συμφέροντα όλων των ενδιαφερομένων μερών της έφερε την τέλεια καταιγίδα συνασπίζοντας, με μπροστάρηδες τους εκπροσώπους των εργαζομένων της ΔΕΗ, πολιτικά κόμματα και συμφέροντα στον χώρο της ενέργειας σε καταστροφικές ενέργειες για το μέλλον της επιχείρησης και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Στην περίοδο 2007-2009 συνέπεσαν δύο εθνικές εκλογές όπου, όπως συνήθως σε κάθε εκλογή, τα εθνικά συμφέροντα και το καθήκον παραμερίζονται μπροστά στις κομματικές επιδιώξεις και τα οικονομικά συμφέροντα αποθρασύνονται. Χαρακτηριστικό από αυτή την εποχή είναι το περιστατικό μία πλευρά να διεκδικεί επίσημα να σταματήσει ένας διαγωνισμός εκατοντάδων εκατομμυρίων γιατί η εταιρεία που εκπροσωπούσε τα ‘’βρήκε’’ με τον ανταγωνιστή της σε άλλο έργο εκτός Ελλάδος, και δεν έδωσε ανταγωνιστική προσφορά στο τμήμα του έργου που διεκδικούσαν μαζί από τη ΔΕΗ.
Επειδή δεν βρήκε την «κατανόηση» που ανέμενε, με μια επιστολή καταγγελίας, ταλαιπώρησε το ενδεκαμελές διοικητικό συμβούλιο, τις υπηρεσίες της ΔΕΗ και τη δικαιοσύνη για εννέα ολόκληρα χρόνια, μέχρι την αρχειοθέτηση της υπόθεσης. Παράλληλα, οι συνδικαλιστές με συμπαραστάτες τοπικούς άρχοντες και πολιτικούς κατελάμβαναν εν συνεδριάσει την αίθουσα του Διοικητικού Συμβουλίου και απαιτούσαν να ανατεθεί η παραπάνω μονάδα στο μειοδότη και να μη μειώσει το Διοικητικό Συμβούλιο το ύψος του τιμήματος κατά πολλές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, παρά τις εξηγήσεις ότι αυτό επιβάλετο, για το συμφέρον της ΔΕΗ και της χώρας, από την ανατροπή των οικονομικών δεδομένων λόγω της παγκόσμιας κρίσης.
Δεκάδες καταλήψεις γραφείων διοίκησης και χώρων συνεδριάσεων του διοικητικού συμβουλίου καθώς και απεργίες με μπροστάρηδες, πάντα, τους εκπροσώπους των εργαζομένων, συνεπικουρούμενους από τοπικούς παράγοντες και πολιτικά πρόσωπα, πολλά από τα οποία αργότερα ανέλαβαν ανώτατες κυβερνητικές θέσεις στις επόμενες κυβερνήσεις, δεν επέτρεψαν την υλοποίηση του στρατηγικού σχεδίου επιβεβαιώνοντας τον κανόνα που θέλει σημαντικές μεταρρυθμίσεις να μην έχουν καμία πιθανότητα να γίνουν αποδεκτές από την κοινωνία αν δεν υλοποιηθούν στην αρχή της κυβερνητικής θητείας. Τα παρακάτω δύο σκίτσα είναι χαρακτηριστικά του κλίματος που επικράτησε μετά τη θερμή υποδοχή του στρατηγικού σχεδίου της ΔΕΗ από τις αγορές.
Καμία κατάληψη ή απεργία δεν έγινε για τυχόν αντεργατικές αποφάσεις της διοίκησης ενώ, δεκάδες έγιναν για θέματα που αφορούσαν τις αποφάσεις της διοίκησης για αναθέσεις μονάδων και συνεργασίες με άλλες επιχειρήσεις, με εξαίρεση τη μοναδική, πολυήμερη και μεγάλου κόστους απεργία που έγινε το 2008 για το ασφαλιστικό, αντιδρώντας στις αποφάσεις της τότε κυβέρνησης. Ανάλογη ήταν, δυστυχώς, και η αντίδραση της αγοράς όταν διαπίστωσε ότι η ΔΕΗ δεν θα υλοποιούσε το στρατηγικό της σχέδιο, δεν θα εκσυγχρονίζετο και δεν θα εξελίσσετο.
Στο Σχήμα 4 παρουσιάζεται η πορεία της μετοχής της ΔΕΗ από την είσοδό της στο χρηματιστήριο μέχρι σήμερα. Μετά την εμφανή θετική αντίδραση των αγορών στην πρώτη περίοδο, μετά την είσοδο της μεγαλύτερης επιχείρησης της χώρας στο χρηματιστήριο, ακολούθησαν τρεις ανοδικές τάσεις, η πρώτη όταν παρουσίασε το πρώτο πενταετές στρατηγικό της σχέδιο, τον Νοέμβριο του 2007, η δεύτερη, το 2009 όταν δρομολόγησε την κατασκευή δύο μονάδων συνδυασμένου κύκλου φυσικού αερίου , στο Αλιβέρι και στη Μεγαλόπολη, συνολικής καθαρής ισχύος 1228 ΜW και η τρίτη, το 2012 όταν ανακοινώθηκε η Μικρή ΔΕΗ.
Μια εξίσου σημαντική απειλή για τη βιωσιμότητα της ΔΕΗ αποτελούν οι ανεξόφλητοι λογαριασμοί των πελατών της, ύψους 2,7 δισ. ευρώ. Της αποστερούν όχι μόνο τη δυνατότητα εξυπηρέτησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών της προς τις τράπεζες αλλά και τις αναγκαίες επενδύσεις για συντήρηση και εκσυγχρονισμό του μηχανολογικού εξοπλισμού της και των δικτύων της. Πολλοί παράγοντες, πλέον της οικονομικής κρίσης, έχουν συμβάλλει στη δημιουργία αυτού του μεγάλου προβλήματος.
Η ευθύνη επιμερίζεται σε τόσους πολλούς και σε τέτοιο βαθμό που κανένας υπεύθυνος, από την Γενική Συνέλευση των μετόχων, το Διοικητικό Συμβούλιο, τα στελέχη, τους εργαζόμενους και την πολιτική ηγεσία να μην δίνει έγκαιρα την πρέπουσα σημασία για την ανάληψη ενδεδειγμένων ενεργειών για να προστατέψουν την εταιρεία και για να μην καταλήξουν, οι ανεξόφλητοι λογαριασμοί των πελατών της, να αποτελούν σημαντικό κίνδυνο για την ίδια την ύπαρξη της μεγάλης δημόσιας επιχείρησης και κατ’επέκταση για την εθνική οικονομία.
Πέρα από ανεύθυνη στάση, επεδείχθη και έλλειψη ευαισθησίας για τα δικαιώματα των ιδιωτών μετόχων, παραβιάζοντας μια από τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης αναγκάζοντας την επιχείρηση να προβεί σε ενέργειες και να επιδιώκει στόχους που δεν είναι προς το συμφέρον της και των ιδιωτών μετόχων της. Το υπέρογκο ποσό των 2,7 δις. ευρώ, για τα δεδομένα της επιχείρησης δεν θα αποτελούσε σημαντικό κίνδυνο για την ύπαρξή της, αν είχε προχωρήσει στο νομικό διαχωρισμό της Εμπορίας της από την Παραγωγή της!
Αν είχε υιοθετηθεί αυτή η πρόταση, τα 2,7 δισ. ευρώ ανεξόφλητων λογαριασμών των πελατών της δεν θα υφίσταντο, ή αν υφίσταντο θα αποτελούσαν συστημικό κίνδυνο μόνο για την Εμπορία, τη θυγατρική της ΔΕΗ και όχι για τις υπόλοιπες δραστηριότητές της. Το πρόβλημα θα το είχε η πολιτεία, δηλαδή ο ΛΑΓΗΕ (Λειτουργός της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας) ή ο σημερινός διάδοχος του που είναι το χρηματιστήριο ενέργειας. Θα ήταν το σημαντικότερο πρόβλημα στο γραφείο των Υπουργών Ενέργειας, οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με την εποπτεία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και της ΔΕΗ και δεν θα επέτρεπε από όλους επίδειξη αδιαφορίας, σε κάποιους να ενθαρύνουν αυτή την πρακτική και σε μερικούς εξ αυτών το οξύμωρο, να είναι συγχρόνως και οπαδοί του κινήματος «δεν πληρώνω»! Σήμερα στη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, στη μεγάλη αυτή εταιρεία που για επτά δεκαετίες γενναιόδωρα προέβαλε ασπίδα προστασίας και άμβλυνε τις μεγάλες διακυμάνσεις των μεταβλητών που επηρεάζουν τον κλάδο της ηλεκτρικής ενέργειας, προς όφελος των πολιτών και των επιχειρήσεων, έχει καταστραφεί το μεγαλύτερο μέρος της αξίας της.
Ιδιαίτερα τα τελευταία δέκα χρόνια, επαναπαυόμενη στο μεγάλο μέγεθός της αδράνησε και έγινε στόχος μικρών και ευκίνητων παικτών του κλάδου, τόσο στην παραγωγή όσο και στην εμπορία, οι οποίοι με ευκολία της αποσπούν κερδοφόρα τμήματα της αλυσίδας αξίας τα οποία τις προηγούμενες δεκαετίες ήταν δυσπρόσιτα στον ανταγωνισμό. Αποτέλεσμα των παραπάνω, ο ρόλος της στην ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας σήμερα να διαγράφεται πλέον ως παθητικός. Το μέχρι πρότινος αδιαφιλονίκητο ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα, οι λιγνιτικές της μονάδες, αποτελούν για το μέλλον της ένα πολύ μεγάλο βαρίδι.
Πρώτον, γιατί πολλές από αυτές έπρεπε να είχαν ήδη αποσυρθεί λόγω παλαιότητος και υψηλού κόστους λειτουργίας, δεύτερον, το κόστος εξόρυξης είναι πολύ υψηλό και ο λιγνίτης κακής ποιότητας συγκριτικά με άλλες περιοχές της Ευρώπης και τρίτον, επιβαρύνει κάθε κιλοβατώρα για το εκπεμπόμενο διοξείδιο του άνθρακα, 4 λεπτά που αποτελεί περίπου, 40-50% του συνολικού κόστους παραγωγής της κάθε κιλοβατώρας! Στον Πίνακα 2 παρουσιάζεται το σύνολο των θερμικών της μονάδων που σε λίγα χρόνια από σήμερα θα έχει μειωθεί περίπου στο ένα τρίτο.
Τα ενδιαφερόμενα μέρη της ΔΕΗ, πολιτεία, διοικήσεις, τοπικές κοινωνίες και εργαζόμενοι δεν φρόντισαν να την απεξαρτήσουν σταδιακά από τον λιγνίτη, να την εκσυγχρονίσουν και να την εξελίξουν. Και όπως όλοι γνωρίζουμε, οργανισμοί που δεν εξελίσσονται, που δεν προσαρμόζονται στο μεταβαλλόμενο περιβάλλον, εξαφανίζονται! Εδώ μπαίνει πλέον καίρια το ερώτημα. Μπορεί το ελληνικό δημόσιο, μέσω της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας στην οποία ανήκει πλέον η ΔΕΗ, να τη λειτουργήσει αποτελεσματικά, ως υπεύθυνη δημόσια επιχείρηση για το συμφέρον όλων ή μήπως ιδιωτικοποιώντας την, όπως έκανε η χώρα μας στην περίπτωση του ΟΤΕ ή της Ολυμπιακής, θα εξυπηρετούσε καλύτερα τα συμφέροντα των πολιτών των επιχειρήσεων και εν γένει της οικονομίας;
Είναι γεγονός ότι το ελληνικό δημόσιο δεν έχει μέχρι σήμερα καταφέρει να λειτουργήσει τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού αποτελεσματικά, υπεύθυνα και με διαφάνεια. Η βασική αιτία είναι η αδυναμία καθιέρωσης στη ΔΕΗ ενός συστήματος χρηστής διακυβέρνησης. Αποτέλεσμα ενός ανελαστικού και δυσλειτουργικού θεσμικού πλαισίου, του Νόμου 3429 του 2005 που προσδιορίζει τις Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμούς και μιας πολύπλευρης αλυσίδας ενδιαφερόμενων μερών, αρμόδια υπουργεία, μέτοχοι, διοικητικό συμβούλιο, στελέχη, εργαζόμενοι, τοπικές κοινωνίες, πελάτες, προμηθευτές, ανταγωνιστές, κλπ., τα οποία έχουν διαφορετικά και ανταγωνιστικά συμφέροντα που πολλές φορές οδηγούν σε αποφάσεις που δεν είναι για το συμφέρον της επιχείρησης και της κοινωνίας την οποία υπηρετεί.
Η λογική που επέβαλε τη δημιουργία της ΔΕΗ πριν από εβδομήντα χρόνια ήταν ότι για ένα τόσο σημαντικό για τους πολίτες αγαθό και για την ανταγωνιστικότητα της εθνικής μας οικονομίας, η υπό τον δημόσιο έλεγχο επιχείρηση θα το εξασφάλιζε πιο οικονομικά και αποτελεσματικά. Όμως, η έλλειψη ικανότητας να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία μιας δημόσιας επιχείρησης στην παραγωγή και διάθεση ενός αγαθού, δεν προδιαθέτει ότι η ίδια αυτή πολιτεία θα είναι πιο αποτελεσματική αν αναθέσει την παραγωγή και διάθεση αυτού του αγαθού σε ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Ότι θα είναι πιο εύκολο για αυτήν να ελέγξει πιο αποτελεσματικά την αγορά, προς όφελος των καταναλωτών αλλά και των επιχειρήσεων που θα δραστηριοποιούνται στον κλάδο. Η συζήτηση πρέπει να επικεντρωθεί στο πώς θα μπορέσει η πολιτεία να λειτουργήσει αποτελεσματικά ό,τι μπορεί να περισωθεί σήμερα από την άλλοτε κραταιά Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού. Για να μπορέσει το Διοικητικό Συμβούλιο και τα Στελέχη της ΔΕΗ να εξαντλήσουν όλες τις δυνατότητες που απαιτούνται για την αναδιάρθρωση της ΔΕΗ, στα νέα μεγέθη που θα προκύψουν μετά τις συζητήσεις με τις τράπεζες και τον εξορθολογισμό των δραστηριοτήτων της, το Υπουργείο Οικονομικών και η Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας (ΕΕΣΥΠ) οφείλουν να της εξασφαλίσουν ένα νέο θεσμικό πλαίσιο εταιρικής διακυβέρνησης, που θα της εξασφαλίσει τη δυνατότητα και να ανταγωνίζεται ισότιμα τις ιδιωτικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και να ικανοποιήσει τις προσδοκίες όλων των ενδιαφερομένων μερών της, κατά τρόπο εξισορροπητικό, με την προϋπόθεση ότι αυτά θα βρίσκονται σε διακριτή απόσταση από τη Διοίκηση της Εταιρείας, όπως παρουσιάζεται στο σχήμα 5.
Η ανεξαρτησία του Διοικητικού Συμβουλίου θα πρέπει να είναι σεβαστή και τα όποια δικαιώματα της Πολιτείας θα πρέπει να είναι ξεκάθαρα και να μην είναι διεσπαρμένα σε διαφορετικά υπουργεία και υπηρεσίες αλλά να είναι συγκεντρωμένα στην ΕΕΣΥΠ. Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, που είναι υπεύθυνο για την εποπτεία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, δεν θα πρέπει να είναι συγχρόνως και υπεύθυνο για τη ΔΕΗ. Θα πρέπει να διατηρεί ίσες αποστάσεις από τη ΔΕΗ, παρόμοιες με αυτές που διατηρεί με τους ιδιώτες παρόχους. Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΗ θα πρέπει να έχει πλήρη αυτονομία. Το ΕΕΣΥΠ θα περιορίζεται στο ρόλο του μετόχου της ΔΕΗ και μέσω της Γενικής Συνέλευσής της θα θέτει υποχρεώσεις και στόχους.
Η σημαντικότερη υποχρέωση του ΕΕΣΥΠ θα είναι ο διαφανής και αξιοκρατικός τρόπος επιλογής και ευρείας εκπροσώπησης των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της ΔΕΗ. Τα διοικητικά στελέχη της ΔΕΗ θα αποτελούν πλέον το στελεχιακό δυναμικό της εταιρείας, θα αμείβονται ανάλογα, δεν θα μπορούν να είναι μέλη του σωματείου των εργαζομένων της και στην περίπτωση που δεν θα κρίνονται ικανοί να διατηρήσουν τη θέση τους, θα τίθενται εκτός εταιρείας χωρίς δυνατότητα επαναφοράς τους στις τάξεις των απλών εργαζομένων.
Με αυτό τον τρόπο καταργείται ο ελληνικός θεσμός των «ψυγείων» όπου μεταξύ των λίγων, μη ικανών, βρίσκονται και οι πολλοί, ικανοί μεν, αλλά μη αρεστοί της εκάστοτε Κυβέρνησης/Διοίκησης! Στο Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας θα συνεχίσουν να εκπροσωπούνται οι εργαζόμενοι, όπως και σήμερα, με τη διαφορά ότι όπως και τα υπόλοιπα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου θα λειτουργούν και θα αποφασίζουν για το συμφέρον της εταιρείας. Η ΔΕΗ, για τους λόγους που εξηγήσαμε εκτενώς παραπάνω, θα πρέπει, επίσης, να προβεί άμεσα στο Νομικό διαχωρισμό της Εμπορίας της. Εξυπακούεται ότι το ίδιο θεσμικό πλαίσιο διακυβέρνησης θα υιοθετηθεί και από τις θυγατρικές της ΔΕΗ. Τέλος, η μερική ή ολική ιδιωτικοποίηση των δύο μονοπωλιακών δραστηριοτήτων της ΔΕΗ, του ΑΔΜΗΕ και του ΔΕΔΔΗΕ, κρίνεται αναγκαία περισσότερο για την συνεργασία με παρόχους που διαθέτουν την απαιτούμενη τεχνογνωσία για την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων και λιγότερο για τα αναγκαία κεφάλαια που θα καλύψουν τις ανάγκες εκσυγχρονισμού και αναδιάρθρωσης της ΔΕΗ.
Και ιδιαίτερα σήμερα, που ο κλάδος της ηλεκτρικής ενέργειας μετά από μια μακρά περίοδο σταθερότητας και χαμηλού ρίσκου, είναι αντιμέτωπος με νέες προκλήσεις και αυξημένες απαιτήσεις που προκαλούνται από τις νέες τεχνολογίες που φέρνουν νέα προϊόντα στην αγορά, τα οποία απαιτούν πιο έξυπνα και ανθεκτικά δίκτυα που εξασφαλίζουν βελτιωμένη ασφάλεια, αποτελεσματικότερη διασύνδεση με τις διαρκώς αυξανόμενες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την ραγδαία αυξανόμενη είσοδο ηλεκτρικών αυτοκινήτων κ.λ.π. Είναι βέβαιο, ότι όλα τα παραπάνω θα υποχρεώσουν τον κλάδο της ηλεκτρικής ενέργειας να αλλάξει δραστικά το επιχειρηματικό του μοντέλο.
*Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Πειραιώς, Στέλεχος Επιχειρήσεων, Πρόεδρος ΙΟΒΕ
Πηγή : https://analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου