Το νομισματικό χάος και η αιτία, λόγω της οποίας η Ευρώπη βυθίζεται σε μία ακόμη κρίση, με εξαίρεση την Ισπανία και την Πορτογαλία και σε αντίθεση με τις Η.Π.Α. – η οποία δεν είναι άλλη από την πολιτική λιτότητας και το γερμανικό μοντέλο ανάπτυξης που στηρίζεται στις εξαγωγές. Ένα μοντέλο που μπορεί μεν να έχει επιτυχία σε περιόδους ευφορίας των άλλων κρατών, αλλά είναι καταστροφικό σε εποχές ύφεσης. Σε κάθε περίπτωση δεν είναι κατάλληλο για μεγάλες νομισματικές περιοχές, οι οποίες πρέπει να στηρίζονται περισσότερο στην εγχώρια ζήτηση και λιγότερο στη διεθνή – ενώ θα είναι ο βασικός λόγος, για τον οποίο η Ευρωζώνη θα διαλυθεί, εάν δεν αλλάξει αμέσως πορεία. Δυστυχώς δε θα συμπαρασύρει ολόκληρο τον πλανήτη, ο οποίος πολύ δύσκολα θα αντέξει ένα τέτοιο ενδεχόμενο – γεγονός θα που αποτελεί εξ ολοκλήρου ευθύνη της Γερμανίας.
Ανάλυση
Αρνητικά επιτόκια, αγορές κρατικών και εταιρικών ομολόγων από τις κεντρικές τράπεζες (QE), παρεμβάσεις στις αγορές συναλλάγματος – το απόλυτο χάος. Η παραπάνω μη συμβατική νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών αντιμετωπίζεται εχθρικά, κυρίως από τους αποταμιευτές – ενώ πληθαίνουν οι προειδοποιήσεις για τις καταστροφικές της συνέπειες στην Οικονομία, για τις επικίνδυνες παρενέργειες της καλύτερα.
Εν τούτοις, οι αποφάσεις της ΕΚΤ, της Fed και της ελβετικής κεντρικής τράπεζας (SNB) τις τελευταίες εβδομάδες, τεκμηριώνουν πως η συγκεκριμένη πολιτική δεν πρόκειται να αλλάξει στο επόμενο ορατό χρονικό διάστημα – οπότε γίνονται αυτόματα αντικείμενο αρνητικής κριτικής.
Η λαϊκίστικη γερμανική εφημερίδα δε, η Bild, παρομοίασε τον κ. Ντράγκι μετά την τελευταία απόφαση του (μείωση των επιτοκίων καταθέσεων των εμπορικών τραπεζών στην ΕΚΤ στο -0,5% και νέο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης από 1.11.2019), με ένα βαμπίρ που πίνει το αίμα των καταθετών – ενώ η Deutsche Bank, η εγκληματική συμμορία κατά τη γερμανική αστυνομία που έχει κατηγορηθεί για δεκάδες απάτες, προειδοποίησε πως η παρούσα νομισματική πολιτική θα καταστρέψει εντελώς το χρηματοπιστωτικό σύστημα του πλανήτη. Δεν ήταν όμως η μοναδική, αφού πολλές άλλες τράπεζες, μεταξύ των οποίων ακόμη και ελβετικές, δήλωσαν κάτι ανάλογο – αν και το πραγματικό βαμπίρ δεν είναι ο κ. Ντράγκι, αλλά η Γερμανία.
Από την άλλη πλευρά αρκετοί πολιτικοί αναμιγνύονται όλο και περισσότερο στη νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών – όπως στο παράδειγμα των Η.Π.Α., όπου ο πρόεδρος Trump προσβάλει δημόσιο το διοικητή της Fed (J. Powell) που ο ίδιος επέλεξε, κατηγορώντας τον όμως για το αντίθετο: για τη μη «γενναία» μείωση των επιτοκίων, παρά το ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας είναι θετικός, σε αντίθεση με την Ευρώπη. Ο κοινός παρανομαστής πάντως όλων των επικριτών είναι το ότι, θεωρούν υπεύθυνες τις κεντρικές τράπεζες για τη μειωμένη ανάπτυξη, καθώς επίσης για τη μη δυνατότητα αύξησης των επιτοκίων – κάτι που όμως δεν ισχύει στην πραγματικότητα, αφού συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.
Ειδικότερα, το λάθος των κεντρικών τραπεζών δεν είναι το παραπάνω, αλλά το ότι επέτρεψαν σε όλους τους υπόλοιπους, στις κυβερνήσεις κυρίως, να παραμελούν τα δικά τους «καθήκοντα» – με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την Ευρωζώνη, όπου χωρίς την επέμβαση της ΕΚΤ και τις μαζικές ενέσεις ρευστότητας στο σύστημα μετά το 2012, η νομισματική ένωση θα είχε διαλυθεί. Σε μία τέτοια περίπτωση, τα αρνητικά επιτόκια θα ήταν το μικρότερο πρόβλημα των τραπεζών – ενώ εάν χρεοκοπούσε η Ελλάδα το 2012, εάν δεν υπέγραφε δηλαδή ως όφειλε το εγκληματικό PSI, οι τράπεζες θα είχαν κυριολεκτικά καταρρεύσει.
Η αδυναμία τώρα του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος είναι στην ουσία η αιτία και όχι το αποτέλεσμα της εξτρεμιστικής νομισματικής πολιτικής – ενώ φυσικά χωρίς το φθηνό, υποτιμημένο ευρώ που είχε ως επακόλουθο, η Γερμανία δεν θα παρήγαγε ποτέ τα θηριώδη πλεονάσματα, στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της. Ως εκ τούτου οι Γερμανοί θα έπρεπε να είναι οι τελευταίοι που θα παραπονούνταν – αν και στην ουσία οι ωφελημένοι ήταν και είναι μόνο η οικονομική ελίτ της χώρας, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της πράγματι αντιμετωπίζει προβλήματα (αφενός μεν από τα χαμηλά επιτόκια, αφετέρου από τα υψηλά ενοίκια της φούσκας που προκλήθηκε).
Όσον αφορά δε τους Γερμανούς πολιτικούς που κατηγορούν τον κ. Ντράγκι, είναι οι ίδιοι υπεύθυνοι για τη μη διόρθωση των δομικών αδυναμιών της χώρας τους – επιμένοντας σε ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, παρά τις τεράστιες ελλείψεις σε υποδομές κοκ. Γενικότερα βέβαια οι υπεύθυνοι της Ευρώπης δεν κατάφεραν να σταθεροποιήσουν τη νομισματική ένωση, παρά την κρίση του 2011/12 – αδυνατώντας προφανώς να καταλάβουν πως εάν η νομισματική πολιτική δεν συνοδευθεί αμέσως μετά από τη δημοσιονομική, δεν λύνεται κανένα πρόβλημα.
Πράγματι λοιπόν η εξτρεμιστική νομισματική πολιτική έχει φτάσει στα όρια της και οι ζημιογόνες παρενέργειες της απειλούν να υπερβούν τα οφέλη της, αλλά η ευθύνη βρίσκεται αλλού – κάτι που γνωρίζουν πολύ καλά οι κεντρικοί τραπεζίτες, διστάζοντας όμως να τη σταματήσουν, όσο οι πολιτικοί δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες που τους αναλογούν. Επειδή όμως δεν το κάνουν, θα είναι αυτοί που τελικά θα κατηγορηθούν για την καταιγίδα των καταιγίδων που πλησιάζει επικίνδυνα – από την οποία είναι μάλλον αδύνατο να επιβιώσει η νομισματική ένωση.
Η άλλη όψη του νομίσματος
Περαιτέρω, παρά το ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της Ευρώπης μειώνεται συνεχώς, ενώ τόσο η Γερμανία, όσο και η Μ. Βρετανία απειλούνται από μία τεχνική ύφεση (=αρνητική ανάπτυξη για δύο συνεχή τρίμηνα), δύο χώρες κυρίως εκπλήσσουν – ενώ ευρίσκονται παραδόξως στην περιφέρεια, στη νότια Ευρώπη. Πρόκειται για την Πορτογαλία και την Ισπανία, οι οποίες προκάλεσαν μαζί με την Ελλάδα και την Ιρλανδία την ευρωπαϊκή κρίση χρέους πριν από οκτώ περίπου έτη – γεγονός που λογικά εντυπωσιάζει, ειδικά όσον αφορά την Ισπανία που για τέταρτη φορά μέσα σε τέσσερα χρόνια οδηγείται σε εκλογές.
Φυσικά δεν αποτελούν τη μοναδική έκπληξη, αφού αν και οι Η.Π.Α. ευρίσκονται τα τελευταία χρόνια σε εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, ενώ όλοι προφήτευαν πως θα υποστούν μεγαλύτερες ζημίες από την αντίπαλο τους, δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Αντίθετα, η Ευρώπη είναι ο μεγάλος ζημιωμένος – παρά το ότι δεν συμμετέχει καθόλου στον εμπορικό πόλεμο.
Εν προκειμένω, οι εμπειρικές αναλύσεις έχουν τεκμηριώσει πως η οικονομία της Ευρώπης είναι πάρα πολύ ευαίσθητη, όταν αυξάνεται η γεωπολιτική ανασφάλεια – με την έννοια πως όταν κλιμακώνονται οι εντάσεις και απειλείται να μειωθεί η παγκόσμια ζήτηση, οι επιχειρήσεις της ηπείρου μας αντιδρούν αμέσως. Περιορίζουν δηλαδή την παραγωγή τους και αναβάλλουν τις επενδύσεις τους – κυρίως επειδή η Ευρώπη είναι πολύ πιο εξαρτημένη από τις εξαγωγές, σε σχέση με τις Η.Π.Α.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Γερμανία, το 50% σχεδόν του ΑΕΠ της οποίας προέρχεται από τις εξαγωγές, με κέντρο βάρους την αυτοκινητοβιομηχανία της – ενώ πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν υψηλά χρέη, δημόσια και ιδιωτικά, πολύ χαμηλή δυναμικότητα ανάπτυξης, περιορισμένη ανταγωνιστικότητα, έλλειμμα επενδύσεων (η Ελλάδα αρκετά πάνω από 100 δις €), υποαπασχόληση κλπ. Εξέλιξη ρυθμού ανάπτυξης – Ισπανία, Πορτογαλία, Ελβετία, Γερμανία
Συνεχίζοντας, το παραπάνω γεγονός καθιστά ακόμη πιο εντυπωσιακό το ότι, τόσο η Ισπανία, όσο και η Πορτογαλία έχουν αποφύγει να παρασυρθούν από τη γενικότερη τάση της Ευρώπης (γράφημα) – πόσο μάλλον όταν πρόκειται για χώρες με χαμηλότερη ανταγωνιστικότητα από αυτήν της Γερμανίας ή της Ελβετίας. Εν τούτοις, το μυστικό της επιτυχίας τους είναι πολύ απλό: η οικοδόμηση μίας σταθερής και υγιούς εγχώριας ζήτησης.
Ειδικότερα, η ιδιωτική κατανάλωση τους κλιμακώνεται συνεχώς, επειδή η απασχόληση τους αυξάνεται τα τελευταία χρόνια – ενώ οι επενδύσεις είναι ανοδικές, κυρίως στον κλάδο των κατασκευών. Μπορεί δε η βιομηχανία τους να υποφέρει, ειδικά η ισπανική αυτοκινητοβιομηχανία, αλλά ο πολύ μεγαλύτερος τομέας των υπηρεσιών τους συνεχίζει να επεκτείνεται – μεταξύ άλλων ο τουρισμός, στον οποίο οφείλεται το 8% του ΑΕΠ της Πορτογαλίας.
Ενώ τώρα η πολιτική κρίση της Ιταλίας προκάλεσε μεγάλες ζημίες στην Οικονομία της, η αιώνια πολιτική κρίση της Ισπανίας δεν είχε ανάλογα αποτελέσματα – όταν την ίδια στιγμή υπολείπεται σε διαρθρωτικές αλλαγές, τουλάχιστον όσο η Ιταλία. Η αιτία είναι το ότι, η Ισπανία ισορρόπησε τη μη υιοθέτηση διαρθρωτικών αλλαγών με μία επεκτατική χρηματοοικονομική πολιτική – δηλαδή, με την αύξηση των μισθών στο δημόσιο τομέα, με την πρόσληψη νέου προσωπικού και με την άνοδο των συντάξεων, εκμεταλλευόμενη την πτώση των επιτοκίων διεθνώς που κατέστησε πιο φθηνή την εξυπηρέτηση των χρεών της.
Η Πορτογαλία βέβαια επωφελείται επίσης, αλλά η αριστερή κυβέρνηση της είναι πολύ πιο προσεκτική – μειώνοντας σημαντικά το έλλειμμα του προϋπολογισμού της στο -0.4% τον Ιούλιο, από -2,3% το προηγούμενο έτος. Τα κατάφερε δε με τη βοήθεια των αυξημένων κρατικών εσόδων λόγω της ανόδου του ρυθμού ανάπτυξης της μετά την κατάργηση της πολιτικής λιτότητας – καθώς επίσης των χαμηλών επιτοκίων.
Επίλογος
Συμπερασματικά λοιπόν η αιτία, λόγω της οποίας η Ευρώπη βυθίζεται σε μία ακόμη κρίση, με εξαίρεση την Ισπανία και την Πορτογαλία και σε αντίθεση με τις Η.Π.Α., δεν είναι άλλη από την πολιτική λιτότητας και το γερμανικό μοντέλο ανάπτυξης που στηρίζεται στις εξαγωγές – το οποίο μπορεί να έχει επιτυχία σε περιόδους ευφορίας των άλλων κρατών, αλλά είναι καταστροφικό σε περιόδους ύφεσης.
Σε κάθε περίπτωση δεν είναι κατάλληλο για μεγάλες νομισματικές περιοχές, οι οποίες πρέπει να στηρίζονται περισσότερο στην εγχώρια ζήτηση και λιγότερο στη διεθνή – ενώ θα είναι ο βασικός λόγος, για τον οποίο η Ευρωζώνη θα διαλυθεί, εάν δεν αλλάξει οικονομικό μοντέλο. Στην ουσία πάντως η Ευρώπη είναι υπεύθυνη για τη συνέχιση των επεμβάσεων των κεντρικών τραπεζών που αναφέραμε στην αρχή, για τα αρνητικά επιτόκια και για το νομισματικό χάος που έχει προκληθεί – ενώ δυστυχώς θα συμπαρασύρει ολόκληρο τον πλανήτη, ο οποίος πολύ δύσκολα θα αντέξει ένα τέτοιο ενδεχόμενο (γεγονός θα που αποτελεί εξ ολοκλήρου ευθύνη της Γερμανίας).
Πηγή : https://analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου