Όλοι γνωρίζουμε πως μπορεί κανείς να κυριαρχήσει πιο γρήγορα σε χίλιους ανθρώπους προσελκύοντας τις προκαταλήψεις τους, παρά να πείσει έναν και μόνο στηριζόμενος στη λογική. Εν τούτοις, η χειραγώγηση φαίνεται να υποχωρεί σε μία σημαντική μερίδα της κοινωνίας που θέλει να ακούει την αλήθεια είτε από αντικειμενικά ΜΜΕ, είτε από πολιτικούς που χαρακτηρίζονται σκόπιμα από τους εκάστοτε χειραγωγούς ως «τεχνοκράτες», για να υποτιμήσουν/διαστρεβλώσουν το λόγο τους. Εάν λοιπόν υπάρχει κάτι, για το οποίο αξίζει να είναι κανείς αισιόδοξος στη σημερινή Ελλάδα, στην πιο χρεοκοπημένη χώρα στην παγκόσμια ιστορία, η οποία έχει μετατραπεί σε άβουλη αποικία χρέους των ξένων δυνάμεων, είναι αυτό ακριβώς – η διαφαινόμενη ωριμότητα ενός αυξανόμενου μέρους της κοινωνίας που δεν φοβάται να αντιμετωπίσει κατάματα την αλήθεια και που θέλει να προσπαθήσει πραγματικά να αλλάξει τα κακώς κείμενα.
Άποψη
Σύμφωνα με μία πρόσφατη έρευνα, το 64% των Αμερικανών πιστεύουν πως τα ΜΜΕ έχουν αρνητικές επιπτώσεις όσον αφορά τη χώρα τους (πηγή) – καθιστώντας τα με αυτόν τον τρόπο περισσότερο απεχθή, από ότι οι μεγάλες εταιρείες (53%) και οι τράπεζες (39%). Όπως δήλωσε δε ένας αναλυτής του κλάδου, «Τα αποτελέσματα αυτά δεν εκπλήσσουν κανέναν. Τα ΜΜΕ δεν παρέχουν πληροφορίες, έτσι ώστε να παίρνει κανείς έξυπνες αποφάσεις, έχοντας ενημερωθεί σωστά. Αντίθετα, τα ΜΜΕ είναι εταιρικά εργαλεία» – όργανα χειραγώγησης των ανθρώπων δηλαδή που χρησιμοποιούν έντεχνα το δεκάλογο της (ανάλυση), με στόχο αποκλειστικά και μόνο την εξυπηρέτηση των εντολέων τους.
Δεν είναι βέβαια μόνο τα ΜΜΕ που «κατηγορούνται» για κάτι τέτοιο, αλλά όλοι οι θεσμοί, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων πολυεθνικών και της κυβέρνησης – γεγονός που σημαίνει πως οι Αμερικανοί δεν θέλουν πια ούτε να ελέγχονται, ούτε να υπηρετούν δουλικά την εκάστοτε εξουσία.
Σε πλήρη αντίθεση, δυστυχώς, εμείς οι Έλληνες έχουμε σκύψει το κεφάλι, έχουμε αποδεχθεί μοιρολατρικά πως δεν υπάρχει καμία εναλλακτική λύση στην πολιτική των μνημονίων, παρά το ότι έχει αποτύχει παταγωδώς για τρίτη συνεχόμενη φορά, δεν συνειδητοποιούμε πως με τον τρόπο αυτό δρομολογείται η υφαρπαγή των δημοσίων και ιδιωτικών μας περιουσιακών στοιχείων μέσω της διαρκούς επιδείνωσης των δίδυμων χρεών μας (δημόσιο και ιδιωτικό), ενώ φαινόμαστε πρόθυμοι να μας επιβληθεί το παράλληλο «κράτος εν κράτει» από τη νέα κυβέρνηση – η Αιρετή Μοναρχία, μέσω του νομοσχεδίου για το επιτελικό κράτος (ανάλυση).
Στη σύγχρονη εποχή λοιπόν της λογοκρισίας, της μεροληψίας, της χειραγώγησης και της προπαγάνδας, οι Αμερικανοί φαίνεται να αντιδρούν – να απομακρύνονται από την επιρροή των καθεστωτικών ΜΜΕ που δεν αναφέρουν πλέον γεγονότα, αλλά απευθύνονται στα συναισθήματα τους, γνωρίζοντας πως χρησιμοποιούνται από τις ελίτ για να προωθούν τα συμφέροντα τους. Τα κατηγορούν δε για μία άκρατη «πολιτισμική σχιζοφρένεια» και για το διχαστικό διαχωρισμό της κοινωνίας σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα, φροντίζοντας έτσι ώστε το ένα να μισεί το άλλο – ενώ σύμφωνα με μία πρόσφατη μελέτη, από το 1987 έως το 2017 το περιεχόμενο των ειδήσεων έχει μετατοπισθεί πλέον στην υποκειμενική επιχειρηματολογία με συναισθηματικές εκκλήσεις, από ότι στα γεγονότα όπως στο παρελθόν (πηγή).
Στο ίδιο «μήκος κύματος» κινείται πια και ο πολιτικός λόγος ο οποίος, στηριζόμενος στην ρητορική που είναι σε θέση να διαστρεβλώνει τα γεγονότα παρουσιάζοντας έντεχνα το μαύρο ως άσπρο, δεν απευθύνεται στη λογική αλλά στα συναισθήματα – με αποτέλεσμα να αποδομεί αντί να οικοδομεί και να «αποβλακώνει» αντί να ωριμάζει τις κοινωνίες.
Σύμφωνα τώρα με έναν αμερικανό δημοσιογράφο, το αποτέλεσμα της «δημοσιογραφικής αποσύνθεσης» και του συναισθηματικού φόβου που προκαλεί, είναι ο εθισμός των ανθρώπων στο να μισούν ο ένας τον άλλο – με την έννοια πως οι Πολίτες έχουν εθιστεί στις ειδήσεις που συμφωνούν με τη μεροληψία τους και που δημιουργήθηκαν με τέτοιον τρόπο. Ως εκ τούτου, το μόνο πράγμα που ακούει ή διαβάζει κανείς από τα καθεστωτικά ΜΜΕ όταν θέλει να ενημερωθεί, είναι ιστορίες ειδικά σχεδιασμένες για να προκαλούν οργή – να διεγείρουν το μίσος για την άλλη πλευρά και να τροφοδοτούν τον εθισμό στο θυμό (πηγή).
Πρόκειται συχνά για το γνωστό μας «καταγγελτικό λόγο» πολλών ΜΜΕ και πολιτικών που δεν εστιάζουν στην επίλυση ενός προβλήματος, αλλά στην καταγγελία της άλλης πλευράς – στις επιθέσεις εναντίον της με αποκλειστικό και μόνο στόχο την προσέλκυση «πελατών» (αναγνωστών, ακροατών ή ψηφοφόρων), καθώς επίσης στα πομπώδη, κενά περιεχομένου «συνθήματα» .
Ειδικά όσον αφορά τα ΜΜΕ η αιτία είναι κυρίως το ότι, τα ΜΜΕ δεν αποκομίζουν πλέον κέρδη από τα γεγονότα, ιδίως μετά την κατάρρευση των διαφημιστικών καταχωρήσεων – πως δεν είναι πια βιώσιμα εάν δεν χρηματοδοτούνται από ομάδες συμφερόντων, όπως είναι τα πολιτικά κόμματα ή/και η επιχειρηματική ελίτ, με στόχο την προπαγάνδα και τη χειραγώγηση.
Όλοι δε γνωρίζουμε πως μπορεί κανείς να κυριαρχήσει πιο γρήγορα σε χίλιους ανθρώπους προσελκύοντας τις προκαταλήψεις τους, παρά να πείσει έναν και μόνο στηριζόμενος στη λογική – οπότε αυτός που ομιλώντας ή γράφοντας δημόσια στηρίζει στη λογική το λόγο του, επιθυμώντας πραγματικά να βοηθήσει στην κατανόηση της πραγματικότητας και στην αναζήτηση λύσεων, είναι εκ των πραγμάτων χαμένος.
Το γεγονός αυτό σημαίνει με τη σειρά του πως στην Πολιτική επικρατούν οι δημαγωγοί, αφού αυτοί απευθύνονται στα συναισθήματα και στις προκαταλήψεις των ανθρώπων – ενώ όσον αφορά τα πολιτικά κόμματα είχαμε γράψει τα εξής:
«H δύναμη των κομμάτων έχει άμεση σχέση με τη χρηματοδότηση τους – αφού διαφορετικά δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώνουν τα έξοδα τους, τις διαφημίσεις τους, τα γραφεία που νοικιάζουν ανά τη χώρα κοκ. Ως εκ τούτου είναι εξαρτημένα από τις ελίτ – οι οποίες τότε καθορίζουν τις «δημοκρατικές επιλογές» των μαζών, στηρίζοντας συνήθως κόμματα που δεν διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους, όσον αφορά τα συμφέροντα τους (των ελίτ).Οι ελίτ λοιπόν ουσιαστικά αγοράζουν τις εκλογές, χωρίς σχεδόν κανέναν περιορισμό – ενώ οι μάζες έχουν την ψευδαίσθηση πως επιλέγουν οι ίδιες τις κυβερνήσεις τους, παραπλανημένες από τις σκηνοθετημένες τηλεοπτικές ή άλλες αντιπαραθέσεις των έμμισθων από τις ελίτ πολιτικών.Δυστυχώς δεν κατανοούν ότι, οι «πράξεις» των κομμάτων εξουσίας, από τις οποίες οφείλει να τα κρίνει κανείς και όχι από τα λόγια τους, διαφέρουν ελάχιστα μεταξύ τους –όπως στο παράδειγμα της Ελλάδας, όπου οι δύο μεγάλες παρατάξεις υποστηρίζουν μανιωδώς τα μνημόνια, αφού από αυτά αντλούν τη χρηματοδότηση τους, διαφωνώντας μόνο ως προς τις λεπτομέρειες της εφαρμογής τους και με κριτήριο την κομματική τους πελατεία».
Εν τούτοις, κρίνοντας από την έρευνα που διενεργήθηκε στις Η.Π.Α., καθώς επίσης από πολλές συζητήσεις μας στην Ελλάδα, η κατάσταση φαίνεται να αλλάζει – η χειραγώγηση να υποχωρεί σε μία σημαντική μερίδα της κοινωνίας που θέλει να ακούει την αλήθεια είτε από αντικειμενικά ΜΜΕ, είτε από πολιτικούς που χαρακτηρίζονται σκόπιμα από τους εκάστοτε χειραγωγούς ως «τεχνοκράτες», για να υποτιμήσουν/διαστρεβλώσουν το λόγο τους.
Σύντομα δε η συγκεκριμένη μερίδα της κοινωνίας θα υπερβεί την «κρίσιμη μάζα», οπότε θα είναι σε θέση να εισακούγεται από τους ανθρώπους – να αντιμετωπίζεται σοβαρά και να διαμορφώνει συλλογικές απόψεις που θα οδηγούν σε ένα πραγματικά καλύτερο μέλλον, μακριά από τις ουτοπίες, τις ψευδαισθήσεις και τις συναισθηματικές εκκλήσεις που χρησιμοποιεί ο προπαγανδιστικός λαϊκισμός, για να εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ελίτ.
Εάν λοιπόν υπάρχει κάτι, για το οποίο αξίζει να είναι κανείς αισιόδοξος στη σημερινή Ελλάδα, στην πιο χρεοκοπημένη χώρα στην παγκόσμια ιστορία, η οποία έχει μετατραπεί σε άβουλη αποικία χρέους των ξένων δυνάμεων, είναι αυτό ακριβώς – η διαφαινόμενη ωριμότητα ενός αυξανόμενου μέρους της κοινωνίας που δεν φοβάται να αντιμετωπίσει κατάματα την αλήθεια και που θέλει να προσπαθήσει πραγματικά να αλλάξει τα κακώς κείμενα.
Πηγή : https://analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου